Ο Ούλωφ Πάλμε, ο “τρίτος δρόμος” και η “χρυσή εποχή” της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας
Υπήρξε αναμφίβολα μιας από τις πιο σημαντικές μορφές της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, σε μια εποχή που η ύπαρξη του αντίπαλου δέους του σοσιαλιστικού στρατοπέδου καθώς και η φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Σουηδία αλλά και διεθνώς έδιναν ακόμα κάποια περιθώρια φιλολαϊκής πολιτικής στο εσωτερικό και φιλειρηνικής στο εξωτερικό.
Γεννημένος σαν σήμερα πριν 91 χρόνια, ο Ούλωφ Πάλμε, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας της Στοκχόλμη, υπήρξε αναμφίβολα μια από τις πιο σημαντικές μορφές της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, σε μια εποχή που η ύπαρξη του αντίπαλου δέους του σοσιαλιστικού στρατοπέδου καθώς και η φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Σουηδία αλλά και διεθνώς έδιναν ακόμα κάποια περιθώρια φιλολαϊκής πολιτικής στο εσωτερικό και φιλειρηνικής στο εξωτερικό. Δεν έχουμε λοιπόν λόγο να αμφισβητήσουμε την ειλικρίνεια των λόγων του Πάλμε, ανεξάρτητα από το βαθμό αντικειμενικής τους σχέσης με την πραγματικότητα, όταν έλεγε πως: “Γεννήθηκα στην ανώτερη τάξη, αλλά ανήκω στο εργατικό κίνημα”, είχε πει κάποτε ο Ούλωφ Πάλμε. “Μπήκα σε αυτό δουλεύοντας για την εργατική τάξης με τους δικούς της όρους, μπαίνοντας στο κίνημα δουλεύοντας για ελευθερία, ισότητα και αδελφότητα μεταξύ των ανθρώπων”.
Ως παιδί υπέφερε συχνά από την ασθενική του κράση, ξεχώρισε όμως από νωρίς για τη φιλομάθεια του και την έφεσή του στις ξένες γλώσσες, μεταξύ των οποίων τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά και λίγα ρωσικά. Μετά την αποφοίτησή του από ακριβό ιδιωτικό σχολείο και την υπηρέτηση της στρατιωτικής του θητείας, σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Κολλέγιο Κένυον του Οχάιο, ενώ ως το 1951 είχε λάβει και πτυχίο νομικής από το πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Μια πολύ σημαντική εμπειρία στη ζωή του ήταν το ταξίδι του με ωτοστόπ σε 34 πολιτείες των ΗΠΑ, με ένα μπάτζετ των 300 δολλαρίων. Βλέποντας “πόσο φτωχοί ήταν κάποιοι άνθρωποι στην πιο πλούσια χώρα του κόσμου” αποφάσισε να ξεκινήσει την πολιτική του δράση, εντασσόμενος στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Σουηδίας το 1950. Εκλέχθηκε πρόεδρος της Εθνικης Ένωσης φοιτητών, ενώ το 1954 επιλέχθηκε ως προσωπικός γραμματέας του πρωθυπουργού Tage Erlander. To 1956 εξελέγη για πρώτη φορά στη σουηδική βουλή, ενώ έγινε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου το 1963, υπουργός Επικοινωνιών δυο χρόνια αργότερα, ενώ το 1967 αναδείχθηκε σε υπουργό παιδείας και θρησκευμάτων. Στη διάρκεια των υπουργικών του θητειών, μεταξύ άλλων ήταν υπεύθυνος για την αλλαγή της πλευράς οδήγησης στη Σουηδία από τα αριστερά στα δεξιά, για την επιβολή αυστηρών περιορισμών στην προβολή σκηνών βίας στις ταινίες, σε αντίθεση με μια χαλαρότερη πολιτική σε ό,τι αφορούσε τις ερωτικές σκηνές. Από συντηρητικούς κύκλους είχε κατηγορηθεί για εισαγωγή μαρξιστικών ιδεών στο αναλυτικό πρόγραμμα των σουηδικών σχολείων, από την άλλη ωστόσο είχε συγκρουστεί και με το φοιτητικό κίνημα για προωθούμενες μεταρρυθμίσεις στην ανώτατη εκπαίδευση.
Το 1968 άρχισε να γίνεται γνωστός σε διεθνές επίπεδο, όταν περπάτησε πλάι στον πρεσβευτή του Βόρειου Βιετνάμ στην ΕΣΣΔ σε διαδήλωση κατά της αμερικανικής επέμβασης στο Βιετναμ στη Στοκχόλμη. Ο Πάλμε ήταν από τους αυστηρότερους επικριτές του πολέμου, φτάνοντας να συνδέσει τη διαταγή του Ρίτσαρντ Νίξον για το βομβαρδισμό του Ανόι με τις ενέργειες του Αδόλφου Χίτλερ. Μάλιστα, ως πρωθυπουργός από τις 14 Οκτώβρη 1969 -στα 42 του ο νεαρότερος ηγέτης της Ευρώπης-, μετά την απόσυρση του προηγούμενου πρωθυπουργού από τα κοινά, έδωσε άσυλο σε Αμερικανούς λιποτάκτες. Στήριξε επίσης των ελληνικό αντιδικτατορικό αγώνα, μεταξύ άλλων διευκολύνοντας την παραμονή αντιπάλων της χούντας στο σουηδικό έδαφος. Τήρησε ακόμα ευνοϊκή στάση απέναντι στον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού για ανεξαρτησίας αλλά και απέναντι στην Κουβανική επανάσταση, επισκεπτόμενος το Φιντέλ Κάστρο στην Αβάνα το 1975.
Στο εσωτερικό ακολούθησε τυπική σοσιαλδημοκρατική πολιτική, από εκείνη που καθιέρωσε τον όρο “σουηδικό μοντέλο”, αποκρύπτοντας φυσικά τόσο την εγγενή ανισόμετρη ανάπτυξη στον καπιταλισμό, όσο και τις συνθήκες της εποχής, στις οποίες ήδη έγινε νύξη. Εξάλλου η παγκόσμια οικονομική κρίση των αρχών της δεκαετίας του ’70 δεν άφησε ανεπηρέαστη τη Σουηδία, ούτε την κυβέρνηση Πάλμε, η οποία έχασε την εξουσία μετά από 44 χρόνια σοσιαλδημοκρατικής διακυβέρνησης το 1976. Εκείνο που εδραίωσε τη φήμη του ωστόσο, εξακολούθησε να είναι η εξωτερική του πολιτική. Όντας ακόμα στην αντιπολίτευση, προοσπάθησε να μεσολαβήσει στην κρίση μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, ταξιδεύοντας στην Τεχεράνη, ενώ ως ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ κατά το διάστημα 1980-1982 προσπάθησε ανεπιτυχώς να μεσολαβήσει στην πολεμική σύγκρουση Ιράν-Ιράκ.
Αναλαμβάνοντας εκ νέου την πρωθυπουργία το 1982, ο Πάλμε αφιερώθηκε στη δημιουργία μιας αποπυρηνικοποιημένης ζώνης στην Ευρώπη, για το σκοπό αυτό συγκάλεσε Διάσκεψη αφοπλισμού στη Σουηδία δυο χρόνια αργότερα, καταδικάζοντας την κούρσα των εξοπλισμών και καλώντας τις χώρες του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας σε διάλογο. H πολιτική του αυτή τον έφερε κοντά με χώρες του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, ιδίως τη ΓΛΔ, όπου έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Μετά το θάνατό του μάλιστα, το Σεπτέμβρη του 1987 διοργανώθηκε μεγάλη φιλειρηνική διαδήλωση, με κρατική πρωτοβουλία αλλά -ως σημείο των καιρών- και νόμιμη συμμετοχή αντιπολιτευόμενων ομάδων, που διέσχισε σχεδόν όλη την επικράτειας της χώρας κι έφερε το όνομά του.
Ο Πάλμε συχνά κατηγορήθηκε ως φιλοσοβιετικός από τους αντιπάλους του, κυρίως λόγω της υπόθεσης παραβίασης -όπως το έβλεπαν οι αντίπαλοί του- των σουηδικών χωρικών υδάτων από σοβιετικά υποβρύχια το 1982 αλλά και της άρνησής του μετά την επανεκλογή του το 1985, να επιτρέψει σε δυο πλοία του Αμερικανικού Πολεμικού ναυτικού να ελλιμενιστούν στη Σουηδία στα πλαίσια νατοϊκής άσκησης στη Βαλτική θάλασσα. Κάτι τέτοιο ασφαλώς και δεν ισχύει, όπως καταδεικνύει η στάση του κατά τη σοβιετική επέμβαση στο Αφγανιστάν το 1979, την οποία είχε χαρακτηρίσει “κραυγαλέο έγκλημα κατά του δικαιώματος κάθε έθνους για αυτοδιάθεση”, απαιτώντας την απόσυρση των σοβιετικών στρατευμάτων.
Η πολιτική ισορροπιών μεταξύ των δύο κυρίαρχων στρατοπέδων δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο ειδικά για τη σοσιαλδημοκρατία της εποχής, αρχής γενομένης από το Βίλυ Μπραντ στην ΟΔΓ. Διακρίθηκε εξάλλου σε αυτή ο στενός φίλος του Πάλμε Ανδρέας Παπανδρέου, μέλος κι εκείνος της λεγόμενης Κίνησης των Έξι για την Ειρήνη και το Διεθνή αφοπλισμό το 1984 (μαζί με τους ηγέτες της Ινδίας, του Μεξικού, της Αργεντινής και της Τανζανίας). Η φιλία αυτή αλλά και η αγάπη που έτρεφε ο Σουηδός πρωθυπουργός για την Ελλάδα και ιδιαίτερα την Κρήτη, όπου διέθετε κι εξοχική κατοικία, τον έκαναν γνωστό κι αρκετά αγαπητό στη χώρα μας, ενώ μετά τη δολοφονία του σειρά δρόμων και πλατειών ανά την επικράτεια μετονομάστηκαν προς τιμήν του.
Τα μεσάνυχτα της 28ης Φλεβάρη, επιστρέφοντας πεζός, χωρίς την παρουσία σωματοφύλακα, με τη συζυγό του από κινηματογράφο της Στοκχόλμης, δέχτηκε δολοφονική επίθεση με πυροβολισμούς, στους οποίους υπέκυψε γρήγορα, ενώ η επίσης τραυματισμένη πρώτη κυρία κατόρθωσε να αναρρώσει. Η ανεξιχνίαστη μέχρι σήμερα δολοφονία του Σουηδού ηγέτη έχει δώσει τροφή σε πολλά σενάρια για τα κίνητρά και τους υπαιτίούς της, με γνωστότερο εκείνο της εμπλοκής των νοτιοαφρικανικών μυστικών υπηρεσιών λόγω της εναντίωσης του Πάλμε στο απαρτχάιντ και της χρηματοδότησης που παρείχε (και μέσω μυστικών κονδυλίων από την ΕΣΣΔ) στο Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο, την βασική δηλαδή οργάνωση χειραφέτησης των μαύρων κατοίκων της Ν.Αφρικής.