«Δεν κίνησα με κλάρες δάφνης να έβγω, για να σε προϋπαντήσω Γιάννη Ζέβγο…»
“Χάσαμε το Ζέβγο – αυτό τα λέει όλα. Κι όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίζουν από πιο κοντά – σαν Άνθρωπο, σαν Αγωνιστή και Διανοητή – ξέρουν τι έκλειναν οι δυο αυτές οι συλλαβές για το Κόμμα, για την υπόθεση του λαού, για τη σύγχρονη αριστερή ελληνική διανόηση και επιστήμη…”
Στις 20 του Μάρτη 1947, δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη, από όργανα του αερικανοκαθοδηγούμενου μεταβαρκιζιανού παρακράτους ο Γιάννης Ταλαγάνης – Ζέβγος, ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Η επιλογή του από αυτούς που σχεδίασαν και οργάνωσαν το έγκλημα, δεν ήταν τυχαία.
Φωτισμένος επαναστάτης και επιστήμονας, με πλούσιο συγγραφικό έργο πάνω σε φιλοσοφικά, ιστορικά και ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα, ο Ζέβγος δολοφονήθηκε ενώ αποκάλυπτε σε διεθνή Επιτροπή του ΟΗΕ το όργιο εγκληματικής τρομοκρατίας που σκέπαζε την Ελλάδα μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και προμήνυε τον εμφύλιο πόλεμο που θα ακολουθούσε. Η δολοφονία του Ζέβγου πυροδότησε τη λαϊκή αγανάκτηση και οργή. Η κηδεία του απαγορεύτηκε.
Ο Γιώργης Μωραΐτης θυμάται: «Φεύγαμε στις 21 Μάρτη 1947, τρεις νεαροί, Ελασίτες, απ’ την Αθήνα, πρωί με το τρένο για το Δεύτερο Αντάρτικο. Τραβούσαμε για τον Παρνασσό. Κι άξαφνα σφίχτηκε η καρδιά μας, κι η ψυχή μας πλημμύρισε θλίψη. Στα περίπτερα του Σταθμού, που πήραμε ‘φημερίδες, τα πρωτοσέλιδα κρεμασμένα, ανάγγελλαν με χοντρούς τίτλους την τρομερή είδηση μιας στυγερής δολοφονίας. Κι ο “Ριζοσπάστης” είχε και το θύμα σε φωτογραφία, χτυπημένο με μια σφαίρα στον κρόταφο κι απ’ την τρύπα να τρέχει αίμα!…
Ήταν ο Γιάννης Ζέβγος. Ο γνωστός ηγέτης του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Έπεφτε νεκρός, την προηγούμενη μέρα, στις 20 Μάρτη 1947, καταμεσήμερο, στη Θεσσαλονίκη, κοντά στην Αγιά Σοφιά. Κάτω απ’ τα δολοφονικά βόλια των εγκάθετων του ξενοστήρικτου μεταβαρκιζιανού κράτους. Βρέθηκε στη συμπρωτεύουσα ως εκπρόσωπος του συνασπισμού των κομμάτων του ΕΑΜ, διαπιστευμένος στη Διεθνή Ερευνητική Επιτροπή του ΟΗΕ, που βρισκότανε στην Ελλάδα, εξετάζοντας τις συνθήκες και τις αιτίες του Εμφυλίου που άρχιζε. Δυο ώρες νωρίτερα, είχε πάει στα γραφεία της εφημερίδας “Αγωνιστής” και σύνταξε γράμμα προς την Επιτροπή, καταγγέλλοντας την τρομοκρατία και τους νέους διωγμούς. Πάλευε για την ειρήνευση, πάλευε για την ομαλή πολιτική εξέλιξη, πάλευε για την αποτροπή της γενίκευσης του Εμφυλίου».1
Δυο μέρες μετά το αποτρόπαιο έγκλημα, από την πρώτη σελίδα του Ριζοσπάστη και την καθημερινή στήλη του «Σφυριές», ο Απόστολος Σπήλιος ξεκινάει το χρονογράφημά του με στίχους του Διονύσιου Σολωμού:
«Κι όπου η βουλή τους συφορά,
κι όπου το πόδι χάρος (Σολωμός)
Εγκαίνια… Τα λευκά, ολοκαίνουργια γάντια της αμερικάνικης κατοχής, βάφτηκαν με το πρώτο τους αίμα.
(…)Η σφαίρα που πέρασε και τρύπησε την καρδιά του Ζέβγου ξεκίνησε από πολύ μακριά κι έκανε μεγάλη διαδρομή για να φτάσει το σκοπό της. Κι αν έχουν την περιέργεια να σκύψουν απάνω της τα μέλη του ΟΗΕ (…) θα δουν τα “δακτυλικά αποτυπώματα” της “έξωθεν ενίσχυσης”. Της μόνης έξωθεν ενίσχυσης που έρχεται και δρα σ’ αυτό τον βασανισμένο τόπο…
Εμείς τώρα χάσαμε ένα Σύντροφο. Έναν πολύτιμο σύντροφο και οδηγό. Χάσαμε το Ζέβγο – αυτό τα λέει όλα. Κι όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίζουν από πιο κοντά – σαν Άνθρωπο, σαν Αγωνιστή και Διανοητή – ξέρουν τι έκλειναν οι δυο αυτές οι συλλαβές για το Κόμμα, για την υπόθεση του λαού, για τη σύγχρονη αριστερή ελληνική διανόηση και επιστήμη.
Όταν μαζευτούν και δημοσιευτούν τα σκόρπια μέσα στο διάστημα μιας γόνιμης 25ετίας κείμενα του Ζέβγου – φιλοσοφικά, κοινωνιολογικά, ιστορικά, πολιτικά – τότε θα δει το έθνος ολόκληρο τον όγκο της δημιουργικής του εργασίας και θα εκτιμήσει ταυτόχρονα και την έκταση της απώλειας.
Ήταν ο κλασικός τύπος του ιδεολόγου Αγωνιστή – Επιστήμονα. Αφιέρωσε στον Αγώνα όλη του τη ζωή, όλη του τη σκέψη. Πράξη και σκέψη σε μια επίμοχθη αρμονία που όταν επιτευχθεί συγκροτεί τον πλήρη, τον τέλειο Άνθρωπο. Και στο Ζέβγο αυτό είχε επιτευχθεί.
Όσο για τη ζωή του την ίδια, τη βασανισμένη, την σκληρή, την αναλωμένη ως την τελευταία πνοή της για το καλό, για το ανέβασμα, για το ξεσκλάβωμα του λαού – μια λέξη μπορεί να την αποδώσει μονάχα: Κρυστάλλινη. Κι αν η λέξη σεπτός διατηρεί στα χρόνια ένα νόημα ακόμα – αυτό το νόημα αναδίνονταν απ’ όλη την προσωπικότητα του Ζέβγου. (…)»
Στις 24 του Μάρτη η εφημερίδα του ΚΚΕ «Ο Ρίζος της Δευτέρας» («Εβδομαδιαία δημοκρατική εφημερίδα του λαού – Πολιτική, οικονομική, φιλολογική, σατιρική») δημοσιεύει στις σελίδες της το ποίημα του Ν. Χρυσόπουλου:
Γιάννης Ζέβγος
Ακόμα εν’ άστρο κύλησε
να πάει να βρει τον ήλιο!Κι ένας αητός απ’ το Μωριά,
κι ένας αητός λεβέντηςανέβηκε στα σύγνεφα
για να το μολογήσει.―Χάιντε λεβέντες μου, καρδιά,
να φέρουμε τον ήλιο.Κι ο σπόρος τούτος πώπεσε
γερό καρπό θα δέσει.Και θα φυτρώσει πλατανιά
και θα λαλήσει ανάβρα.Κι όντας χαράξ’ η Ανατολή
κι όντας ανθίσει ο ήλιος,θάρχουνται κόρες για νερό,
λεβέντες για τραγούδια,θάρχουνται γεροσύντροφοι
ν’ ανιστοράν τις μάχες.Χάιντε, λεβέντες μου, καρδιά
να φέρουμε τον ήλιο.Τη στράτα του τη φώτισε
κει πώπεσε τ’ αστέρι.―Πέρα πάνου απ’ τον Όλυμπο
φεγγοβολούν οι τόποι.Κι ένα αστέρ’ ήρθε και κύλησε
μες στην καρδιά σου Ελλάδα!
Η είδηση της δολοφονίας του Γιάννη Ζέβγου μαθεύτηκε γρήγορα και αναστάτωσε τους πάντες. Ο μοναρχοφασιστικός και φιλοκυβερνητικός Τύπος επιχείρησε να παρουσιάσει το στυγερό έγκλημα, σαν ένα «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» στους κόλπους της Αριστεράς, εκμεταλλευόμενος το γεγονός πως ο δολοφόνος είχε κάνει, για ένα διάστημα, στο Μπούλκες. Η προσπάθεια, όμως, αυτή των εμπνευστών και οργανωτών της δολοφονίας έπεσε στο κενό και στράφηκε σε βάρος τους, όταν ο Ριζοσπάστης, με συγκεκριμένα στοιχεία και αποδείξεις αποκάλυψε το προμελετημένο χαρακτήρα του εγκλήματος και τους εμπνευστές του.2
Το φύλλο του «Ρίζου της Δευτέρας» με ημερομηνία 31/3/1947 φιλοξενεί τους συγκλονιστικούς στίχους του μεγάλου μας ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα:
«Στο Γιάννη Ζέβγο
Δεν κίνησα με κλάρες δάφνης να έβγω
για να σε προϋπαντήσω Γιάννη Ζέβγο.
Σε δάσκαλο δεν πρέπουν ταπεινό.
Στο μέτωπό σου εμπρός ανθρώπου θρέμμα
που η στόχαση τ’ αυλάκωσε και το αίμα
σκύβω με πόνο και το προσκυνώ».
Σκιαγραφώντας τον αγωνιστή Γιάννη Ζέβγο, ο Γιώργης Λαμπρινός σημειώνει ανάμεσα σε άλλα στην πρώτη σελίδα του «Ρίζου της Δευτέρας» (24/3/47): «Όπως ο κάθε αληθινός μαρξιστής, ο κάθε αληθινός κομμουνιστής, ο Ζέβγος ήταν πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα αγωνιστής. Δεν έχει νόημα η μαρξιστική θεωρία χωρίς την πάλη. Αυτός ο αδύνατος, σχεδόν οστεώδης, με τη σκαμμένη όψη του βαθιά στοχαστικού ανθρώπου, πέρασε απ’ όλες τις σκληρές και πικρές δοκιμασίες του αγώνα του λαού, μέσα στη διάρκεια ενός τετάρτου περίπου του αιώνα: αυτές αποτυπώθηκαν στη φυσιογνωμία του. Και τις πέρασε βαθιά πιστεύοντας, ήρεμα, στωικά, παλικαρίσια».
Η κηδεία του Γιάννη Ζέβγου έγινε στα κρυφά, κατόπιν διαταγής της αστυνομίας, το μεσημέρι της 22 του Μάρτη, στο νεκροταφείο Ευαγγελίστριας, με παρόντες τη χήρα του, Καίτη Ζέβγου, τη μικρή κόρη του Σόνια και ελάχιστα ακόμα άτομα, μεταξύ των οποίων ο απεσταλμένος του Ριζοσπάστη Ν. Κυριαζίδης. Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του ΕΑΜ προς την κυβέρνηση και της Καίτης Ζέβγου προς τις αστυνομικές αρχές για την – ουσιαστικά – απαγόρευση της κηδείας η απαράδεκτη αυτή απόφαση που εκτός των άλλων έδειχνε και τον φόβο της εξουσίας μπροστά στο νεκρό αγωνιστή, δεν άλλαξε.
Σ’ ένα νεκροταφείο ζωσμένο από χωροφύλακες και χαφιέδες η Καίτη Ζέβγου αποχαιρέτησε με αποφασιστικότητα και περηφάνια τον σύντροφό της. Τα λόγια της κατέγραψε ο απεσταλμένος του Ριζοσπάστη: «Γιάννη μου, όπως έζησες όλη τη ζωή σου ταπεινά, έτσι πεθαίνεις και τώρα. Όλη σου τη ζωή την έδωσε για το Κόμμα και γι’ αυτό πέθανες. Δεν σου φέραμε λουλούδια Γιάννη μου, αλλά είμαστε εδώ η γυναίκα σου και η κόρη σου και σου δίνουμε μιαν υπόσχεση: Να δώσουμε κι εμείς τη ζωή μας για τον ιερό αγώνα που άρχισες εσύ για τη συμφιλίωση του λαού, ολόκληρου του λαού, για να μη τον σκοτώνουν άδικα… Για να μην υπάρχουν πια μαυροφορεμένες…».3
Στη συμφιλίωση του λαού αναφερόταν σε ένα από τα τελευταία άρθρα του (από αυτά που όπως γράφει η Βούλα Δαμιανάκου στο «Μνημόσυνο» «χιλιάδες άνθρωποι του μόχτου περίμεναν (…) να τους φωτίσει την πορεία τους καθώς όλοι μας περιμένουμε τον ήλιο για να πιάσουμε δουλειά»), με τίτλο «Όχι άλλο αίμα», ο Γιάννης Ζέβγος: «Στις εκκλήσεις, που έκαναν οι Λάκωνες, οι Ρουμελιώτες, οι Ευβοείς, οι Επτανήσιοι, οι γυναίκες, απάντησε η Β. Ελλάδα. “Πάντες πρέπει να αξιώσωσιν από πάντας εν ονόματι της σωτηρίας του έθνους την παύσιν του εμφυλίου πολέμου. Όχι άλλο αίμα. Όχι άλλοι τάφοι! Απευθύνομεν υστάτην και αγωνιώδην έκκλησιν προς όλους οι οποίοι πονούν την Ελλάδα”. Οι κάπηλοι του αίματος των Ελλήνων ξαναβρήκαν την ευκαιρία να βρίσουν τους πατριώτες που υπέγραψαν την έκκληση, όπως έβρισαν “Βουλγάρες” και τις γυναίκες της Αθήνας. Η έξαλλη αντιελληνική “εθνικοφροσύνη” πιστεύει ότι βρήκε καινούριο στήριγμα στην αμερικανική “προστασία” για να παρατείνει το εγκληματικό της έργο. Όμως, το αίμα των Ελλήνων είναι απείρως πολυτιμότερο και από τις λίρες των Άγγλων και από τα αμερικάνικα δολάρια, που αποτελούν το ιδεώδες της “εθνικοφροσύνης”».
Η σύντομη αναφορά μας στον αθάνατο Αγωνιστή κλείνει (μα δεν ολοκληρώνεται) με μερικούς στίχους του Κύπριου κομμουνιστή ποιητή Θεοδόση (Θοδόση) Πιερίδη, από το ποίημα «Για τους δεκατρείς της Κεντρικής Επιτροπής» (ο Γιάννης Ζέβγος όταν δολοφονήθηκε ήταν αναπληρωματικό μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ), στο οποίο ο ποιητής μνημονεύει τη θυσία των μελών της ΚΕ του ΚΚΕ που έπεσαν για τη ζωή από το 1946 ως το 1949:
«(…) Γιατί πολύ τη ζωή αγαπήσατε
γιατί αγαπήσατε πολύ τους ανθρώπους
γιατί διψάσατε πολύ
για τη ζωή, για τους ανθρώπους,
ρίζωσε μέσα σας
από καλό σποριά ριγμένος σπόρος:
«Γερό μυαλό, γερή καρδιά.
Αυτοί νικούνε κι όταν πέφτουν».(…) Καλόδεχτος στο χώμα της ύπαρξής μας
ο σπόρος που σπείρατε
σποριάδες καλοί…»
Πάνω από εφτά δεκαετίες πέρασαν από τη δολοφονία του Γιάννη Ζέβγου. Αν και άλλαξαν πολλά, τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στον τόπο και ευρύτερα στην περιοχή, τον έχουν ξένα αφεντικά. Η θυσία του συμβολίζει τον αδικαίωτο ως τις μέρες μας αγώνα για να γίνει ο λαός μας νοικοκύρης και αφεντικό στον τόπο του. Η μορφή του Γιάννη Ζέβγου κατέχει θέση ξεχωριστή ανάμεσα στους λαϊκούς αγωνιστές και ήρωες που έπεσαν στον αγώνα αυτό.
1. Ριζοσπάστης. 23/3/1997
2. Ριζοσπάστης, 3/12/1996
3. Ριζοσπάστης, 22/3/1947
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback