Rossana Rossanda: Το κορίτσι του περασμένου αιώνα μας αποχαιρέτησε…
Η Ροσάνα υπήρξε εμβληματική μορφή της ιταλικής αριστεράς. Είτε διαφωνούσε είτε συμφωνούσε κάποιος με τις απόψεις της, σίγουρα δεν άφηνε κανέναν αδιάφορο με την σπινθηροβόλα σκέψη της και τη δριμεία κριτική της ως το τελευταίο ανοιγοκλείσιμο των βλεφάρων της.
Νομίζω θα συμφωνούσε και η ίδια πως οι επικήδειοι δεν ταιριάζουν στους κομμουνιστές. Οι αρχές μας ζουν πέρα από το φθαρτό μας σώμα. Σίγουρα θα βαριόταν να τους διαβάζει και η ίδια όταν κάποιος σύντροφος ή συντρόφισσα έφευγε από την ζωή, οπότε θα μου επιτρέψετε να γράψω για εκείνη σαν να βρίσκεται ακόμα ανάμεσα μας, μιλώντας για το έργο της και την εφημερίδα που ίδρυσε, αγάπησε και αφοσιώθηκε για πολλές δεκαετίες, το “Il Manifesto” και την υπόλοιπη παρέα των συνιδρυτών της.
Γεννημένη το 1924 στην Πόλα της σημερινής Κροατίας από Ιταλούς γονείς, έζησε τα εφηβικά και νεανικά της χρόνια στο Μιλάνο. Σπούδασε Φιλοσοφία, έχοντας ως δάσκαλο και μέντορα της τον φιλόσοφο Αντόνιο Μπάνφι, ο οποίος “την έσπρωξε” προς τον κομμουνισμό. Παντρεύτηκε 2 φορές και δεν απέκτησε παιδιά.
Μαζί με άλλους νέους της γενιάς της έδρασε ενεργά στον αντι-φασιστικό αγώνα και στην αντίσταση εναντίον του ιταλικού εθνικισμού και λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εντάχθηκε στις γραμμές του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Από νεαρή ηλικία ξεχώρισε για την οξυδέρκειά της και την αναπτυγμένη σκέψη της πάνω σε πολιτικά και κοινωνικά θέματα. Υπήρξε σφοδρή υπερασπίστρια των γυναικείων ζητημάτων και μίλησε ανοιχτά για την σεξουαλική απελευθέρωση των γυναικών και το δικαίωμα στην έκτρωση, σε μια Ιταλία όπου ο θεσμός της οικογένειας και ο καθολικισμός είχαν βαθιές ρίζες. Οι προχωρημένες απόψεις της περί της γυναικείας χειραφέτησης συχνά ενοχλούσαν και τους ίδιους αριστερούς και συντρόφους της στο κόμμα.
Εκείνη δεν πτοούνταν με τίποτα. Εξέφραζε την γνώμη της αδιαφορώντας αν θα αποκτήσει εχθρούς ή φίλους. Φίλοι της, ήταν πολλοί διανοούμενοι εντός και εκτός Ιταλίας, όπως ο Ζαν Πωλ Σαρτρ, ο οποίος στήριξε εμπράκτως και με χρηματική βοήθεια το “Σπίτι της Τέχνης” που είχε ιδρύσει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας και το οποίο διεύθυνε η ίδια. Ένα σπίτι που φιλοξένησε τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της διανόησης του 20ου αιώνα. Χάρη στις ικανότητες της, ο Τολιάτι την επέλεξε, στην νεαρή ηλικία των 27 ετών, να αναλάβει τον πολιτιστικό τομέα του κόμματος και εκείνη τα κατάφερε. Το 1963 εκλέγεται βουλευτής του Κόμματος.
Ιδεολογικά βρισκόταν στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος με κύριο εκφραστή της τον Πιέτρο Ινγκράο, ο οποίος ασκεί έντονη κριτική στην Σοβιετική Ένωση και στο Ιταλικό Κόμμα χωρίς να τολμά να έρθει ποτέ σε σοβαρή ρήξη μαζί τους. Κάτι που η Ροσσάνα και μια χούφτα ακόμα συντρόφων της αριστερής πτέρυγας το τολμά.
To 1968 στον απόηχο της σοβιετικής εισβολής στην Τσεχοσλοβακία και της φοιτητικής εξέγερσης στο Παρίσι, η Ροσσάνα γράφει ένα μικρό κείμενο κριτικής ενάντια στη σοβιετική επέμβαση ενώ προσπαθεί με συνεχείς ανταποκρίσεις από την Γαλλία να δώσει στον δυσκίνητο και γραφειοκρατικό Ιταλικό κόμμα να καταλάβει, πως κάτι αλλάζει και ζυμώνεται μέσα στις νεανικές εξεγέρσεις. Κάτι που θεωρούσε ότι τα παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα αρνούνται να δουν, κινδυνεύοντας από επαναστατικά κόμματα να χαρακτηριστούν και να ταυτιστούν και τα ίδια με την παράδοση και τον αναχρονισμό.
Σε αυτό αποδείχτηκε αληθινή. Τα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα δεν καταλαβαίνουν άμεσα τις αλλαγές, αδυνατούν να κάνουν αυτοκριτική και στην συνέχεια εποικοδομητική κριτική στην Σοβιετική Ένωση και οδηγούνται, μερικά χρόνια αργότερα, σε ολοκληρωτική ρήξη μαζί της με σκοπό να διασωθούν εντός των χωρών τους κάνοντας οπορτουνιστικές στροφές προς τον ευρωκομμουνισμό και τη σοσιαλδημοκρατία.
Ένα χρόνο αργότερα μαζί με τους Βαλεντίνο Παρλάτο, Άλντο Νάπολι,Λούτσιο Μάγκρι, Λουίτζι Πιντόρ και Λουτσιάνα Καστελίνα ιδρύουν το περιοδικό “Il Manifesto”, με σκοπό η φωνή της αριστερής πτέρυγας του κόμματος να ακουστεί πιο καθαρά στον λαό. Η επίσημη γραμμή φυσικά και δεν το αφήνει έτσι. Διαγράφει όλη την συντακτική ομάδα.
Ο Άλντο Νάπολι σχολιάζει τότε πως “Δεν μου χρειάζεται ταυτότητα για να ‘μαι κομμουνιστής” και μαζί με τους άλλους συνεχίζει την σύνταξη του περιοδικού το οποίο απελευθερωμένο πλέον από τις κομματικές δεσμεύσεις μπορεί να ασκεί αιχμηρότατη κριτική και να ενώνεται με κινήματα της κομμουνιστικής ευρύτερης αριστεράς. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι πως το Κομμουνιστικό κόμμα, λίγα χρόνια αργότερα με τον Μπερλιγκουέρ στο τιμόνι του, θα προσαράξει στην ξέρα του Ευρωκομμουνισμού και της ευθείας κριτικής στην Σοβιετική Ένωση.
Το 1971, μετατρέπεται από περιοδικό σε καθημερινή εφημερίδα βάζοντας πάνω –πάνω στους τίτλους της το “κομμουνιστική”, πράγμα που εκνευρίζει αρκετούς πρώην συντρόφους τους στην επίσημη εφημερίδα του κόμματος ‘’L’ Unita’’, καθώς γνωρίζουν πως αρκετά μέλη και οπαδοί του Ιταλικού Κόμματος διαβάζουν το Μανιφέστο καθημερινά, παρά την επικριτική του στάση απέναντι στο Κόμμα.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1972, ιδρύουν το πολιτικό κόμμα Μανιφέστο, το οποίο κατεβαίνει στις εκλογές λαμβάνοντας μόνο το 0,8% των ψήφων και το 1973 ενώνεται με το Κόμμα Προλεταριακή Ενότητα για τον Κομμουνισμό μέχρι και τις εκλογές του 1979 με ποσοστό 1,7%.
Και επειδή το κάρμα είναι περίεργο πράγμα στην ζωή, το 1984, το κόμμα Προλεταριακή Ενότητα για τον Κομμουνισμό προσχωρεί στο Ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα και έτσι οι πρώην “αντίπαλοι” βρίσκονται ξανά στο ίδιο μετερίζι.. Ο ιστορικός συμβιβασμός του Μπερλιγκουέρ πήγε περίπατο, όπως και οι διαφωνίες μεταξύ τους.. μέχρι το 1991, όταν ο Οκέτο προσπαθώντας να κρατήσει στην επιφάνεια το κόμμα μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, πρότεινε το όνομα “Δημοκρατικό Ιταλικό Κόμμα”. Η ομάδα του Μανιφέστου αποχώρησε και πάλι και εντάχθηκε στο κόμμα Κομμουνιστική Επανίδρυση.
Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους της ομάδας είχε γίνει πραγματικότητα. Από την δεκαετία του ’60 είχαν νιώσει πως η τυφλή πρόσδεση με το ΚΚΣΕ θα οδηγούσε σε ταύτιση την θεωρία του κομμουνισμού με την πορεία της Σοβιετικής Ένωσης και την δεκαετία του ’90 βρέθηκαν αντιμέτωποι με αυτόν τον φόβο, αφού τα περισσότερα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα εξατμίστηκαν εντός των σοσιαλιστικών κομμάτων ή φυτοζωούσαν εκλογικά.
Τις επόμενες δυο δεκαετίες, το μεγάλο Ιταλικό Κόμμα κατακερματίζεται και καταβαραθρώνεται στις εκλογές. Το κομμουνιστικό κόμμα της Κίνας αλλάζει πορεία ή μάλλον διαστρεβλώνει την θεωρία του κομμουνισμού, ενώ χρησιμοποιεί την εικόνα του Μάο σαν μεγάλου λαϊκού ήρωα απογυμνώνοντάς τον από το ιδεολογικό του φορτίο.
Η ιδρυτική ομάδα του Μανιφέστου, αν και σε μεγάλη σε ηλικία, δεν σταμάτα να γράφει τις επόμενες δυο δεκαετίες για την ανάγκη της ανάστασης της κομμουνιστικής θεωρίας. Ο Βαλεντίνο Παρλάτο, ο οποίος υπήρξε οικονομικός διευθυντής της εφημερίδας επί σειρά ετών, έγραφε για την ανάγκη να διερευνηθούν εκ νέου οι παραγωγικές σχέσεις εντός της κοινωνίας ώστε η αριστερά να μπορέσει να ανακάμψει. Φεύγει από την ζωή το 2017 πικραμένος από την αριστερά, αλλά και από την εφημερίδα που αγάπησε και έσωσε τόσες φορές από την χρεοκοπία, αφού ήρθε σε ρήξη όπως και η Ροσάντα το 2012. Ο Λούτσιο Μάγκρι, επίσης απογοητευμένος από την κατάσταση, έχει αποσυρθεί στην συγγραφή. Το 2009, η σύζυγός του πεθαίνει από καρκίνο και εκείνος την ακολουθεί 2 χρόνια αργότερα με ευθανασία στην Ελβετία, μετά το τέλος της συγγραφής του βιβλίου του “Ράφτης της Ουλμ”. Η Λουτσιάνα Καστελίνα πίστεψε και εκείνη στο “όραμα” του Βαρουφάκη και του Τσίπρα στις ευρωεκλογές το 2014 και κατέβηκε παρά τα 90 της χρόνια με το ΣΥΡΙΖΑ.
Η Ροσάντα αποχωρεί από την εφημερίδα το 2012 και απομακρύνεται από την πολιτική, επιλέγοντας να μιλά μόνο μέσα από τα βιβλία της. Το 2005 είχε κυκλοφορήσει την αυτοβιογραφία της “Το κορίτσι του περασμένου αιώνα” μέσα στο οποίο μοιράστηκε, όπως και ο Μάγκρι λίγα χρόνια αργότερα, τις εμπειρίες της από την δράση της εντός και εκτός του κομμουνιστικού κόμματος.
Η εφημερίδα είναι η μόνη ηχηρή φωνή της κομμουνιστικής αριστεράς στην Ιταλία σήμερα αφού η επίσημη εφημερίδα του κόμματος ‘’L‘ Unita’’ έριξε αυλαία το 2014. Η εφημερίδα παραλίγο να χρεοκοπήσει το 2016, αλλά με την βοήθεια των αναγνωστών της συνεχίζει να εκδίδεται μέχρι σήμερα μετά την επιτυχημένη καμπάνια διάσωσής της το 2017.
Η Ροσάνα Ροσάντα υπήρξε πάντα πιστή στον εαυτό της και στο προσωπικό της όραμα για την κομμουνιστική αριστερά.