«Ήρθα να μιλήσω για το χτες. Είμαι 92 χρονών. Δε θέλω να τα πάρω μαζί μου…»
Γλυτώσαμε εκείνη τη μέρα. Φύγαμε όσο πιο μακριά από αυτούς. Μάς πήρε όμως αργότερα η μπόρα του 1946-1949 με τις συνέπειες που ακολούθησαν. Γλυτώσαμε από την εκτέλεση, δεν γλυτώσαμε όμως από τα σημάδια του Εμφυλίου…
Ένας καλός μου φίλος, μου τηλεφώνησε πριν λίγες μέρες : «Να, κάτι χειρόγραφα έχω στα χέρια μου και θέλω να στα δώσω».
Τι… και Πως… άρχισα να ρωτάω. Με τη χαρά ενός μικρού παιδιού ζήτησα να μου τα στείλει. Γρήγορα έφτασε ο φάκελος στα χέρια μου.
ΠΕΤΡΟΣ ΖΑΡΚΟΓΙΑΝΝΗΣ διαβάζω πάνω, πάνω. Έπιασα το διάβασμα των σημειώσεων και δεν έλεγα να σταματήσω. Σκεφτόμουνα ότι πρέπει να γνωρίσω αυτόν που τα έγραψε και σύντομα μάλιστα.
Η μεγάλη στιγμή έφτασε και σήμερα 23/10/2019 ανταμώσαμε. Εκεί, στη γειτονιά του πήγα και έξω, σ’ ένα τραπεζάκι καφενείου καθίσαμε. Με περίμενε ο Πέτρος με ένα μικρό φακελάκι με παλιές φωτογραφίες στα χέρια. Συστηθήκαμε. Από κοντά έβλεπα έναν μικρόσωμο άντρα με άσπρα μαλλιά και ζεστό χαμόγελο. Του έσφιξα το χέρι.
-Καλώς σε βρήκα σύντροφε είπα ντροπαλά.
-Χαίρομαι για την γνωριμία μας και το αντάμωμά μας μου λέει.
Δύο κουβέντες ακόμα είπαμε και το μάθημα Ιστορίας άρχισε. Με το «ήρθα να τα πω» άρχισε την κουβέντα μας.
– «Ήρθα να μιλήσω για το ΧΤΕΣ. Είμαι 92 χρονών. Δε θέλω να τα πάρω μαζί μου… Εικόνες, εμπειρίες και ιστορικά γεγονότα έζησα από παιδί. Έζησα την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Είδα πολλά… Έγραψα μόνο αυτά που με σημάδεψαν στην ψυχή και στο κορμί μου»…
-Ναι Πέτρο, ήρθα να σε ακούσω. Είσαι από τη γενιά των γονιών μου, της Κατοχής, του Εμφυλίου και της Πολιτικής Προσφυγιάς. Θέλω να σε ακούσω και όπως βλέπεις κρατώ χαρτί και μολύβι.
Δεν πρόλαβα να τελειώσω και ο Αγωνιστής Πέτρος άρχισε την Ιστορία… λες και πάτησε ένα κουμπί και όλα έρχονταν, έτρεχαν σαν το νερό και πέφτανε στο χαρτί. Ούτε που πρόλαβα να του πω κάτι παραπάνω.
Άρχισε να μιλάει και δεν έπαιρνα τα μάτια μου από πάνω του. Μιλούσαν και τα μάτια του και έτρεχα να προλάβω. Έκοβα και την ανάσα μου για να μην χάσω ούτε ένα ΚΑΙ. Με μια ιστορία που δεν έγραψε στα χαρτιά του ξεκίνησε και με ξάφνιασε. Εγώ ούτε κιχ πρόλαβα να κάνω και έτρεχα να τον φτάσω. Τα ηχογράφησα κιόλα για να ακούω αργότερα και ζωντανά τη φωνή του.
Ο λόγος στον αγωνιστή Πέτρο είναι, έλεγα στον εαυτό μου. Αυτά γράφω απόψε και το μυαλό μου είναι ακόμα εκεί στην ανεπανάληπτη στιγμή που έζησα κείνο το απόγευμα. Δεν περιγράφω τα συναισθήματά μας. Στιγμές από την ιστορία του Πέτρου και του τόπου μας γράφω και στέκομαι μόνο σ’ αυτό:
«Στο χωριό Σπήλαιο των Γρεβενών γεννήθηκα και μεγάλωσα. Μικρό χωριό ήταν και αγρότες οι πολλοί. Ακούγαμε για τον ερχομό των Γερμανών και τα εγκλήματά τους. Είχαμε τον φόβο αλλά δεν τους βλέπαμε στην περιοχή μας. Ήρθε όμως και η σειρά μας.
Στις 11 με 12 Ιουλίου του 1944 έρχονται οι Γερμανοί στο χωριό μου και άρχισαν να μαζεύουν κόσμο. Παίρνουν 14 άντρες, ανάμεσά τους ο πατέρας μου, και δύο παιδιά. Ο ένας είμαι εγώ, δεκαέξι χρονών και έδειχνα πολύ μικρότερος. Ο άλλος ήταν μόνο δεκατεσσάρων χρονών. Είχαν αποφασίσει οι Γερμανοί. Μας παίρνανε για εκτέλεση. Ξεκινήσαμε για το άγνωστο και με το ΧΑΡΟ μαζί μας. Μας έβγαλαν κάπου έξω από το χωριό. Φτάσαμε σε κάτι λιβάδια. Ήταν ανοιχτό το μέρος και κάπου εκεί μας περίμενε μια μικρή ομάδα Γερμανών. Ίσως εδώ να ήταν και το ραντεβού τους με μας… Δεν ξέρω τι σκοπό είχαν και αν εμάς περιμένανε μόνο. Βλέπω όμως πως οι Γερμανοί που μάς συνοδεύουν μιλάνε με τους Γερμανούς που μάς περίμεναν εκεί. Στο ξέφωτο αυτό γίνεται μια σύντομη συνεννόηση μεταξύ τους. Αποφασίζουνε για μας. Εκτέλεση. Ναι Εκτέλεση. Σε λίγο ήρθε ένας Γερμανός και με αρπάζει απ’ τον πατέρα μου. Κρατούσα σφιχτά το χέρι του πατέρα μου και έτρεμα ολόκληρος. Ο άλλος Γερμανός άρπαξε το δεύτερο παιδί. Ξαδερφάκι μου ήταν και γιος του προέδρου του χωριού μας. Μας βάλανε στη φάλαγγα των Γερμανών που είχε στηθεί σε μικρή απόσταση από εδώ. Διάλεξαν και τον τόπο της εκτέλεσης. Ένα μικρό άνοιγμα από τη μια μεριά και ένας γκρεμός από την άλλη. Στην άκρη του γκρεμού αραδιάσανε τους άντρες. Δεκατέσσερα κορμιά στημένα στην άκρη του γκρεμού και έτοιμοι οι Γερμανοί να τους σημαδέψουν. Πώς να σου περιγράψω Άννα μου τούτη την εικόνα; Έκλαιγα με το ξαδερφάκι μου και θολά τους βλέπαμε. Απέναντί μας έχουμε στημένους τους 14… μαζί και τους πατεράδες μας. Βουβό το κλάμα μας ήταν και δίπλα στους Γερμανούς εκτελεστές μάς βάλανε. Και από τον φόβο μας έτρεμαν τα πόδια μας και όλο το κορμί μας. Έβλεπα πως έρχεται η σειρά μου και δεν ήξερα τι να κάνω. Όλα ήταν έτοιμα.
Στήσανε το σκηνικό, άπλωσαν τα όπλα τους οι Γερμανοί και τους σημαδεύανε. Ό πρώτος κρότος του οπλοπολυβόλου ακούστηκε. Πέφτει ο πρώτος νεκρός από τους αραδιασμένους στο γκρεμό. Είναι ο πρώτος ξάδερφος του πατέρα μου και Πρόεδρος του χωριού και μπαμπάς του δεύτερου παιδιού. Κάποια εμπλοκή του όπλου έχουνε οι Γερμανοί και τα χάσανε. Θορυβήθηκαν και αναστατώθηκαν για την εμπλοκή του όπλου… Τότε βρήκαν τη στιγμή οι δικοί μας άνθρωποι και πήδηξαν στο γκρεμό για να γλυτώσουν. Κατρακύλησαν και σκόρπισαν όπου, όπου οι δικοί μας. Λυσσασμένοι έτρεχαν οι Γερμανοί από πίσω τους. Τους κυνηγούσαν από εδώ και από εκεί μέχρι τον ποταμό Βενέτικο… Πιάσανε και δύο – τρεις και τους εκτέλεσαν επί τόπου. Που να το χωνέψουν αυτό οι Γερμανοί. Αλλιώς το σκέφτονταν και αλλιώς τους βγήκε. Διάλεξαν το μέρος αυτό με τον γκρεμό για να σκοτώνουν έναν, έναν τους άνδρες, για να πέφτουν στο γκρεμό και να μην τους βρούνε ούτε οι δικοί τους. Έτσι γλυτώσανε Άννα μου οι δέκα του χωριού μου. Είχαμε όμως τέσσερα θύματα και πόνο μεγάλο.-Ο θείος;;; Όνομα;;; Τον διακόπτω για λίγο, μια ανάσα να πάρει θέλω.
-Ο θείος μου λέγονταν Ζαρκογιάννης Δημήτρης και ήταν Πρόεδρος του χωριού μας και πρώτος ξάδερφος του πατέρα μου.
-Πες μου λίγα και για τον πατέρα σου…
-Ο πατέρας μου είχε φτάσει μέχρι το Σαγγάριο ποταμό με τον Πλαστήρα, τότες, στην Μικρά Ασία… και ήρθαν τώρα οι Γερμανοί στο Σπήλαιο των Γρεβενών να τον σκοτώσουν… Φαντάζεσαι τι γινότανε;;; Φαντάζεσαι τι καταστάσεις ζούσαμε;;; Αυτή η κατάσταση φούσκωσε την οργή μας… Και από εδώ και πέρα ήρθε το πρώτο ξεκίνημα του Αγώνα μας.
-Τι έγινε με σένα;
-Εμένα και τον ξάδερφό μου, μάς πήραν οι Γερμανοί μαζί τους. Περπατούσαμε μια, μιάμιση ώρα ώσπου κάπου σταματήσαμε. Γύρω μας έβλεπα μικρά χωραφάκια, αμπελάκια, λίγα δέντρα και μικρά, διάσπαρτα καλύβια. Ίσως θέλανε να ξεκουραστούν. Δεν ξέρω τον σκοπό τους. Σκόρπισαν για λίγο οι Γερμανοί εκεί μέσα στο αμπέλι και όλο κάτι ψάχνανε. Εμάς μας άφησαν και κουβέντα δεν μας είπαν. Μικρά μας έβλεπαν και μαραμένα. Εκείνη την ημέρα είχε και πολύ ζέστη και το μεσημέρι που φτάσαμε ήταν η μέρα ακόμα πιο ζεστή. Κάποια στιγμή κοιταχτήκαμε και μίλησαν τα μάτια μας. Εμείς βρήκαμε την ευκαιρία και κάναμε σαν τα μικρά παιδιά που κοιτάνε πότε αριστερά και πότε δεξιά πριν κάνουν κάποια κίνηση. Την κοπανήσαμε και ό,τι γίνει ας γίνει είπαμε… Τρέχαμε και πιάναμε σκιές, ψάχναμε μέρος να κρυφτούμε. Κρυμμένοι κάτω από φύλλα και μικρά κλαδιά περιμέναμε να φύγουν. Μπορείς να φανταστείς Άννα… Ούτε η καρδιά μας χτυπούσε. Όλα γύρω μας μαύρισαν. Νιώθαμε τα χέρια των Γερμανών να μας αρπάζουν. Νιώθαμε την καυτή ανάσα τους δίπλα μας και ακούγαμε τον κρότο του πολυβόλου τους. Η σειρά μας ήταν… και παράταση θέλαμε… Να γλυτώσουμε το βόλι τους κι ας μην τους κάναμε τίποτα. Μάς έψαχναν εκεί γύρω και σε λίγο έφυγαν οι Γερμανοί. Την σκαπουλάραμε. Γλυτώσαμε εκείνη τη μέρα. Φύγαμε όσο πιο μακριά από αυτούς. Μάς πήρε όμως αργότερα η μπόρα του 1946-1949 με τις συνέπειες που ακολούθησαν. Γλυτώσαμε από την εκτέλεση, δεν γλυτώσαμε όμως από τα σημάδια του Εμφυλίου…
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
1 Σχόλιο
ελπίζω αγαπητή να συνεχιστεί η διήγηση. Ζωντανή ιστορία της χώρας ειναι ο κ.ΠΕΤΡΟΣ. Ευχαριστούμε.
1 Trackback