Tζέιμς Κόνολι: “Ο ιρλανδικός λαός θα είναι ελεύθερος μόνο όταν θα του ανήκουν τα πάντα από το άροτρο ως τα αστέρια”
Ο Κόνολι, παρά τη συνεργασία του με το ριζοσπαστικό ιρλανδικό εθνικό κίνημα, δεν αποσυνέδεε την εθνική από την κοινωνική απελευθέρωση του ιρλανδικού λαού, προειδοποιώντας τόσο για τον κίνδυνο διαιώνισης της βρετανικής εξουσίας μέσω του κεφαλαίου, όσο και το απατηλό περιεχόμενο των εκκλήσεων για εθνική ομοψυχία όλων των Ιρλανδών.
To 1972, σε συνέντευξή του στο “The Dick Cavett Show”, ο Τζον Λένον δήλωσε πως ο Τζέιμς Κόνολι ήταν πηγή έμπνευσης για το τραγούδι του “Woman is the Nigger of the World”. Πιο συγκεκριμένα, ο Λένον εντυπωσιάστηκε από μια ρήση του Κόνολι πως “η γυναίκα είναι σκλάβα του σκλάβου”. Για τον αγγλοσαξονικό κόσμο, το όνομα δε θα προκάλεσε έκπληξη. Μάλιστα, τρεις δεκαετίες αργότερα, στην εκπομπή του BBC για τους 100 σπουδαιότερους Βρετανούς, ο Κόνολι κατέλαβε την 64η θέση.
Σε άλλες χώρες ωστόσο η ζωή και η δράση του Ιρλανδού σοσιαλιστή και πρωτοπόρου του κινήματος ανεξαρτησίας της Ιρλανδίας, παραμένουν ακόμα και σήμερα σχετικά άγνωστες.
Ο Τζέιμς Κόνολι ήρθε στον κόσμο στο Εδιμβούργο της Σκωτίας στις 5 Ιούνη 1868 από Ιρλανδούς μετανάστες γονείς, και μεγάλωσε στο Κάουγκεϊτ, όπου ζούσαν χιλιάδες συμπατριώτες του, εξού και ήταν γνωστό ως “Μικρή Ιρλανδία”. Έλαβε στοιχειώδη μόρφωση ως τα 10 του χρόνια στο καθολικό σχολείο της γειτονιάς του, το οποίο εγκατέλειψε για βιοποριστικούς λόγους. Στα 14 του αναγκάστηκε και πάλι για οικονομικούς λόγους να καταταγεί στο βρετανικό στρατό, με ψεύτικα στοιχεία. Υπηρέτησε 7 χρόνια και η εμπειρία του εκεί του ενστάλαξε βαθύ μίσος για το θεσμό. Ακούγοντας πως επρόκειτο να μεταφερθεί στην Ινδία, λιποτάκτησε και παντρεύτηκε τη νεαρή Λίλι Ρέονολντς. Ζούσαν στο Εδιμβούργο, όπου ο Κόνολι ενεπλάκη με τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Σκωτίας και αναδείχθηκε το 1895 στη θέση του γραμματέα, αντικαθιστώντας τον αδερφό του Τζον, ο οποίος είχε απολυθεί από τη δουλειά του επειδή είχε μιλήσει σε συγκέντρωση υπέρ του οχταώρου.
Επέστρεψε το 1910 στην Ιρλανδία και συνέχισε εκεί την έντονη συνδικαλιστική του δράση. Το 1912 ίδρυσε το Ιρλανδικό Εργατικό Κόμμα, ενώ μαζί με το Τζακ Γουάιτ ίδρυσε το 1913 την Ιρλανδική Πολιτοφυλακή (ICA), ως απάντηση στη βία της αστυνομίας του Δουβλίνου εναντίον χιλιάδων εργατών στη διάρκεια του πολύμηνου λοκάουτ της πόλης από 300 εργοδότες, που αντιδρούσαν στο συνδικαλισμό ενάντια στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας των απεργών.
Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και σε αντίθεση με τη στάση των αστών Ιρλανδών εθνικιστών, αλλά και της πλειοψηφίας των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη, αντιτάχθηκε σε αυτόν, ξεκαθαρίζοντας πως “Δεν ξέρω κανέναν εξωτερικό εχθρό αυτής της χώρας εκτός από τη βρετανική κυβέρνηση”.
Ο Κόνολι και η ICA συνεργάστηκαν με την Ιρλανδική Ρεπουμπλικανική Αδερφότητα, την πιο μαζική εθνική οργάνωση εκείνης της εποχής, για το σχεδιασμό ένοπλης εξέγερσης κατά της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή τελικά πραγματοποιήθηκε μεσούντος του πολέμου, στις 24 Απρίλη 1916, τη Μεγάλη Εβδομάδα των καθολικών (εξού και έμεινε γνωστή ως Πασχαλινή Εξέγερση) και κράτησε λίγες μέρες. Παρά τις αρχικές επιτυχίες των επαναστατών, που κατέλαβαν κομβικά σημεία του Δουβλίνου και διακήρυξαν την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Ιρλανδία, η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα με την παρέμβαση του βρετανικού στρατού.
Ο ίδιος ο Κόνελι, που πολέμησε με ηγετικό ρόλο στα πλαίσια της Ταξιαρχίας του Δουβλίνου, συνελήφθη και κρατήθηκε σε ένα δωμάτιο στο κάστρο του Δουβλίνου, γνωστό σήμερα ως “Connolly Room”. Καταδικάστηκε σε θάνατο για το ρόλο του στην εξέγερση, παρότι ο γιατρός που τον εξέτασε δήλωσε πως η βαρύτητα των τραυμάτων του στη μάχη δε θα του άφηνε πάνω από 1-2 μέρες ζωής. Ήταν μάλιστα τόσο στυγνοί οι εκτελεστές του, που τον μετέφεραν σε φορείο στον τόπο εκτέλεσης και τον έδεσαν σε καρέκλα για να μην πέσει, όπου και πυροβολήθηκε. Στη συνέχεια, μαζί με τους υπόλοιπους εκτελεσμένους ηγέτες της Πασχαλινής εξέγερσης, θάφτηκε σε μαζικό τάφο δίχως φέρετρο. Οι εκτελέσεις αυτές προκάλεσαν τεράστια οργή στον ιρλανδικό λαό, ακόμα και σε τμήματά του που δεν είχαν δει με καλό μάτι την εξέγερση, ενώ αντιδράσεις υπήρξαν και στη Βρετανία.
Ο Κόνολι, παρά τη συνεργασία του με το ριζοσπαστικό ιρλανδικό εθνικό κίνημα, δεν αποσυνέδεε την εθνική από την κοινωνική απελευθέρωση του ιρλανδικού λαού, προειδοποιώντας τόσο για τον κίνδυνο διαιώνισης της βρετανικής εξουσίας μέσω του κεφαλαίου, όσο και το απατηλό περιεχόμενο των εκκλήσεων για εθνική ομοψυχία όλων των Ιρλανδών. Μεταξύ άλλων, σημείωνε το 1899 πως: “Όταν η Ιρλανδία θα είναι ελεύθερη, λέει ο πατριώτης που δε θ’ αγγίξει το σοσιαλισμό, θα προστατεύσουμε όλες τις τάξεις, κι αν δεν πληρώσετε το νοίκι σας θα σας κάνουμε έξωση όπως και τώρα. Αλλά αυτός που θα σας κάνει την έξωση, υπό τις διαταγές του σερίφη, θα φορά πράσινη στολή και την άρπα (εθνικό σύμβολο της Ιρλανδίας) χωρίς το στέμμα, και το ένταλμα που θα σας πετά στο δρόμο θα φέρει τη σφραγίδα της Ιρλανδικής Δημοκρατίας”.