Λεων. Αυδής: Μια ανεκτίμητη προσωπικότητα, με σοφία και ανθρωπιά
Το δικηγορικό γραφείο του στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Σόλωνος, ήταν ο πυρήνας συγκέντρωσης φίλων, συντρόφων και συνοδοιπόρων στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, που ήταν καθημερινοί και επίκαιροι. Αγώνες προσανατολισμένοι στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων της εργασίας και του μόχθου…
Στις 3 Ιουλίου θυμόμαστε πάντα όλοι οι φίλοι και οι συνεργάτες τον κορυφαίο νομικό και πολιτικό Λεων. Αυδή. Ημερομηνία της γέννησης ενός ανθρώπου που έκανε περήφανους όχι μόνο τον κόσμο της Κέρκυρας, όπου γεννήθηκε το 1937, αλλά και όσους τον γνώρισαν. Κανείς δεν ξεχνάει την πολιτική του οξυδέρκεια, το αμερόληπτο κριτήριο, τον γαλήνιο τρόπο και τον σεβασμό που χειριζόταν τις υποθέσεις του σε όλη του την επαγγελματική και πολιτική σταδιοδρομία.
Χάθηκε ξαφνικά, το 2000, σαν αστραπή. Ομως άφησε τη λάμψη του. Ενα φως σε όλα τα στάδια της ζωής του. Είναι πολύτιμο το φορτίο που κουβαλάω μέσα μου από τη γνωριμία και τη φιλία μου μαζί του. Μοναδικός στη συμπεριφορά, στο ήθος, στις γνώσεις, στις αξίες. Μόλις τον έβλεπες κέρδιζε αμέσως την εμπιστοσύνη σου, διότι διαπίστωνες όχι μόνο έναν νομικό υπεραμυνόμενο της δικαιοσύνης και της αλήθειας, αλλά πάνω απ’ όλα έναν ευπατρίδη.
Στην οικογενειακή του πορεία, μέσα στο σπιτικό του, η μητέρα του, Ναυσικά Ιωάννου Λύχνου, παίζει τον πρωταρχικό ρόλο. Ο πατέρας του, Βασίλης, σκοτώθηκε το 1940 στους βομβαρδισμούς, κατά την εκτέλεση του καθήκοντος. Ηταν κι αυτός σημαντική προσωπικότητα – αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή Αθηνών, αλλά προτίμησε να παραμείνει στην Αστυνομία Πόλεων της Κέρκυρας ως υποδιευθυντής. Εκεί γνώρισε την μητέρα του Λεων., φιλόλογο, απόφοιτη του Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγήτρια στο Γυμνάσιο Θηλέων.
Παιδί ακόμα σχεδόν, το 1954, εξέδωσε μαζί με άλλους προοδευτικούς νέους της Κέρκυρας το φιλολογικό περιοδικό «Το πρώτο σκαλί», φανερώνοντας τις φιλολογικές ανησυχίες και την προοδευτική του σκέψη. Τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Νομική Σχολή Αθηνών και έκτοτε έζησε στην πρωτεύουσα. Το 1959 παντρεύτηκε, την Ιριδα Κωνσταντίνου Καλκάνη, και το 1972 γεννήθηκε ο γιος τους, Βασίλης.
Εξειδικεύτηκε στον κλάδο του Εργατικού Δικαίου και έως το τέλος αφοσιώθηκε στην εκπροσώπηση πάντοτε των εργαζομένων και ποτέ των εργοδοτών, καθώς δεν ήθελε ποτέ να παρεκκλίνει από την κομμουνιστική ιδεολογία του. Οσο τον έβλεπες ήρεμο και ειρηνικό, γινόταν θυελλώδης προκειμένου να υπερασπιστεί το δίκιο.
Σε ένα απλό, καλόγουστο διαμέρισμα, στο κέντρο της Αθήνας, συναντηθήκαμε με τον Βασίλη, την Ιριδα και τον πανέξυπνο εγγονό Λεωνίδα, την επέτειο της γέννησής του, για να θυμηθούμε στιγμές από την υποδειγματική ζωή και πορεία του:
— Πώς γνωριστήκατε;
Ιρις Αυδή Καλκάνη: Από κάποιες κοινές φίλες. Αυτός ήταν φοιτητής στη Νομική, αλλά εγώ έφυγα σύντομα στη Γερμανία για να σπουδάσω Νομικά. Ξανασυναντηθήκαμε όταν γύρισα, και παντρευτήκαμε. Τελειώσαμε και οι δύο τη Νομική Σχολή, εγώ ειδικεύτηκα στο Οικογενειακό Δίκαιο και αυτός στο Εργατικό Δίκαιο.
—Εχεις όνομα και στους αγώνες και στα γυναικεία κινήματα.
Ι. Α. Κ.: Εκεί βέβαια κάναμε πάρα πολλή δουλειά. Ιδίως μέσα από τον Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, με πρόεδρο την πολύ σημαντική Αλίκη Γιωτοπούλου Μαραγκοπούλου.
— Κουβεντιάζατε για τις υποθέσεις που τον απασχολούσαν;
Ι. Α. Κ.: Οχι. Αυτός είχε τον δικό του κλάδο, με τον οποίο απασχολούνταν αποκλειστικά, και εγώ τη δική μου ενασχόληση με το Οικογενειακό.
Ενδιαφερόταν πολύ για τον κλάδο των δικηγόρων και μετείχε από την αρχή ενεργά στον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας. Πάντα ήθελε να βοηθάει και τους νεότερους συναδέλφους. Θυμάμαι ότι ενώ όλοι οι δικηγόροι τον ξέρανε πια και είχε γίνει αντιπρόεδρος στον Δικηγορικό Σύλλογο, αρκετοί νεότεροι δικηγόροι τον συμβουλεύονταν και του πήγαιναν δικόγραφα για να τους πει τη γνώμη του και να τα διορθώσει, και αυτός αμέσως το έκανε. Δεν κράταγε ποτέ απόσταση από τους νεότερους συναδέλφους.
— Διέθετε, αφιέρωνε χρόνο ο πατέρας σου;
Βασίλης Αυδής: Οσο μπορούσε, αφιέρωνε. Από τότε που εγώ έχω μνήμη, πολύ χρόνο δεν είχε. Οταν γεννήθηκα, ήταν μια εποχή που ασχολούνταν με πάρα πολλά πράγματα. Οταν έπρεπε ήταν πάντα παρών και η αίσθησή μου ήταν πολύ τρυφερή πάντα.
— Προσπάθησε να σου υποδείξει τι να ακολουθήσεις;
Β. Α.: Οχι, προσπάθησε να με αφήσει να κάνω αυτό που ήθελα. Δεν προσπάθησε να με επηρεάσει. Τελικά βέβαια Νομικά σπούδασα κι εγώ…
Οταν μεγάλωνα, τέλη του ’70 και αρχές του ’80, δεν περνάγαμε πολύ χρόνο μαζί. Ηταν αντιπρόεδρος του Συλλόγου, είχε πάρα πολλές υποθέσεις, χτιζόταν όλη η δουλειά του στη δικηγορία, σε μια πολύ ταραγμένη εποχή για τον Δικηγορικό Σύλλογο, και δεν υπήρχε χρόνος. Οι περισσότερες μνήμες μου είναι κάποιες Κυριακές, στο Μοναστηράκι ή σε άλλες βόλτες στην Αθήνα κυρίως, και οι Αύγουστοι στη Λευκάδα, όπου φεύγαμε και είχαμε πραγματικά χρόνο μαζί. Εχουμε ένα παλιό σπίτι εκεί, που οι γονείς μου το αναστήλωσαν σιγά σιγά, με πολλή δουλειά, και προσωπική και χειρωνακτική, του Λεων.
Ι. Α. Κ.: Δούλευε πολύ. Εφευγε κάθε πρωί στις 8, με το λεωφορείο, πήγαινε στο γραφείο. Γύριζε το μεσημέρι στις 3, έτρωγε, κοιμόταν πάντα λίγο. Εφευγε και ξαναπήγαινε στο γραφείο, μέχρι τις 11 το βράδυ και παραπάνω.
Β. Α.: Τις καθημερινές έτσι συχνά δεν βρισκόμασταν. Αυτό ήταν το πρόγραμμα μέχρι το τέλος. Στο τέλος πλήθυναν τόσο πολύ οι υποχρεώσεις, που δεν μπορούσε να κάνει αυτό το διάλειμμα, το οποίο θεωρώ ότι του κόστισε πολύ. Δεν μπορούσε πια το μεσημέρι να ξεκουραστεί. Δούλευε συνεχόμενα από το πρωί μέχρι το βράδυ, αργά.
Ι. Α. Κ.: Ο Λεων. κυκλοφορούσε πάντα με το λεωφορείο, και γενικά με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Δεν τον ενδιέφερε καθόλου να έχουμε αυτοκίνητο. Κάθε πρωί πήγαινε και περίμενε το λεωφορείο. Κάνα δυο φορές τον είχαν σταματήσει να του πουν: «Εσείς κ. Αυδή, που είστε βουλευτής, πάτε με το λεωφορείο;».
Θυμάμαι, σε μια συνέντευξη, του έλεγε ο δημοσιογράφος «τι κατάσταση είναι αυτή με τα αυτοκίνητα, που έχουν πληθύνει και δεν υπάρχει παρκινγκ κ.λπ.», και ζητούσε τη γνώμη του. Ο Λεων. τον άφησε να τελειώσει και του είπε: «Εγώ δεν έχω αυτοκίνητο».
— Εχετε κάποιες φωτογραφίες αστυνομικών σε αυτό το άλμπουμ. Από πού είναι;
Ι. Α. Κ.: Στη διάρκεια της δικτατορίας ο Λεων. συνελήφθη, φυλακίστηκε και τελικά εκτοπίστηκε στη Σίκινο. Τότε αποφάσισα κι εγώ να τον ακολουθήσω οικειοθελώς, γιατί ήθελα να είμαι κοντά του. Οι Σικινιώτες ήταν πάρα πολύ καλοί κι ευγενικοί μαζί μας, και φιλόξενοι, και γίναμε φίλοι. Μας καλούσαν και στα τραπέζια τους, στους γάμους τους. Τους λέγαμε να μην πάμε σπίτι τους, επειδή ήμασταν υπό εκτόπιση…
Εκείνοι έλεγαν: «Δεν τα έχουμε εδώ αυτά εμείς».
— Πώς θα τον περιγράφατε ως προσωπικότητα;
Ι. Α. Κ.: Ηταν πολύπλευρη προσωπικότητα. Ηταν ένας γελαστός, ευχάριστος άνθρωπος, με πολύ χιούμορ, με αγάπη για την ελληνική και ξενόγλωσση λογοτεχνία, το θέατρο, τη μουσική, την Ιστορία, αλλά και τη φύση, τη γη, τα ζώα, ο οποίος όμως αφοσιωνόταν με πάθος και σπάνια συστηματικότητα σε κάθε τομέα με τον οποίον ασχολήθηκε. Είτε αυτό ήταν η νομική επιστήμη, ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας, η δουλειά του στον δήμο Αθηναίων ή στη Βουλή.
— Ηταν δύσκολος χαρακτήρας;
Ι. Α. Κ.: Καθόλου. Ούτε και με τον γιο μας δεν ήταν ποτέ αυστηρός.
Το ήθος, η ευγένεια, η ευπρέπεια
Συνεργάστηκε για πολλά χρόνια με τον διακεκριμένο δικηγόρο Δημήτρη Κυριακουλάκο. Ο ίδιος, όταν του ζήτησα να μου μιλήσει για τον Λεων., θυμήθηκε:
«Οταν πρωτοδιάβηκα την είσοδο του δικηγορικού του γραφείου, δεν τον γνώριζα. Αν και συγγενής – πρώτος εξάδελφος της μητέρας μου – δεν είχαμε συναντηθεί. Είχα τελειώσει τη Νομική Σχολή και αναζητούσα δικηγορικό γραφείο για να ασκηθώ. Ψηλός, με ωραίο παρουσιαστικό, με βλέμμα παιγνιώδες πίσω από τα στρογγυλά του γυαλιά, και μια υποψία μειδιάματος κάτω από το μουστάκι του. Με δέχτηκε και αφού με ρώτησε για τις σπουδές και για το ενδιαφέρον μου για τη νομική επιστήμη, μου εξήγησε ότι εκείνος ασχολούνταν αποκλειστικά με το Εργατικό Δίκαιο και ότι οι υποθέσεις που αναλάμβανε ήταν μόνο από την πλευρά των εργαζομένων και όχι των εργοδοτών. Ηταν για εκείνον μια ξεκάθαρη τοποθέτηση, συμβατή με την κοινωνική και πολιτική του αντίληψη και την ιστορική του διαδρομή ως μέλους του ΚΚΕ. Κατά συνέπεια, η άσκησή μου δεν θα περιλάμβανε άλλους κλάδους του Δικαίου και θα ήταν προσανατολισμένη στη διαδικασία των εργατικών διαφορών. Με ρώτησε αν αυτό ήταν κάτι που θα με απέτρεπε από το να ασκηθώ στο γραφείο του ή αν ήμουν διατεθειμένος να το ακολουθήσω.
Ενθαρρυμένος από την απλότητα, τη στιβαρότητα των λόγων του και της διάθεσής του να με ενημερώσει έγκαιρα και χωρίς περιστροφές για τη δικηγορική του ταυτότητα, αλλά κυρίως από την προσωπικότητά του, δέχτηκα με χαρά να ασκηθώ κοντά του.
Χωρίς να το γνωρίζω τότε, εκείνη η πρώτη ουσιαστική γνωριμία μας υπήρξε για μένα καθοριστική για τη μετέπειτα προσωπική και επαγγελματική πορεία μου. Η συνεργασία στο γραφείο και η καθημερινή επικοινωνία μας διαμόρφωσε με τρόπο οριστικό την αντίληψή μου για το δέον της άσκησης του επαγγέλματός μας, αλλά κυρίως αποτέλεσε μαθητεία ζωής.
Ο Λεων. Β. Αυδής ήταν ένας ιδιαίτερος άνθρωπος, από εκείνους που η παρουσία του και η προσωπικότητά του επιδρούσε στον περίγυρό του με “απαλότητα”, αλλά συνάμα με δυναμισμό και ουσιαστική μεταμορφωτική ικανότητα.
Αρχοντικός και ευπατρίδης, όπως έχει χαρακτηριστεί συχνά, ήταν ταυτόχρονα γνήσια λαϊκός άνθρωπος, προσηνής και απροσποίητος, δεκτικός και με ευήκοον ους στις διαφορετικές γνώμες. Εντρυφούσε στα πολιτικά και ιδεολογικά κείμενα, όσο και στα κείμενα της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας, με την οποία είχε βαθιά σχέση. Διέθετε λεπτή αίσθηση του χιούμορ, η οποία δεν τον εγκατέλειψε ούτε στις πιο δύσκολες ώρες του.
Η σκέψη του, το ήθος, η ευγένεια και η ευπρέπειά του, η στέρεα διαμορφωμένη πολιτική του τοποθέτηση, η επιχειρηματολογία του και ο σεβασμός που ενέπνεε σε κάθε συνομιλητή του, ακόμα και στους πολιτικά και ιδεολογικά αντίθετους, ήταν στοιχεία που συνέθεταν μια ξεχωριστή μορφή στον χώρο της πολιτικής και της δικηγορίας. Αυτές τις αρχές και αξίες διακόνησε με αληθινό ενδιαφέρον και διάθεση προσφοράς, στον καθημερινό στίβο της δράσης αλλά και θεσμικά, από τις θέσεις του αντιπροέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, του βουλευτή του ΚΚΕ και του επικεφαλής της δημοτικής παράταξης στον δήμο Αθηναίων, μετά την υποψηφιότητά του ως δημάρχου της πόλης των Αθηνών.
Το δικηγορικό γραφείο του στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Σόλωνος, ήταν ο πυρήνας συγκέντρωσης φίλων, συντρόφων και συνοδοιπόρων στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, που ήταν καθημερινοί και επίκαιροι. Αγώνες προσανατολισμένοι στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων της εργασίας και του μόχθου, της αφύπνισης και εναντίωσης στις πολιτικές της βαρβαρότητας που εξαντλούσαν και υπέτασσαν συνειδήσεις, υποβάλλοντας την αίσθηση της ματαιοπονίας της αντίδρασης.
Το φως του έλαμψε και φώτισε πλείστους, και το απαύγασμά του μας συντροφεύει και μας θερμαίνει έως σήμερα».
Μια μνήμη ευγνωμοσύνης
Η Ν. Σ., που εκπροσωπήθηκε από τον Λεων. Αυδή, θυμάται με ζωντάνια και τρυφερότητα:
«Θυμάμαι τον κύριο Λ. Αυδή με μεγάλη ευγνωμοσύνη και μετανιώνω που δεν κατάφερα να του το πω όποτε τον συναντούσα…
Τα πράγματα έχουν συνοπτικά ως εξής: Τον Νοέμβριο του 1980 η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) ξεκίνησε απεργία διαρκείας, που διήρκεσε μέχρι τα μέσα του Ιανουαρίου του 1981. Στην απεργία συμμετείχαν οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί των σχολείων, αλλά και οι αναπληρωτές καθηγητές, που τότε ονομάζονταν “πρόσθετοι”. Οι πρόσθετοι – και δεν ήταν λίγοι – δέχονταν τρομερές πιέσεις να σταματήσουν την απεργία και να αρχίσουν να δουλεύουν. Πολλοί το έκαναν, αρκετοί άλλοι δεν το κάναμε, διότι μας φαινόταν ανέντιμο να “χρησιμοποιηθούμε” για να τορπιλίσουμε την απεργία των μονίμων συναδέλφων μας, να χρησιμοποιηθούμε δηλαδή κυριολεκτικά ως απεργοσπάστες.
Οσοι λοιπόν συνεχίσαμε να απεργούμε, απολυθήκαμε, και αυτή η απόλυση ήταν μια πολύ τραυματική εμπειρία και για μας τους ίδιους και για τους μαθητές μας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, στο σχολείο όπου δουλεύαμε, τους μικρούς μαθητές του Γυμνασίου να φωνάζουν ρυθμικά τα ονόματά μας, διεκδικώντας την επιστροφή μας.
Ο Λεων. Αυδής, αυτός ο ευγενικός και θαυμάσιος άνθρωπος, μας εκπροσώπησε και αγωνίστηκε για να δικαιωθούμε.
Ο χρόνος πέρασε, η ζωή προχώρησε και κάποια στιγμή έφτασε με το ταχυδρομείο στο σπίτι μετά από χρόνια ένας φάκελος από το γραφείο του κ. Αυδή, που περιείχε όλες τις δικαστικές αποφάσεις και την τελική, με την οποία δικαιωνόμασταν: Θα πληρωνόμασταν για τους μήνες που ήμασταν εκτός δουλειάς απολυμένοι, θα αναγνωριζόταν ο χρόνος υπηρεσίας μας κ.λπ.
Ο κ. Αυδής – χωρίς να το γνωρίζουμε, τουλάχιστον εγώ δεν ήξερα τίποτα – συνέχισε επίμονα να προσπαθεί να διορθώσει την αδικία και το κατάφερε.
Εκτοτε συναντούσα τον κ. Αυδή σε εκδηλώσεις και διαδηλώσεις, κομψό, με τη φυσική του ευγένεια να αντανακλάται στο πρόσωπό του…».
Υπερασπιστής των εργατικών δικαιωμάτων
Χειριζόταν υποθέσεις Εργατικού Δικαίου, υπερασπιζόμενος αποκλειστικά τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Υπήρξε νομικός σύμβουλος της ΓΣΕΕ, αλλά και πλήθους σωματείων και Ομοσπονδιών εργαζομένων.
Στο πεδίο σύγκρουσης των συλλογικών συμφερόντων και της συλλογικής δράσης, χειρίστηκε σειρά υποθέσεων που αφορούσαν στην προσπάθεια των εργοδοτικών οργανώσεων και των εργοδοτών να κηρύξουν παράνομες και καταχρηστικές απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων και έδωσε μάχες στις δικαστικές αίθουσες για το απεργιακό δικαίωμα ενάντια στις επιβαλλόμενες «πολιτικές» απίσχνασης των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Παράλληλα, υπήρξε από τους πρώτους δικηγόρους που αξιοποίησε τον νεοσύστατο Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας για να προκαλέσει την παρέμβαση, στο πεδίο των συλλογικών διαφορών, των μεσολαβητών – διαιτητών στην κατάρτιση Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, όταν δεν ευρισκόταν έδαφος συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να διασφαλιστούν τα όρια προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων για τους μισθολογικούς όρους και την εξασφάλιση της ασφάλειας στους χώρους εργασίας.
Εδωσε αγώνες στο πλάι των εργαζομένων της βαριάς βιομηχανίας (ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ, ΛΑΡΚΟ, ΠΕΣΙΝΕ) αλλά και της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης ως νομικός παραστάτης των Σωματείων εργαζομένων Ναυπηγείων Ελευσίνας και Σκαραμαγκά. Ιδιαίτερα, κατά την περίοδο της ιδιωτικοποίησης των Ναυπηγείων Ελευσίνας, με τη «μεταβίβαση» στον εφοπλιστή Μιχάλη Περατικό, αγωνίστηκε με επιτυχία με συνεχείς δικαστικούς αγώνες για την ακύρωση των ομαδικών απολύσεων των εργαζομένων.
Τα καταστατικά πλήθους συνδικαλιστικών και επαγγελματικών σωματείων εκπονήθηκαν από τον ίδιο, ιδιαίτερα μετά τη νομοθέτηση του ν. 1264/1982 για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Υπήρξε δικηγόρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ) και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος Ακροάματος (ΠΟΘΑ).
Εχαιρε πάντοτε μεγάλης αναγνώρισης από τους συναδέλφους του και τους δικαστές. Είναι χαρακτηριστική η αφήγηση αρεοπαγίτη, που διηγούνταν ότι κάθε φορά που είχε ο Αυδής δίκη στον Αρειο Πάγο, οι δικαστές λέγανε «σήμερα έχουμε τον Αυδή, ελάτε να τον ακούσουμε και να σκεφτούμε πώς θα τον αντιμετωπίσουμε».
Εύα Νικολαΐδου
Αναδημοσιεύεται από τον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου», Σάββατο 13 Ιούλη 2024 – Κυριακή 14 Ιούλη 2024