Ράινχαρντ Χάιντριχ: Ένας βιολιστής επικεφαλής της Υπηρεσίας Ασφαλείας του Τρίτου Ράιχ
Από μουσικό παιδί-θαύμα, σε ένα από τα στυγνότερα στελέχη της ναζιστικής κατοχής στην Ευρώπη.
Με το επιβλητικό παρουσιαστικό του, ο Ράινχαρντ Χάιντριχ έμοιαζε το αρχέτυπο του Άριου υπερανθρώπου που ονειρεύονταν να καθιερώσουν οι ναζί, ανεξάρτητα από το βαθμό στον οποίο πολλά ηγετικά τους στελέχη ανταποκρίνονταν σε αυτό το πρότυπο. Υπέκυπτε σαν σήμερα το 1942 στα τραύματα της επίθεσης με σφαίρες που είχε δεχθεί λίγες μέρες πριν από Τσέχους αντιστασιακούς, ο μόνος υψηλόβαθμος ναζί που έβρισκε το θάνατο μετά από πολιτική δολοφονία. Γεννήθηκε στις 7 Μάρτη 1904 στην πόλη Χάλε, από πατέρα συνθέτη και τραγουδιστή της όπερας Μπρούνο Χάιντριχ και τη σύζυγό του Ελίζαμπεθ. Από τα πέντε του χρόνια έμαθε να παίζει βιολί, κι αργότερα στο σχολείο για να καταπολεμήσει την ασθενική του κράση, άρχισε να ασχολείται με τον αθλητισμό, μεταξύ άλλων με την ιππασία, την ξιφασκία και την ιστιοπλοΐα.
Σε ηλικία μόλις 16 ετών έγινε μέλος του τοπικό Φράικορπς, όπου ασπάστηκε ακραία εθνικιστικές και αντισημιτικές απόψεις. Μετά την αποφοίτησή του μπήκε στη σχολή του Πολεμικού Ναυτικού και ανελίχθηκε γρήγορα στην ιεραρχία. Στη συνέχεια φοίτησε και στη σχολή Πληροφοριών του Ναυτικού, υπηρετώντας σε μια σειρά πλοία, μεταξύ άλλων και υπό τις διαταγές του Βίλχελμ Κανάρις, που επίσης θα γινόταν προβεβλημένος ναζί αργότερα. Αποστρατεύτηκε όμως νωρίς, το 1931, λόγω της ακύρωσης ενός αρραβώνα, κάτι που θεωρήθηκε αντίθετο στα ήθη της εποχής. Αμέσως μετά ο Χάιντριχ συνδέθηκε με τον Χάινριχ Χίμλερ και μπήκε στα Ες-Ες και το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα. Γίνεται πολύ στενός συνεργάτης του Χίμλερ, ο οποίος του αναθέτει τη δημιουργίας μιας υπηρεσίας πληροφοριών και παρακολούθησης του ναζιστικού κόμματος, της μεταγενέστερης “Υπηρεσίας Ασφαλείας”.
Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, ο Χάιντριχ έγινε μέλος της αντιπροσωπείς της Γερμανίας στη διάσκεψη της Γενεύης για τον αφοπλισμό, απ’όπου αποπέμπεται λόγω της προκλητικής συμπεριφοράς του. Λίγους μήνες αργότερα αναλαμβάνει επικεφαλής της πολιτικής αστυνομίας της Βαυαρίας, όπου εφαρμόζει άγρια πολιτική δίωξης των αντιπάλων του ναζισμού, μέσω αθρόων συλλήψεων και εγκλεισμού στο νεοσύστατο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Τον επόμενο χρόνο αναλαμβάνει το σύνολο της πολιτικής αστυνομίας του Ράιχ, με εξαίρεση την Πρωσία, ενώ σταδιακά γίνεται επικεφαλής ολόκληρου του συστήματος παρακολούθησης και πληροφοριών του NSDAP. Συμμετέχει ενεργά στη “νύχτα των μεγάλων μαχαιριών” για την εκκαθάριση του Ρεμ και των Ταγμάτων Εφόδου, συμμετοχή για την οποία ανταμείβεται με προαγωγή σε ομαδάρχη των Ες-Ες.
Το 1936 γίνεται επικεφαλής της Γκεστάπο, δημιουργώντας ένα από τα πιο εκτεταμένα δίκτυα ελέγχου, καταπίεσης, εκβιασμών και διώξεων της ιστορίας. Ο Χάιντριχ χρησιμοποιεί τις υπερεξουσίες του όχι μόνο κατά αντιστασιακών, αλλά και για τον παραμερισμό προσωπικών του πολιτικών ανταγωνιστών. Μετά την προσάρτηση της Αυστρίας είναι υπεύθυνος για την αποστολή του Άντολφ Άιχμαν στη Βιέννη, όπου επιβλέπει το πρόγραμμα δίωξης κι απέλασης των Εβραίων. Το 1939 γίνεται προϊστάμενος της Κεντρικής Υπηρεσίας Ασφαλείας του Ράιχ και με δική του ευθύνη πραγματοποιείται η επίθεση σε πομπό του Γκλάιβιτς, ως πρόσχημα για την επίθεση στην Πολωνία και την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο ίδιος στη διάρκειά του γίνεται υπεύθυνος των μονάδων των Ες-Ες που διώκουν κι εξοντώνουν την πνευματική ελίτ της Πολωνίας, ενώ παράλληλα οργανώνει τη δημιουργία των εβραϊκών γκέτο, την επάνδρωσή τους με Εβραίους από τη Γερμανία και την Αυστρία και την κατάσχεση των εβραϊκών περιουσιών. Στενή είναι στη διάρκεια αυτού του διαστήματος η συνεργασία του με τον Άιχμαν.
Το Σεπτέμβρη του 1941 ο Χίτλερ προσωπικά τον διατάσσει να να αναλάβει τη διακυβέρνηση του προτεκτοράτου “Βοημίας και Μοραβίας” στην σημερινή Τσεχία. Εκεί εφαρμόζει μια πολιτική σκληρής καταστολής και μαζικών εκτελέσεων κατά της τσεχικής αντίστασης, ενώ παράλληλα προσπαθεί να πάρει κάποια μέτρα ανόδου του βιοτικού επιπέδου ορισμένων στρωμάτων, προκειμένου να κερδίσει συμμάχους. Στις αρχές του 1942 γίνεται ο εμπνευστής της Διάσκεψης του Βάνζεε, κατά την οποία αποφασίζεται ο καλύτερος συντονισμός κράτους και κόμματος για τη συστηματική εξόντωση του εβραϊκού πληθυσμού της Ευρώπης.
Στις 27 Μάη, μια ομάδα αντιστασιακών που πρόσκεινταν στην εξόριστη τσεχοσλοβακική κυβέρνηση στο Λονδίνο, στάλθηκαν στην Πράγα για να δολοφονήσουν το Χάιντριχ, ο οποίος για προπαγανδιστικούς λόγους κυκλοφορούσε χωρίς ένοπλη προστασία στους δρόμους της πόλης. Οι δράστες πυροβολούν το ανοιχτό του αμάξι και πετούν μια χειροβομβίδα, τα θραύσματα της οποίας τραυματίζουν σοβαρά το Χάιντριχ. Τα Ες-Ες καταδίωξαν τους αντιστασιακούς και τους σκότωσαν μέσα σε μια παρακείμενη εκκλησία. Λίγες μέρες μετά, στις 4 Ιούνη 1942, ο Χάιντριχ έχασε τη μάχη για τη ζωή. Ως αντίποινα, τα Ες-Ες με εντολή του Κουρτ Ντάλουγκες αφάνισαν από το χάρτη το χωριό Λίντιτσε λίγες μέρες αργότερα, σε ένα από τα μεγαλύτερα ολοκαυτώματα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Όλοι οι άρρενες κάτοικοι άνω των 15 εκτελέστηκαν, ενώ τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ορισμένα παιδιά, που θεωρούνταν πως ανταποκρίνονταν στα επιθυμητά φυλετικά πρότυπα, μεταφέρθηκαν σε ιδρύματα με στόχο τον “εκγερμανισμό” τους.