Μαρίν Λεπέν – Ένα βολικό φόβητρο του συστήματος
Στόχος της Λεπέν ήταν από την πρώτη στιγμή ανάληψης της προεδρίας του κόμματος να “αποδαιμονοποιήσει” τη γαλλική ακροδεξιά, καθιστώντας την ελκυστική στον περίφημο “μεσαίο χώρο”.
Αν ο πατέρας της Ζαν Μαρί Λεπέν έφερε την ακροδεξιά στο προσκήνιο της γαλλικής πολιτικής ζωής, η Μαρίν Λεπέν, που έκλεισε χθες μισό αιώνα ζωής, κατόρθωσε να την καταστήσει δεύτερο πόλο σε μια καθώς φαίνεται σχετικά σταθερή βάση. Μολονότι προς το παρόν, παρά τις εργώδεις προσπάθειες από πλευράς της, που περιλαμβάνουν και το πρόσφατο “rebranding” του Εθνικού Μετώπου σε Εθνικό Συναγερμό, όσο κι αν ο σχηματισμός της μπήκε στα σαλόνια δεν φαίνεται να αποτελεί προς το παρόν βασική επιλογή της γαλλικής αστικής τάξης για τη διαχείριση της εξουσίας, σίγουρα έφερε σε πέρας άψογα το ρόλο του “φόβητρου”, που συσπείρωσε ένα πολύ σημαντικό κομμάτι ψηφοφόρων υπέρ του Εμανουέλ Μακρόν. Ο τελευταίος εμφανίστηκε ως η μοναδική επιλογή του “δημοκρατικού κόσμου” της Γαλλίας, εφαρμόζοντας έκτοτε σχεδόν σε όλα τα επίπεδα μια πολιτική που λίγο μόνο διαφέρει από εκείνη της αντιπάλου του.
Γεννήθηκε στις 5 Αυγούστου 1968 στο Νεϊγύ του Σηκουάνα, κόρη του Ζαν Μαρί Λεπέν, ιδρυτή του Εθνικού Μετώπου και της πρώτης του συζύγου, το μοντέλο Πιερέτ Λαλάν. Όταν ήταν 8 ετών το διαμέρισμά τους στο Παρίσι δέχτηκε βομβιστική επίθεση, χωρίς να τραυματιστεί κανείς. Αργότερα η οικογένεια μετακόμισε σε βίλα που είχε κληρονομήσει ο πατέρας της από κάποιον μεγαλοαστό οπαδό του. Σπούδασε νομικά στο Παρίσι και ειδικεύτηκε στο ποινικό δίκαιο. Ως το 1998 εργάστηκε στη γαλλική πρωτεύουσα ως δικηγόρος κι έπειτα μπήκε στη νομική υπηρεσία του κόμματος του πατέρα της. Έκανε δυο γάμους, αποκτώντας με τον πρώτο σύζυγο τρία παιδιά, ενώ ο τωρινός της σύντροφος Λουί Αλιό είναι ένας από τους αντιπροέδρους του κόμματός της. Το 2000 ανέλαβε την οργάνωση νεολαίας “Γενιά Λεπέν” και το 2004 εξελέγη ευρωβουλευτής του Εθνικού Μετώπου, ενώ έντεκα χρόνια μετά επικράτησε με πάνω από 67% στις εσωκομματικές εκλογές για την ηγεσία του κόμματος, έναντι του “ακροδεξιού” κι αντισημίτη Μπρουνό Γκολνίς. Παρότι την περίοδο της εκλογής της οι δημοσκοπήσεις την έφερναν στην πρώτη θέση, μπροστά από τον τότε πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, σύντομα η υποψηφιότητα του Φρανσουά Ολάντ των σοσιαλιστών την εκτόπισε στην τρίτη θέση, όπου και τερμάτισε στις εκλογές του 2012 με 17,9%.
Παραμένοντας αδιαμφισβήτητη ηγέτης του Εθνικού Μετώπου, ανακοίνωσε το 2016 εκ νέου την υποψηφιότητά της για τις εκλογές του 2017, αγγίζοντας στις δημοσκοπήσεις κατά διαστήματα και το 30%. Η καμπάνια του “άφθαρτου” και “κεντρώου” Μακρόν, με τεράστια υποστήριξη εγχώριων και διεθνών ΜΜΕ, κατόρθωσε να τον προβάλει ως εγγυητή δημοκρατικής ομαλότητας έναντι του κινδύνου της ακροδεξιάς, κι έτσι η Λεπέν περιορίστηκε σε ένα 21,3% στον πρώτο γύρο των εκλογών, λαμβάνοντας 33,9% των ψήφων στο δεύτερο, με το Μακρόν να επικρατεί πανηγυρικά με 66,1 %.
Στόχος της Λεπέν ήταν από την πρώτη στιγμή ανάληψης της προεδρίας του κόμματος να “αποδαιμονοποιήσει” τη γαλλική ακροδεξιά, καθιστώντας την ελκυστική στον περίφημο “μεσαίο χώρο”. Ιδιαίτερο ζήλο επέδειξε στην καταδίκη του ανοιχτού αντισημιτισμού στις γραμμές τη, κάτι που σήμανε το 2015 και τον αποκλεισμό του πατέρα της Ζαν Μαρί Λεπέν από το κόμμα, με τον οποίο έκτοτε οι σχέσεις παραμένουν τεταμένες. Ενδιαφέρον επέδειξε και για την αποτίναξη της φήμης του κόμματος ως “ανδροκρατούμενου”, προσελκύοντας πολλές λευκές γυναίκες της εργατικής τάξης. Η ρητορική της σε οικονομικά και πολιτικά θέματα κυμαίνεται μεταξύ ευρωσκεπτικισμού (πέρισυ είχε δηλώσει ότι αν νικούσε θα διεξήγαγε δημοψήφισμα για την παραμονή στην ΕΕ) και ενός εθνικιστικού προστατευτισμού για το γαλλικό κεφάλαιο, εκφράζοντας φόβους για την υπονόμευση του ρόλου του εντός ΕΕ. Παλιότερα είχε δημαγωγικά υποστηρίξει την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ και μια στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία. Η ίδια επιχειρεί να προβάλει το χώρο της ως συνεχιστή γκωλικών παραδόσεων, απογαλακτιζόμενη από την κληρονομιά του πατέρα της κι ευελπιστώντας προφανώς να μπει στη χορεία των “ευπρεπών” ακροδεξιών κυβερνήσεων που κατακτούν την εξουσία σε μια σειρά ευρωπαϊκών χωρών, τη μία πίσω από την άλλη.
Σε ζητήματα μεταναστευτικής πολιτικής διατήρησε τους “παραδοσιακούς” ξενοφοβικούς και ρατσιστικούς τόνους του χώρου της, απαιτώντας περικοπές των κοινωνικών επιδομάτων για αλλοδαπούς στη Γαλλία, κατάργηση του δικαίου του εδάφους στην απονομή γαλλικής υπηκοότητας (δηλαδή βάσει της χώρας γέννησης), με αντικατάστασή της από το δίκαιο του αίματος ή κατ’εξαίρεση απονομή της ως “αναγνώριση” εξαιρετικών υπηρεσιών στο γαλλικό έθνος. Προβάλλει ως υπ’αριθμόν ένα κίνδυνο την “ισλαμοποίηση” της Γαλλίας, ενώ ήδη από το 2010 είχε συγκρίνει τις δημόσιες προσευχές μουσουλμάνων με τη ναζιστική κατοχή της Γαλλίας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για τη δήλωση αυτή ήρθη η ασυλία της στο ευρωκοινοβούλιο το 2013, αθωώθηκε όμως το 2015 στη Λυών για δηλώσεις της πως σε γαλλικά προάστια υπήρχαν μέρη στα οποία δεν ήταν καλό να είναι κανείς “γυναίκα, ομοφυλόφιλος ή Εβραίος, ούτε καν Γάλλος ή λευκός”. Τον Ιούνη του 2018 καταδικάστηκε σε επιστροφή 300.000 ευρώ στην ευρωβουλή, λόγω παράνομης χρηματοδότησης συνεργατών της με ευρωπαϊκούς πόρους.
Λίγες μέρες πριν, με ψηφοφορία μελών του κόμματός της, και παρά τις αρχικές αντιδράσεις, αποφασίστηκε η μετονομασία του κόμματος σε “Εθνικό Συναγερμό”, ενόψει των ευρωεκλογών του 2019, όπου η Λεπέν φιλοδοξεί μέσω ενός συνασπισμού με μικρότερα δεξιά κόμματα, όπως Νικολά Ντιπόν – Ενιάν, με τον οποίο είχε συμμαχήσει στο β’ γύρο των προεδρικών εκλογών πέρσι, να κατακτήσει την πρώτη θέση. Η Λεπέν έχει τοποθετηθεί κατά καιρούς και για τα ελληνικά ζητήματα, εκφράζοντας τις παραμονές των πρώτων εκλογών του 2015 την ελπίδα πως θα κέρδιζε ο Σύριζα, παρά τις μεγάλες όπως έλεγε διαφορές τους στο μεταναστευτικό, προβάλλοντας μια τέτοια νίκη ως πλήγμα κατά του “ευρωπαϊκού ολοκληρωτισμού”, ενώ πέρισυ σε συνέντευξή της σε εκπομπή του Σκάι είχε δηλώσει την εγγύτητά της με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, παρά την περιορισμένη τους επιρροή: «Έχω την αίσθηση ότι πλησιέστεροι σε μας είναι οι Ανεξάρτητοι Έλληνες αλλά αντιλαμβάνομαι ότι έχουν συμμετάσχει σε μια πολιτική (κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ) που καθιστά την επιρροή τους περιορισμένη».