Ποιον βρήκε ο Τζέκης στον παράδεισο
19-06-2018
Στοιχειωμένος απ’ την ταξική πάλη ήταν ο συχωρεμένος Άγγελος Τζέκης, ο οποίος απ’ το 82 που ρίχτηκε στη μάχη, ούτε μια στιγμή σκέφτηκε να πάρει τα βουνά με πρόθεσιν αναχωρητισμού.
Ένα κείμενο που γράφτηκε από τον Άλεξ Δελάρζ το 2011, και αναδημοσιεύεται σήμερα τροποποιημένο για την Κατιούσα, με αφορμή την επέτειο του θανάτου του αείμνηστου βουλευτή Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, Άγγελου Τζέκη, σαν σήμερα πριν 7 χρόνια:
Όταν λέμε “θα πάρω τα βουνά”, πρόκειται για μια εξόχως φυσιολατρική και οικολογική εν τω βάθει επιθυμία να φύγουμε από τα εγκόσμια και να μονάσουμε, να ζήσουμε στη φύση παρέα με το θρόισμα των φύλλων, το τιτίβισμα των σπουργιτακίων και λοιπών πετούμενων, το κελάρυσμα του δροσερού ρυακίου, όπως αυτά που θα αποτελέσουν το λαϊκό μέτωπο ή το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό μέτωπο, ή τη λαϊκή συμμαχία ή την εργατική συμμαχία, όπως το πάρει κανείς 😉
Πολλές φορές πολλοί αγωνιστές, μπαϊλντισμένοι απ’ την κούραση του καθημερινού αγώνος εις το κίνημα, με άγχος, κούραση, έλλειψη προσωπικού χρόνου, τουλάχιστον μία φορά εις την ζωήν των ξεστόμισαν αυτή τη φράση, άσχετα αν δεν το παραδεχτούν ποτέ.
Ωστόσο επειδή στενεύουν τα όρια του συστήματος, έτσι ισχυριζόμεθα τουλάχιστο, το να πάρεις τα βουνά πλέον δεν θα είναι φυγή αλλά ανάγκη, σαν τους συντρόφους που το ’45 που ξαναπήραν τα βουνά τότε και έζησαν για τρία χρόνια κοντά στη φύση χωρίς καμμία φυσιολατρική διάθεση βεβαίως, αλλά με το κομμουνιστικόν όνειρο να τους καθοδηγεί. Άλλοι άφησαν τα κοκκαλά τους στα κακοτράχαλα μονοπάτια των ελληνικών βουνών, άλλους τους πιάσαν οι οχτροί και τους πήραν τα κεφάλια, άλλοι περάσαν τις νοητές γραμμές των συνόρων, νοητές γραμμές που ονειρεύονταν ότι μια μέρα θα τις σβήσουν κι αυτές και πήγαν στο ανατολικό μπλοκ που λέμε. Ετσι πώς έγιναν τα πράματα, ούτε τα βουνά μπορείς να πάρεις για να βρείς την ησυχία σου! Αλλά έτσι είναι: η πάλη των τάξεων άπαξ σε στοιχειώσει, μια ζωή θα σε στοιχειώνει.
Στοιχειωμένος απ’ την ταξική πάλη ήταν κι ο συχωρεμένος Άγγελος Τζέκης, ο οποίος απ’ το 82 που ρίχτηκε στη μάχη, ούτε μια στιγμή σκέφτηκε να πάρει τα βουνά με πρόθεσιν αναχωρητισμού. Τελευταία φορά τον είδα Σάββατο 18 Ιουνίου 2011. Το πρωί σε πάνελ στην τηλεόραση με Μαγκριώτηδες, αργότερα το πρωί στο συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ, μετά αεροπλάνο και βουλή. Το βράδι της Κυριακής “η καρδιά του τον πρόδωσε” που λέμε κι έμεινε στον τόπο. Για λίγο ένιωσε ένα δυνατό πόνο στο στήθος και μετά από λίγα δευτερόλεπτα, χωρίς να καταλάβει το πριν και το μετά, το τώρα και το ύστερα, σ’ ένα άχρονο πηγάδι φωτός ξεκόλλησε απ’ το κορμί που τον φιλοξενούσε.
***
Έκανε μια τελευταία εναέρια βόλτα πάνω απ’ την Αθήνα, πετάχτηκε με την ταχύτητα του φωτός δυο λεπτά μέχρι τη Σαλονίκη να δει τους δικούς του, όσο προλάβαινε δηλαδή γιατί ένιωθε μια μαγνητική έλξη προς τα έγκατα της γης. Με τη μεταφυσική έλξη που τον τραβούσε προς την κόλαση, ο Τζέκης έφτασε πρώτα πρώτα στις πύλες της κολάσεως καθότι ήταν κομμουνιστής και ως γνωστόν οι κομμουνισταί είναι κολασμένοι. Κάτι διαόλια τον αλυσοδένουν και τον παν μπροστά στο Διάολο να τον ανακρίνει. Ο Τζέκης τον κοίταζε αγέρωχα και γελούσε κάτω απ’ τα αυστηρά του φρύδια.
– Γιατί γελάς μεγάλε;
– Άθλιες συνθήκες βλέπω εδώ διάολε του απαντά αποφασιστικά.
– Ε, φυσικά, κόλαση είναι.
– Μπα, όχι για πολύ αγαπητέ. Βλέπω πρόσφορο έδαφος για κινητοποιήσεις, πολύ δυσαρεστημένος κόσμος εδώ. Μη σου πω θα σε επιβαρύνω με βαρέα κι ανθυγιεινά, με συνθήκες υγιεινής κι ασφάλειας και τέτοια…
– Ε, καλά και οι στυγνοί εγκληματίες; οι παιδεραστές; σιγά μην τους φέρνουμε και ροδόνερο να πλένουν τα χέρια τους!
– Μπα; λέει ο Άγγελος. Μας έγινες και δίκαιος τώρα; σε πήρε ο πόνος να τιμωρηθούν οι κακοί; εσύ τους καλούς έχεις στο μάτι, τους κακούς που σου κάνουν τα κέφια υποτίθεται ότι πρέπει να τους έχεις στα όπα-όπα…
Ο Διάολος αποσυντονίστηκε από την επιχειρηματολογία του ήρεμου Άγγελου που τον κοίταζε με μισό μάτι. Σκέφτηκε για δυο λεπτά, και μετά έδωκε διαταγή στα διαόλια:
– Πάρτε τον από δω και στείλτε τον στον Άγιο Πέτρο, θα μας καταστρέψει ετούτος εδώ.
Του βγάλαν λοιπόν τις χειροπέδες, τον φυσήξαν και πέταξε στα ουράνια ξανά.
Ξαναπεριπλανήθηκε για λίγο, όσο χρόνο είχε πάνω στη γη, στην Ελλάδα, βρήκε ένα ριζοσπάστη απ’ τα αδιάθετα φύλλα και τον ξεφύλλισε με τα άυλα δαχτυλά του, ο συντροφάκος που τον κρατούσε κι έβγαινε στη γύρα να πουλήσει νόμιζε ότι ήταν ο αέρας και βλαστήμησε, πέταξε απαλά σαν θρόισμα πάνω απ’ τη βουλή που έδινε ψήφο εμπιστοσύνης, πέρασε μια βόλτα απ’ την περιφρούρηση της ΓΕΝΟΠ κι έκανε “μπου” στον Φωτόπουλο, ο οποίος ένιωσε κάτι περίεργο, κάτι σαν ταξική ενοχή, κάτι σαν ανάσα ενός φαντάσματος να του παγώνει το σβέρκο. Ο Τζέκης άσκησε τις μεταφυσικές του δυνάμεις που απέχτησε τώρα που πέθανε και επηρέασε τα μυαλά της διοίκησης της ΓΣΕΕ να βάλει 48ωρη.
Η μαγνητική έλξη του παραδείσου τον τράβηξε ψηλά στο φως κι έφτασε σε κάποια φάση έξω απ’ τις πύλες του. Εκεί τον περίμενε ο άγιος Πέτρος, που τον πληροφορήσανε ενδοϋπηρεσιακά ότι τους έρχεται μεταγραφή απ’ την κόλαση βουλευτής του ΚΚΕ και συνωφρυώθηκε. Φτάνει στην είσοδο ο Τζέκης, με το ήρεμο κι αυστηρό του βλέμμα περιεργάστηκε το χώρο, χτύπησε την πόρτα. Ένας συνονόματός του άγγελος, τον οδήγησε στο θυρωρείο, στο γραφείο του Άγιου Πέτρου που τον υποδέχτηκε εγκάρδια.
– Καλώς τον κύριο Τζέκη, ορίστε περάστε. Τι να σας κεράσουμε;
– Ευχαριστώ τίποτα, είπε ο ακατάδεκτος με θεούς και δαίμονες Άγγελος.
– Καλός άνθρωπος ήσουν, αλλά ρε παιδί μου και κομμουνιστής; έρχομαι σε δύσκολη θέση… Τι να σε κάνω, που να σε βάλω; Ο Τζέκης ξαναχαμογέλασε πονηρά κάτω απ’ τα αυστηρά του φρύδια και του είπε με σταθερή φωνή:
– Μη στεναχωριέσαι παππούλη, κάτω στη γη για τον επίγειο παράδεισο πάλευα, τον κομμουνισμό. Εδώ τι ζημιά να σε κάνω εσένα; ήδη έχετε παράδεισο χωρίς ενδιάμεσα και ανώριμα στάδια (όπως λέμε και στο 18ο συνέδριο, δεν ξέρω αν εσείς κάνετε συνέδρια), αλλά άλλη ώρα τα θεωρητικά. Πάρε απόφαση, θα με βάλεις μέσα ή όχι; αν μ’ αφήσεις να περιπλανιέμαι πάνω απ’ τη γη, πάλι αντιιμπεριαλιστική προπαγάνδα θα κάνω, πάλι κομμουνιστές άθεους θα φτιάχνω οπότε δεν σε πολυσυμφέρει. Όσο και να πηγαίνουν στην κόλαση, εδώ σε σας θα σας τους στέλνει ο διάολος, που δεν τον βλέπω και πολύ σόι… Δείχνει κι αυτός τα ιστορικά του όρια!
Σκέφτηκε αυτά του τα λόγια ο Αγιος Πέτρος και σάστισε. Μην μπορώντας να τον αντιμετωπίσει πολιτικά, πληχτρολόγησε στο θείο του πληχτρολόγιο το password που άνοιγε τις πύλες του παραδείσου, κι ο Τζέκης μπήκε με το αριστερό, με πλατύ χαμόγελο για ένα νέο πεδίο ταξικής πάλης που ανοιγόταν μπροστά του…
Ήταν ένας ζεστός, ειρηνικός, καταπράσινος τόπος, με μια διάχυτη ανεμελιά παντού, μια γλυκιά ζεστασιά σαν καλοκαιριάτικο πρωινό και σαν ανοιξιάτικο απόγεύμα.
Κοντοστάθηκε για λίγο και σκέφτηκε για ένα δευτερόλεπτο τα εγκόσμια που άφησε πίσω του. Χαμογέλασε ήρεμα, έβαλε τα χέρια πίσω απ’ τη μέση του και απόλαυσε τον πρώτο του περίπατο. Αναρωτιόταν ποιος θα’ ταν ο πρώτος κάτοικος του παραδείσου που θα συναντούσε…
Ο Τσε; μπα, αυτός θα είχε βαρεθεί την ησυχία και θα ζήτηξε απ’ τον Θεούλη να τον ξαναστείλει σε κανένα μέτωπο.
Ο Στάλιν; πάντως κάτω στην κόλαση μια ματιά που είχε ρίξει, δεν τον είδε πουθενά, άρα εδώ κάπου θα είναι.
Ο Λένιν; θα καθόταν κάτω από κανένα παραδεισένιο πλατάνι και θα γραφε τον 56ο τόμο των απάντων με τίτλο: Ο β’ παγκόσμιος πόλεμος και οι δίκες της Μόσχας: τι θα κανα εγώ, αν δεν μου ερχόταν ντουβρουτζάς.
Κι όμως, εκεί κοντά στο πρώτο μονοπατάκι που πήρε, συνάντησε έναν ξανθό πιτσιρικά γύρω στα τριάντα να γρατζουνάει μια μαύρη arrow κιθάρα πουά, με λευκές βούλες. Κοντοστάθηκε, άκουσε για λίγο τις πενιές απ το Crazy Train και ανασήκωσε τα αυστηρά του φρύδια.
– Ωραία μουσικούλα. Ή μήπως εδώ στον παράδεισο όλα ωραία μου φαίνονται; Γεια, είμ’ ο Άγγελος Τζέκης, (πρώην) βουλευτής του ΚΚΕ, κουκουές στον αιώνα τον άπαντα, είπε κι έτεινε το χέρι στον πιτσιρικά.
– Γεια σας κύριε. Randy Rhoads, μέταλ κιθαρίστας. Έπαιζα για τον Ozzy Osbourne αν έχετε ακουστά.
– Δεν έτυχε… απαντά ο Άγγελος.
– Ε, δεν πειράζει, άλλωστε την ψώνισε τελευταία, δεν χάνετε και τίποτα. Από τι πήγατε αν επιτρέπεται;
– Καρδιά. Κουραζόμουν πολύ, αλλά δεν παραπονιόμουν. Εσύ παλληκάρι; Ναρκωτικά μήπως; τον ρώτησε περιπαιχτικά κλείνοντάς του το μάτι. Ο Randy δεν πειράχτηκε, χαμογέλασε όμως καλόκαρδα.
– Όχι, όχι κύριε, αεροπορικό δυστύχημα. Αφήστε τα, τι τα θέλετε; εδώ που ήρθαμε μια χαρά είμαστε.
Ο Τζέκης σαν γνήσιος Χαλκιδικιώτης σκέφτηκε “καλά είναι αλλά σαν τη Χαλκιδική δεν έχει” και το προσπέρασε. Κοίταξε δεξιά αριστερά κάνοντας με το χέρι του το γείσο του καπέλου. Έμεινε σιωπηλός μερικά δευτερόλεπτα, σούφρωσε ακόμα περισσότερο τα αυστηρά του φρύδια και είπε:
– Ναι, καλούτσικα είναι. Νομίζω ότι θα ξεκουραστώ τώρα, άλλωστε καλή σπορά έριξα , άλλοι τώρα θα αναλάβουν… Κατέβασε ελαφρώς το κεφάλι του, κοίταξε τον πιτσιρικά που γρατζουνούσε την κιθάρα του. Σκέφτηκε ότι είχε όλο το χρόνο πια να κάτσει, χωρίς έγνοιες και βάσανα, χωρίς αγωνίες και προβλήματα να ασχοληθεί με καινούρια πράματα, πάντα κάτω από μαρξιστική-λενινιστική σκοπιά βεβαίως. Έκατσε δίπλα στον πιτσιρικά. Το τραγούδι που έπαιζε ήταν σκληρό, τραχύ και ταυτόχρονα ονειρικό.
– Πώς το λεν το τραγούδι που παίζεις αρχηγέ μου;
– Over the mountain, απαντάει ο Randy…
***
Το πρώτο πράμα που μου ήρθε στο μυαλό όταν άκουσα ότι άφησε τον (μάταιο;) τούτο κόσμον o Tζέκης ήταν για κάποιο παράξενο λόγο το τραγούδι του Ozzy Osbourne “Over the mountain”. Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν θα μου πεις. Περίεργο πράμα το υποσυνείδητο, πώς συνδέει το ένα με το άλλο, εξ ού κι ο πρόλογος που φάγατε με τα βουνά.Το “over the mountain” ήταν το δεύτερο metal τραγούδι που άκουσα στη ζωή μου το 1986 (το πρώτο ήταν το “somewhere in time” Iron Maiden) και είχα διαολιστεί πολύ άσχημα, ασυνήθιστος στον σχετικά καινούριο ήχο, ιδιαίτερα μου είχε κολλήσει σαν αβδέλλα στο μυαλό το εντελώς σατανικό σόλο του συχωρεμένου Randy Rhoads το οποίο έμοιαζε με σατανικό βρισίδι μεταφρασμένο σε κοντσέρτο για ελεκτρική κιθάρα. Ο Randy, ιστορικός κιθαρίστας του Ozzy και των Quiet Riot παλιότερα, πέθανε τζάμπα και βερεσέ όταν ανέβηκε να πετάξει με το αεροπλάνο ενός τρελλάρα και παρ’ όλο που φοβόταν τα αεροπλάνα. Έκανε ο τρελλάρας μαγκιές και στο τέλος από λάθος χειρισμό και υπό επήρρεια κοκαΐνης όπως έδειξε αργότερα η αυτοψία, καρφώθηκε πάνω σ’ ένα δέντρο. Πάει το παλληκάρι, καλό παιδί ήταν, όλοι το λέγαν.
Για χρόνια το τραγούδι “βύζαινε κάτω απ’ την καταπαχτή του στήθους μου” (που λέει κι ο Καζαντζάκης σ’ ενα σημείο στο Ζορμπά) και βρήκε την ευκαιρία να το παίξει σάουντρακ στην στενοχώρια μου που άκουσα για το χαμό του Τζέκη.
Να δείτε που έτσι όπως σας τα είπα έγινε, ανταμώθηκαν έτσι τυχαία εκεί πάνω αυτοί οι δυο κι εγώ “την άκουσα”, την ηχώ της αντάμωσης αυτής. Έκατσα και ξανάκουσα το τραγούδι, διάβασα ξανά τους στίχους και “περιέργως” βρήκα ότι ταιριάζαν με την περίσταση:
“πέρα, χάμω ανάμεσα στα πάνω και στα κάτω, με το μυαλό να τριγυρνάει καβάλα πάνω σ’ ένα μαγικό χαλί, πέρα απ’ τα βουνά αγκαλιά με σύννεφα ασημοπλουμιστά, να βλέπω το κορμί μου να χάνεται μες στο πλήθος… Δεν χρειάζομαι αστρολογίες, αυτό είν’ το μέσα το δικό μου και το δικό σου, δεν χρειάζεσαι εισιτήριο να πετάξεις μαζί μου, είμαι λεύτερος..” Θα μου πεις άλλα μπορεί να εννοούσε ο Ozzy απλά έτσι σου ‘σκασε. Και η Μαντουμπάλα να σου’ ρχόταν στο μυαλό θα σου φαινόταν ότι ταίριαζε με την περίσταση.
Τέτοια μνημόσυνα κάνω εγώ. Κι αν προς στιγμήν δεχτούμε τη χριστιανική αυταπάτη, ότι βρίσκεται κάπου εκεί ψηλά ο Άγγελος και μας κοιτάει διαβάζει την Κατιούσα και σίγουρα ότι γουστάρει. Τέλος χριστιανικής αυταπάτης.
Προσωπικά δεν τον ήξερα, μια-δυο φορές τον είχα πετύχει εξώ απ’ τα γραφεία στη Σαλονίκη, άλλοι μου ‘χαν πει γι’ αυτόν και τι άνθρωπος ήταν. Η αύρα του επηρέασε και μένα, ήρθε και δέθηκε διαλεκτικά με τα δικά μου βιώματα και βγήκε τούτο το κείμενο. Αυτό είχα να προσφέρω εις μνήμην του, καθώς και την κάτωθι προλετκάλτ μαντινάδα.
Όλα τα’ δωσες, ό,τι ήτανε να δώσεις
αλλά και τώρα στον παράδεισο κόβα θα οργανώσεις
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
1 Σχόλιο
“πέρασε μια βόλτα απ’ την περιφρούρηση της ΓΕΝΟΠ κι έκανε “μπου” στον Φωτόπουλο”
εντάξει… μου βγήκαν τα μακαρόνια απ την μύτη…
συγχαρητήρια για το κείμενο.