Λεχ Βαλέσα – Επάγγελμα αντεπαναστάτης
O Λεχ Βαλέσα έγινε ένας πραγματικός σταρ μεταξύ των αντιφρονούντων, χάρη και στο γεγονός πως προερχόταν από την εργατική τάξη, σε αντίθεση με τη συνηθισμένη στη Δύση εικόνα του δυσαρεστημένου καλλιτέχνη ή διαννοούμενου.
Η Πολωνία για ποικίλους λόγους, που είχαν να κάνουν τόσο με λάθη στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, όσο και με το προϋπάρχον συντηρητικό υπόβαθρο της χώρας, ήταν παραδοσιακά ένας από τους πλέον αδύναμους κρίκους του “ανατολικού μπλοκ”. Ο πρωταγωνιστής των ανατροπών στη χώρα, Λεχ Βαλέσα καμάρωνε αργότερα πως “από την Πολωνία ξεκίνησαν όλα”. Η δήλωση μπορεί να είναι κάπως υπερβολική, έχει όμως έναν πυρήνα αλήθειας, καθώς πράγματι η Πολωνία υπήρξε στο επίκεντρο εγχώριων και διεθνών αντεπαναστατικών εξελίξεων με συνέπειες που ξεπέρασαν κατά πολύ τα σύνορα της χώρας, ενώ ο ίδιος ο Λεχ Βαλέσα έγινε ένας πραγματικός σταρ μεταξύ των αντιφρονούντων, χάρη και στο γεγονός πως προερχόταν από την εργατική τάξη, σε αντίθεση με τη συνηθισμένη στη Δύση εικόνα του δυσαρεστημένου καλλιτέχνη ή διαννοούμενου.
Ο Βαλέσα γεννήθηκε στο Πόποβο της Πολωνίας στις 29 Σεπτέμβρη 1943 κι ήταν γιος ξυλουργού. Η οικογένειά του ήταν αυστηρά καθολική και τον μεγάλωσε με τις ανάλογες θρησκευτικές και συντηρητικές αρχές. Αρχικά εργάστηκε ως μηχανικός αυτοκινητών ενώ το 1967 έπιασε δουλειά στα ναυπηγεία Λένιν του Γκντανσκ (πρώην Ντάντσιχ) ως ηλεκτρολόγος, όπου γνώρισε και τη σύζυγό του Ντανούτα, με την οποία απέκτησαν οχτώ παιδιά.
Το 1970 έγινε μέλος της παράνομης επιτροπής απεργίας στο ναυπηγείο, στα πλαίσια κινητοποιήσεων σε όλη τη χώρα μετά την απότομη άνοδο του κόστους βασικών αγαθών λίγο πριν τα Χριστούγεννα εκείνης της χρονιάς, που είχαν ως αποτέλεσμα την παραίτηση του τότε ηγέτη της χώρας Γκομούλκα μετά και τον θάνατο 40 ή κατ’άλλους 80 ανθρώπων. Ο ίδιος συνελήφθη και απολύθηκε μετά την αποφυλάκισή του γιατί μάζευε υπογραφές για τη δημιουργία μνημείου των συναδέλφων που είχαν σκοτωθεί στις συγκρούσεις με τις αρχές. Ο ίδιος ίδρυσε το 1978 το λεγόμενο “Ελεύθερο Συνδικάτο της Πομμερανίας”. Συλλαμβάνεται αρκετές φορές, αθωώνεται όμως διαρκώς από τα δικαστήρια και επαναπροσλαμβάνεται στο ναυπηγείο Λένιν. O ακριβής ρόλος του Βαλέσα τη δεκαετία του ’70 παραμένει αμφιλεγόμενος, καθώς κατά καιρούς αναδύονται στοιχεία που δείχνουν πως υπήρξε συνομιλητής, αν όχι και πληροφοριοδότης των πολωνικών μυστικών υπηρεσιών, με τον ίδιο να αρνείται το δεύτερο σκέλος και να παραδέχεται μόνο πως βρισκόταν αναγκαστικά σε επαφή μαζί τους ως ηγετικό πρόσωπο της απεργίας.
Το 1980 πρωτοστατεί σε νέα απεργία στο ναυπηγείο, η οποία θα ήταν το έναυσμα για γενική απεργία στην Πολωνία καθώς και τη δημιουργία του συνδικάτου “Αλληλεγγύη”, που τα επόμενα χρόνια έγινε αιχμή του δόρατος για την ανατροπή του σοσιαλισμού στη χώρα. Η “Αλληλεγγύη” αναγνωρίστηκε ως νόμιμο συνδικάτο με τον Βαλέσα επικεφαλής, αξίωμα που κράτησε ως το Δεκέμβρη του 1981, όταν ο πρωθυπουργός Γιαρουζέλσκι κήρυξε στρατιωτικό νόμο στην Πολωνία. Ο Βαλέσα παρέμεινε ως το Νοέμβρη του 1982 κρατούμενος στη νοτιοδυτική Πολωνία, ενώ ήδη τα δυτικά μέσα τον είχαν ανακηρύξει σε ήρωα της “ελευθερίας”, με το διάσημο αμερικανικό περιοδικό Time να τον εμφανίζει ως “άνδρα της χρονιάς”. Το 1983 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, το οποίο παρέλαβαν για λογαριασμό του η σύζυγος και ο 13χρονος γιος του Μπογκντάν στο Όσλο, καθώς εκείνος φοβόταν πως αν μετέβαινε στη Νορβηγία δε θα μπορούσε να γυρίσει στη χώρα. Το ποσό του 1,5 εκ. σουδικών κορώνων το δώρισε στην πολωνική σύνοδο επισκόπων καθώς και σε ένα Fund που ασχολούνταν με την προώθηση της ιδιωτικής αγροτικής ιδιοκτησίας στην Πολωνία, καθιστώντας σαφείς τις πολιτικές του προθέσεις. Στην αρχή της πολιτικής του δράσης βέβαια, όπως και πολλοί άλλοι ομόλογοί του στην Ανατολική Ευρώπη, εμφανίζονταν ως υπέρμαχος του σοσιαλισμού και με ευμενείς διαθέσεις έναντι της ΕΣΣΔ, όπως σε μια συνέντευξη του λίγο πριν την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου που μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Στην πραγματικότητα βέβαια οι βασικοί υποστηρικτές του Βαλέσα και της “Αλληλεγγύης” ήταν η καθολική Εκκλησία, και προσωπικά ο Πολωνός πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ και φυσικά η CIA. Είναι αμφίβολο αν η “Αλληλεγγύη” θα είχε επιβιώσει δίχως την ολόπλευρη στήριξή της με τόνους υλικού όπως φαξ (τα πρώτα στη χώρα), εκτυπωτές, τηλέφωνα, υπολογιστές και άλλο υλικό επικοινωνίας, που εισάγονταν λαθραία μέσω ιερέων, Αμερικανών πρακτόρων καθώς και συνδικαλιστών από δυτικοευρωπαϊκά κράτη. Η χρηματοδότηση της οργάνωσης προερχόταν από πόρους της CIA, μυστικούς λογαριασμούς του Βατικανού, δυτικοευρωπαϊκά συνδικάτα καθώς και το αμερικανικό ίδρυμα “Εθνικό Κληροδότημα για τη Δημοκρατία”.
Εκτός από την υλική βοήθεια, ο Βαλέσα και οι υπόλοιποι ηγέτες της Αλληλεγγύης λάμβαναν συμβουλές από το Βατικανό και τις ΗΠΑ μέσω ιερέων και διαφόρων πρακτόρων των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης στην Πολωνία, ενώ υπήρχαν και δεσμοί με μέλη της πολωνικής κυβέρνησης. Το 1987 ο Βαλέσα επανίδρυσε και επίσημα την “Αλληλεγγύη” κι ένα χρόνο μετά διοργάνωσε νέα απεργία στα ναυπηγεία του Γκντανσκ με αίτημα τη νομιμοποίηση του συνδικάτου, εγκαινιάζοντας νέο κύμα απεργιών στη χώρα. Ο Γιαρουζέλσκι δεν είχε πια να αντιτείνει τίποτε σε αυτή την καταφανή προσπάθεια υπονόμευσης του καθεστώτος και προτίμησε το συμβιβασμό με τους αντεπαναστάτες, προκαλώντας μάλιστα και την προσωπική έκπληξη του Βαλέσα, που αργότερα έλεγε πως τίποτε δεν ανάγκασε τον ηγέτη της Πολωνίας να έρθει σε συνεννόηση μαζί του.
Ακολούθησαν το 1989 οι “Συζητήσεις της στρογγυλής τραπέζης”, με τον Βαλέσα και την Αλληλεγγύη να κερδίζουν συντριπτικά τις πρώτες “ελεύθερες” εκλογές της χώρας. Ο Γιαρουζέλσκι λόγω σχετικής συμφωνίας με το Βαλέσα παρέμεινε πρόεδρος ως τα τέλη του 1990, παραδίδοντας μετά το αξίωμά του στον ίδιο το Βαλέσα. Έχοντας επιτελέσει υποδειγματικά το ρόλο του, ο Βαλέσα δεν μπόρεσε ωστόσο να σταθεί στις συνθήκες που ο ίδιος είχε συμβάλει να δημιουργηθούν στην Πολωνία και το αστέρι του έδυσε γρήγορα στην καπιταλιστική Πολωνία. Μετά το τέλος της θητείας του το 1995 ηττήθηκε κατά κράτος στις εκλογές και οι απόπειρές του να επανέλθει στην ενεργό δράση απέτυχαν παταγωδώς και τις δύο φορές. Ο ίδιος έκτοτε επέλεξε την καριέρα του “Νέστορα” της πολιτικής και του περιπλανώμενου λέκτορα για την “ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης” στη γηραιά ήπειρο και τις ΗΠΑ.
Αν και ο ίδιος κατά καιρούς παρουσιάζεται ως ανήσυχος για τον “εκφασισμό” της πολωνικής δημοκρατικής σκηνής, μη διστάζοντας να έρθει σε ρήξη με την “Αλληλεγγύη” όταν εκείνη επέλεξε τη συμπόρευση με το κυβερνών σήμερα ακροδεξιό “Κόμμα Δικαιοσύνης”, συνέβαλε κι ο ίδιος στην καλλιέργεια του συντηρητικού κλίματος που κυριαρχεί στη σύγχρονη Πολωνία με ομοφοβικές του δηλώσεις το 2013. Συγκεκριμένα είχε ζητήσει από τους ομοφυλόφιλους βουλευτές να κάθονται στα πίσω έδρανα ή πίσω από τείχος “γιατί ήταν μειοψηφία”, ενώ πρότεινε και τον περιορισμό του δικαιώματός τους να κάνουν δημόσιες εκδηλώσεις, χαρακτηρίζοντας επίσης τους ομόφυλους γάμους “μοντέλο που δε δημιούργησε ο Θεός”.