Γεώργιος Ιβάνοφ – Ένας “Ηρακλής” του αθλητισμού και της Αντίστασης
Σε συνεργασία με το Εργατικό ΕΑΜ, ο άλλοτε κολυμβητής του ιστορικού συλλόγου της Θεσσαλονίκης πραγματοποίησε τη σημαντικότερη επιχείρηση σαμποτάζ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Δεν υπάρχει κάτοικος, τακτικός επισκέπτης ή φοιτητής στη Θεσσαλονίκη που να μην έχει περάσει κάποια στιγμή από το “Ιβανώφειο”, που βρίσκεται στην καρδιά της πόλης, επί της Αγ. Δημητρίου και λίγα μέτρα από το ΑΠΘ. Οι περισσότεροι ξέρουν ότι είναι έδρα των ομάδων μπάσκετ και βόλεϋ του “Ηρακλή”, λιγότεροι όμως από ποιον πήρε το όνομά του το κλειστό γήπεδο. Δηλαδή το Γεώργιο Ιβάνοφ, που ξεκίνησε μια πολλά υποσχόμενη σταδιοδρομία στον υγρό στίβο, πήρε όμως ανεκτίμητα “μετάλλια” για τη δράση του ως σαμποτέρ στο Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, προσφέροντας σημαντικές υπηρεσίες στον αγώνα ενάντια στους ναζί.
Γεννήθηκε στις 14 Δεκέμβρη 1911 στη Βαρσοβία από πατέρα αξιωματικό του τσαρικού στρατού, καθώς τότε η Πολωνία ανήκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία και μητέρα Πολωνίδα, που σύντομα χώρισε από το σύζυγό της. Ο γιος της την ακολούθησε μαζί με το δεύτερο σύζυγό της, Ιωάννη Λαμπριανίδη στη Θεσσαλονίκη το 1926. Γράφτηκε στον Ηρακλή, όπου ξεχώρισε ως κολυμβητής, κατακτώντας την πρωτιά στα 100 μέτρα ελεύθερο στους Αγώνες Βορείου Ελλάδος το 1934. Ένα χρόνο μετά πήρε την πολωνική υπηκοότητα και έγινε αθλητής του πόλο σε ομάδα της Βαρσοβίας, αναδεικνυόμενος σε κορυφαίο παίκτη του πόλου στην Πολωνία το 1938. Στο μεταξύ, μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του, Αντώνη Λαμπριανίδη, είχε αναδειχτεί το 1936 πρωταθλητής στους ιστιοπλοϊκούς αγώνες του 1936 στο Θερμαϊκό.
Ο Ιβάνοφ δεν παρέλειψε και την ακαδημαϊκή του μόρφωση, σπουδάζοντας γεωπόνος μηχανικός στη Λουβαίν του Βελγίου και πραγματοποιώντας μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Μετά τη ναζιστική εισβολή στην Πολωνία, ο Ιβάνοφ συνέβαλε στην εκκένωση Πολωνών προσφύγων που κατέφταναν στη Θεσσαλονίκη και έγινε μέλος των πολωνικών μυστικών υπηρεσιών. Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα τον Απρίλη του 1941, ο Ιβάνοφα κατέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου βρίσκονταν οι εξόριστες πολωνικές δυνάμεις. Ήρθε σε επαφή με τους Βρετανούς, που τον έστειλαν μετά από εκπαίδευση για μυστική αποστολή στην Ελλάδα, αποβιβάζοντάς τον μέσω υποβρυχίου στη Νέα Μάκρη.
Στην Αθήνα ο Ιβάνοφ ανέπτυξε έντονη δράση και συνελήφθη από τους Γερμανούς στις 19 Δεκέμβρη, μετά από προδοσία συνεργάτη του. Ωστόσο απέδρασε λίγες μέρες μετά, προκαλώντας την επικήρυξή του για 500000 δραχμές από τις αρχές κατοχής. Συνέχισε απτόητος τον αγώνα και την άνοιξη του 1942 έπιασε με το ψευδώνυμο Κυριάκος Παρίσσης δουλειά στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και στις 14 Μαρτίου της ίδιας χρονιάς ανατίναξε το γερμανικό υποβρύχιο U-133, που ήταν από τα πρώτα που είχαν φτάσει στη Σαλαμίνα. Ο τρόπος με τον οποίο το πέτυχε ήταν ηρωικός και θεαματικός, καθώς, αψηφώντας το κρύο και τα κύματα, κολύμπησε από τον Πειραιά προς το ναύσταθμο Σαλαμίνας, έχοντας δέσει γύρω από τη μέση του εκρηκτικό ωρολογιακό μηχανισμό. Ο Ιβάνοφ κατάφερε να βάλει τη βόμβα στο υποβρύχιο, το οποίο μετά από δυο ώρες τινάχτηκε στον αέρα και παρέσυρε στο βυθό μαζί του και τους 45 άντρες του πληρώματος.
Θεαματική ήταν και η βύθιση, δυο μήνες αργότερα, του ισπανικού ατμόπλοιου “San Isidore”, που πραγματοποιούσε λαθρεμπόριο προς όφελος των ναζί κατακτητών. Ο Ιβάνοφ χρησιμοποιούσε και έμμεση δολιοφθορά, όπως την τοποθέτηση μαγνητικής νάρκης στο υποβρύχιο U-327, κάτι που διευκόλυνε την καταβύθισή του από τους Συμμάχους. Αποκορύφωμα της συνεισφοράς του στον αντιστασιακό αγώνα ήταν το σαμποτάζ γερμανικών αεροπλάνων στο εργοστάσιο Μαλτσινιώτη στην ΠΥΡΚΑΛ του Υμηττού. Η επιχείρηση αυτή, που ήταν η μεγαλύτερη επιχείρηση δολιοφθοράς στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο, πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Εργατικό ΕΑΜ.
Οι επαφές με τους οργανωμένους εργάτες γίνονταν σε ταβέρνα κοντά στο εργοστάσιο, όπου ο Ιβάνοφ παρίστανε το ζητιάνο έξω από την είσοδο. Η δολιοφθορά γινόταν από τους ίδιους τους εργάτες, που σε συνεννόηση με τον Ιβάνοφ έριχναν στους κινητήρες διάφορα μεταλλικά αντικείμενα, όπως ρινίσματα σιδήρου και παξιμάδια από βίδες, τα οποία κρατούσαν στο στόμα καθώς προσέρχονταν το πρωί στο εργοστάσιο και στη συνέχεια έφτυναν μέσα στις μηχανές. Στη συνέχεια, τα αεροπλάνα συντρίβονταν, καθώς οι κινητήρες πάθαιναν βλάβες ή και έσπαζαν. Με το τρόπο αυτό χάθηκαν γύρω στα 400 ως 450 αεροσκάφη και δεκάδες πιλότοι στη Βόρεια Αφρική.
Το ποσό της επικήρυξης για τον Ιβάνοφ εκτινάχτηκε στα 2 εκ. δραχμές και μετά από νέα προδοσία τελικά ο σαμποτέρ έπεσε στα χέρια των Γερμανών, που τον καταδίκασαν τρεις φορές σε θάνατο. Προσπάθησε για μια ακόμα φορά να δραπετεύσει τη μέρα που μεταφέρθηκε για εκτέλεση στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής στις 4 Γενάρη 1943. Επιτέθηκε στους άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, αλλά εκείνη τον ακινητοποίησαν, δένοντας τον αιμόφυρτο σε ένα στύλο. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν “Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Πολωνία”.
Η μνήμη του Ιβάνοφ στην πόλη που πέρασε μεγάλο μέρος των νεανικών του χρόνων, δεν τιμάται μόνο χάρη στην ομάδα του, που εκτός από το όνομα του γηπέδου έχει θεσπίσει από το 1953 και κολυμβητικούς αγώνες που φέρουν το όνομά του, αλλά και χάρη σε ένα άγαλμα που βρίσκεται στο πάνω τμήμα του Πάρκου των Εθνών, δώρο της πολωνικής σοσιαλιστικής κυβέρνησης στον ελληνικό λαό το 1985.
Η μητέρα του Ιβάνοφ έλαβε το 1944 τιμητικό δίπλωμα από τον διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων της Μεσόγειο Χάρολντ Αλεξάντερ, ενώ το 1962 του απονεμήθηκε παράσημο από τη βρετανική κυβέρνηση. Η Ελλάδα απένειμε το 1976 το “Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας” του για τις υπηρεσίες του στην αντίσταση. Στην Πολωνία υπάρχουν αρκετοί δρόμοι και σχολεία με το όνομά του, ενώ το 1972 γυρίστηκε εκεί ταινία αφιερωμένη στη δράση του στον πόλεμο.
Με πληροφορίες από Praxis Review