Τι ήταν ο Δεκέμβρης για την “Αριστερά”; – Σύγκριση των μαρτυριών Φλωράκη, Κύρκου και Φαράκου…
Πώς το ηρωικό ιστορικό φορτίο του Δεκέμβρη, δεκαετίες μετά, ξεγυμνώνει τον οπορτουνισμό και την ιστορική ανάγνωση των γεγονότων.
Μπορεί η διάσπαση του ΚΚΕ με το αναθεωρητικό ρεύμα που απαρνήθηκε τον κομμουνισμό, να έγινε σε δύο μεταγενέστερες ιστορικές φάσεις, το 1968 και το 1989, ωστόσο επεκτάθηκε και στην ανάγνωση του ιστορικού παρελθόντος, με κεντρικό σημείο τα Δεκεμβριανά του ’44, τα οποία οι αναθεωρητές επέμεναν να βλέπουν αναδρομικά ως πεπονόφλουδα που πατήσαμε -κατά την ορολογία και του Ηλιού-, κάτι που έπρεπε να αποφευχθεί -χωρίς να εξηγούν με ποιον τρόπο- και μια χαμένη ευκαιρία για μια ομαλή μετάβαση σε μια αστική δημοκρατία δυτικού τύπου, που δε θα έβρισε τους κομμουνιστές ή το ΕΑΜ στην εξουσία, αλλά θα τους διασφάλιζε συνθήκες παρόμοιες με αυτές που “απολάμβαναν” το ΚΚ Ιταλίας και το ΚΚ Γαλλίας.
Η διαφορά με την οπτική των κομμουνιστών, που επισήμαιναν διαχρονικά τον ηρωικό και αναπόφευκτο χαρακτήρα μιας σύγκρουσης με τους Άγγλους και τους προστατευόμενούς τους, αποτυπώνεται γλαφυρά και στις αναμνήσεις-ιστορήματα των πολιτικών ηγετών των δύο χώρων. Ο Δεκέμβρης, έστω και ως ιστορικό γεγονός, είναι μια καλή ευκαιρία, μέσω των ιστορικών αναγνώσεών του, να διαχωριστεί η ήρα από το στάρι, η επαναστατική ιδεολογία και πράξη από τη ρεφορμιστική λογική μιας φαντασιακής ομαλής μετάβασης χωρίς ταξική πάλη, αλλά αποκλειστικά με συμβιβασμούς και συναίνεση.
Αντιγράφουμε τα σχετικά αποσπάσματα από το ένθετο “Δεκέμβρης 1944 – Η αναπόφευκτη σύγκρουση”, που κυκλοφόρησε την περασμένη Κυριακή με το Documento, και συγκεκριμένα από το κείμενο του Ζήση Ι. Καραβά, με τίτλο “Μπορούσε να αποφευχθεί ο τραγικός Δεκέμβρης του ’44; – οι απόψεις τριών ιστορικών ηγετών της Αριστεράς μέσα από βιβλία και μαρτυρίες τους”.
Είναι χαρακτηριστική η ικανότητα του Κύρκου και του Φαράκου να “φλυαρούν” αποφεύγοντας συστηματικά την ουσία: δηλαδή το ζήτημα αν ο αγγλικός και εν συνεχεία ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός σε συνδυασμό με την εγχώρια αστική τάξη, τους συνεργάτες των κατακτητών κτλ, μπορούσαν να ανεχθούν τη νόμιμη ύπαρξη ενός ισχυρού ΕΑΜ που είχε την πλατιά λαϊκή πλειοψηφία. Όπως επίσης, ποια ομαλή εξέλιξη εξασφάλισε τελικά ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ και η Συμφωνία της Βάρκιζας, που όξυνε την παρακρατική τρομοκρατία εναντίον του ΕΑΜικού κόσμου.
Εξίσου εντυπωσιακή είναι η ευκολία με την οποία αναπαράγουν αναδρομικά ορισμένα από τα αγαπημένα επιχειρήματα της αστικής ιστοριογραφίας -πχ για τα χαρτάκια και την μοιρασιά των μεγάλων δυνάμεων- ξεπέφτοντας ουσιαστικά στο επίπεδο του αντικομμουνισμού. Τα υπόλοιπα μπορεί να τα δει ο αναγνώστης, γιατί τα γραπτά τους μιλάνε καλύτερα από τον καθένα για τους ίδιους και την πολιτική τους θέση.
Ήταν αντίσταση στα σχέδια των ιμπεριαλιστών
Ο Χ. Φλωράκης (20/7/1914-22/5/2005) έγινε μέλος του ΚΚΕ το 1941 σε ηλικία 27 χρόνων. Στα Δεκεμβριανά ήταν 30 χρονών και πήρε μέρος -από τις τάξεις της ΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ- στις μάχες που έγιναν από 5/12/1944 έως 6/1/1945 σε περιοχές όπως Γουδή, Καισαριανή, Αμπελόκηποι, Ψυχικό, Κηφισιά. Αποτιμώντας αργότερα τόσο τον Δεκέμβριο του ’44 όσο και τη Συμφωνία της Βάρκιζας θεωρούσε ότι η σύγκρουση ήταν υποχρεωτική για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και μπορούσε να κερδηθεί, ενώ η Συμφωνία της Βάρκιζας δεν θα έπρεπε να υπογραφεί.
Να τι αναφέρεται σχετικά στο βιβλίο του Χρήστου Θεοχαράτου με τίτλο “Χαρίλαος Φλωράκης και λαϊκό κίνημα” (Αθήνα 2001), που είναι αυτοβιογραφία του “καπετάν Γιώτη”, κατά την αφήγηση του ίδιου: “Όσοι ισχυρίζονται -ανάμεσά τους και κάποιοι δήθεν αριστεροί- ότι ο Δεκέμβρης υπήρξε από τα κορυφαία λάθη του ΕΑΜ (και άρα του ΚΚΕ), ή είναι πλαστογράφοι ή αναπαράγουν την πλαστογράφηση της Ιστορίας. Γιατί τον Δεκέμβρη δεν τον εξαπέλυσε το ΕΑΜ. Το ΕΑΜ τον υπέστη. Και φυσικά αντιστάθηκε… Το θέμα που μπαίνει είναι αν το ΕΑΜ είχε άλλη λύση πέρα από την αντίσταση, αφού οι Άγγλοι του επέβαλαν τον Δεκέμβρη, και αν είχε τη δύναμη να τον ματαιώσει. Εκεί που είχαν φτάσει τα πράγματα, όμως, η μοναδική λύση για να σταματήσουν οι εισβολείς την ένοπλη επίθεση ήταν να σηκώσουν τα χέρια το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ και να αφήσουν τους νέους κατακτητές να συνεργαστούν απερίσπαστοι με τα όργανα των χιτλερικών -δηλαδή τους ταγματασφαλίτες, τους χίτες, τους δωσίλογους και τους κάθε λογής προδότες, κατακάθια και ποινικούς- ώστε να περάσουν αλυσίδες στον ελληνικό λαό. Αυτό όμως ήταν για το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ αδιανόητο. Και αποφάσισαν να αντισταθούν. Δεν ήταν, βέβαια, κάποια επανάσταση. Ήταν αντίσταση στα σχέδια των ιμπεριαλιστών. Αυτό, άλλωστε, φαίνεται και από τα αιτήματα της διαδήλωσης που οργάνωσε το ΕΑΜ στις 3/12/1944. Να αφεθεί ο ελληνικός λαός ελεύθερος να συνεχίσει την ομαλή δημοκρατική πορεία του…
Ασφαλώς άλλη θα ‘ταν η εξέλιξη της Μάχης του Δεκέμβρη αν είχαν παρθεί έγκαιρα ορισμένα μέτρα – αν π.χ. ο ΕΛΑΣ είχε στείλει τις μεγάλες και εμπειροπόλεμες μονάδες του στην Αθήνα. Ίσως τότε οι Εγγλέζοι να μην τολμούσαν να επιτεθούν… Ο συσχετισμός δυνάμεων, αν είχαν μετακινηθεί οι μεγάλες μονάδες στην Αθήνα, ήταν υπέρ του ΕΛΑΣ… Κατά τα Δεκεμβριανά το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ έχασαν μια σοβαρή μάχη. Δεν έχασαν τον πόλεμο. Έχασαν την Αθήνα. Δεν έχασαν την Ελλάδα. Άρα, η Βάρκιζα δεν ήταν υποχρεωτική. Δεν ήταν αναπόφευκτη”.
“Ο Δεκέμβρης ως πολιτική επιλογή ήταν θανάσιμο λάθος”
Ο Λεωνίδας Κύρκος (12/10/1924 – 28/8/2011) έγινε μέλος του ΚΚΕ το 1943 σε ηλικία 19 χρονών. Στα Δεκεμβριανά πήρε μέρος ως ΕΠΟΝίτης και για ένα μικρό διάστημα ΕΛΑΣίτης στο Τάγμα των Εξαρχείων, περιοχή όπου βρισκόταν το σπίτι του. Ιδού η θέση του για τα Δεκεμβριανά, όπως τη γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του “Ανατρεπτικά” (σελ. 119): “Ο Δεκέμβρης ως πολιτική επιλογή ήταν θανάσιμο λάθος… Η ηγεσία του ΚΚΕ έπρεπε να μείνει χωρίς καμιά ταλάντευση στην πάση θυσία εξασφάλιση της προσφυγής στις κάλπες για την ανάδειξη του πρώτου μεταπολεμικού κοινοβουλίου και στη διεξαγωγή αδιάβλητου δημοψηφίσματος για την οριστική κατάργηση της μοναρχίας”.
Επίσης επικρίνει την τότε ηγεσία του ΚΚΕ γιατί δεν έδειξε την απαιτούμενη ελαστικότητα και θεώρησε κεντρικό ζήτημα για ρήξη την απαίτηση των Εγγλέζων και των ντόπιων εκφραστών τους να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ. “Θεώρησε -γράφει για την τότε ηγεσία του ΚΚΕ- πως κεντρικό σημείο, ακόμη και για μια ρήξη με τις άλλες δυνάμεις και με τους Εγγλέζους, ήταν η λύση του στρατιωτικού προβλήματος μετά την Απελευθέρωση. Και μολονότι στην Καζέρτα είχε δεχτεί την ανάθεση της αρχηγίας των ενόπλων δυνάμεων -τακτικού στρατού και ΕΛΑΣ- στον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι, στις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην κρίση του Δεκέμβρη του ’44 δεν έδειξε την απαιτούμενη ελαστικότητα ώστε η λύση του πράγματι σοβαρότατου προβλήματος να μην εμποδίσει την πορεία προς την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών, που έπρεπε να είναι ο σαφέστατος και αμετακίνητος στόχος”. (“Ανατρεπτικά”, σελ 128). Ωστόσο στην ίδια σελίδα (128) των “Ανατρεπτικών” παραδέχεται πως κι αν ακόμη δε γινόταν ο Δεκέμβρης, “οι Εγγλέζοι πάλι θα έκαναν τον παν για να εμποδίσουν την ομαλή πορεία προς τις εκλογές”.
Χαρακτηριστική επίσης είναι η τοποθέτησή του όπως καταγράφεται στο βιβλίο “Μαρτυρίες για τον Εμφύλιο και την ελληνική Αριστερά” του Στέλιου Κούλογλου. Εκεί υποστηρίζει: “Ο Δεκέμβρης ήταν η μεγάλη παγίδα στην οποία μπήκαμε με ενθουσιασμό και για χρόνια ολόκληρα έμεινε ως ο Μεγάλος Δεκέμβρης. Ήταν η πρώτη μεγάλη ήττα που υπέστη το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η Αριστερά γενικότερα. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει το τι ήταν ακριβώς. Ήταν η πρώτη μιας σειράς από τραγικά λάθη που γίνανε χωρίς συνειδητοποίηση ούτε του συσχετισμού των δυνάμεων, ούτε της πολιτικής της άλλης πλευράς, ούτε των δικών μας επιδιώξεων. Τι ακριβώς θέλαμε; Να πετάξουμε τους Άγγλους στη θάλασσα; Αυτό ήταν μια ευχή αλλά από κει κι ύστερα τι θα γινόταν; Μπαίναμε στη σύγκρουση με τους Εγγλέζους χωρίς να σκεφτόμαστε τους όρους με τους οποίους θα διεξαγόταν αυτή η σύγκρουση. Ο πόλεμος στην Ευρώπη δεν είχε τελειώσει, οι Γερμανοί είχαν καθηλώσει τους Συμμάχους σε κάποιες περιοχές όπου γίνονταν ακόμη φονικότατες μάχες.
Φαίνεται ότι τα κλιμάκια της ηγεσίας του ΕΑΜ υπολόγιζαν πως οι Εγγλέζοι, παρά τις απειλές, δε θα έρχονταν, δε θα μπλέκονταν, δε θα έφταναν στο σημείο να τουφεκίσουν τους χτεσινούς Συμμάχους ύστερα από τους ύμνους του Τσόρτσιλ και των υπολοίπων. Ήταν αφελείς αυτοί οι υπολογισμοί της ηγεσίας που δεν έβλεπε ότι σε τέτοιες ώρες εκείνο που κυριαρχεί είναι η αίσθηση των συμφερόντων μιας μεγάλης δύναμης όπως ήταν τότε η Αγγλία, η οποία είχε καίρια συμφέροντα στην Ελλάδα. Και βέβαια δεν είχε γίνει γνωστή, τουλάχιστον στον κόσμο, στους απλούς μαχητές, η περιλάλητη συμφωνία της Μόσχας. Ακόμη έχω ένα μεγάλο ερωτηματικό σχετικά με το αν η ηγεσία του ΚΚΕ, δηλαδή το Πολιτικό Γραφείο, ήξερε ότι υπάρχει μια τέτοια συμφωνία. Μπορούσε να το συναγάγει κανείς και από τα γεγονότα. Ο Τολμπούχιν, ο μέγας στρατάρχης του Κόκκινου Στρατού ‘έγλειψε’ τότε τα σύνορα της Ελλάδας αλλά ούτε ένας Σοβιετικός στρατιώτης δεν πάτησε σε ελληνικό έδαφος. Οι Σοβιετικοί δεν έκαναν τίποτε, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις των τμημάτων του ΕΛΑΣ που τους έλεγαν: ‘Ελάτε, μπείτε μέσα, βοηθήστε μας, εδώ εμείς συνεχίζουμε τον αγώνα, απέναντί μας όμως έχουμε τους καταχτητές και τους κουίσλινγκ’…
Ήταν μια ένδειξη ότι οι Σοβιετικοί δεν έκαναν τίποτε. Μια ένδειξη όμως που δεν την υπολόγιζε κανείς, μπροστά στο κύμα της ελπίδας, ότι οι Σοβιετικοί κατέβηκαν στα σύνορά μας, δεν είναι δυνατόν οι Εγγλέζοι να αποβιβαστούν και να χτυπήσουν. Κι όμως οι Εγγλέζοι αποβιβάστηκαν και χτύπησαν και μάλιστα με τις ευλογίες του Στάλιν. Πέρασε ο Δεκέμβρης του 1944 και η “Πράβδα” δεν έγραψε ούτε λέξη, δεν το ανέφερε καν ως γεγονός. Καμιά αντίδραση δεν υπήρξε από την πλευρά των Σοβιετικών, ήταν τελείως προδιαγεγραμμένη η τύχη της Ελλάδας”.
“Έπρεπε να αποφευχθεί… μπορούσε να αποφευχθεί”
Ο Γρηγόρης Φαράκος (11/1/1923 – 23/3/2007) έγινε μέλος του ΚΚΕ το 1941 σε ηλικία 18 χρόνων. Στα Δεκεμβριανά ήταν 21 χρόνων και πήρε μέρος ως καπετάνιος του ΕΛΑΣίτικου λόχου σπουδαστών “Λόρδος Μπάιρον”, προβάλλοντας αντίσταση στο Πολυτεχνείο όταν τα αγγλικά τανκς γκρέμισαν την πύλη του ιδρύματος. Στα τέλη του Δεκέμβρη τραυματίστηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια μαχών στα Εξάρχεια.
Στο βιβλίο του “Μαρτυρίες και Στοχασμοί” (σελ 61) -το οποίο εκδόθηκε το 1993- ο Φαράκος υπογραμμίζει: “Η χωρίς αντίσταση παράδοση θα αμαύρωνε το έπος της εθνικής αντίστασης… Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν έπρεπε να υπερασπιστούμε την τιμή και την αξιοπρέπειά μας με τα όπλα. Έπρεπε, δε γινόταν αλλιώς”. Ωστόσο μερικά χρόνια αργότερα, σε μια επιστημονική συνάντηση για τα Δεκεμβριανά όπου τέθηκε το ερώτημα “ήταν αναπόφευκτη η σύγκρουση;”, απάντησε: “Καταρχάς έπρεπε να αποφευχθεί… μπορούσε να αποφευχθεί. Μήπως λιγότερες υποχωρήσεις έγιναν αργότερα στη Βάρκιζα και κατοπινά; Και ποιος ο λόγος να υπάρχουν όλες αυτές οι θυσίες; Αν κρίνεις πολιτικά το θέμα, ως τρόπο λειτουργίας της δημοκρατίας, δημιουργίας μιας δημοκρατικής εξουσίας, όπως απαιτούσε η μεταπολεμική Ελλάδα, τότε κατηγορηματικά θα απαντήσεις: ‘Έπρεπε να αποφευχθεί ο Δεκέμβρης και ήταν δυνατόν να αποφευχθεί'”. (“Δεκέμβρης του ’44”, επιμέλεια Γρ. Φαράκος, Εκδόσεις Φιλίστωρ 1996).
Επίσης ο Γρ. Φαράκος είχε αναρωτηθεί ποιος ήταν ο λόγος που είχαμε τόσες θυσίες. Συγκρίνει μάλιστα αυτές τις θυσίες με τις θυσίες των Βαλκανικών Πολέμων, του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Μικρασιατικής Καταστροφής και καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι θυσίες της Κατοχής και του Εμφυλίου ήταν περισσότερες (“Δεκέμβρης του ’44”, σελ 13). Έτσι στα παραπάνω επιχειρήματά του ενάντια στην επιλογή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να πάρουν τα όπλα στα Δεκεμβριανά και στον Εμφύλιο προσθέτει ένα ακόμη: το βαρύ κόστος σε ανθρώπινες ζωές!
Ενδιαφέρον έχει και η αναφορά στο “Μαρτυρίες και στοχασμοί” σχετικά με το ότι στις 33 μέρες των μαχών ούτε μία φορά δε συνήλθαν η ΚΕ ούτε το ΠΓ του ΚΚΕ. Ωστόσο ο ίδιος σε άρθρο του στα “Ιστορικά” της “Ελευθεροτυπίας” (2/12/1999) αναφέρει ότι προς το τέλος των συγκρούσεων, “στις 29 Δεκεμβρίου 1944 (κατ’ άλλους στις 2 Ιανουαρίου 1945) συνήλθε, σε διευρυμένη συνεδρίασή του, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, για να πάρει σύντομα μέτρα ενίσχυσης των μαχόμενων στην Αθήνα τμημάτων”. Από το ίδιο αυτό άρθρο παρατίθεται ακολούθως ένα μεγάλο απόσπασμα με τις απόψεις-ερμηνείες του για τα Δεκεμβριανά και όσα ακολούθησαν: “Για τους ‘νικητές’ της Δεκεμβριανής σύγκρουσης, που πέτυχαν να καταλάβουν την εξουσία και να τη διατηρήσουν επί πολλές δεκαετίες, υπάρχει η πραγματικότητα που έζησε ο τόπος. Αυτή αποδεικνύει ότι ο κύριος σκοπός τους ήταν η ανεξέλεγκτη μονοπώληση της εξουσίας και βασικό τους μέλημα ήταν η κονιορτοποίηση – εξαφάνιση της Αριστεράς από την πολιτική ζωή”.
Μάλιστα “τον Ιούνιο του 1945 δημοσιεύεται υπόμνημα των Σοφούλη, Καφαντάρη, Πλαστήρα, Τσουδερού, Μυλωνά προς τον τότε πρωθυπουργό Βούλγαρη, με το οποίο αναγνωρίζουν τον διωγμό και εκφράζουν την ανησυχία τους. Μιλούν για “χιτλερικές συμμορίες οι οποίες λυμαίνονται τη χώρα με διαπραττόμενα εγκλήματα κατά των ελεύθερων πολιτών, κακοποιήσεις, συλλήψεις, φυλακίσεις, βιασμούς γυναικών, φόνους κλπ. εγκλήματα κηλιδώνοντα τον πολιτισμό μας”. Σε παράρτημα, παραθέτουν ένα “μικρόν πολλοστημόριον των εγκληματικών πράξεων που περιήλθον εις γνώσιν μας”. Δεν αναφέρονται, μάλιστα, μόνο στις παρακρατικές οργανώσεις, αλλά επισημαίνουν ότι “το κράτος δεν είναι αμέτοχο” […] Σήμερα, πια, δεν είναι εύκολο κάποιος να αρνείται αυτή την πραγματικότητα. Μόνο μέχρι τον Μάρτιο 1947, το σύνολο των δολοφονημένων της Αριστεράς έφθασε τους 1.300 (απ’ αυτούς 124 εκτελεσμένοι με αποφάσεις στρατοδικείων). Ο ‘μονόπλευρος εμφύλιος’ που κατήγγειλε η Αριστερά ήταν γεγονός.
Από την άλλη μεριά, είναι αλήθεια ότι ούτε η ηγεσία του ΚΚΕ είχε απαλλαγεί από την τριτοδιεθνιστική αντίληψη για βίαιη κατάληψη της εξουσίας. Άλλωστε, η ίδια η Συμφωνία της Βάρκιζας αμφισβητήθηκε εξαρχής από ένα μέρος των ηγετικών του στελεχών. Ο Θ. Μακρίδης (σ.σ.: στρατιωτικός σύμβουλος του ΕΛΑΣ), στη μυστική του έκθεση σημειώνει: “Όταν ο Άρης (Βελουχιώτης) και ο γράφων έμαθαν τη σύναψιν της Συμφωνίας της Βάρκιζας και τους όρους της… δυσαρέστως εξεπλάγησαν και τούτο εγνώρισαν εις τον σ. Ιωαννίδην”. Και προσθέτει ότι πρότειναν “να αποσυρθή εν εκ των καλύτερων τμημάτων του ΕΛΑΣ συντεταγμένον εις το Γιουγκοσλαβικόν έδαφος, να εκπαιδευθούν εκεί στελέχη στις σύγχρονες μεθόδους πολέμου, ώστε να είναι διαθέσιμοι να δράσωσι όπου-όπως-όταν η καθοδήγησις του ΚΚΕ θα ώριζεν”.
Το ‘χαμένο αρχείο’ του Άρη Βελουχιώτη, που πρόσφατα έδωσα στη δημοσιότητα (σ.σ.: το σχετικό βιβλίο του Γ.Φ. παρουσιάστηκε στις 11/11/1997), αποδεικνύει με αδιαμφισβήτητα τεκμήρια ότι υπό σκέψη και συζήτηση υπήρχε και η “άλλη” γραμμή. Ορθώς η ηγεσία του ΚΚΕ την απέκλεισε τότε. Η ευθύνη της βρίσκεται στον τρόπο που αντιμετώπισε την κίνηση του Άρη, στο χλευασμό, τις ύβρεις εναντίον του Πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ, στην πλήρη εγκατάλειψη και την εξαπάτησή του κατά τη διάρκεια της περιπέτειάς του. Η άγρια εξόντωσή του από τους αντιπάλους ήταν η κατάληξη. Ακόμα μεγαλύτερη όμως είναι η ευθύνη της, γιατί, μόλις μετά λίγους μήνες, προσχωρεί στην εφαρμογή αυτής ακριβώς της “άλλης” γραμμής, που υποτίθεται ότι είχε καταδικάσει. Η ένταση των διωγμών από την αντίπαλη πλευρά φαίνεται να “δικαιώνει” τις υπό την ηγεσία του Ν. Ζαχαριάδη επιλογές της. Ο “φαύλος κύκλος” των αφορμών ή προσχημάτων, που η μια από τις δυο αντιμαχόμενες παρατάξεις έδινε στην άλλη, συνεχίζεται. Και η διολίσθηση προς τον μαζικό, τον συνολικό Εμφύλιο έχει καταστεί γεγονός.
Η μεταδεκεμβριανή κατάσταση επέβαλε την αυτογνωσία σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Αλλά: οι μεν ‘ζαλίζονται’ από την αναπάντεχη ‘νίκη’ τους, που με τα όπλα των Άγγλων εξασφάλισαν. Οι δε αρνούνται να παραδεχθούν την ήττα, άρα και τους συμβιβασμούς που αυτή επιβάλλει. Την αυτοσυνειδησία τους, μόλις και θα προσεγγίσουν μετά μία δεκαετία σχεδόν. Στο μεταξύ, ένας αυτοκαταστροφικός εμφύλιος πόλεμος σαρώνει τη χώρα και τους ανθρώπους της. Οι συνέπειές του, ακόμα και μετά μισόν αιώνα, στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζωή δεν έχουν πλήρως εξαλειφθεί”.
Όσον αφορά τη στάση των Σοβιετικών στα Δεκεμβριανά και τη ρήση του Ιωσήφ Στάλιν “οι Έλληνες έκαναν μια ανοησία” που αναφέρεται στο ημερολόγιο του Βούλγαρου κομμουνιστή ηγέτη Γκεόργκι Δημητρόφ, ο Γρ. Φαράκος είχε δώσει στην εφημερίδα “Το Βήμα” την ακόλουθη εξήγηση: “Ο Στάλιν, είναι φανερό, δεν ήθελε να χρεωθεί την ήττα του ελληνικού κινήματος. Την ώρα που ο Στάλιν έλεγε αυτό στον Δημητρόφ λειτουργούσε ως ο ηγέτης του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και αυτό που τον ενδιέφερε κυρίως προσωπικά ήταν να ξεκαθαρίσει ότι ο ίδιος δεν είχε δώσει καμία εντολή για τη σύγκρουσή του με τους Άγγλους”.
Θεωρώντας τη στάση του Στάλιν και των Σοβιετικών “διφορούμενη από την αρχή ως το τέλος”, ο Φαράκος πρόσθετε: “Από τη μια μεριά ο Στάλιν δεν ήταν διατεθειμένος, στην προοπτική τού να διεκδικήσει έναν πιο αποφασιστικό ρόλο στα ελληνικά πράγματα, να διακινδυνεύσει τα γενικότερα συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης στον ήδη διαμορφωμένο χώρο επιρροής της (Πολωνία κλπ) και από την άλλη μεριά θεωρούσε ότι η ανάπτυξη του κινήματος εναντίον των Άγγλων στην Ελλάδα από το ΚΚΕ και τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς αποτελούσε θετικό στοιχείο για τις ευρύτερες επιδιώξεις στο πλαίσιο της αντιπαράθεσής του με τις δυτικές δυνάμεις. Η Ελλάδα δεν ήταν μεταξύ των πρώτων προτεραιοτήτων της σοβιετικής πολιτικής. Ο Στάλιν παραμένει συνεπής στην αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας των Άγγλων στα ελληνικά πράγματα, γεγονός που σημαίνει ότι δεν επιφυλάσσει κανέναν άλλο ρόλο στο ΕΑΜικό κίνημα παρά μόνο εκείνον του μοχλού πίεσης”.