Σόνια Ιλίνσκαγια: Στην παιδική βιβλιοθήκη της γειτονιάς
Δεν θα ήταν δίκαιο αν δεν υπογραμμίζαμε τις αναφορές της αείμνηστης Σόνιας Ιλίνσκαγια στο «καλό σχολείο» και στην «παιδική βιβλιοθήκη της γειτονιάς» που δεν αποτελούσαν προνόμιο της γειτονιάς όπου η ίδια μεγάλωσε, αλλά κατάκτηση για κάθε πόλη, χωριό, κάθε περιοχή στην αχανή χώρα του Λένιν.
Λόγω των ημερών, με τις επαναλαμβανόμενες μαζικές κινητοποιήσεις φοιτητών, μαθητών, εκπαιδευτικών και εργαζομένων ενάντια στα σχέδια της κυβέρνησης για ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, είναι επίκαιρα τα όσα είπε – με αφορμή και – για το βιβλίο, μερικά χρόνια πριν, μια μεγάλη μορφή των Γραμμάτων, η Σόνια Ιλίνσκαγια, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή.
Η γνωριμία της διακεκριμένης ερευνήτριας-μελετήτριας της ελληνικής λογοτεχνίας, συγγραφέα, επιμελήτριας και καθηγήτριας της νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, με τον σπουδαίο συγγραφέα σύζυγό της, πολιτικό πρόσφυγα στην ΕΣΣΔ, Μήτσο Αλεξανδρόπουλο, ήταν εκείνη που την ώθησε να σπουδάσει Νεοελληνική και Ρωσική Λογοτεχνία και να αφοσιωθεί στη μελέτη, μετάφραση και κριτική της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Είχε προηγηθεί, χρόνια πριν, μια διαφορετική «συνάντηση» που άνοιξε τον δρόμο στη λαμπρή πορεία της Σόνιας Ιλίνσκαγια: η αγάπη της για το βιβλίο.
Η ίδια έχει μιλήσει με ζεστά λόγια για τη σχέση της με το βιβλίο, το 2013, ως καλεσμένη στο μαθητικό συνέδριο «150 χρόνια Κ. Π. Καβάφης», στο Ζωγράφειο Λύκειο, στην Κωνσταντινούπολη (σημειώνεται ότι η Σόνια Ιλίνσκαγια έχει τιμηθεί διεθνώς για τις φημισμένες καβαφικές μελέτες της).
Παίρνοντας τον λόγο, από το βήμα του συνεδρίου η Σόνια Ιλίνσκαγια επισήμανε ότι «το βιβλίο είναι πολύ μεγάλο κέρδος» για τον άνθρωπο και έκανε μια σχετική, σύντομη αναφορά στα μαθητικά της χρόνια (είχε γεννηθεί στη Μόσχα, το 1938). Στην αναφορά αυτή εκτός από το έντονο προσωπικό στοιχείο αποτυπώνεται και η θέση που κατείχε το βιβλίο, η εκπαίδευση και ευρύτερα η μόρφωση των ανθρώπων στην ΕΣΣΔ και γενικότερα στο σοσιαλιστικό σύστημα:
«Τα παιδικά μου χρόνια ήταν εξαιρετικά δύσκολα, πολύ πολύ πονεμένα. Και με στήριξε, από τη μια πλευρά το σχολείο – καλό σχολείο, κοινό όχι προνομιακό). Ευχαριστώ αυτό το κοινό σχολείο γιατί μου έμαθε καλά γράμματα και μετά πέρασα με ευκολία τις πύλες του πανεπιστημίου Λομονόσοφ της Μόσχας. Δεύτερο, υπήρχε ένα άλλο ευτύχημα: Στη γειτονιά υπήρχε παιδική βιβλιοθήκη. Βρέθηκα στον πυρήνα του αναγνωστικού κοινού της βιβλιοθήκης και έτσι είχα ένα προνόμιο (το μόνο προνόμιο στη ζωή μου, γιατί πατώντας στα ίχνη του Καβάφη δεν δέχομαι κανένα προνόμιο – είναι ένα από τα μαθήματα του Καβάφη: αξιοπρέπεια): Όταν έρχονταν στη βιβλιοθήκη καινούργια βιβλία (…) μου τα δίναν στο σπίτι ένα ένα κι εγώ τα διάβαζα». Στο σημείο αυτό η Σόνια Ιλίνσκαγια «εξομολογείται», με τη γλυκύτητα που τη διακρίνει, ότι επειδή δεν προλάβαινε να διαβάσει σε μια μέρα ένα βιβλίο, το έπαιρνε στο σχολείο και το διάβαζε την ώρα του μαθήματος… κρατώντας το κάτω από το θρανίο, χαρακτηρίζοντας την πράξη της αυτή «παιδαγωγικά απαγορευτική». Και καταλήγει: «Ένιωθα μια υπερβολική αγάπη για το βιβλίο και αυτή με στήριξε, και με βοήθησε πάρα πολύ στη ζωή. Με δίδαξε, μου έδωσε ένα κώδικα τιμής τον οποίο τηρώ απαράλλαχτα».
Ολόκληρη η τοποθέτηση της Σόνιας Ιλίνσκαγια στο συνέδριο για τον Καβάφη:
Χρόνια σκληρά και δύσκολα, σημειώνουμε εμείς, εκείνα τα χρόνια για τους λαούς της Σοβιετικής Ένωσης, όταν έβγαινε νικήτρια από τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, σκοτώνοντας το ναζιστικό κτήνος μέσα στην ίδια τη φωλιά του, πληρώνοντας όμως ταυτόχρονα τεράστιο τίμημα με πάνω από 20 εκατομμύρια νεκρούς και βαριά λαβωμένες την παραγωγή και τις υποδομές της. Και δεν θα ήταν δίκαιο αν δεν υπογραμμίζαμε τις αναφορές της αείμνηστης Σόνιας Ιλίνσκαγια στο «καλό σχολείο» και στην «παιδική βιβλιοθήκη της γειτονιάς» που δεν αποτελούσαν προνόμιο της γειτονιάς όπου η ίδια μεγάλωσε αλλά κατάκτηση για κάθε πόλη, χωριό, κάθε περιοχή στην αχανή χώρα του Λένιν.
Μια χώρα, ένα κοινωνικό σύστημα που με τις όποιες αδυναμίες του, μεταξύ πολλών άλλων επιτευγμάτων, αφού εξαφάνισε την αγραμματοσύνη καθιέρωσε την δημόσια και δωρεάν Εκπαίδευση για όλους, σε όλες τις βαθμίδες, καθώς ο χαρακτήρας του εκπαιδευτικού συστήματος ήταν αποκλειστικά κρατικός.