Μάνος Κατράκης, αλύγιστος ως το τέλος..
Στις 14 Αυγούστου του 1909 γεννιέται στο Καστέλι Κισσάμου των Χανίων Κρήτης, ο Μάνος, το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης.
Επιμέλεια:Μαρία Παρέντη
Στις 14 Αυγούστου του 1909 γεννιέται στο Καστέλι Κισσάμου των Χανίων Κρήτης, ο Μάνος, το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης.
Είναι μόλις δέκα ετών, όταν η οικογένειά του εγκαταλείπει την Κρήτη και μετακομίζει στην Αθήνα. Θα είναι η χρονιά που θα ανέβει για πρώτη φορά στη σκηνή. Ενήλικος πια, το 1927 έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία μόλις 18 ετών, με το θίασο Οι Νέοι στο έργο Για την αγάπη της. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας ενθουσιάζεται με τον πρωτοεμφανιζόμενο νέο και το 1928 ο Κατράκης παίζει στην πρώτη βουβή ταινία Το λάβαρο του ’21.
Ακριβώς εκείνη την περίοδο εντάσσεται στο Θίασο της Ελευθέρας Σκηνής της Μαρίκας Κοτοπούλη, του Σπύρου Μελά και του Μήτσου Μυράτ, παίζοντας σε έργα όπως Η λύρα του γερο-Νικόλα, Οι άθλιοι και Στέλλα Βιολάντη. Δύο χρόνια αργότερα, το 1930 συνεργάζεται με το Λαϊκό Θέατρο του Β. Ρώτα και το 1932 προσλαμβάνεται στο νεοϊδρυόμενο Εθνικό Θέατρο. Ξεχωρίζει ως Κορυφαίος του Χορού στην τραγωδία Αγαμέμνων και υποδυόμενος τον Κρητικό στη Βαβυλωνία.
Το 1934 συνεργάζεται με τον Β. Αργυρόπουλο και το 1935 ξανά με τη Μ. Κοτοπούλη, για να επιστρέψει, την ίδια χρονιά στο Εθνικό Θέατρο. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου,βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου.Η επιστροφή του στην Αθήνα το χειμώνα του 1941, που είναι ο πιο δύσκολος της γερμανικής κατοχής, θα βρει τον ίδιο και την οικογένειά του-όπως όλες τις οικογένειες των ανθρώπων που δε συνεργάστηκαν με τον κατακτητή- σε κατάσταση αθλιότητας.
«Λίγο μετά που γύρισα από το μέτωπο παντρεύτηκα. Είχα ένα δεσμό πριν φύγω και όταν επέστρεψα είχε πεθάνει ο πατέρας της, ήταν εισαγγελέας. Τη λέγανε Νένα. Ξέρεις όταν είσαι στο μέτωπο δένεσαι με αυτούς αφήνεις πίσω. Εκεί πάνω η πραγματική σου συντροφιά είναι κάθε στιγμή ο θάνατος. Και τότε σκέφτεσαι γιατί να κάνω εκείνο, αρχίζεις πλέον και να κάνεις αυτοέλεγχο. Να αυτοελέγχεσαι. Λες ας πούμε τι με ένοιαζε εμένα να κάνω αυτό.. ματαιότητα ήταν το ένα, ματαιότητα ήταν το άλλο. Και μετά σκέφτεσαι πόσο αλλαγμένος θα είσαι αν γυρίσεις πίσω, πώς θα είσαι, τι θα κάνεις, πώς θα φερθείς, πώς θ’ αγαπάς; Όλα αυτά σε οδηγούν σε μια ανακατάταξη και ανακατανομή αξιών μέσα στο μυαλό και στην ψυχή σου. Κι όταν γύρισα φυσικά παντρευτήκαμε κάποια στιγμή, παρ’ όλες τις αντιξοότητες που είχαμε να αντιμετωπίσουμε. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ο μισθός του Εθνικού Θεάτρου είχε καταντήσει ίσα- ίσα για ένα πιάτο φαΐ. Που να φτάσει να θρέψεις, μάνα, αδελφή, γυναίκα έγκυο. Η γυναίκα μου τελικά έκανε αποβολή οκτώ μηνών, είχε δίδυμα…. ”
Το 1943 αναλαμβάνει, Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Από τη θέση αυτή συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946, οπότε επέστρεψε στο Εθνικό.
Το 1947 διώκεται λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων. Δεδηλωμένος αριστερός, αρνείται να υπογράψει δήλωση μετανοίας και εξορίζεται στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη-Στράτη.
Η μητέρα του , η κυρά- Ρήνη, την οποία ο ίδιος υπεραγαπά, τον επισκέπτεται στην εξορία.
Ο Μάνος Κατράκης με τη μητέρα του
Ο διάλογος που εκτυλίσσεται ανάμεσα τους είναι άξιος αναφοράς για το ήθος και την αγωνιστικότητα τόσο του ίδιου , όσο και της μητέρας του:
-«Μην υπογράψεις, κερατά, μην υπογράψεις…».
Ο Μάνος μένοντας αυτό που είναι , επιστρέφει στην Αθήνα το 1952. Οργανώνει«ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Στη θεατρική σκηνή θα ανέβει ξανά με το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, έπειτα με τον θίασο του Αδαμάντιου Λεμού, αμέσως μετά με τον Θυμελικό Θίασο του Λίνου Καρζή (Προμηθεύς Δεσμώτης), ενώ μέρχρι το το 1955 θα εμφανίζεται με την Κυβέλη.
Την ίδια χρονιά συγκροτεί με την Ασπασία Παπαθανασίου δικό του θίασο (Ευγενία Γκραντέ, Βαθιές είναι οι ρίζες, Το κορίτσι με το κορδελάκι κ.ά). Δε θα αλλάξει ο χρόνος και θα ιδρύσει το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο. Ο υπαίθριος χώρος του Πεδίου του Άρεως, τρόπον τινά θα ”στεγάσει” το ταλέντο του.Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας , μια παράσταση βασισμένη στο ομώνυμο δραματικό ειδύλλιο που έγραψε ο Δημήτριος Κορομηλάς το 1891, θα αναδείξει για ακόμη μια φορά το αστείρευτο ταλέντο του Κατράκη.
Το 1954 μπήκε στη ζωή του η διακεκριμένη χορεύτρια,Λίντα Άλμα (Ελένη Μαλιούφα). Συναντήθηκαν για πρώτη φορά στις παραστάσεις του έργου το ” Τέλος του Ταξιδιού “. Εκείνη όπως ισχυρίστηκε μαγεύτηκε από την ώρα που τον πρωταντίκρυσε στη σκηνή. Θα ερωτευτούν και θα μείνουν μαζί ως το τέλος, επισφραγίζοντας την αγάπη τους το 1979 και με ένα γάμο. Η Άλμα άφησε την καριέρα της για το Μάνο, δίχως να το μετανιώσει στιγμή. Εκείνος την αποκαλούσε «μάνα, πατέρα, ερωμένη, σύζυγο, φιλενάδα, υπηρέτη, αφέντη αλλά και θύμα». Πίστευε πώς μαζί του στερήθηκε μια καλύτερη ζωή και μια λαμπρή καριέρα.Εκείνη βέβαια από την πλευρά της τον ευγνωμονούσε που της γνώρισε τη ζωή. Συμμερίστηκε μάλιστα τις αριστερές πολιτικές του πεποιθήσεις και στάθηκε πλάι του.
Ο γάμος του Κατράκη και της Άλμα
Ως το 1967 συνεχίζει σε αυτό το θέατρο ανεβάζοντας ελληνικά έργα (Ο μονοσάνδαλος, Το κορίτσι με το κορδελάκι, Η Αντιγόνη της Κατοχής, Ο Πατούχας και διασκευές από έργα του Καζαντζάκη όπως Ο Χριστός ξανασταυρώνεται και Ο Καπετάν Μιχάλης). Σποραδικά ανεβάζει και κλασικό ρεπερτόριο (Ιούλιος Καίσαρ, Φουέντε Οβεχούνα). Κατά τη χειμερινή περίοδο, το ΕΛΘ φιλοξενείτο σε διάφορα θέατρα ή περιόδευε στην επαρχία, την Κύπρο και την Κωνσταντινούπολη.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1968 το Πεδίο του Άρεως που τόσα χρόνια έχει σηματοδοτήσει την καριέρα του και το κοινό το έχει συνδυάσει με τον ίδιο το Μάνο, θα τον εξώσει κι έτσι εκείνος θα συνεχίσει με το θιάσό του και άλλους συνεργάτες αλλού την πορεία του.
Επιστρέφει στο στο Εθνικό Θέατρο δύο χρόνια πριν την πτώση της Χούντας και σημαδεύει την ελληνική θεατρική σκηνή με τους ρόλους του στον Οθέλλο και τον Δον Κιχώτη. Αξέχαστες θα μείνουν επίσης οι ερμηνείες του στην Επίδαυρο στον Οιδίποδα Τύραννο(1973) και στον Προμηθέα Δεσμώτη (1974).
Αργότερα, συνεργάζεται με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, ενώ το 1977 επανιδρύει το ΕΛΘ, ανεβάζοντας τα έργα Αρμπούζοφ (Φθινοπωρινή ιστορία με την Έλλη Λαμπέτη), Γκόρκι (Οι Τελευταίοι), Μπρεχτ (Συντροφιά με τον Μπρεχτ, με τη Μελίνα Μερκούρη), Λέοναρντ (Ντα), Μασάρι (Ταμπού) και τη Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη του Νικηφόρου Βρεττάκου.
Τις συγκλονιστικές εμφανίσεις του στο θέατρο θα κλείσει η ερμηνεία του του στο Ηρώδειο, με το μουσικό έργο του Θόδωρου Αντωνίου Προμήθεια, το 1984.
Συνεργάστηκε με πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες (Δ. Ροντήρη, Π. Κατσέλη, Τ. Μουζενίδη, Μ. Βολανάκη, Σπ. Ευαγγελάτο, Μ. Θεοδωράκη, Σπ. Βασιλείου, Α. Κατσέλη, Τ. Καρούσο, Ελ. Χατζηαργύρη, Αν. Βαλάκου) και συμμετείχε σε εκατοντάδες εκδηλώσεις, όπου με την ανεπανάληπτη φωνή του δικαίωνε το νεοελληνικό ποιητικό λόγο. Οι αναγνώσεις του σε κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας παρέμειναν κλασικές.
Ο Κατράκης έπαιξε και σε πολλές ταινίες στον κινηματογράφο. Αξιόλογες είναι οι ερμηνείες του στο Μαρίνο Κοντάρα του Γιώργου Τζαβέλα (1948), στη Συνοικία το όνειρο του Αλέκου Αλεξανδράκη (1961) στην Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη (1962), στο Ένας Ντελικανήςτου Μανόλη Σκουλούδη (1963). Βραβεύτηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο, για την ερμηνεία του στον ρόλο του Κρέοντα στην Αντιγόνη του Γ. Τζαβέλλα, και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή του στο Συνοικία το όνειρο.
Λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας Ταξίδι στα Κύθηρα, με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο, άφησε την τελευταία του πνοή, στις 2 του Σεπτέμβρη το 1984, χτυπημένος από καρκίνο των πνευμόνων.
Αμετατόπιστα τοποθετημένος εκεί που όριζε η ψυχή και ο νους του, υπερασπιστής του δικαίου των αδυνάτων κι αμετανόητα έντιμος θα χαραχτεί για πάντα στη μνήμη του κόσμου, γράφοντας ιστορία με το ήθος και το ταλέντο του.