Βάτσλαβ Χάβελ – Η “βελούδινη επανάσταση” και οι σιδερένιοι νόμοι του καπιταλισμού
Τόσο λόγω της ταξικής του προέλευσης, όσο και λόγω των προσκομμάτων που η ίδια επέφερε στην επαγγελματική του εξέλιξη, εκτός Τσεχοσλοβακίας, είχε κάθε λόγο να εχθρεύεται το σοσιαλισμό. Παράλληλα, η αναγνωρισιμότητά του ως θεατρικού συγγραφέα, εντός και κυρίως εκτός χώρας, τον καθιστούσαν πολύ κατάλληλο ως σύμβολο αντιφρονούντα διανοούμενου.
Μπορεί στην Τσεχοσλοβακία η τελική πρόβα αντεπανάστασης να είχε γίνει το 1968, μέσα από τις γραμμές του ίδιου του ΚΚΕ, την τελική ώθηση προς την καπιταλιστική παλινόρθωση την έδωσαν ωστόσο κατά βάση “σεσημασμένοι” αντικαθεστωτικοί, όπως ο Βάτσλαβ Χάβελ, που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1936. Ο ίδιος, τόσο λόγω της ταξικής του προέλευσης, όσο και λόγω των προσκομμάτων που η ίδια επέφερε στην επαγγελματική του εξέλιξη, εκτός Τσεχοσλοβακίας, είχε κάθε λόγο να εχθρεύεται το σοσιαλισμό. Παράλληλα, η αναγνωρισιμότητά του ως θεατρικού συγγραφέα, εντός και κυρίως εκτός χώρας, τον καθιστούσαν πολύ κατάλληλο ως σύμβολο αντιφρονούντα διανοούμενου.
Προερχόταν από μεγαλοαστική οικογένεια της Πράγας, που δραστηριοποιούνταν στον τομέα των κατασκευών. Με την επικράτηση του σοσιαλισμού το 1948, η επιχείρηση κρατικοποιήθηκε, ενώ ο νεαρός Χάβελ δεν μπόρεσε ως γόνος αστών αρχικά να μπει σε ανώτατη σχολή. Άρχισε να εργάζεται ως βοηθός χημικού εργαστηρίου, επισκεπτόμενος παράλληλα βραδινή επαγγελματική σχολή, την οποία χρηματοδοτούσε δουλεύοντας ως ταξιτζής. Το 1954 του επετράπη να σπουδάσει αλλά όχι σε ιδεολογικά φορτισμένες σχολές, όπως οι ανθρωπιστικές. Άρχισε να σπουδάζει οικονομικά, αλλά εγκατέλειψε το τμήμα δύο χρόνια μετά.
Υπηρέτησε στο στρατό και στη συνέχεια εργάστηκε ως τεχνικός, σε ένα μικρό θέατρο της Πράγας. Σύντομα αναδείχθηκε σε βοηθό σκηνοθέτη και συγγραφέα, έχοντας στο μεταξύ αποφοιτήσει από το Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών. Τα έργα του γνωρίζουν αμέσως μεγάλη επιτυχία, τόσο στην Τσεχοσλοβακία, όσο και στο εξωτερικό, ιδίως στη Δυτ. Γερμανία. Ακολουθώντας το ρεύμα του “θεάτρου του παραλόγου”, ο Χάβελ καταγγέλλει την αποξένωση που προκαλεί η σύγχρονη ορθολογική και επιστημονικά οργανωμένη κοινωνία, στην πραγματικότητα ωστόσο τα βέλη του στρέφονται συγκεκριμένα στο σοσιαλισμό και την αξίωσή του να ονομάζεται “επιστημονικός”.
Ο Χάβελ φανέρωσε ανοιχτά τις απόψεις του κατά το Δ’ Συνέδριο συγγραφέων στην Πράγα, εξαπολύοντας δριμύ “κατηγορώ” κατά της λογοκρισίας και του “παραλογισμού” της κυβέρνησης. Υποστήριξε ένθερμα τις φιλοκαπιταλιστικές μεταρρυθμίσεις του Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ κατά τη λεγόμενη “Άνοιξη της Πράγας”, από ανοιχτά αντικομμουνιστικές θέσεις ως Πρόεδρος της “Λεσχης ανεξάρτητων συγγραφέων”.
Ακόμα και μετά την αλλαγή φρουράς και την καταστολή της απόπειρας αντεπανάστασης, ο Χάβελ συνέχισε ανοιχτά να επικρίνει την κυβέρνηση και προσωπικά τον πρόεδρο Γκούσταβ Χούσακ. Ως αποτέλεσμα, του απαγορεύτηκε να δημοσιεύει στην Τσεχοσλοβακία, τα έργα του ωστόσο διοχετεύονταν στο εξωτερικό, όπου γνώριζαν την πολιτικά αναμενόμενη αποθέωση.
Το 1977 ήταν ένας από τους ιδρυτές της λεγόμενης “Χάρτας 77′” που θα εξελισσόταν σε βασικό πολιτικό όχημα ανατροπής του σοσιαλισμού τα επόμενα χρόνια. Συνελήρθη τρεις φορές και μετά από συνολικά πέντε χρόνια φυλάκισης, απελευθερώθηκε κατόπιν δυτικών πιέσεων για λόγους υγείας, το 1983.
Στις 16 Γενάρη 1989, κατά την εικοστή επέτειο της αυτοπυρπόλησης του Γιαν Πάλατς, συνελήφθη ως “ταραξίας” στη διάρκεια διαδήλωσης και καταδικάστηκε σε 9 μήνες φυλάκιση. Δεν εξέτισε την ποινή του, του απαγορεύτηκε όμως η αναχώρηση για τη Δυτ. Γερμανία, όπου του απονεμήθηκε ερήμην βραβείο ειρήνης. Πρωτοστάτησε στο “Φόρουμ Πολιτών”, της βασικής πολιτικής δύναμης που υποκίνησε τη λεγόμενη “βελούδινη επανάσταση”. Οι συσχετισμοί στο ίδιο το ΚΚ ευνοούσαν πλέον την παλινόρθωση, με το Χάβελ να εκλέγεται πρόεδρος από την πλειοψηφία των κομμουνιστών, υποτίθεται, βουλευτών στις 29 Δεκέμβρη του 1989. Ως “ακομμάτιστος” πρόεδρος οδήγησε τη χώρα στις πρώτες αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές το 1990, παραμένοντας πρόεδρος ως το 1992. Έχασε την ψηφοφορία για την ανάδειξη προέδρου το 1992, λόγω της θέσης του υπέρ μιας ενιαίας, ομόσπονδης Τσεχοσλοβακίας. Μετά την ειρηνική απόσχιση της Σλοβακίας εξελέγη με μεγάλη πλειοψηφία πρόεδρος της Τσεχικής Δημοκρατίας και παρέμεινε πρόεδρος για 10 χρόνια, ως το 2003, όταν και αποσύρθηκε λόγω συνταγματικού ορίου ηλικίας.
Πιστός υπηρέτης του ευρωατλαντικού προσανατολισμού της χώρας του, διεξήγαγε το μεγαλύτερο μέρος της ενταξιακής διαδικασίας της Τσεχίας που ολοκληρώθηκε το 2004, ενώ ενέταξε τη χώρα του στο ΝΑΤΟ το 1999. Παραιτήθηκε επίσης από τα δικαιώματα της Τσεχίας σε γερμανικές αποζημιώσεις, με συμφωνία που υπέγραψε από κοινού με τον Καγκελάριο Χέλμουτ Κολ το 1997, με αντάλλαγμα τη μη έγερση αξιώσεων αποζημίωσης για τους Σουδήτες που εκδιώχθηκαν ως συνεργάτες των Ναζί μετά τον πόλεμο, κάτι που έφερε έντονη οργή από θύματα του ναζισμού στο άλλοτε προτεκτοράτο της Βοημίας.
Έφυγε από τη ζωή στις 18 Δεκέμβρη 2011 από πάθηση του αναπνευστικού και οι στάχτες του θάφτηκαν στο Κοιμητήριο Βινοχράντι της Πράγας.