Το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ για τη Συνθηκολόγηση της Βάρκιζας
Η υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας βαραίνει την ηγεσία του ΚΚΕ. Ανεξάρτητα από τις όποιες διεθνείς παραινέσεις για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, έπρεπε να απορρίψει και την παραμικρή σκέψη για την παράδοση των όπλων και διάλυση του ΕΛΑΣ.
Ένα από τα θέματα που σίγουρα κεντρίζουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη στο νέο δοκίμιο ιστορία τους ΚΚΕ, είναι σαφώς η αποτίμηση της Συμφωνίας της Βάρκιζας. Προφανώς η αποτίμηση αυτή δεν έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά στη βάση αναλύσεων που είναι γνωστές και υπό επεξεργασία εδώ και χρόνια μέσα από τα κομματικά έντυπα. Η αυτοκριτική διάθεση, μακριά από τη λαθολογία, η ανάδειξη του ρόλου του διεθνούς παράγοντα με προεξάρχουσα την ΕΣΣΔ και η προβολή της εναλλακτικής που είχαν ΚΚΕ και ΕΑΜ – ΕΛΑΣ αποτελούν βασικούς άξονες της σημερινής κομματικής θεώρησης, που γλαφυρά και τεκμηριωμένα αποτυπώνεται στο σχετικό κεφάλαιο από τον τόμο Β1 του δοκιμίου, το οποίο και παρατίθεται παρακάτω:
Η δυσμενής έκβαση της μάχης στην Αθήνας και τον Πειραιά και η ανακωχή της 11ης Γενάρη κάθε άλλο παρά σήμαινε και ήττα συνολικά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ διατηρούσαν επιρροή στην πλειοψηφία των λαϊκών μαζών, ενώ ο ΕΛΑΣ συνέχιζε να συσπειρώνει τον κύριο όγκο των δυνάμεών του.
Ο στρατηγός του ΕΛΑΣ Στ. Σαράφης αναφέρει ότι τις παραμονές της Συμφωνίας της Βάρκιζας “άρχισε μια εντατική δουλειά ανασυγκρότησης των μονάδων και τακτοποίησής τους με νέα διάταξη, ώστε στις αρχές του Φλεβάρη ο ΕΛΑΣ ήταν έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει οποιοαδήποτε νέα επίθεση”.
Ήδη από τις 22 Γενάρη, το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ ζητούσε από την Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας λεπτομερείς αναφορές για την κατάσταση των δυνάμεων, τόσο της ίδιας όσο και του εχθρού, “εις Μακεδονία και ιδιαιτέρως περιοχήν Θεσ/νίκης και Καβάλας”.
Όσον αφορά την πρωτεύουσα, στις αρχές Φλεβάρη στάλθηκε πολυάριθμη ομάδα κομματικών στελεχών με επικεφαλής τον Σπ. Καλοδίκη, με σκοπό την ανασυγκρότηση των οργανώσεων του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Έως τα μέσα-τέλη Φλεβάρη είχαν ανασυσταθεί η Επιτροπή Πόλης της ΚΟΑ, όλες οι Αχτιδικές Επιτροπές και τα Γραφεία των περισσότερων ΚΟΒ. Με γοργούς ρυθμούς ακολουθούσε η ανασυγκρότηση των ΕΑΜικών και ΕΠΟΝίτικων οργανώσεων”.
Σχετικά με τη συνέχιση ή μη της ένοπλης σύγκρουσης μετά από την ήττα του ΕΛΑΣ το Δεκέμβρη, ο Π. Ρούσος αναφέρει:
“Τις μέρες της ανακωχής έγιναν στην ηγεσία του αγώνα σκέψεις για ενδεχόμενη συνέχιση του πολέμου κατά των επεμβάσεων. Ο ΕΛΑΣ διατηρούσε ακόμα σημαντικές, τις περισσότερες δυνάμεις ανέπαφες. Στη μάχη της Αθήνας είχαν δοκιμασθεί και χτυπηθεί 3 μεραρχίες 20.000 ανδρών περίπου. Διαθέταμε ακόμα 7 μεραρχίες, δύναμης περίπου 40.000. Ο ΕΛΑΣ μπορούσε να συνεχίσει τον ένοπλο αγώνα του, μάλλον σαν αγώνας τριβής, με την πιθανότητα να πετύχει ευνοϊκούς όρους για το κίνημα. Μα σε κάθε περίπτωση είχαμε ανάγκη από βοήθεια, τουλάχιστον σε πολεμοφόδια. Από πού όμως; Μην ξεχνάμε πως συνεχίζεται η μεγάλη προσπάθεια των Σοβιετικών για τη συντριβή του Χίτλερ και την κατάληψη του Βερολίνου. Ο Χίτλερ μπορεί ακόμα να κάνει ζημιά στους συμμάχους (Αρδέννες). Χρειάζεται η μεγαλύτερη ενότητα των συμμάχων. Και στερέωση των νέων λαϊκών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη.
Για να ‘χει κάποια σαφήνεια και προοπτική σ’ ένα νέο ένοπλο αγώνα που θα αναλάμβανε κατά των Άγγλων, την ώρα που ο παγκόσμιος πόλεμος βάδιζε προς το τέλος του, το Πολιτικό Γραφείο έστειλε ένα τηλεγράφημα προς το Γ. Ντιμιτρόφ για να βολιδοσκοπήσει ξανά τις δυνατότητες που θα υπήρχαν στη νέα διεθνή κατάσταση και ιδιαίτερα στην κατάσταση των Βαλκανίων, που ήταν ακόμα λεπτή”.
Σε συνάντησή του με τον Κοστόβ στη Σόφια, αρχές του 1945, ο Ζέβγος έθεσε ευθέως το ζήτημα της διεθνούς υλικοστρατιωτικής ή έστω πολιτικής στήριξης προς το λαϊκό κίνημα της Ελλάδας για τη συνέχιση του ένοπλου αγώνα. “Αν θα είναι αδύνατο να έχουμε μια τέτοια ηθική υποστήριξη, πρέπει ή να συνθηκολογήσουμε, πράγμα που θα σήμαινε καταστροφή για το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα, ή να αρχίσουμε πάλι τον πόλεμο. Εμείς θα προτιμήσουμε το δεύτερο”. Ωστόσο πρόσθεσε:
“Ο λαός μας κουράστηκε (…) οι άνθρωποι πεινούν. Αυτές οι δυσκολίες έχουν αντανάκλαση στο ηθικό των συμμάχων μας, μικροαστικών ομάδων, που θέλουν να επιτευχθεί ομαλότητα με συμφωνία (…) Ο στρατός μας αριθμεί 50-60.000, το ηθικό του είναι υψηλό, θέλει να συγκρουστεί, όμως δεν έχει εξπλισμό, κυρίως αντιαεροπορικά, πυροβόλα, τανκς και αντιαρματικά πυροβόλα (…) Χρειαζόμαστε αρβύλες -το 1/2 του στρατού μας είναι ξυπόλητοι- ψωμί, ο στρατός μας πεινά”.
Με τη σειρά του ο Κοστόβ απάντησε:
“Πολιτική υποστήριξη μπορεί να έχει η Ελλάδα μόνο από τη Σοβιετική Ένωση. Εμείς θα συνεχίσουμε να εκφράζουμε στον Τύπο τις συμπάθειές μας προς εσάς, όμως μεγάλη βοήθεια δεν μπορούμε να δώσουμε (…) Μεγάλες ελπίδες δεν μπορείτε να έχετε ούτε στη Σοβιετική Ένωση, διότι η διεθνής κατάσταση είναι δυσμενής για σας. Η Γερμανία δεν έχει ακόμη συντριβεί. Είναι ανάγκη να διατηρηθεί η συμμαχία με την Αγγλία. Αν αυτή η συμμαχία καταρρεύσει, η Γερμανία μπορεί να σηκώσει και πάλι κεφάλι. Ακριβώς γι’ αυτό οι Άγγλοι επέλεξαν τη στιγμή αυτή να σας επιτεθούν. Υποθέτω ότι η Σοβιετική Ένωση δε θα μπορούσε να σας δώσει αποφασιστική βοήθεια, όμως, εννοείται, αυτό είναι υπόθεση της ίδιας της Σοβιετικής Ένωσης”
Στις 15 Γενάρη 1945, ο Λεωνίδας Στρίγκος, όντας στη Θεσσαλονίκη, απέστειλε τηλεγράφημα προερχόμενο από τη Σόφια προς το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, που τότε βρισκόταν στα Τρίκαλα.
Ανάμεσα σε άλλα ανέφερε:
“Σας μεταδίδουμε τηλ/μα που στάλθηκε από… στοπ. Αρχίζει στοπ. Ο Παππούς (Ντιμιτρόφ) νομίζει ότι με τη σημερινή διεθνή κατάσταση η ένοπλη ενίσχυση προς τους Έλληνες συντρόφους απ’ έξω γενικά αδύνατη. Βοήθεια από μέρους της Βουλγαρίας ή Γιουγκοσλαβίας, η οποία να τους δέσμευε με το μέρος του ΕΛΑΣ εναντίον ενόπλων αγγλικών δυνάμεων, σήμερα λίγο θα βοηήσει τους ΈΛληνες συντρόφους, ενώ πάρα πολύ θα μπορούσε να βλάψει τη Γιουγκοσλαβία ή τη Βουλγαρία. Όλα αυτά πρέπει να τα υπολογίζουν οι φίλοι μας οι Έλληνες. Έλληνες και ΕΛΑΣ πρέπει να καθορίσουν τα περαιτέρω βήματά τους, ξεκινώντας απ’ αυτή ακριβώς την κατάσταση, όχι ευνοϊκή γι’ αυτούς. Δεν πρέπει τραβήξουν σχοινί. Αλλά να δείξουν εξαιρετική ευλυγισία και ικανότητα χειρισμών για να διατηρήσουν όσο το δυνατόν δυνάμεις τους και να περιμένουν ευνοϊκότερη στιγμή για πραγματοποίηση δημοκρατικού τους προγράμματος. Για Ελληνικό Κόμμα το σπουδαιότερο είναι να μην επιτρέψει να απομοωθεί από μάζες ελληνικού λαού και από δημοκρατικές ομάδες που ανήκουν στο ΕΑΜ. Γιατί ΕΑΜ, ΓΣΕΕ και χωριστές προσωπικότητες ηγέτες δεν απευθύνονται επίσημα στα Συνδικάτα και Εργατικό Κόμμα Αγγλίας, στις αμερικανικές μαζικές οργανώσεις και Συνδικάτα και κοινή γνώμη εξωτερικού για να διαφωτίσουν για σκοπούς και χαρακτήρα πάλης τους, για να ξεσκεπάσουν ελληνική αντιδραστική κλίκα και τους καλέσουν ενίσχυσή τους; Αυτό θα ‘πρεπε να κάνουν με όλους τους δυνατούς τρόπους και μέσα ακατάπαυστα στοπ. Πρωτότυπο στείλαμε με σύνδεσμο στοπ”.
(Κατά το Χατζή, το παραπάνω τηλεγράφημα είχε σταλεί με ημερομηνία 19 Δεκέμβρη 1944 και το είχε παραλάβει στη Μακεδονία ο Λ. Στρίγκος στις 20 Δεκέμβρη. Όμως, από λάθος στον κώδικα, ήταν αδύνατη η αποκρυπτογράφησή του, οπότε ο Στρίγκος ζήτησε επανάληψη. Το νέο τηλεγράφημα, αφού αποκρυπτογραφήθηκε, στάλθηκε στο ΠΓ με ημερομηνία 15 Γενάρη 1945, όπως προαναφέρεται. Δεν είναι γνωστό αν το δεύτερο τηλεγράφημα ήταν επανάληψη του πρώτου ή αν είχε τροποποιηθεί, με δεδομένο ότι η κατάσταση το Γενάρη είχε αλλάξει δραματικά για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το τηλεγράφημα παραθέτει και ο Ιορντάν Μπάεφ, ο οποίος αναφέρει ότι είχε ημερομηνία 12 Γενάρη και έφτασε στο ΠΓ στις 15 Γενάρη).
Είχε προηγηθεί συνομιλία του Ντιμιτρόφ με το Στάλιν, στις 10 Γενάρη 1945. Σύμφωνα με το Ντιμιτρόφ, ο Στάλιν του είπε:
“Συμβούλεψα την Ελλάδα να μην αρχίσουν αυτόν τον αγώνα. Τα μέλη του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να βγουν από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Καταπιάστηκαν με μια δουλειά για την οποία δεν αρκούν οι δύναμεις τους. Φαίνεται υπολόγιζαν ότι ο Κόκκινος Στρατός θα κατέβαινε ως το Αιγαίο”. Αυτό δεν μπορούμμε να το κάνουμε. Δεν μπορούμε να στείλουμε και στην Ελλάδα δικά μας στρατεύματα. Οι Έλληνες έκαναν βλακεία”.
Το παραπάνω τηλεγράφημα της 15ης Γενάρη αναμφίβολα άσκησε επίδραση στην πολιτική του ΚΚΕ.
Κατά το Θ. Χατζή, στο ΠΓ και στην ΚΕ διεξαγόταν διαπάλη. Οι Σιάντος και Ζέβγος, στηριζόμενοι και στις απόψεις του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, υποστήριζαν τη συνέχιση του αγώνα εναντίον της Αγγλίας, ενώ η πλειοψηφία του ΠΓ ήταν υπέρ της εξεύρεσης συμβιβαστικής λύσης. Ο Σιάντος τελικά υποχώρησε, ενώ ο έβγος παρέμεινε αμετακίνητος.
Στις 2 Φλεβάρη 1045 ξεκίνησαν στη Βάρκιζα διαβουλεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων του ΕΑΜ και της κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα που στις 12 του μήνα κατέληξαν σε συμφωνία. Η Συμφωνία της Βάρκιζας προέβλεπε την αποστράτευση και τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Ακόμα: τη διασφάλιση των πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών, την άρση του στρατιωτικού νόμου, την άμεση απελευθέρωση των συλληφθέντων ΕΑΜιτών, με το άρθρο 3 την αμνήστευση των “πολιτικών αδικημάτων” που διαπράχτηκαν κατά τις μάχες του Δεκέμβρη (εξαιρούνταν τα “κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας”, καθώς και όσοι δεν παρέδιδαν τα όπλα έως την προκαθορισμένη ημερομηνία της 15ης Μάρτη), την απελευθέρωση των ομήρων του ΕΛΑΣ (όσοι κατηγορούντα ως δωσίλογοι θα παραδίδονταν στη Δικαιοσύνη για να δικαστούν), τη συγκρότηση εθνικού στρατού, την εκκαθάριση των κρατικών υπαλλήλων και των σωμάτων ασφαλείας από δωσιλογικά στοιχεία και, τέλος, τη διενέργεια το “ταχύτερο δυνατόν” ελεύθερων και γνήσιων εκλογών και δημοψηφίσματος για το πολιτειακό.
Μιλώντας στην ΚΕ του ΚΚΕ στις 14 Φλεβάρη 1945, όπου συζητήθηκε η Συμφωνία, ο Γ. Ιωαννίδης τόνισε μεταξύ άλλων:
“Η γραμμή του Πολιτικού Γραφείου ήταν να συνάψουμε κάθε είδους σμυωνία, εκτός από μια τέτοια συμφωνία που δε θα μας άφηνε κανένα ίχνος ελεύθερου πολιτικούβίου ή θα απαιτούσε να παραδοθούμε χωρίς όρους. Ήταν απαραίτητο να συνάψουμε τη συμφωνία. Η συμφωνία συνάφθηκε στις βάσεις που προβλέψαμε. Η αλήθεια είναι ότι ορισμένα σημεία της συμφωνία θα μπορούσαν να αποσαφηνιστούν περισσότερο, αλλά αυτό δεν είναι η ουσία του όλου ζητήματος (…) Η σημερινή συμφωνία είναι αποτέλεσμα της διεθνούς κατάστασης της Ελλάδας (…) Δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Διεξάγουμε πόλεμο. Θα κερδίσουμε, αν θέσουμε σωστά αυτό το πράγμα. Είχαμε και έχουμε σωστή πολιτική, αλλά οι σημερινές συνθήκες δε μας επιτρέπουν να την εφαρμόσουμε. Αν αύριο οι συνθήκες αλλάξουν, θα νικήσουμε. Οι εσωτερικές αντιφάσεις της μπουρζουαζίας μας θα οξυνθούν περισσότερο και πρέπει να τις εκμεταλλευτούμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Μπροστά στο Κόμμα τίθενται σήμερα τα ακόλουθα καθήκοντα:
1.Να υποστηρίζουμε το συμμαχικό μέτωπο (τη συμφωνία) και να το επεκτείνουμε. Να δημιουργήσουμε πλατύ μέτωπο των δημοκρατικών δυνάμεων. Να συσπειρώσουμε στο μέτωπο αυτό όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις, που δεν είναι φασιστικές, ακόμα και τον ίδιο τον Πλαστήρα. Θα οργανώσουμε γρήγορα το συνέδριο του ΕΑΜ.
2. Πρέπει να στρέψουμε την προσοχή στο Κόμμα μας. Πρέπει να ενσιχύσουμε και να εξασφαλίσουμε τη δράση του κάτω από κάθε όρους. Το Πολιτικό Γραφείο πρέπει να μελετήσει το οργανωτικό ζήτημα και να βρει τις μεθόδους για την ποιοτική βελτίωση του Κόμματος.
3. Πρέπει να οργανώσουμε διαφωτιστική και προπαγανδιστική δραστηριότητα του Κόμματος στις τάξεις των κομματικών μελών και στο λαό (…)
Για το ζήτημα των Άγγλων: δεν πρέπει να ξεχνάμε το ζήτημα της ανεξαρτησίας της χώρας. Κάθε φορά που τίθεται το ζήτημα από τη σκοπιά αυτή, πρέπει να υπογραμμίζουμε ότι η αγγλική επέμβαση δεν εξυπηρετεί την ομαλή πολιτική ανάπτυξη της χώρας”.
Την ίδια μέρα συνεδρίασε και η ΚΕ του ΕΑΜ, η οποία ενέκρινε ομόφωνα τη Συμφωνία.
Στις 15 Φλεβάρη η ΚΕ του ΕΛΑΣ εξέδωσε προκήρυξη για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ. «Η συμφωνία της 12ης Φλεβάρη», τόνιζε η προκήρυξη απευθυνόμενη στους μαχητές του ΕΛΑΣ, «τερματίζει τον ένοπλο αγώνα σας. Τώρα ήλθε η ώρα να καταθέσετε με τιμή τα δοξασμένα όπλα σας. Όμως το έργο σας δεν ολοκληρώθηκε. Ο δεύτερος μεγάλος σκοπός του αγώνα μας, η κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας και η δημιουργία των προϋποθέσεων εκείνων που δεν εξασφαλίζουν την ανεμπόδιστη δημοκρατική εξέλιξη του τόπου, περιμένει την πραγματοποίησή του».
Την ίδια μέρα εκδόθηκε και η σχετική Ημερήσια Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ.
Όπως αναφέρει ο Στ. Σαράφης, ο Άρης Βελουχιώτης, αρνήθηκε αρχικά να υπογράψει τη διαταγή. Τότε ο Σαράφης του είπε ότι, αν δεν την υπογράψει αυτός, δε θα την υπέγραφε ούτε και ο ίδιος, ζητώντας του να αποταθεί στο Κόμμα. Τελικά, ο Βελουχιώτης συνυπέγραψε τη διαταγή.
Τα άμεσα καθήκοντα των ΚΟ του ΚΚΕ τέθηκαν τηλεγραφικά στις 15 Φλεβάρη ως εξής:
«Σ’ όλα τα μέλη μας, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ αναλυθεί συμφωνία και λόγοι που επέβαλαν υπογραφή της στοπ. Βασικές κατευθύνσεις στοπ. Πάλη για δημοκρατικές ελευθερίες και εξέλιξη Χώρας στοπ. Διατήρησε ενότητας συμμαχικά αγώνα γραμμές ΕΑΜ και δημιουργία πλατιού πανδημοκρατικού μετώπου στοπ. Διαφώτιση Κόμματος και λαού σημερινές συνθήκες πρώτιστο καθήκον στοπ. Οργανωτικά προβλήματα αποκτούν σήμερα αποφασιστική σημασία στοπ. Ανάγκη εξασφαλιστεί λειτουργία και προφύλαξη οργανώσεων και τεχνικού μηχανισμού στοπ. Πάρουμε μέτρα σ’ επιστράτευση οργανώνοντας εθνοφυλακή, κομμ. Δυνάμεις κατά υπόδειγμα παλιού ΑΜΙ στοπ. Βασική προϋπόθεση πραγματοποίησης καθηκόντων μας είναι η σύνδεσή μας με τις μάζες στοπ. Συγκεκριμένες πράξεις τρομοκρατίας κυβέρνησης Πλαστήρα πρέπει να ξεσκεπάζονται καθημερινά από οργανώσεις στοπ. Χαρακτηρισμός κυβέρνησης Πλαστήρα φασιστικής σήμερα όχι ορθός στοπ. Οργανώσεις μας με προσωπική ευθύνη γραμματέων περιοχής και σε συνεργασία καπεταναίους διαφυλάξουν σημαντικό μέρος οπλισμού στοπ. Επίσης διαφυλάξουν τρόφιμα και άλλη περιουσία ΕΛΑΣ λ/σμο Πολ. Γραφείου στοπ. Πρέπει γίνουν συνελεύσεις ανταρτών όπου εξηγηθεί γιατί διαλύθηκε ΕΛΑΣ και καθήκοντα ΕΛΑΣιτών με γυρισμό τους πόλεις και χωριά στοπ. Εξηγηθεί ΕΛΑΣίτες ότι θα δημιουργήσουμε συλλόγους αγωνιστών εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου 1941 – 1944 όπου θα μπούνε όλοι ΕΛΑΣίτες φαντάροι αξιωματικοί.
Στις 18 Φλεβάρη η καθοδήγηση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ επέστρεψε στην Αθήνα. Στα Τρίκαλα παρέμειν η ΚΕ του ΕΛΑΣ για την τήρης των στρατιωτικών όρων της Συμφωνίας. Στις 20 Φλεβάρη κατέφτασε εκεί και βρετανική αντιπροσωπία. Ο Ριζοσπάστης, που ως τότε εκδιδόταν στα Τρίκαλα, άρχισε να τυπώνεται και πάλι στην πρωτεύουσα στις 20 Φλεβάρη (από τις 3-18 Φλεβάρη κυκλοφορούσε τοπική έκδοση Αθήνας του Ριζοσπάστη).
Η συγκέντρωση των όπλων του ΕΛΑΣ πραγματοποιήθηκε σε 32 πόλεις, όπου ο ΕΛΑΣ παρέδωσε περισσότερα όπλα απ’ όσα είχε δεσμευτεί: «Από τα 42.500 όπλα που είχε αναληφθή υποχρέωσε παραδίνονται 49.200». Υπήρχαν και άλλα όπλα, τα οποία έκρυψε ο ΕΛΑΣ σε διάφορες τοποθεσίες ανά την Ελλάδα, σύμφωνα και με τις παραπάνω οδηγίες προς τις ΚΟ του κόμματος.
Στις 28 Φλεβάρη 1945, ο ΕΛΑΣ αποστρατεύτηκε.
Πέντε χρόνια αργότερα, κατά την ομιλία του στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το Μάη του 1950, ο Δ. Παρτσαλίδης αναφέρθηκε στην 3η σύσκεψη που είχε γίνει στη Μόσχα το Γενάρη του 1950 ανάμεσα στις ηγεσίες του ΚΚΣΕ (Στάλιν, Μολότοφ, Μαλένκοφ, Σουσλόφ) του ΚΚ Αλβανίας (Χότζα, Σέχου) και του ΚΚΕ (Ζαχαριάδης, Παρτσαλίδης). Σε αυτή τη σύσκεψη συζητήθηκε και η Συμφωνία της Βάρκιζας. Γι’ αυτό το θέμα ο Δ. Παρτσαλίδης ανέφερε:
«Η συφωνία της Βάρκιζας. Ο σ. Στάλιν είπε: «Είτανε λάθος, δεν έπρεπε να παραδώσετε τα όπλα.» Όταν ο σ. Ζαχαριάδης ανέφερε πως δεν παραδώσαμε όλα τα όπλα και ‘γω ότι πολεμήσαμε στην Αθήνα και ότι είχαμε και την υπόδειξη του σ. Ντιμιτρόφ για συμφωνία, ο σ. Στάλιν απάντησε: «Έπρεπε να πολεμήσετε έξω από την Αθήνα. Ο σ. Ντιμιτρόφ δεν είναι ΚΕ του Μπολσεβίκικου Κόμματος»
Η τοποθέτηση του Στάλιν το 1950, ότι το ΚΚΕ έπρεπε αν μην παραδώσει τα όπλα και να συνεχίσει τον ένοπλο αγώνα έξω από την Αττική, ήταν απόλυτα σωστή, αλλά δεν υπάρχει αρχειακό εύρημα για ανάλογη τοποθέτηση το 1945. Και αυτό το ζήτημα υπάγεται σε εκείνα που παραμένουν σχετικά ανοιχτά στην παραπέρα μελέτη τους, σε συνδυασμό με πρόσβαση στο σχετικό αρχειακό υλικό.
Η υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας βαραίνει την ηγεσία του ΚΚΕ. Ανεξάρτητα από τις όποιες διεθνείς παραινέσεις για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, έπρεπε να απορρίψει και την παραμικρή σκέψη για την παράδοση των όπλων και διάλυση του ΕΛΑΣ. Έπρεπε το κόμμα να ανασυνταχτεί και ο ΕΛΑΣ να συνέχιζε τον αγώνα έξω από την Αθήνα. Αυτή η στάση ήταν η μοναδική που θα βοηθούσε και το ΔΚΚ και πρωταρχικά τη Σοβιετική Ένωση. Η απαράδεκτη υποχώρηση, όντας σε βάρος του ΕΑΜικού κινήματος και γενικά του λαού, απέβαινε σε βάρος και του ΔΚΚ.
Οι παράγοντες που οδήγησαν στην υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, πέρα από την υποτίμηση της δύναμης του λαϊκού κινήματος και την υπερτίμηση του αντιπάλου, ήταν πρωταρχικά: Η εμμονή στον κοινοβουλευτικό στόχο της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης», σε συνάρτηση και με την πίεση που ασκούσαν στο ΚΚΕ οι σύμμαχοί του στο ΕΑΜ να υπογραφεί συμφωνία. Η υποχώρηση στην πίεση ήταν απόρροια της οπορτουνιστικής άποψης ότι σε αντίθετη περίπτωση το ΕΑΜ θα διαλυόταν και το ΚΚΕ θα οδηγούνταν στην απομόνωση.