Γιάννης Βαγενάς – Άσβεστη η μνήμη του
Ανάμεσα στους αγώνες και τις διεκδικήσεις του κινήματος των εκπαιδευτικών, θα κατέχει πάντα μια θέση ξεχωριστή η απεργία πείνας που πραγματοποίησε τον Ιούνη του 1975, έξω από το 19ο Δημοτικό Σχολείο της Κοκκινιάς όπου δίδασκε, και που συντάραξε το πανελλήνιο.
Το φωτεινό παράδειγμα του Γιάννη Βαγενά εμπνέει αυτούς που παλεύουν σήμερα για αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν παιδεία για όλα τα παιδιά, δικαιώματα στη δουλειά και τη ζωή με βάση τις σύγχρονες ανάγκες, για την ανατροπή του συστήματος της εκμετάλλευσης, και το χτίσιμο μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς φτωχούς και δυστυχισμένους, με το λαό να ορίζει το παρόν και το μέλλον του, μιας κοινωνίας σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής.
Ο Γιάννης Βαγενάς γεννήθηκε το 1937 στη Χώσεψη (σημερινή ονομασία: Κυψέλη), ορεινό χωριό της Άρτας, από φτωχή εργατο-αγροτική οικογένεια και κατάφερε να σπουδάσει δάσκαλος μέσα σε μεγάλες στερήσεις. Ανάμεσα στους αγώνες και τις διεκδικήσεις του κινήματος των εκπαιδευτικών, θα κατέχει πάντα μια θέση ξεχωριστή η απεργία πείνας που πραγματοποίησε τον Ιούνη του 1975, έξω από το 19ο Δημοτικό Σχολείο της Κοκκινιάς όπου δίδασκε, και που συντάραξε το πανελλήνιο.
Ο Γιάννης Βαγενάς ήταν συνδικαλιστής, στέλεχος της Διδασκαλικής Ανανεωτικής Συνδικαλιστικής Κίνησης (ΔΑΣΚ) κι αγωνιζόταν για την κάθαρση στη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας (ΔΟΕ). Αποτελούσε μόνιμο στόχο των χουντικών που προσπαθούσαν να τον εξοντώσουν επαγγελματικά και ηθικά. Ήταν ο μόνος δάσκαλος που έκανε αποχή από το μάθημά του στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου, το 1974, για να τιμωρηθεί από τους «αρμόδιους διοικητικούς παράγοντες» με αφαίρεση μέρους του μισθού του.
Όταν ο χουντικός επιθεωρητής Τσιατάς ενήργησε για να τεθεί ο Γ. Βαγενάς από το Υπουργείο σε διαθεσιμότητα, ο δημοκράτης δάσκαλος προχώρησε σε απεργία πείνας.
Η αλληλεγγύη προς το πρόσωπο του απεργού πείνας Γιάννη Βαγενά και τον δίκαιο αγώνα του έλαβε παλλαϊκές διαστάσεις. Οι μαθητές, οι γονείς, ο λαός της Κοκκινιάς, κόμματα, σωματεία (οι δάσκαλοι προχώρησαν σε απεργία), φοιτητικές και νεολαιίστικες οργανώσεις, μαζικοί φορείς (ψηφίσματα από όλη την Ελλάδα και χώρες του εξωτερικού), πνευματικός και καλλιτεχνικός κόσμος, εκπρόσωποι της εκκλησίας, στήριξαν με κάθε τρόπο τον απεργό πείνας Βαγενά τις εννιά μέρες που κράτησε η απεργία πείνας απαιτώντας να επιστρέψει ο δημοκράτης δάσκαλος στη θέση του και να απομακρυνθούν οι υμνητές της χούντας από την εκπαίδευση.
Ο χώρος έξω από τη μάντρα του σχολείου, δίπλα στον απεργό δάσκαλο, είχε μετατραπεί σε χώρο «λαϊκού προσκυνήματος» στον αγωνιστή δάσκαλο από τη Χώσεψη που σήκωνε το ανάστημά του στα χουντικά κατάλοιπα, όταν ένα χρόνο μετά το τέλος της δικτατορίας κινούσαν πολλά γρανάζια της εκπαίδευσης και ευρύτερα του κρατικού μηχανισμού…
Λεπτομερές αφιέρωμα για την απεργία πείνας του Γιάννη Βαγενά μπορείτε να δείτε εδώ:
Γιάννης Βαγενάς- Η απεργία πείνας που αποχουντοποίησε την εκπαίδευση
Στις 18 του Ιούνη 1975 το υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει την επαναφορά «στην προηγούμενη υπηρεσιακήν κατάστασιν του επιθεωρητή κ. Τσιατά και του δασκάλου κ. Βαγενά». Ο καταβεβλημένος από την πολυήμερη απεργία πείνας δάσκαλος μεταφέρεται στα χέρια, συγκινημένος, στην αίθουσα του σχολείου του. Οι πρώτες του δηλώσεις καταδεικνύουν ότι ο αγώνας του δεν ήταν κυρίως προσωπικός: «Εγώ βέβαια γύρισα στη θέση μου μα και η χούντα μένει σε θέσεις κλειδιά. Πρέπει ν’ αρχίσει έντονος και καθολικός αγώνας για το ξήλωμά της…Ο αγώνας μου απέβλεπε στην κατοχύρωση του κύρους και της αξιοπρέπειας του δασκάλου και γενικότερα στην κάθαρση στο χώρο της Παιδείας».
Κι έτσι ήταν. Μια πρώτη νίκη ήταν η λύση που δόθηκε. Ο αγώνας για το ξήλωμα της χούντας συνεχίστηκε…
Μετά την απεργία πείνας οργανώθηκε στο ΚΚΕ και από τις γραμμές του αγωνίστηκε για αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Παιδεία, είτε σαν εκπαιδευτικός, είτε σαν συνδικαλιστής (διετέλεσε γραμματέας της ΔΟΕ από το 1987 έως το 1991), είτε σαν σχολικός σύμβουλος, είτε σαν δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο της Νίκαιας (από το 2006) κι αντιδήμαρχος Παιδείας και πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου.
Ο Γιάννης Βαγενάς έχαιρε της αναγνώρισης και της εκτίμησης φίλων, συντρόφων αλλά και αντιπάλων. Δεν τον ξεχνούν όσοι τον γνώρισαν στις σχολικές αίθουσες, στις συνεδριάσεις, στο πεζοδρόμιο, όλοι όσοι αγωνίστηκαν μαζί του από το ίδιο μετερίζι, αλλά και όσοι τον συνάντησαν στα καφενεδάκια της αγαπημένης του Χώσεψης, στα λημέρια των απόδημων Ηπειρωτών, στις μικρές και μεγάλες καθημερινές εκδηλώσεις της ζωής.
Έφυγε από τη ζωή στις 7 του Δεκέμβρη 2011, αφήνοντας πολύτιμη παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές το αγωνιστικό παράδειγμά του.