Δημήτρης Γληνός: «Θέλω να ζήσω μόνο μέσα στην αλήθεια ή να ζήσω και να πεθάνω δεσμώτης»
Ο Δημήτρης Γληνός απαρνήθηκε την αστική τάξη που του παρείχε τα εφόδια που θα τον έκαναν ένα από τα λαμπρότερα μυαλά της, τάχτηκε με τους αδικημένους, και αυτό η τάξη αυτή δεν του το συγχώρησε. Παρά το ότι δεν έπαψε ποτέ να αναγνωρίζει το κύρος του και να τον σέβεται, ταυτόχρονα δεν έπαψε και να τον μισεί και να τον διώκει, δίχως έλεος, μέχρι το τέλος της ζωής του.
Οραματίστηκε την αληθινή λαϊκή παιδεία και έκανε σκοπό της ζωής του την οριστική κατάκτηση των πνευματικών αγαθών από τους δουλευτές και το λαό. Δάσκαλος του έθνους, άφησε τη σφραγίδα του στο προοδευτικό και κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας. Ο κομμουνιστής παιδαγωγός, o εκπαιδευτικός, o στοχαστής, o φιλόσοφος Δημήτρης Γληνός γεννήθηκε στις 22 του Αυγούστου 1882 και έφυγε από τη ζωή στις 26 του Δεκέμβρη 1943.
Όπως έλεγε ο ίδιος, η πορεία του υπήρξε μια συνεχής πορεία «όλο προς τα αριστερά». Το 1899 τον βρίσκει φοιτητή στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπέρμαχο της καθαρεύουσας και οπαδό της «Μεγάλης Ιδέας». Το 1905 και αφού έχει περάσει στο «στρατόπεδο» των δημοτικιστών, έρχεται σε επαφή με τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Το 1911 μαζί με τον Δελμούζο και τον Τριανταφυλλίδη αποτελούν ηγετικές φυσιογνωμίες του προοδευτικού «Εκπαιδευτικού Ομίλου».
Ο Δημήτρης Γληνός απαρνήθηκε την αστική τάξη που του παρείχε τα εφόδια που θα τον έκαναν ένα από τα λαμπρότερα μυαλά της, τάχτηκε με τους αδικημένους, και αυτό η τάξη αυτή δεν του το συγχώρησε. Παρά το ότι δεν έπαψε ποτέ να αναγνωρίζει το κύρος του και να τον σέβεται, ταυτόχρονα δεν έπαψε να τον μισεί και να τον διώκει, δίχως έλεος, μέχρι το τέλος της ζωής του.
Έχοντας διανύσει μια λαμπρή ακαδημαϊκή πορεία και αφού αγωνίστηκε και συγκρούστηκε με τις αστικές κυβερνήσεις του μεσοπολέμου, και από θέσεις του κρατικού μηχανισμού στις οποίες τοποθετήθηκε1, για την αναγέννηση της παιδείας όπως ο ίδιος την οραματιζόταν, ο Γληνός συνειδητοποίησε πως η ριζική αναγέννηση της παιδείας δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να αντιμετωπιστεί και να επιλυθεί ξεκομμένα από το κοινωνικό ζήτημα στην ολότητά του. Παιδεία που θα ανταποκρίνεται και θα ικανοποιεί τις ανάγκες του λαού δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο ενταγμένη σ’ ένα κοινωνικό σύστημα όπου ο λαός, με πρωτοπόρα την εργατική τάξη, θα έχει το πάνω χέρι. Αυτό το σύστημα δεν είναι άλλο από τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό και για να χτιστεί πρέπει η εργατική τάξη με οδηγητή το Κομμουνιστικό Κόμμα να καταχτήσει την εξουσία. Ο Γληνός γίνεται μέλος του ΚΚΕ και δίνεται ολόψυχα, αφιερώνει την ύπαρξή του με σώμα και νου, στον σκοπό αυτό. «Εκεί μέσα στο κομμουνιστικό κόμμα, ολοκληρωτικά λυτρωμένος, ζει, όπως μου έλεγε, την προσωπική ελευθερία στην πιο ανώτερη, στην πιο δημιουργική μορφή της, στην αρμονική μορφή της εσωτερικής πειθαρχίας. Εκεί μέσα στο κομμουνιστικό κόμμα ολοκληρώνει την προσωπικότητά του».2
Το 1934 θα ταξιδέψει στη Σοβιετική Ένωση μαζί με τον Κώστα Βάρναλη και επιστρέφοντας θα δημοσιεύσει στον τύπο τις εντυπώσεις του. Στις 10 του Οκτώβρη 1935, μετά το αποτυχημένο κίνημα του Βενιζέλου και την παλινόρθωση της μοναρχίας, επί Κονδύλη, ο Γληνός συλλαμβάνεται ως «επικίνδυνος» μαζί με εκατοντάδες κομμουνιστές και στέλνεται εξόριστος μαζί με τον Κώστα Βάρναλη, στον Αη Στράτη. Εκεί θα ζήσει μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Ενθουσιάζεται και συγκινείται από τον τρόπο και την οργάνωση της ζωής των κομμουνιστών εξορίστων, την αλληλεγγύη και τη δίψα που δείχνουν για μόρφωση. Γίνεται η ψυχή της μορφωτικής δουλειάς στην Ομάδα Συμβίωσης. Ο Γληνός είναι ήδη ο φωτισμένος δάσκαλος μαθητών και δασκάλων, μα στον Αη Στράτη το ακροατήριό του θα αποτελείται από άλλους «μαθητές». Γράφει ο Κ. Βάρναλης: «Εκεί στην εξορία ο Γληνός ξανάγινε δάσκαλος όχι πια των δασκάλων παρά των αγωνιστών του λαού. Έκανε σειρά ενδιαφέρουσες ομιλίες για πολλά ζητήματα (για την υλική και την πνευματική απολύτρωση των λαών της Σοβιετικής Ένωσης, για το πως πρέπει να γράφουμε κλπ.). Αλλά το ρόλο του δασκάλου δεν τον περιόριζε μονάχα σ’ αυτές τις ομιλίες παρά έκανε και δουλειά διαφωτιστή. Ήτανε ο δάσκαλος μιανής από τις πολλές ομάδες των εξορίστων, αλλά δυστυχώς εγώ δεν ανήκα στην ομάδα του».3
Ο κύριος όγκος των εξορίστων ήταν εργάτες και αγρότες, στην πλειοψηφία τους αναλφάβητοι ή με στοιχειώδη μόρφωση. Στους τόπους εξορίας όλοι γίνονταν μαθητές, μα όσοι είχαν βγάλει κάποιες τάξεις του Γυμνασίου ή κουβαλούσαν διαβάσματα από τις φυλακές μπορούσαν και να διδάξουν. Σε αυτό άλλωστε βοηθούσε ο ιδεολογικός-πολιτικός χαρακτήρας των μαθημάτων. Έτσι δεν ήταν λίγες οι φορές που οι συνθήκες οδηγούσαν τον διανοούμενο στο «θρανίο» του μαθητή και τον εργάτη στην «έδρα» του δάσκαλου. Ο μεγάλος δάσκαλος Γληνός, όταν χρειάστηκε, δεν δυσκολεύτηκε να «προσαρμοστεί» στη θέση του μαθητή: «Στην Ομάδα του Ακατρίδη, γινόντουσαν μαθήματα, πολιτικά, συνδικαλιστικά, πολιτικής οικονομίας κλπ. Δάσκαλοι, απλοί εργάτες συνδικαλιστές, που τα σχολικά τους γράμματα δεν ξεπερνούσαν το δημοτικό, μα που είχαν μάθει γράμματα στα “Σχολεία των φυλακών και της εξορίας”… Κι ο Γληνός, ο γενικός του Υπουργείου Παιδείας, ο διεθνούς φήμης παιδαγωγός, ο καθοδηγητής, οργανωτής, εμπνευστής, θεμελιωτής της ελληνικής εκπαίδευσης, ο δάσκαλος κάθισε στον πάγκο ήσυχος, καλός, πειθαρχικός και πάντα “μελετημένος” μαθητής και “άκουγε” προσεκτικά και με συνείδηση το δάσκαλο-εργάτη… Έτυχαν, μάλιστα, και φορές ―να μη φαίνεται περίεργο― που ο δάσκαλος-εργάτης έκανε “διορθώσεις” και “παρατηρήσεις” στο δάσκαλο-μαθητή του. Και τότες ο Γληνός, με πλήρη αναγνώριση, δεχόταν την παρατήρηση και το διόρθωνε, αναβοκοκκινίζοντας σα μικρό παιδί».4
Στις εκλογές του 1936 ο Γληνός εκλέγεται βουλευτής με το Παλλαϊκό Μέτωπο. Μετά την κήρυξη της δικτατορίας του Μεταξά στις 4 του Αυγούστου 1936, συλλαμβάνεται ξανά και εξορίζεται αυτή τη φορά στην Ανάφη. Ο Κώστας Γαβριηλίδης, Γραμματέας του ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας), μοιράζεται με τον Γληνό το ίδιο δωμάτιο σε όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στο νησί. Δυο χρόνια μετά το θάνατο του Γληνού θα γράψει σε γράμμα του στην εφημερίδα του ΑΚΕ: «Απλός και απέριττος στη ζωή του, γλυκομίλητος και συντροφικός στη συμπεριφορά του, ο Γληνός αποτελούσε παράδειγμα για όλους μας. Ακούραστος δάσκαλος και μαθητής. Μελετούσε και έγραφε. Δίδασκε και μελετούσε. Από απλά μαθήματα ελληνικής ως τις περίπλοκες φιλοσοφικές διαλέξεις. (…) Οι διαλέξεις του: Πώς να διαβάζουμε, πώς να γράφουμε, πώς να μιλάμε, θα αποτελέσουν για πάντα το όπλο και τη μέθοδο που θα οδηγεί τη μορφωτική προσπάθεια των αγωνιστών του λαού. Και η ιστορική ανάλυση της φιλοσοφίας που μονάχα ο Γληνός ήξερε να εκλαϊκεύει με τόσο σαφή και απλό τρόπο, έδινε στους συντρόφους του της εξορίας μια σπάνια πνευματική τροφή και τη φιλοσοφική δικαίωση του αγώνα τους. (…) Κάθε του ομιλία, τ’ αστεία του, τ’ ανέκδοτά του, ήταν μορφωτικά μαθήματα που απέβλεπαν στην ανάπτυξη και την πνευματική άνοδο των συντρόφων του».5 Στην Ανάφη θα πει ο Γληνός: «Όποιος δεν έζησε τη ζωή των εξορίστων, όποιος δε γνώρισε από κοντά τα τίμια αυτά παιδιά της εργατιάς και αγροτιάς, δεν μπορεί να ξέρει τι είναι πραγματικός πολιτισμός».6
Το Μάη του 1937 ο Δημήτρης Γληνός μεταφέρεται στην Ακροναυπλία, μαζί με τους πιο «επικίνδυνους» από τους αγωνιστές-στελέχη του εργατικού-λαϊκού κινήματος που κατέκλυζαν τα νησιά της εξορίας. Μετά από εννιά μήνες στην Ανάφη, ακόμα πιο επικίνδυνος για το μοναρχοφασιστικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου: «Σήμερα είμαι πολύ πιο έτοιμος για κάθε δράση. Έχει βαρύνει και θεωρητικά η σκέψη. (…) Μα και για την πραχτική δράση, η ωριμότητα σήμερα έγινε πολύ μεγαλύτερη. Έτσι μπορούμε να πούμε πως από κάθε άποψη οι μήνες αυτοί ήτανε δημιουργικοί».7
Η συγκυρία να μεταφερθεί από την Ανάφη στην Ακροναυπλία είναι ιστορικής σημασίας: «Η άφιξη ενός μαχόμενου διανοητή και παιδαγωγού, σε συνδυασμό με την ήδη αποκτηθείσα πείρα και το υψηλότερο ποσοτικά και ποιοτικά υπόβαθρο των κρατούμενων, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο να διευρυνθούν και να εμπλουτιστούν τα μαθήματα, και ως προς το περιεχόμενο και ως προς τη μεθοδολογία. Η Ακροναυπλία θα αποτελέσει σημείο αναφοράς και πρότυπο από δω και στο εξής, και για την οργάνωση της φυσικής και πνευματικής ζωής των κρατούμενων και για την καθαρότητα, επικαιρότητα και εγκυρότητα των επιστημονικών, κοινωνικών, πολιτικών, και ιδεολογικών αναλύσεων».8
Τα πρώτα σημάδια που δείχνουν ότι η υγεία του αρχίζει να επιβαρύνεται από την πνευματική υπερκόπωση κάνουν την εμφάνισή τους. Ο γιατρός της φυλακής του συνιστά συγκεκριμένη διατροφή και να αποφεύγει τις συγκινήσεις. Ο Γληνός αντιμετωπίζει τις παραινέσεις του γιατρού με χιούμορ και αυτοσαρκασμό. Όχι μόνο δεν αφήνει τον εαυτό του να οπισθοδρομήσει, αλλά δίνει και ένα ακόμα μάθημα, κουράγιου και δύναμης αυτή τη φορά, στους συγκρατούμενούς του: «Γιατρέ μου, του λέω. Εδώ η επιστήμη σου φτάνει στην περιοχή της κοροϊδίας. Μοιάζει όπως, όταν μπαίνει ο γιατρός σ’ ένα φτωχόσπιτο, όπου δεν έχουν ούτε ψωμί και διατάζει κοτόπουλα και μπιφτέκια». «Δεν πειράζει, μου λέει, και με τις συγκινήσεις θα ζήσεις χρόνια πολλά.» «Γιατρέ μου, του λέω, από τις συγκινήσεις δε μπορώ να παραιτηθώ. Ούτε αυτές με παρατούν. Έχουμε εκλεχτική συγγένεια. Από μικρό παιδί έχω μαζέψει στην καρδιά μου τρικυμίες, μα βλέπεις τώρα που πέρασε το μεσημέρι και είμαστε στο απόγιομα, ο αγέρας όλο και δυναμώνει και οι θύελλες ξεσπούνε τρομερότερες. Ελπίζω να βαστάξει το θαλασσοδαρμένο καράβι, μα κι αν βουλιάξει, καλύτερα ένας τέτοιος χαμός, από το σάπισμα σε μια βρώμικη ακρογιαλιά. Θαλασσοδέρνεται, μα δε βουλιάζει». Και γελούσαμε με το γιατρό. Από κάθε αντιμετώπισμα της ζωής πρέπει να βγαίνουμε καλύτεροι, ανώτεροι από τον εαυτό μας. Οι άλλοι τότε μπορεί να μικραίνουν κι αυτό είναι θλιβερό. Μπορούμε κι αυτούς να τους νοιώσουμε και να τους βοηθήσουμε, έστω και αρνητικά, με την καλοσύνη μας. Εμείς όμως έχουμε την υποχρέωση να μην αφήσουμε τον εαυτό μας να οπισθοδρομεί. Ψηλότερα, πάντα ψηλότερα! Προς το ανέσπερο φως! Ο καθένας μας μπορεί να το φτάσει, όσες δυσκολίες κι αν του προβάλλει η ζωή».9
Στην Ακροναυπλία ο Γληνός εκλέγεται μέλος του Γραφείου της Ομάδας Συμβίωσης και αναλαμβάνει τον μορφωτικό-εκπολιτιστικό τομέα. Οι κρατούμενοι διεκδικούν από τη διεύθυνση των φυλακών να τους επιστραφούν τα βιβλία και η γραφική ύλη που είχαν κατασχεθεί κατά την άφιξή τους, να τους παραχωρηθεί χώρος στο προαύλιο που θα χρησιμοποιείται για μελέτη, καθώς και να τους δοθεί άδεια για μορφωτικά μαθήματα και διαλέξεις. Τα αιτήματά τους ικανοποιούνται και σε ένα μικρό προαύλιο ―που από τότε ονομάζεται «προαύλιο Γληνού» ― διαμορφώνεται ο χώρος και ξεκινούν μαθήματα και διαλέξεις, τα οποία δεν σταματούν ούτε όταν αργότερα ο Μανιαδάκης ξαναμαζεύει τα βιβλία των κρατούμενων και απαγορεύει κάθε επιμορφωτική δραστηριότητα.
Η σημασία που δίνει ο δάσκαλος στην πνευματική μόρφωση και καλλιέργεια αποτυπώνεται και στην αλληλογραφία που κρατά από την Ακροναυπλία με παλιούς μαθητές του: «Εκείνο που με χαροποιεί ιδιαίτερα είναι ο πόθος σου για πνευματική μόρφωση, για αληθινή πνευματική καλλιέργεια… αυτό είναι μια δουλειά σοβαρή, πολύ σημαντική, μακριάς πνοής. Θέλει υπομονή, καρτερία, πίστη. Είναι η μεγαλύτερη υπηρεσία, που μπορεί να προσφέρει ο άνθρωπος στον εαυτό του. Μα είναι σήμερα το πρόβλημα της μόρφωσης τόσο δύσκολο, γιατί ίσα-ίσα στο σημερινό άνθρωπο προσφέρνονται απ’ όλες τις μεριές, με την αξίωση της μόρφωσης, τα πιο αταίριαστα και παρδαλά και άνισης αξίας μορφωτικά μέσα, αν ξεκινήσει κανείς από την εφημερίδα και φτάσει ως το πιο βαθύ και δυσκολονόητο φιλοσοφικό βιβλίο».10
Ο Γληνός δίνει μεγάλη βαρύτητα στην εξάλειψη του αναλφαβητισμού οργανώνοντας κανονικές τάξεις μαθημάτων από το Δημοτικό ως το Γυμνάσιο, στις οποίες διδάσκουν κρατούμενοι εκπαιδευτικοί και φοιτητές, ενώ ο ίδιος ξεκινά τις πρώτες διαλέξεις. Ταυτόχρονα συγκροτεί καλλιτεχνικές επιτροπές που οργανώνουν την ψυχαγωγία των κρατούμενων, μουσικές και θεατρικές δραστηριότητες και σεμινάρια για την εκμάθηση μουσικών οργάνων και υποκριτικής, αλλά και ξένων γλωσσών, και οργανώνει την εκγύμνασή τους σε καθημερινή (πρωινή) βάση. Στην Ακροναυπλία ο Γληνός ζει και αναπνέει κάνοντας αυτό που ξέρει και μπορεί να κάνει καλύτερα από κάθε άλλον. Η θέση του βρίσκεται ανάμεσα στους ταπεινούς, γίνεται ο ίδιος ταπεινότερος ανάμεσά τους, διδάσκει, διαφωτίζει, διαπαιδαγωγεί. Ζει την αλήθεια του, την άσπιλη αλήθεια του δίκιου των καταπιεσμένων που δεν παραδίνονται, που παλεύουν με πίστη στην τελική νίκη. «Θέλω να ζήσω μόνο μέσα στην αλήθεια, ή να ζήσω και να πεθάνω δεσμώτης. Γιατί η εδώ ζωή μου είναι αληθινή. Δεν έχει κανένα ψέμα. Το ψέμα δε μπορεί ν’ ανέβει τα τρακόσια σκαλοπάτια της Ακροναυπλίας. Ζω μέσα στη σκληρή αλήθεια, που είναι πιο αγαπητή από το γλυκύτερο ψέμα. Η ζωή μέσα στην αλήθεια είναι η μόνη ευδαιμονία. Ευλογημένα αυτά τα 300 σκαλοπάτια, που δεν αφήνουνε να φτάσει ως εδώ παρά μόνο την αλήθεια και αν κάποτε συρθεί ως εδώ το ψέμα δε θα βαστάξει. Θα τσακίσει τη ραχοκοκκαλιά του. Στις επάλξεις της φυλακής στέκεται σκληρή και στυγνή θεά, η αλήθεια. Εδώ μέσα δε μπορεί να ζήσει το ψέμα, φεύγει. Απ’ έξω δε μπορεί να πλησιάσει. Τσακίζεται. Προτιμώ λοιπόν να ζήσω και να πεθάνω μέσα στη φυλακή, παρά να βγω έξω και να ζήσω μέσα στο ψέμα».11
Ο κομμουνιστής Γληνός, πριν ακόμα η βάρκα του «Μαρία Ν.» τον αποβιβάσει στον Αη Στράτη, ήξερε ότι ο δρόμος που διάλεξε να περπατήσει ήταν ο δρόμος της θυσίας. Στον Αη Στράτη, στην Ανάφη, στην Ακροναυπλία και στη συνέχεια στη Σαντορίνη, στα μπουντρούμια της Ειδικής Ασφάλειας και στις γιάφκες της παρανομίας, η ζωή του απόχτησε νόημα και σκοπό που ποτέ δεν θα της έδινε, από μόνη της, η γνώση που είχε αποχτήσει. Δεν σταμάτησε να αγωνίζεται από όποιο μετερίζι και αν βρέθηκε για τη λευτεριά, το δίκιο και την προκοπή του ανθρώπου, διαφωτίζοντας το λαό και διαπαιδαγωγώντας τη νεολαία του που τόσο αγαπούσε.
Τον Ιούνη του 1941 συλλαμβάνεται από τους πρώτους ―πάντα ως «επικίνδυνος»― μαζί με 22 ακόμα αντιφασίστες αγωνιστές (ανάμεσά τους ο Νίκος Καρβούνης και ο Κώστας Στούρνας), από τους χαφιέδες του Μανιαδάκη και κλείνονται στα μπουντρούμια της τρομερής Ειδικής Ασφάλειας για να παραδοθούν αργότερα στα χέρια των χιτλεροφασιστών καταχτητών. Ο Γληνός ούτε εκεί αφήνει την κατάσταση να κυριέψει τον ίδιο και τους συντρόφους του. Τους ανέπτυσσε θέματα, έκανε μικρές διαλέξεις ή διηγιόταν αναμνήσεις από τις εξορίες του. «Από την Ακροναυπλία ο Γληνός είχε ένα πολύτιμο ―όπως ο ίδιος το χαρακτήριζε― ενθύμιο. Μια πολυθρόνα αναπαυτική, που γινότανε μαζί και γραφείο, σαν ένα θρανίο ν’ ακουμπάει τα βιβλία του και τα χαρτιά του. Ήταν ευτυχής μ’ αυτό το έξυπνο πραματάκι, που του ‘χαν φτιάξει και του είχαν χαρίσει οι Ακροναυπλιώτες εργάτες. Και καθισμένος σ’ αυτή την πολυθρόνα εργαζόταν ώρες».12
Ακόμα πιο πολύτιμο από την πολυθρόνα του, για τον Γληνό, τους σύγχρονούς του και τις επόμενες γενιές ήταν το καταστάλαγμα που άφησε το πέρασμά του στον αφιλόξενο και τιμημένο βράχο της ηρωικής Ακροναυπλίας: «Το ιδανικό μου δεν είναι η ψυχραιμία και η απάθεια, μα η κυριαρχία πάνω στο πάθος. Η ζωή μου είναι σαν ένα καράβι, που θαλασσοδέρνεται στον ωκεανό, που κρατάει τον ατμό του στη μεγαλύτερη ένταση και πάει ενάντια στον καιρό και στο κύμα – και το χέρι του κυβερνήτη αγωνίζεται να κρατήσει το τιμόνι ατρόμητα. Μέσα στην εξωτερική ακίνητη ζωή μου στους τέσσερους τοίχους της φυλακής, παίζεται ένα δράμα σκληρό και κάνοντας τα εικοσιτέσσερα βήματα στο προαύλιο της φυλακής, πάντα στην ίδια κατεύθυνση μπρος και πίσω πλάι στον τοίχο, όπου βουίζει από τον αγέρα και ακούεται από πίσω το αγκομαχητό της αόρατης θάλασσας, ζω μιαν απέραντη ζωή στοχασμού, πόνου κι ελπίδας. Έχεις δίκιο ν’ αγαπήσεις ετούτο το βράχο της Ακροναυπλίας. Όταν διαβάζεις τον Προμηθέα, θα τοποθετείς νοερά το δράμα του εδώ πάνω».13
Ο Δημήτρης Γληνός πέθανε πρόωρα, όντας παράνομος, σε μια κλινική της Αθήνας, με την υγεία του τσακισμένη από τις κακουχίες μιας ζωής ταγμένης στην υπόθεση της εργατικής τάξης, έχοντας εκπληρώσει στο ακέραιο το χρέος που επίτασσε η συνείδησή του: «(…)τετράγωνο σα δωρική κολόνα το μυαλό του τοποθετήθηκε οριστικά στο στρατόπεδο του λαού. Πολλοί λένε ότι θέλουν την εξέλιξη αλλά φοβούνται την επανάσταση. Ο Γληνός δε δίστασε και πέρασε στην επανάσταση(…)».14
Ο ίδιος, σε ένα από τα πολλά γράμματα που έστελνε σε μαθητές και συναγωνιστές του από την Ακροναυπλία, έγραφε: «Η ζωή είναι ένα ποτάμι, όπου πρέπει να κολυμπήσει κανείς ο ίδιος και όχι ν’ ακούσει άλλους να διηγούνται πώς κολύμπησαν. Αυτό είναι σωστό. Μα το ποτάμι έχει μέρη με βουρκονέρια, με βρωμόκλαδα, με σάπια φύλλα, με γλιστερά μαλάκια και έχει και νερά καθαρά και διάφανα. Στη μέση που είναι τα καθαρά και βαθιά νερά, το ρέμα είναι ορμητικό. Εκεί μόνο ο γενναίος κολυμπητής, που σπαθίζει το νερό με χέρια και πόδια, στέκεται και χαίρεται το αναγάλλιασμα της ωραίας ζωής. Εκεί φτάνουνε μόνο λίγοι αγωνιστές, καλοί και αγνοί».15
Παραπομπές
1.Ορίστηκε βασικός υπεύθυνος και σχεδιαστής της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της κυβέρνησης Βενιζέλου (1913), μα οι προτάσεις του απορρίφτηκαν ως «ανατρεπτικές». Κατείχε κατά καιρούς επιτελικές θέσεις στο Υπουργείο Παιδείας, έως το 1926 που τον εκδίωξε η δικτατορία του Πάγκαλου.
2.Κ. Δ. Σωτηρίου: Ο Γληνός παιδαγωγός. «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», (συλλογικό), εκδ. Νέα Βιβλία, 1946, σελ. 54.
3.Κ. Βάρναλης: Ο δάσκαλός μου ο Γληνός
4.Τ. Κ. σε αφιέρωμα του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης. Από το βιβλίο της Κυριακής Καμαρινού «Τα πέτρινα πανεπιστήμια», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 104-105.
5.«Νέος Δρόμος» της 31-12-1945 και αναδημοσίευση στο Ριζοσπάστη της 28 Δεκέμβρη του 1997.
6.«Νέος Δρόμος», ό.π.
7.5 Απρίλη 1937 (γράμμα από την Ανάφη). «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», ό.π., σελ. 176.
8.Β. Μπαρζιώτας: «Το είπε η Ακροναυπλία! – Τι λέει επ’ αυτού η Ακροναυπλία;». Απόσπασμα από το βιβλίο «Τα πέτρινα πανεπιστήμια», ό.π., σελ. 127.
9.25 Μάη 1937 (γράμμα από την Ακροναυπλία). «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», ό.π., σελ. 179.
10.19 Σεπτέμβρη 1937 (γράμμα από την Ακροναυπλία). «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», ό.π., σελ. 181.
11.26 Σεπτέμβρη 1937 (γράμμα από την Ακροναυπλία). «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», ό.π., σελ. 181.
12.Μαρτυρία Κώστα Στούρνα. Ριζοσπάστης, 26 Αυγούστου 2001.
13.5 Δεκέμβρη 1937 (γράμμα από την Ακροναυπλία). «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», ό.π., σελ. 189.
14.Γιάννης Ζεύγος. Ομιλία την όγδοη μέρα των εργασιών του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ στους Κορυσχάδες (21 Μάη 1944) που αφιερώθηκε σε πολιτικό μνημόσυνο του Δημήτρη Γληνού. Ριζοσπάστης, 23 Μάη 2004.
15.25 Ιούνη 1937 (γράμμα από την Ακροναυπλία). «Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», ό.π., σελ. 180.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback