Ιωάννα της Λωραίνης – Η ευσεβής αιρετική Ζαν Ντ’ Αρκ
Οι φωνές που άκουγε ερμηνεύονταν από το δικαστήριο ως δαιμονικοί ψίθυροι, οι ισχυρισμοί της πως είχε ως “κόρη του Θεού” άμεση επαφή με τον Κύριο ερμηνευόταν ως αμφισβήτηση του διαμεσολαβητικού ρόλου της Εκκλησίας.
Ευσεβής ηρωίδα ή αιρετική; Την απάντηση είχε δώσει ο ιερέας της γενέτειρας του, το Domrémy της Λωραίνης, ο οποίος το 1450 έγραφε πως: “Θεοφοβούμενη ήταν, όσο κανείς άλλος”. Μετά θάνατον η καταδίκη της στις 29 Μαϊου 1431 ανακλήθηκε, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα ανακηρύχθηκε αγία της Καθολικής Εκκλησίας. Τι όμως είχε οδηγήσει στο θάνατό της στην πυρά της Ρουέν;
Μα ασφαλώς ο ρόλος της στον Εκατονταετή πόλεμο (1337-1453) μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας, στον οποίο φαινόταν να επικρατεί άνετα η πρώτη, μέχρι την εμφάνιση μιας 17χρονης που ισχυριζόταν ότι ακούει φωνές και είναι απεσταλμένη του Θεού. Οι πηγές της εποχής συμφωνούν πως η παρθένος της Ορλεάνης, La Pucelle, όπως τη λένε οι Γάλλοι, διαδραμάτισε τον καθοριστικό ρόλο στην εκδίωξη των Άγγλων το Μάιο του 1429 από την ομώνυμη περιοχή, σηματοδοτώντας μια αποφασιστική καμπή υπέρ των συμπατριωτών της στον πόλεμο. Με σημερινούς όρους η Ζαν ντ’ Αρκ θα χαρακτηριζόταν ειδήμων του ψυχολογικού πολέμου.
Λίγες εβδομάδες η Ιωάννα στεκόταν με πανοπλία δίπλα στο διάδοχο του γαλλικού θρόνου στον Καθεδρικό της Reims, όπου ο τελευταίος ανακηρύχθηκε, όπως η ίδια είχε προφητεύσει, σε βασιλιά Κάρολο Ζ’. Ο Άγγλος τοποτηρητής, δούκας του Μπεντφορντ, μετέφερε στο βασιλιά Ερρίκο Στ’ πως για την τροπή του πολέμου ευθυνόταν οι σκοτεινές μαγικές δυνάμεις της μυστηριώδους κοπέλας. Η Ιωάννα δεν ησύχαζε μέχρι να εκδιωχθεί και ο τελευταίος Άγγλος από τη Γαλλία, κάτι το οποίο δεν άρεσε όμως ούτε στους συμβούλους του Καρόλου, που προέκριναν μια πολιτική λύση της σύγκρουσης, ερχόμενοι σε διαπραγματεύσεις με το σύμμαχο των Άγγλων, τη Βουργουνδία. Δεν προκαλεί έκπληξη υπό αυτό το πρίσμα πως όταν η Ιωάννα αιχμαλωτίστηκε στο Compiègne στις 23 Μαϊου 1430, δεν υπήρξε κάποια κίνηση από πλευράς γαλλικής αυλής να απελευθερώσει την Ιωάννα είτε δια της βίας είτε μέσω της πληρωμής λύτρων. Το Γενάρη της επόμενης χρονιάς ξεκίνησε στη Ρουέν, πρωτεύουσα των ηπειρωτικών κτήσεων της Αγγλίας, η δίκη εναντίον της Ιωάννας, την οποία ακόμα και ο Σαίξπηρ πάνω από έναν αιώνα αργότερα καθυβρίζει ως μάγισσα και πόρνη.
Ο Πιερ Κοσόν, έμπιστος των Άγγλων επίσκοπος του Μπωβέ, ήταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου, φιλοδοξώντας να αναδειχθεί σε αρχιεπίσκοπο της Ρουέν, η οποία τότε ήταν η πλουσιότερη εκκλησιαστική επαρχία του βασιλείου. Χάρη στη σπουδή του επισκόπου διατηρήθηκαν λεπτομερέστατα πρακτικά της δίκης, τα οποία φωτίζουν την προσωπικότητα της Ιωάννας με τρόπο σχεδόν ανεπανάληπτο για μορφή του Μεσαίωνα. Τυπικά η δίκη διεξήχθη άψογα, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις της εποχής, ο πολιτικός χαρακτήρας της ωστόσο είναι αδύνατον να συγκαλυφθεί.
Επί μήνες η νεαρή κατηγορούμενη υφίστατο ερωτήσεις θεολόγων και ειδικών του κανονικού δικαίου, διατυπωμένες με περιπλοκότητα και σοφιστεία, ώστε να τεκμηριώσουν την κατηγορία της ως αιρετικής. Οι φωνές που άκουγε ερμηνεύονταν από το δικαστήριο ως δαιμονικοί ψίθυροι, οι ισχυρισμοί της πως είχε ως “κόρη του Θεού” άμεση επαφή με τον Κύριο ερμηνευόταν ως αμφισβήτηση του διαμεσολαβητικού ρόλου της Εκκλησίας. Ωστόσο η αγράμματη Ιωάννα απαντούσε με τρόπο εφευρετικό και συχνά πνευματώδη, ώσπου στις 24 Μαϊου 1431 λύγισε προσωρινά ανακαλώντας τις ως τότε δηλώσεις της. Σύντομα όμως πήρε πίσω αυτή την αποκήρυξη, ακριβώς επειδή είχαν σιωπήσει εξαιτίας της οι φωνές που τη συντρόφευσαν από την παιδική της ηλικία. Μάλιστα, εμφανίστηκε εκ νέου στο δικαστήριο με ανδρικά ρούχα, το οποίο αποτέλεσε σοβαρό στοιχείο του κατηγορητηρίου εναντίον της, καθώς η πράξη αυτή αντέβαινε σε σχετική απαγόρευση της Παλαιάς Διαθήκης. Ως αποτέλεσμα η Ζαν ντ’ Αρκ εκτελέστηκε στις 30 Μάη 1431 στην πυρά.
Η εκτέλεση της Ιωάννας της Λωρραίνης δεν προκάλεσε κανενός είδους αντίδραση στη Γαλλία στην εποχή της. Μετά την επανάκτηση της Ρουέν από τους Γάλλους το 1449 ωστόσο ξεκίνησε δειλά από τις νέες αρχές η διαδικασία αναθεώρησης της δίκης, και το 1456 ανακλήθηκε η θανατική καταδίκη. Πολύ περισσότερο άργησε η αγιοποίησή της, που επήλθε το 1920, σε μια ευνοϊκή για τη Γαλλική άρχουσα τάξη συγκυρία, η οποία είχε προ ολίγου εξέλθει νικήτρια από τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και χρειαζόταν περαιτέρω ενίσχυση του εθνικού της συμβόλου. Η ανάδειξή της ως τέτοιο σαφώς δεν υπήρξε αυτόματη, καθώς δεν μπορεί να αποσπαστεί όπως είναι φυσικό από την ίδια τη διαδικασία της γαλλικής εθνογένεσης. Η περιπέτεια της πρόσληψης της Ζαν ντ’ Αρκ δια μέσου των αιώνων, αλλά και οι πολιτικές χρήσεις της μνήμης της, όχι μόνο από την άκρα δεξιά, όπως ορθά, αλλά μονομερώς θεωρείται σήμερα, αλλά κατά καιρούς από το σύνολο πρακτικά του πολιτικού φάσματος της Γαλλίας, θα μας απασχολήσει σε επόμενη ανάρτηση.