Τον λέγαν Βραχιόλη και χαμογελούσε… – Έξι αδέρφια μαχητές του ΔΣΕ από το χωριό Σιταριά Έβρου
«Ώστε τώρα έχω φωτογραφία του Βραχιόλη. Δηλαδή μόνο εγώ τώρα ξέρω… η αδερφή μας, η δίδυμη με τον Βραχιόλη που τόσο τον έψαχνε… δεν πρόλαβε, δεν έμαθε ποτέ, ούτε οι αδελφές μου Ασημίνα και Σουλτάνα… έφυγαν, τώρα δεν ζούνε, έμεινα μόνο εγώ… 70 χρόνια… και τώρα κρατώ για πρώτη φορά από τότε που φύγαμε κυνηγημένοι τη μοναδική φωτογραφία του αδερφού μου και της οικογένειάς μας…»
Όταν ξεκίνησα τούτη την Ιστορία, δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ αυτό που ακολούθησε. Γνώρισα την Αθανασία Παπαδαμάκη από το βιβλίο του Χρυσόστομου Μπαζή με τίτλο «Από τα Άγραφα στο Γράμμο και στο Βίτσι», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή-2006. Στα μέσα του βιβλίου βρήκα λίγες σελίδες, ένα μικρό βιογραφικό και μικρή αναφορά στην πορεία πολέμου της Αθανασίας (σύζ. του Χρυσόστομου) από την Σιταριά Έβρου και μέχρι το Γράμμο και Βίτσι.
Έγραψα εκτενέστερα σε προηγούμενο κείμενο για την Αθανασία. Την πρόλαβα και ήμουν τυχερή γιατί εδώ και τρεις με τέσσερεις μήνες μιλάμε τακτικά. Σαν να γνωριζόμαστε από παλιά. Η επικοινωνία μας έγινε ανάγκη ζωής και ας μην ανταμώσαμε ακόμη. Η Ιστορία της οικογένειάς της είναι γεμάτη από διωγμούς στο χωριό και μέχρι το φευγιό για το βουνό στα χρόνια του Εμφυλίου.
Νόμισα πως τα είπαμε όλα. Νόμισα πως όλα τα στρώσαμε στο χαρτί και κάναμε το καθήκον μας… Όμως, οι ανησυχίες μου, η εμπέδωση των πραγμάτων, μού δημιουργούσαν πρόσθετες ανησυχίες, πρόσθετες ερωτήσεις και απορίες. Πίστεψα πως έχουμε κάποια κενά στο πρώτο μου κείμενο. Σε κάθε τηλεφωνική μας επικοινωνία, βροχή οι ερωτήσεις μου και η Αθανασία μού κάνει το χατίρι με υπομονή που με εντυπωσιάζει αλλά και με εκπλήξεις που σταματημό δεν έχουν.
Το ψάχνω το θέμα, αρχίζοντας με το ενδιαφέρον μου για τον αδερφό της Βραχιόλη Παπαδαμάκη. Περίεργο όνομα γι αυτό και το θυμάμαι. Σκοτώθηκε. Μαχητής του Δ.Σ.Ε. έφτασε από τον Έβρο μέχρι το Γράμμο. Κάποια στιγμή αντάμωσαν τα δύο αδέρφια εκεί στο Γράμμο. Ο Βραχιόλης είχε χάσει την ακοή του. Τα είπανε και λίγο στα πεταχτά. Προάγεται σε λοχαγό πεζικού του Δ.Σ.Ε σύμφωνα με το φύλλο 73 Κυβέρνησης βουνού ο Βραχιόλης. Τον βρήκα εκεί στις σελίδες του βουνού – 1949. Παλικάρι, λεβέντης, αγωνιστής. Τον θυμάται καλά και ο Γιάννης Κατσαγώνας από το διπλανό χωριό. Θυμάται ο Γιάννης και το ξύλο που έφαγε ο Βραχιόλης στο χωριό του Σιταριά αλλά και στο χ. Ποιμενικό. Τον σώσανε με το ζόρι. Τα μαντάτα φτάσανε σε όλη την περιοχή. Τα γεγονότα τα θυμάται καλά ο Γιάννης κι ας πέρασαν 70 χρόνια. Μα πάνω απ όλα θυμάται το γελαστό παιδί. Κρατώ το γελαστό παιδί και όλο ρωτάω πότε τον έναν και πότε τον άλλον. Ξέρω πως ήταν και στην 6η σειρά Σχολής Αξιωματικών του Δ.Σ.Ε. Ζητάω από την Αθανασία έστω μία φωτογραφία με τα αδέρφια της η με τους γονείς της.
«Δεν υπάρχει Άννα μου. Μας κάψανε το σπίτι και για 70 χρόνια δεν έχουμε τίποτα. Μα πιο πολύ έψαχνε φωτογραφία του Βραχιόλη η δίδυμη αδερφή του, η αδερφή μας. Αυτή ήταν πιο επίμονη. Ξέρεις, τα δίδυμα ψάχνονται πολύ… Δεν βρήκαμε πουθενά»…
Με συγκλονίζει αυτό το άκουσμα. «Ούτε μία φωτογραφία»… Μονολογώ και επαναλαμβάνω σιγανά… ούτε μία φωτογραφία… Ρωτάω αμήχανα αν έμοιαζαν. Έχω της Αθανασίας 2-3 δικές της φωτογραφίες. «Μου έμοιαζε. Έτσι μου έλεγαν». Κρατώ και τούτο το στοιχείο… όχι πως κάτι θα κάνω… ΟΧΙ, ΟΧΙ, και πάλι εκεί μας πάει η κουβέντα. Σαν να μας τραβάει απ’ το μανίκι ο Βραχιόλης. Σα να μας λέει ψάξτε λίγο ακόμα. Πέρασαν κάμποσες μέρες κι όμως… αυτό που ακολουθεί είναι φοβερό. Πιάνω το βιβλίο του Ν. Τερζόγλου (Πύραυλος) με τίτλο Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΣΤΟ Δ.Σ.Ε (Σύγχρονη Εποχή) όπου ανατρέχω πολλές φορές. Εδώ βρήκα και το όνομα του πατέρα μου, εδώ βρίσκω τα ονόματα εκατοντάδων μαχητών του Δ.Σ.Ε. Σχολής Αξιωματικών. Εδώ έμαθα για την οργάνωση και λειτουργία αυτής της σχολής του βουνού. Εδώ έμαθα για την 4η σειρά όπου θήτεψε και ο πατέρας μου.
Τούτες τις μέρες έψαχνα για άλλη περίπτωση. Ξανά περπατώ τις σελίδες. Ξανά φτάνω στην τέταρτη σειρά και στέκομαι δίπλα στο όνομα του πατέρα μου. Κάθε φορά και ένα δάκρυ. Κάθε φορά και μία ανάμνηση. Και περπατώ, και διαβάζω, στέκομαι σε κάθε φωτογραφία κι όλο κοιτάω κι ας μην ξέρω κανέναν. Δεν ξέρω τι παθαίνω, αλλά σα να μιλάω μαζί τους. Κι όμως… φτάνω στη σελίδα 164 του βιβλίου. Σταματώ και πάλι σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία. Είναι από κοντά τα πρόσωπα. Τους μετράω: ένας, δύο, τρείς ….εννέα. Σκαλώνει το μάτι μου. Γράφει από κάτω: Μαθητές 6ης σειράς του Δ.Σ.Ε. στη Σχολή Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου (ΣΑΓΑ). Με γαργαλάει. Κάτι μου λέει. Θυμάμαι πάλι τον Βραχιόλη: λεβέντης, πάντα γελαστός, έκτη σειρά Σχολής… Με τον φακό στο χέρι κοιτάω ένα, ένα τα παλικάρια. Σταματώ στο γελαστό παιδί της φωτογραφίας. Είναι ο δεύτερος από δεξιά, όρθιος. ΝΑΙ. Όλοι είναι σοβαροί και ο ένας γελάει. Πετάγεται από δίπλα το πλούσιο μαλλί του όπως μου τον περιγράφει η Αθανασία. Με εμποδίζει λίγο το δίκοχο… Λίγο ξεφεύγουν από πλάι τα μαλλιά του… Φέρνω με το μυαλό μου την φωτογραφία της Αθανασίας που έχω. Είναι μιας δεκαετίας φωτογραφία. Τους βλέπω να μοιάζουν… Αρχίζω και ιδρώνω. Αρχίζω να ελπίζω αν και είναι τολμηρό. Ξαναβλέπω δύο και τρείς φορές την φωτογραφία του βιβλίου. Τις βάζω και δίπλα, δίπλα. Με βοηθάει πολύ. Βλέπω καλά τα πρόσωπα. Είναι από κοντά. Και τώρα τι να κάνω; Πώς να το σιγουρέψω; Ο μόνος τρόπος είναι να τυπώσω την ασπρόμαυρη φωτογραφία του βιβλίου. Το κάνω και αυτό. Στέλνω πρώτα στον Γ. Κατσαγώνα στον Έβρο. Τον θυμάται καλά τον Βραχιόλη. Πήγαινε στο χωριό τους και ήταν γνωστός για την δράση του στην ΕΠΟΝ και για το ξύλο που έφαγε από τους παρακρατικούς.
Ανυπομονώ. Θέλω να μάθω, θέλω να ακούσω το πρώτο ΝΑΙ … και δεν το πιστεύω… Εβδομήντα (70) χρόνια πέρασαν και ο Γιάννης με σιγουριά μού μιλάει. Στέλνω την ίδια φωτογραφία και στην Αθανασία και περιμένω ανυπόμονα. Μετράω τις μέρες. Δεν ξέρω τι με έπιασε τώρα. Επιτέλους πήρε την φωτογραφία. Ακούω το δεύτερο ΝΑΙ.
Το ακούω και δεν το πιστεύω αυτό που μάς συμβαίνει. Ήταν το πιο γλυκό ΝΑΙ που άκουσα. Δάκρυα από εκεί, δάκρυα και από εδώ… Μονολογεί η Αθανασία. Ακούω τα σιγανά της λόγια. Δεν το αντέχω. Τα λόγια της είναι αυθόρμητα. Συλλογιέται. Σα να μιλάει μόνη της. Με κόπο βγαίνουν μια, μια οι σκέψεις: «ώστε τώρα έχω φωτογραφία του Βραχιόλη. Δηλαδή μόνο εγώ τώρα ξέρω… η αδερφή μας, η δίδυμη με τον Βραχιόλη που τόσο τον έψαχνε… δεν πρόλαβε, δεν έμαθε ποτέ, ούτε οι αδελφές μου Ασημίνα και Σουλτάνα… έφυγαν, τώρα δεν ζούνε, έμεινα μόνο εγώ… 70 χρόνια… και τώρα κρατώ για πρώτη φορά από τότε που φύγαμε κυνηγημένοι τη μοναδική φωτογραφία του αδερφού μου και της οικογένειάς μας. Πώς να την αφήσω; Όσο την βλέπω τόσο πιο πολύ θυμίζει τον Βραχιόλη »…
Ακόμη να συνέλθω από τούτες τις στιγμές. Σήμερα η Αθανασία είναι 85 ετών και κρατά για πρώτη φορά στα χέρια της 70 χρόνια από τότε, τη μοναδική φωτογραφία του αδερφού της. Και μένα το μυαλό μου τρέχει στον άνθρωπο που έγραψε και επιμελήθηκε αυτό το βιβλίο που μάς έδωσε τόσες συγκινήσεις. Ξέρω πως δεν ζει. Θα ήθελα να τον προλάβω, να του έλεγα πως ο κόπος του δεν πήγε χαμένος. Θα άκουγε την Ιστορία αυτής της φωτογραφίας έτσι όπως την ζω εγώ με την Αθανασία. Να του λέγαμε το μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ…
Ένα βήμα παρακάτω κάνουμε και περνάμε στον δεύτερο αδερφό, στον Στέφανο. Μικρή περιπέτεια και εδώ. Ένα παλιό βιβλίο έγραψε για τον Στέφανο. Μία χαραμάδα ελπίδας βλέπω. Βρίσκω στα παλιά μου βιβλία ένα με τίτλο «ΜΟΡΦΕΣ ΗΡΩΩΝ», έκδοση της πολιτικής προσφυγιάς, έτους 1953. Με κομμένη την ανάσα πιάνω τις σελίδες. Φτάνω στη σελίδα 174 του βιβλίου και διαβάζω:
«ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΑΜΑΚΗΣ (ψ. ΠΑΤΡΑΣ) από τη ΣΙΤΑΡΙΑ ΕΒΡΟΥ. Γραμματέας της ΕΠΟΝ του χωριού, καταδιώχτηκε και εξορίστηκε για τη δράση του. Από τους πρώτους αντάρτες της περιοχής του. Έπεσε στις 28-02-1948 στη μάχη του Αγ. Σώστη σαν ομαδάρχης σχηματισμού ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ».
Ήταν και αυτή μια ανακούφιση στις αναζητήσεις μας. Αυτά γράφονται και στο βιβλίο «Έπεσαν για τη ζωή» με την συμπλήρωση λίγων στοιχείων ακόμα: Κατατάχτηκε στις 6-4-47 στο Δ.Σ.Ε. στο 317 τάγμα, σκοτώθηκε από βλήμα εχθρικού πυροβολισμού όπως γράφει… Αυτά ακούει η Αθανασία και τελειωμό δεν έχουν. Η μεγάλη μου απορία ήταν άλλη. Από την αρχή το σκεφτόμουν, ήταν η αφορμή για να ξαναπιάσω την ιστορία από την αρχή. Πουθενά δεν αναφέραμε σε όλη την κουβέντα μας την Ιστορία της Σταυρούλας.
Ξέρω πως είναι το τρίτο θύμα της οικογένειας. Νόμισα πως είναι παράληψή μας. Ούτε μια αράδα έχουμε για την Σταυρούλα. Και η Αθανασία δεν αργεί… «και αυτή του Δ.Σ.Ε, σκοτώθηκε και αυτή».
Δηλαδή, θεία Αθανασία τρία αδέρφια σου σκοτώθηκαν; Ρωτώ και ξαναρωτώ. Κι όμως, δεν θυμάμαι αν γράψαμε κάτι για την Σταυρούλα. Πες μου κάτι μπας και θυμηθώ… της λέω. Πες μου θεία, πού σκοτώθηκε; Και μαρμαρώνω…« δεν έμαθα ποτέ Άννα μου που σκοτώθηκε. Το ψάξαμε πολλά χρόνια, ρωτήσαμε και δεν μάθαμε ποτέ».
Ωχ, τι είναι πάλι τούτο λέω μέσα μου. Από που να το πιάσω πάλι… Θα πάρω τον ίδιο δρόμο. «Έπεσαν για την ζωή», το βιβλίο που μάς χάρισε τόση συγκίνηση, το βιβλίο που γράφει και για τον Βραχιόλη και Στέφανο. Και η Σταυρούλα είναι μέσα, είναι γραμμένη στις σελίδες της Ιστορίας. Και είναι το πρώτο φωτάκι ελπίδας. Να τι γράφει:
«ΠΑΠΑΔΑΜΑΚΗ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ του ΔΗΜΗΤΡΗ και της ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ, γεννήθηκε το 1932 στη Σιταριά Έβρου. Στις 3-8-1948 κατατάχτηκε στο Δ.Σ.Ε. Υπηρέτησε στην 20η ταξιαρχία. Σκοτώθηκε στις 16 Νοεμβρίου του 1948 στην Δάφνη Νιγρίτας».
Ωχ, τι είναι πάλι αυτό; Τρέμουλο με πιάνει. Κάτι θα βρούμε κι εδώ… είναι το πρώτο που σκέφτομαι. Ακούω χωριό Δάφνη και κοντοστέκομαι. Το μυαλό μου τρέχει σε κείμενο που έγραψα με τίτλο «Ιστορία σε χωριό της Νιγρίτας – 1948 » και δημοσιεύθηκε σε περιοδικό της Ε.Α. ίσως και το 2015. Το διαβάζω, το ξαναδιαβάζω. Έτσι αρχίζει το κείμενο:
«Η ιστορία αυτή είναι ακόμη ζωντανή στη μνήμη της Νίκης του βουνού. Το πραγματικό της όνομα Ελένη Τσομπανίδου από το χωριό Καναδά του Έβρου, μαχήτρια του Δ.Σ.Ε. Σήμερα μιλάμε και είμαστε 65 χρόνια μετά τον τρομερό Εμφύλιο. Ακούω και καταγράφω έτσι όπως ακριβώς τα λέει. Για να μην ξεχνάμε κάποια πράγματα και γεγονότα μιας ταραγμένης εποχής». Και ακούω την ιστορία με κομμένη ανάσα.
«Ήμασταν εκεί γύρω… στο χωριό. Δάφνη το όνομά του. Μόλις είχαμε τη χαρά που διώξαμε από το χωριό το Στρατό κι νιώθαμε πως το δίκαιο είναι με το μέρος μας. Εκεί, μέσα στη Δάφνη Νιγρίτας δόθηκε ανέλπιστη και απρόσμενη μάχη. Μπήκαν οι Αντάρτες στο χωριό. Κάναμε τη σύμπτυξή μας και τα παλικάρια μας περνούσαν μέσα απ το χωριό χαρούμενα και ανέμελα… όταν, από τον απέναντι φούρνο πυροβολούσαν δύο Κοιλαράδες όπως τους έλεγαν τότε. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής. Τα ονόματά τους: Φουντούκης και Παναγιωτόπουλος. Ναι, οι Κοιλαράδες… με τις κοιλιές τους που κρεμούσαν… Και σημαδεύουν τρία νεαρά παιδιά μας: τον Σύνδεσμο με το όνομα Βάσος (Μαύρος Βασίλης-σύνδεσμος), την Υπεύθυνη Τάγματος Ρούλα (Παπαδαμάκη Σταυρούλα, χ. Σιταριά Έβρου) και την Ζαχαρούλα Σίδερα (ψ. Λευκή-από το χ. Δίλοφο Έβρου). Τρεις νεαροί… Νεκροί… Αντάρτες. Οι μαχητές είδαν από πού έφυγαν τα φονικά βόλια. Και τότε, χωρίς να χάσουν ούτε λεπτό οι Αντάρτες σκότωσαν τους Κοιλαράδες για να μην ξαναζήσουν αυτό το κακό στο χωριό…..
…………………………………………………………………………
Δάκρυ δεν έπεσε για τους Κοιλαράδες… Μόνο ανακούφιση. Πολλοί μιλούσαν μεταξύ τους. Μα παραπάνω οι γυναίκες που ζήσανε τα καμώματά τους και τη δύναμη της θέσεις που είχαν. Ο ένας εκ των δύο ήταν Νωματάρχης. Μιλούσαν τότε και για βιασμό γυναίκας»…
Ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής. Λίγες αράδες στο βιβλίο των νεκρών Αγωνιστών και μια ζωντανή αφήγηση αυτόπτη μάρτυρα και φτάσαμε στη Σταυρούλα, αδερφή της Αθανασίας. Το περιστατικό αυτό ακόμη το θυμούνται στην περιοχή. Ρώτησα φίλο μου από την Δάφνη… μού το επιβεβαίωσε. Το διάβασα το περιστατικό και σε άλλο βιβλίο, το άκουσα και από άλλον αυτόπτη μάρτυρα.
Ξέρω πως και η Νίκη του βουνού ήταν στην 20η Ταξιαρχία της Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΔΝΕ) όπου ήταν και η Σταυρούλα (Ρούλα), αδερφή της Αθανασίας Παπαδαμάκη στην 6η Μεραρχία και στο τάγμα του Στεφανίδη.
Ξέρω πως η μάχη αυτή δόθηκε το φθινόπωρο όπως γράφει και στο βιβλίο Έπεσαν για τη ζωή. Αυτό το βιβλίο, με τις λίγες αράδες για την Σταυρούλα Παπαδαμάκη μάς άνοιξε την πόρτα της αισιοδοξίας… έρευνας και γνώσης. Ακόμα βουίζουν στα αυτιά μου οι λέξεις της Αθανασίας γεμάτες πόνο: «Για την αδερφή μου Σταυρούλα δεν έμαθα, δεν ξέρω πού σκοτώθηκε και πώς… γι αυτό και δεν μπόρεσα να γράψω και να πω κάτι»…
Και τώρα, κοντοστέκομαι. Λίγα δευτερόλεπτα πάλι συλλογισμού. Κάθε δύο, τρεις μέρες και μια έκπληξη… έχω να της πω. Σκέφτομαι την Αθανασία, σήμερα στα 85 της και μετά από 70 χρόνια μαθαίνει ένα, ένα τα γεγονότα, μαθαίνει για τα αδέρφια της… μαχητές του Δ.Σ.Ε., ΉΡΩΕΣ όπως τόσοι άλλοι… Και τώρα, πώς να αρχίσω; Πώς να πω και τούτα τα νέα στην αγαπημένη Αθανασία; Και δειλά, δειλά αραδιάζω τις εκπλήξεις μου. Το δάκρυ δεν σταματάει. Είναι η ανακούφιση της ψυχής μας τώρα. Το έχουμε ανάγκη. Θέλω λίγο ακόμα, κάτι και για της δύο αδερφές, κι αυτές μαχήτριες του Δ.Σ.Ε.
«Η αδερφή μου Ασημίνα (ανάπηρη) έζησε με κομμένο χέρι… από πάνω, πάνω. Τραυματίστηκε σε μάχες του Δ.Σ.Ε.
«Η άλλη αδερφή μου Σουλτάνα ανάπηρη και αυτή, με βαρύ τραύμα στο κεφάλι… πάλι στις μάχες του Δ.Σ.Ε.»
Έξι αδέρφια μαχητές του Δ.Σ.Ε. από το χωριό Σιταριά του Έβρου. Σήμερα ζει μόνο η Αθανασία και μαθαίνει σιγά, σιγά τα νέα μας… Θέλω ένα μικρό δωράκι να της στείλω. Όχι βέβαια μακριά από την Ιστορία και τις εκπλήξεις. Ένα μικρό βιβλίο της Σύγχρονης Εποχής για το υγειονομικό (για τον γιατρό Σακελαρίου) και εξώφυλλο με φωτογραφία αρχείου του Κ.Κ.Ε…
Είναι άλλη μία έκπληξη γιατί μπροστά, μπροστά είναι η Αθανασία σε μια άσκηση του βουνού. Δεν την έχει. Την ξέρει όμως. Δεν κουβεντιάζουμε την έκπληξη αυτή. Αφήνουμε το χρόνο μας και τις στιγμές μας… στα δικά μας συναισθήματα… Εγώ εδώ σταματώ και υποκλίνομαι σ’ αυτούς τους γίγαντες αυτού του σκληρού Αγώνα, στους ΗΡΩΕΣ του Δ.Σ.Ε. ΑΘΑΝΑΤΟΙ.
Δείτε ακόμα:
Αθανασία Παπαδαμάκη: «Έκανα τον αγώνα μου και δεν μετάνιωσα»