Καλιγούλας – Ο “αρβυλάκιας” της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και η οργιώδης κληρονομιά του
Είναι ασαφές αν επρόκειτο για κλινικά ψυχοπαθολογική περίπτωση, που από κάποιους μελετητές αποδίδεται στην εκτεταμένη ενδογαμία της δυναστείας του Καλιγούλα, ή απλώς για κυνισμό και μεγαλομανία που εκδηλώθηκαν με αφορμή την περιπέτεια της υγείας του ανοιχτά.
Τρέλα και ακολασία είναι οι πρώτες λέξεις που έρχονται στο μυαλό στο άκουσμα της λέξης Καλιγούλα. Παρότι, όπως και στην περίπτωση του λίγο μεταγενέστερου αυτοκράτορα Νέρωνα είναι δύσκολο να βεβαιωθεί πόσα από τα περιστατικά μεγαλομανίας και διαφθοράς ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή είναι αποκυήματα της φαντασίας αρνητικά διακείμενων ιστορικών, για τον Καλιγούλα δεν υπάρχουν πολλοί λόγοι που να αμφισβητούν τουλάχιστον το βασικό πυρήνα της πολύ αρνητικής του αποτίμησης του ήδη από την αρχαιότητα.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Γάιος Καίσαρας Γερμανικός, ενώ το παρατσούκλι με το οποίο πέρασε στην ιστορία δεν ήταν παρά ένα λατινικό υποκοριστικό που σήμαινε “μικρή αρβύλα”, το οποίο του έδωσαν οι στρατιώτες του πατέρα του Καίσαρα Γερμανικού, που ήταν ανηψιός και υιοθετημένος υιός του αυτοκράτορα Τιβερίου. Ο Τιβέριος φαίνεται να ευθύνεται και για τους πρόωρους θανάτους του πατέρα, της μητέρας και των δύο μεγαλύτερων αδελφών του. Ο Γάιος ωστόσο, που ως τα 12 του χρόνια είχε μείνει εντελώς ορφανός, γλίτωσε μαζί με τις τρεις αδελφές του την τύχη των συγγενών του, κληρονομώντας το δημοφιλέστατο στους στρατιωτικούς κύκλους όνομα του πατέρα του.
Μετά το θάνατο του Τιβερίου το 37 μ.Χ, ο Καλιγούλας αναδείχθηκε σε αυτοκράτορα από την φρουρά των πραιτωριανών και κατά τους πρώτους μήνες της κυριαρχίας του φρόντισε να προσεταιριστεί μεγάλα τμήματα της άρχουσας τάξης μέσω φοροαπαλλαγών, αναστολής των δικών για εσχάτη προδοσία κατά αριστοκρατών συνωμοτών κατά του Τιβερίου και επιστροφή εξόριστων συγκλητικών στη Ρώμη. Έδωσε επίσης πλούσια χρηματικά δώρα στους πραιτωριανούς για να διασφαλίσει την περαιτέρω εύνοιά τους. Μια από τις πρώτες του κινήσεις ήταν να εγκαινιάσει το ναό του θεοποιημένου Αυγούστου, πρώτου Ρωμαίου αυτοκράτορα, προκειμένου να δείξει τη συνέχεια της Ιουλιο-Κλαυδιανής δυναστείας στην οποία κι ο ίδιος ανήκε και να ενισχύσει το προσωπικό του κύρος. Οικονομικά οι συγκεκριμένες δαπάνες υπήρξαν καταστροφικές, καθώς συνδυάζονταν με δυσθεώρητα έξοδα σε αρματοδρομίες, μονομαχίες και άλλα θεάματα του ιπποδρόμου.
Πιθανόν λόγω υπερκόπωσης ο Καλιγούλας υπέστη βαριά ασθένεια μετά τους πρώτους έξι μήνες της κυριαρχίας του. Οι ιστορικοί συμφωνούν πως μετά από αυτή την άγνωστη κατά τα άλλα ασθένεια (αν και ορισμένοι υποστηρίζουν πως επρόκειτο για επιληψία, που στην εποχή του δεν είχε κανένα τρόπο ανακούφισης) ξεκίνησε και η ηθική του εξαχρείωση. Είναι ασαφές αν επρόκειτο για κλινικά ψυχοπαθολογική περίπτωση, που από κάποιους μελετητές αποδίδεται στην εκτεταμένη ενδογαμία της δυναστείας του Καλιγούλα, ή απλώς για κυνισμό και μεγαλομανία που εκδηλώθηκαν με αφορμή την περιπέτεια της υγείας του ανοιχτά.
Γεγονός είναι πάντως πως λίγο μετά την ανάρρωσή του αρχίζουν οι πρώτες δίκες για εσχάτη προδοσία. Ο αυτοκράτορας συνέλαβε τον υιοθετημένο γιο του Τιβέριο Γεμέλο, τον πεθερό του Σιλανό, τον πατέρα της πρώτης του συζύγου που είχε πεθάνει στη γέννα και τον επικεφαλής του πραιτορίου Μάκρωνα με την κατηγορία της προδοσίας, εξαναγκάζοντας τον τελευταίο να αυτοκτονήσει.
Μεγάλο σκάνδαλο προκάλεσε η αιμομικτική του σχέση με την αδελφή του Δρουσίλα, την οποία θεοποίησε μετά θάνατον το 38 μ.Χ, μια τιμή που ως τότε δεν είχε ποτέ αποδοθεί σε γυναίκα στη ρωμαϊκή ιστορία. Για το λόγο αυτό κάποιοι ιστορικοί θεωρούν πως απώτερος στόχος του αυτοκράτορα ήταν η θέσπιση μιας ελληνιστικού τύπου μοναρχίας στα πρότυπα των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, που επίσης είχαν χαρακτηριστικό τις επιγαμίες μεταξύ αδελφών και τη θεοποίηση των ηγεμόνων. Η φήμη ωστόσο που τον ήθελε να έχει ανακηρύξει σε ύπατο το άλογό του ανάγεται στη σφαίρα του θρύλου και δεν τεκμαίρεται ιστορικά.
Το 39 μ.Χ εμφανίστηκε ξαφνικά στην περιοχή του Άνω Ρήνου για να καταπνίξει μια υφέρπουσα εξέγερση, εκτελώντας το χήρο της Δρουσίλας Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο και το Γναίο Λέντουλο Γετουλικό, διοικητή της στρατιάς του Άνω Ρήνου. Έχοντας αδειάσει τα κρατικά ταμεία, ο Καλιγούλας προσέφυγε στον εκβιασμό πλούσιων Ρωμαίων και την κατάσχεση της περιουσίας τους για να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τις εκστρατείες του αλλά και τις πομπώδεις δραστηριότητές του στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Κάποιοι αρχαίοι συγγραφείς παραδίδουν και περιστατικά βιασμών ή μαστροπείας σε βάρος αριστοκρατικών γυναικών, είναι όμως μάλλον αμφίβολη η αυθεντικότητά τους. Το 40 μ.Χ εισέβαλε στη Γαλατία και μετά από εκτεταμένη λεηλασία σκόπευε να εισβάλει στη Βρετανία. Σύμφωνα με μια παράδοση η ακρίβεια της οποίας ελέγχεται, κάλεσε τελικά τους στρατιωτικούς του να μαζέψουν κοχύλια στις ακτές, ως “λάφυρα του κατακτημένου ωκεανού”.
Στο απόγειο της εξουσίας του, διέταξε το ίδιο καλοκαίρι να εγερθεί το άγαλμά του στον Ιουδαϊκό ναό της Ιερουσαλήμ, μια κίνηση που θα είχε προφανώς καταστροφικά αποτελέσματα, αν δεν υπήρχε η πειθώς του Ηρώδη Αγρίππα να του αλλάξει γνώμη. Ήδη όμως ο χρόνος είχε αρχίσει να μετράει αντίστροφα για εκείνον, καθώς είχε δημιουργήσει πολυάριθμους εχθρούς που συνωμοτούσαν εναντίον του. Το Γενάρη του 41 μ.Χ, λίγο μετά την επιστροφή του στη Γαλατία, δολοφονήθηκε στη διάρκεια αγώνων στον Παλατινό λόφο από μέλη της πραιτοριανής φρουράς, της ίδιας δύναμης που τον είχε αναδείξει μόλις λίγα χρόνια πριν. Σε θάνατο καταδικάστηκε επίσης η τέταρτη σύζυγός του Καισονία και η κόρη του, για να τον διαδεχτεί στη συνέχεια ο θείος του Κλαύδιος.
Παρά την διασημότητά του, ο Καλιγούλας υπήρξε αντικείμενο συγκριτικά λιγοστών επιστημονικών μελετών, είναι όμως ο αγαπημένος Ρωμαίος αυτοκράτορας σε εκλαϊκευτικά έντυπα ιστορίας, μυθιστορήματα, θεατρικά, ταινίες, σειρές, ακόμα και όπερα από το Γερμανό συνθέτη Ντέτλεφ Γκάνερτ το 2006. Το γνωστότερο θεατρικό είναι ο “Καλιγούλας” του υπαρξιστή συγγραφέα Αλμπέρ Καμί, που γράφτηκε το 1938 και τοποθετείται μετά το θάνατο της Δρουσίλας και την συνεπακόλουθη κρίση του αυτοκράτορα. Τελικό μήνυμα του έργου είναι η συμφιλίωση με την άφευκτη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης αντί για τον άγονο αγώνα εναντίον της.
Ακόμα διασημότερη, για διαφορετικούς λόγους είναι η ομώνυμη ταινία του Τίντο Μπρας το 1979, σε σενάριο του Γκορ Βιντάλ με τον Πίτερ ο΄Τουλ στο ρόλο του Τιβέριου και τον Μάλκολμ ΜακΝτάουελ σε εκείνον του Καλιγούλα. Σχεδόν όλοι οι βασικοί συντελεστές αποκήρυξαν την ταινία, καθώς στην αρχική εκδοχή της προστέθηκαν πολλές εκ των υστέρων σκηνές ακραίας βίας και πορνογραφίας από τον παραγωγό και ιδρυτή του αντρικού περιοδικού Penthouse Μπομπ Γκουτσιόνε. Κατά καιρούς έχουν κυκλοφορήσει πολλές διαφορετικές κόπιες της ταινίας, λιγότερο ή περισσότερο λογοκριμένες, ενώ φημολογείται πως χωρίς τις περικοπές ανέρχεται σε 210 λεπτά, με την αρχική κόπια να έχει χαθεί ή κατ’ άλλους να πρόκειται απλά για αστικό μύθο.
Τέλος, το 2004 προβλήθηκε στο Μπρόντγουει το μιούζικαλ “Καλιγούλας: Ένα έπος αρχαίου γκλάμουρ”, επίσης κυρίως σκανδαλοθηρικού περιεχομένου που έσπασε τα ταμεία, αλλά σε αντίθεση με την ταινία κρίθηκε θετικά από την πλειονότητα του τύπου.