Η πτώση της Σαϊγκόν 1975-Η τελευταία πράξη στο θερμότερο επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου
Ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν το πιο αιματηρό επεισόδιο σύγκρουσης ιμπεριαλιστικού και σοσιαλιστικού στρατοπέδου σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, καθώς και μια σύρραξη στην οποία έπεσαν περισσότερες βόμβες απ’ό,τι συνολικά σε όλο το Β’παγκόσμιο πόλεμο.
Η πτώση της Σαϊγκόν (σημερινό Χο Τσι Μινχ), πρωτεύουσας του Νότιου Βιετνάμ στους Βιετκόνγκ και τα στρατεύματα του Βόρειου Βιετνάμ, σηματοδότησε την ένωση των δυο μερών της χώρας και το τέλος ενός πολέμου δυο δεκαετιών (1955-1975), ο οποίος μάλιστα είχε ακολουθήσει τον αντιαποικιακό πόλεμο της Ινδοκίνας (1946-1954), που σήμανε την απόσυρση των Γάλλων από την περιοχή. Η εκκένωση της πόλης από τους Αμερικανούς και τους συμμάχους τους πήρε την κωδική ονομασία “Operation Frequent Wind”. Ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν το πιο αιματηρό επεισόδιο σύγκρουσης ιμπεριαλιστικού και σοσιαλιστικού στρατοπέδου σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, καθώς και μια σύρραξη στην οποία έπεσαν περισσότερες βόμβες απ’ό,τι συνολικά σε όλο το Β’παγκόσμιο πόλεμο. Ο δεύτερος πόλεμος της Ινδοκίνας, όπως επίσης ονομάζεται, ξεκίνησε ως εμφύλιος μεταξύ Βόρειου και Νότιου Βιετνάμ κατά την περίοδο 1955-1964. Στόχος των Βιετναμέζων κομμουνιστών, των Βιετμίνχ του Βορρά, οι οποίοι συγκρότησαν το Εθνικό Μέτωπο Απελευθέρωσης (Βιετκόνγκ) στο Νότιο Βιετνάμ ήταν να ενοποιήσουν τη χώρα ανατρέποντας τη φιλοδυτική και φανατικά αντικομμουνιστική αυταρχική κυβέρνηση του νότου. To καθεστώς του Νοτίου Βιετνάμ μπορούσε να υπολογίζει στη στήριξη των ΗΠΑ, που ήδη από το 1955 άρχισαν να στέλνουν στρατιωτικούς συμβούλους στη χώρα, για να ακολουθήσει η αποστολή εκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτών από τα μέσα της δεκαετία του ΄60 και μετά, ενώ το 1965 ο πρόεδρος Λύντον Τζόνσον διέταξε να αρχίσουν οι βομβαρδισμοί του Βορείου Βιετνάμ.
Στο πλευρό των ΗΠΑ ενεπλάκησαν άλλες έξι χώρες, ανάμεσά τους η Νότια Κορέα και η Αυστραλία, ενώ το Βόρειο Βιετνάμ στήριξαν άμεσα η ΕΣΣΔ και η Κίνα, με άλλες χώρες του σοσιαλιστικού κόσμου όπως η Κούβα ή η Τσεχοσλοβακία να ενισχύουν έμμεσα την πολεμική προσπάθεια των βιετναμέζων κομμουνιστών. Το 1964 οι συγκρούσεις επεκτάθηκαν στο Λάος και το 1970 στην Καμπότζη. Μετά την επιτυχημένη επίθεση των Βιετκόνγκ στο Τετ ο Τζόνσον ανέστειλε ως το Νοέμβρη του 1968 τους βομβαρδισμούς, ενώ ο διάδοχός του Ρίτσαρντ Νίξον, εν μέσω ενός τεράστιου αντιπολεμικού κινήματος που δρούσε για χρόνια στις ΗΠΑ, άρχισε από το 1969 να αποσύρει σταδιακά τα αμερικανικά στρατεύματα από το Νότιο Βιετνάμ, και μετά από νέους βομβαρδισμούς προχώρησε το Γενάρη του 1973 σε ανακωχή με το Βόρειο Βιετνάμ. Ως και την πρωτομαγιά του 1975 ο στρατός του Βορείου Βιετνάμ είχε καταλάβει το σύνολο της χώρας, δίνοντας οριστικό τέλος στο εικοσαετές ματοκύλισμα και αποσπώντας μια τεράστια νίκη έναντι του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.
Οι νεκροί του πολέμου από βιετναμέζικης πλευράς υπολογίζονται ανάμεσα σε 2 και 4 εκατομμύρια, κυρίως αμάχων, ενώ περίπου 60.000 ήταν οι Aμερικανοί στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους στη διάρκεια του πολέμου. Λίγες μέρες πριν την πτώση της Σαϊγκόν, δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί και ντόπιοι υποστηρικτές τους άρχισαν να διαφεύγουν με κάθε τρόπο από την πόλη. Ήδη από τις 28 Απρίλη είχε εκκενωθεί από προσωπικό η αεροπορική βάση Ταν Σον Νουτ, ενώ 7.000 άτομα εκκενώθηκαν από ταράτσες της πόλης μέσω ελικοπτέρων στα πλαίσια της επιχείρησης “Frequent Wind”. Σκηνές αλλοφροσύνης επικράτησαν, με Αμερικανούς στρατιώτες να απωθούν βίαια όσους προσπαθούσαν να επιβιβαστούν μαζί τους στα ελικόπτερα. Τυχερότεροι ήταν όσοι υποστηρικές των Αμερικανών είχαν προλάβει να επιβιβαστούν σε ένα από τα 50 πολεμικά πλοία που είχαν αρχίσει να εκκενώνουν τη χώρα λίγες μέρες πριν την πτώση της πρωτεύουσας.
Μια από τις τραγικότερες σελίδες του πολέμου και τελευταίο έγκλημα των Αμερικανών ιμπεριαλιστών στο Βιετνάμ, ήταν η λεγόμενη Επιχείρηση “Babylift”, δηλαδή εκκένωση 2 ως 3 χιλιάδων παιδιών, επισήμως ορφανών, κάτι το οποίο δεν ήταν αλήθεια για αρκετά από αυτά, και η υιοθέτησή τους κάτω από αδιαφανείς διαδικασίες στις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την ΟΔΓ, την Αυστραλία και τον Καναδά. Μέχρι σήμερα πολλά από τα παιδιά αγνοούν ποιοι ήταν οι γονείς τους, ενώ οι συνέπειες τις επιχείρησης στον ψυχισμό τους υπήρξαν σημαντικές, με αποτέλεσμα αρκετοί στην ενήλικοι ζωή τους να σχηματίσουν ομάδες αυτοβοήθειας ώστε να επεξεργαστούν καλύτερα τις τραυματικές τους εμπειρίες.