«Υπόσχομαι να δοξάσω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ…» – Ο Άρης Βελουχιώτης ορκίζει τους πρώτους αντάρτες του ΕΛΑΣ
Σαν σήμερα, στις 21 του Μάη 1942, ο Άρης Βελουχιώτης ορκίζει τους πρώτους μαχητές του ΕΛΑΣ, στη Σπερχειάδα της Φθιώτιδας.
Σαν σήμερα, στις 21 του Μάη 1942, ο Άρης Βελουχιώτης ορκίζει τους πρώτους μαχητές του ΕΛΑΣ, στη Σπερχειάδα της Φθιώτιδας. Αυτός είναι ο όρκος της πρώτης αντάρτικης ομάδας στη Ρούμελη, που τον έγραψε ο ίδιος ο Άρης:
«Εγώ παιδί του ελληνικού λαού, ορκίζομαι να αγωνιστώ πιστά από τις τάξεις του ΕΛΑΣ, χύνοντας και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου, σαν γνήσιος πατριώτης για το διώξιμο του εχθρού από τον τόπο μας, για τις ελευθερίες του λαού μας, κι ακόμα να είμαι πιστός και άγρυπνος φρουρός προστασίας στην περιουσία και το βιος του αγρότη. Δέχομαι προκαταβολικά την ποινή του θανάτου αν ατιμάσω την ιδιότητά μου ως πολεμιστής του Εθνους και του λαού και υπόσχομαι να δοξάσω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ και να μην το παραδώσω αν δεν ξεσκλαβωθεί η Πατρίδα μου και δε γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του.»
Ο αντιστασιακός Γιώργος Φράγκος ήταν απ’ τους πρωτεργάτες του αντάρτικου και της εδραίωσης του ΕAM στη Λαμία και στο νομό Φθιώτιδας, μαζί με τον Γιώργη Γιαταγάνα και τον Άρη Βελουχιώτη και για χρόνια στέλεχος του ΚΚΕ. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε, αλλά μέχρι το τέλος της ζωής του έμεινε πιστός στις αρχές και στα ιδανικά του ΚΚΕ.
Στο περιοδικό της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ «Εθνική Αντίσταση» δημοσιεύτηκαν αποκλειστικά, σε δυο συνέχειες, στα τεύχη 172 και 173 (αυτό που κυκλοφορεί τώρα), οι πολυσέλιδες πολύ ενδιαφέρουσες αναμνήσεις του. Με γλαφυρό τρόπο περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης, καθώς και τις δυσκολίες και τις κακουχίες που ζούσαν οι ηρωικοί κομμουνιστές προκειμένου να αναπτυχθεί και στεριώσει η ΕΑΜική Αντίσταση. Πολύ σημαντική είναι επίσης και η περιγραφή άγνωστων πτυχών του χαρακτήρα των πρωταγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης, όπως του Άρη Βελουχιώτη, του Γιώργη Γιαταγάνα, κ.ά.
Από τις αναμνήσεις του Γιώργου Φράγκου μεταφέρουμε αποσπάσματα στα οποία ο αγωνιστής αναφέρεται στη συγκρότηση της πρώτης αντάρτικης ομάδας στη Σπερχειάδα και στη δράση της:
(…)Φτάσαμε σ’ ένα χαμηλό σπιτάκι που στην πόρτα στέκονταν οι νοικοκύρης ο Μήτσος Μερεσιώτης, παλιός σύντροφος καπνεργάτης. Με τράβηξε μέσα και αμπάρωσε την πόρτα. Μέσα ήταν 15 περίπου στελέχη των οργανώσεων Φθιώτιδας, Φωκίδας και Ευρυτανίας, ο Άρης και ο Γιαταγάνας. Είχανε κάνει προμήθεια από ψωμί, ελιές και τσιγάρα.
Την συνδιάσκεψη την άνοιξε ο σ. Γιαταγάνας αναπτύσσοντας το σκοπό της. Δεύτερος μίλησα εγώ για την ανάπτυξη της οργανωτικής δουλειάς του Κόμματος, καθώς και του ΕΑΜ και τρίτος ο σ. Κλάρας (Άρης) με το θέμα πολιτικοστρατιωτική κατάσταση και οργάνωση του αντάρτικου κινήματος. Μίλησαν όλοι οι σύντροφοι και πάρθηκαν αποφάσεις με καθήκοντα. Η κάθε οργάνωση να βγάλει τους συντρόφους που θα ’παιρναν μέρος στο αντάρτικο, εξεύρεση οπλισμού και δραστηριοποίηση των οργανώσεων για τη βοήθεια της πρώτης αντάρτικης ομάδας, τόσο επισιτιστικά όσο και να κρατιέται ταχτική σύνδεση μαζί της. Ο χώρος του ξεκινήματος που είχε καθοριστεί από τον Άρη, ήταν η Σπερχειάδα. Παράλληλα πήρα την εντολή εκτός της Επαρχίας Δομοκού να περάσω και στην Δυτική Φθιώτιδα μια και από κει θα ξεκινούσε η ομάδα.
Έτσι τέλειωσε η πρώτη συνδιάσκεψη και ένας – ένας φεύγαμε από το ιστορικό αυτό σπίτι. Τα θεμέλια για τον αντάρτικο αγώνα τα βάλαμε και ο σ. Άρης αναλάμβανε την αρχηγεία με τις ευχές όλων μας.
(…)Η Ομάδα ξεκινά
Η πρώτη οργανωμένη αντάρτικη ομάδα με τον Άρη επικεφαλής ξεκινά από την Σπερχειάδα για την Οξυά. Ο αριθμός της δεν είναι μεγάλος και την αποτελούσαν εκτός από τον Άρη ο Νίκος Λέβας και ο αδελφός του από την Ομβριακή, ο Ξενοτρούλιας Βασίλης, ο Μαστροκώστας, ο λεγόμενος Θάνος, απ’ τη Σπερχειάδα, ο Προβιάς από τον Άγιο Γεώργιο και 5-6 άλλοι από τη Δυτική Φθιώτιδα. Όλων μας η σκέψη και η φαντασία μας έτρεχε κοντά τους εκεί ψηλά στα βουνά.
Θ’ αντέξουν, θα κρατηθούν από την κούραση τις κακουχίες και την πείνα;
Έφτασα στο Πλατύστομο, τράβηξα για τον Αλευρόμυλο του Πλατιά. Ο αδελφός του ήτανε γραμματέας της οργάνωσης. Έμεινα δυο μέρες, συνεδριάσαμε και καλέσαμε από την Μακρακώμη τον Γιάννη Λιάσκα. Ταχτοποιήσαμε το οργανωτικό πρόβλημα των τομέων. Η Μακρακώμη με το Πλατύστομο, τη Γιαννιτσού, Μάκριση, Αρχάνι και Τσούκα ένας Τομέας. Από τη Λιάσκα πληροφορήθηκα ότι η ομάδα ξεκίνησε και ανέβηκε για τον Πύργο.
Στο χωριό είχε έλθει από τη Λαμία ο Στεφανής που είχε το καφενεδάκι στη Λαμία που βλεπόμασταν με τον Γιαταγάνα. Με τις συλλήψεις που κάνανε οι Ιταλοί έφυγε με την οικογένειά του γιατί κάτι μυρίστηκαν για το ρόλο που έπαιζε. Πήγα σπίτι του και αμέσως με έφερε σε επαφή με τον γραμματέα της οργάνωσης, τον Κώστα Ζάχο, έναν εξαίρετο αγωνιστή που στο δεύτερο αντάρτικο σκοτώθηκε. Συνεδριάσαμε την οργάνωση και βάλαμε όλα τα θέματα του αγώνα. Ορίσαμε ότι ο Πύργος θα γίνει η βάση του τομέα με τα γύρω χωριά.
Το βράδυ ακούσαμε βόμβο αεροπλάνου που στριφογύριζε πάνω στα βουνά. Ήμασταν όλο αγωνία νάναι συμμαχικό θα κάνει ρίψεις, ας ελπίσουμε νάναι έτσι, και νάχει επιτυχία.
Εδώ έμαθα ότι στον Άγιο Γεώργιο είναι ο τηλεγραφητής, Μάκρας Δημ.. παλιός σύντροφος και γνώριμος. Την άλλη μέρα βρέθηκα στον Άγιο Γεώργιο και τράβηξα ευθεία για το τηλεγραφείο. Μιλήσαμε αρκετή ώρα για την οργάνωση. Του ανέθεσα υπεύθυνα για τη δημιουργία τομέα και προπαντός το πρόβλημα της οργάνωσης του ΕΑΜ. Με στεναχώρησε όμως η είδηση που μου είπε ότι ο Προβιάς που καταγόταν από κει δραπέτευσε από την ομάδα. Δεν έμεινα άλλο και έφυγα αμέσως για το Καρπενήσι. Η είδηση αυτή ήτανε μια μεγάλη απογοήτευση για μένα. Τι άραγε δεν πήγε καλά στην ομάδα; Με τη σκέψη και την αγωνία έφτασα και πήγα στο καφενεδάκι που είχαν συστηθεί να δω τον σ. Καπλάνη. Με βόλεψε σ’ ένα δωματιάκι ενός σπιτιού και ανέλαβε να ειδοποιήσει τον δημοσιογράφο σ. Μπακόλα γραμματέα της οργάνωσης.
Το βράδυ κάναμε μια σύσκεψη οι τρεις μας και πήρα μια έκθεση της όλης δουλειάς που κάναμε. Επίσης ότι ετοιμάζονταν να βγει μια δεύτερη ομάδα που θα παίρνε μέρος και ο σ. Καπλάνης και ότι στη Λάσπη είχαν 4-5 παιδιά έτοιμα.
Την άλλη μέρα έφθασε σημείωμα από τον Άρη πως η ομάδα του βρισκόταν πάνω από το χωριό Λάσπη, μέσα στα έλατα και καλούσε, δεν ξέρω πώς τόμαθε, να κατέβω να τον συναντήσω και πως θα με περίμενε στο γεφυράκι της δημοσιάς σε μια παράγκα που θα με παραλάμβανε κάποιος.
Το πρωί ξεκίνησα και σαν έφτασα συνάντησα τον σ. Κώστα Τσάμη. Μούδειξε με το χέρι το μέρος που θα έβρισκα την ομάδα πάνω από το Μύλο. Ανέβηκα την ανηφοριά και κάτω από πανύψηλα έλατα ήταν ξαπλωμένοι οι αντάρτες, (όλοι-όλοι, μαζί με τον Άρη πέντε), ο Λέβας, ο Νίκος με τον αδελφό του, ο Θάνος και ο Ξενοτρούλιας.
Ο Άρης παράμερα μου ’κανε νεύμα να τον πλησιάσω. Εκτός από τα δικά τους τουφέκια που είχανε, κουβαλούσαν άλλα τόσα μ’ ένα σάκο χειροβομβίδες. Κατάλαβα αμέσως πως όπως ο Προβιάς έφυγε, έτσι και με τους άλλους έγινε που λείπανε από την ομάδα. Με πήρε ο Άρης παραπέρα και καθήσαμε. Ήταν πολύ στεναχωρημένος.
«Τι έγινε βρε Θανάση, πούναι οι άλλοι πούχες μαζί σου;». Μου διηγήθηκε, ο Προβιάς τόσκασε τη νύχτα που τον βάλανε σκοπό. Οι άλλοι, ένας – ένας μου ζήτησαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους, δεν άντεξαν την κούραση των μετακινήσεων και την έλλειψη τροφίμων. Κάναμε πορείες για να συνηθίσουν στις κακουχίες, ένα είδος γυμνάσια, μα και τούτοι που μείνανε είναι όλο γκρίνια. Ξέρεις Γιώργο, μου λέγει, τους φοβάμαι δεν έχω κλείσει μάτι τρεις μέρες, δεν ξέρω ίσως να μην το ξεκίνησα καλά,είμαι στεναχωρημένος.
«Θανάση, του λέω, μην χάνεις την ψυχραιμία σου και το θάρρος, στην Παρνασίδα ο Χουλιάρας μαζί με 5-6 άλλους καλούς συντρόφους έχουν βγει στο βουνό. Εδώ σου έχουμε έτοιμους πέντε παιδιά Λασπιότικα, θα κατέβω στο χωριό να τα κανονίσω, να τους πάρεις μαζί σου και πως η οργάνωση του Καρπενησίου θα βγάλει και ομάδα. Μα δεν είναι ταχτική αυτή που κρατάς, νηστικό αρκούδι δεν χορεύει».
Ο Γιαταγάνας παραγγέλλει ν’ αρχίσεις εμφανίσεις στο χωριό και όχι γυμνάσια στα έλατα και ακόμη έχω να σου πω αυτού που γυρίζετε πάρτε και κανένα σφαχτό. Μιλήστε τους για τους σκοπούς σας και δώστε τους μια απόδειξη ότι σα λευτερωθούμε θα πληρωθούν από το Ελληνικό Δημόσιο. Ξεχνάς τα παλικάρια του ’21; Γέλασε με την καρδιά του. «Αυτό σκεπτόμουνα ρε Γιώργο, δεν έπαιρνε άλλο νερό το αυλάκι».
Το βράδυ κατέβηκα στο χωριό στο σπίτι του Κώστα Τσάμη. Κανονίσαμε για τα παιδιά και το ίδιο βράδυ αργά θα έρχονταν ο Τσάμης να μας πάρει. Εκεί βρήκα και τον Μπακόλα από το Καρπενήσι, μαζί του είχε και δύο κιλά κεράσια για τους αντάρτες.
Ανέβηκα στην ομάδα. Ήτανε ώρα 11 περίπου. Ήρθε ο Τσάμης και μας πήρε. Ο καιρός ήταν στο κακά του χάλια, δυνατή βροχή, αστραπές και κεραυνοί αδιάκοποι φώτιζαν ολόγυρα μας. Πήραμε όλοι από δυο τουφέκια και κατηφορίσαμε. Η βροχή περνούσε από το λαιμό και κατέβαινε στα πόδια. Τρεις φορές πέρασαν κεραυνοί πολύ κοντά μας, που μας γονάτιζαν. Φθάσαμε στο δρόμο και παράμερα μπήκαμε σε μια παράγκα. Μέσα καθόταν ο Μπακόλας και τα παιδιά που θάβγαιναν στο βουνό. Όλη νύχτα συνεδριάζαμε. Βάλαμε τότε τα νέα καθήκοντα και προπαντός να κάνουν την πρώτη τους εμφάνιση σε χωριό. Μια καινούργια ζεστασιά φάνηκε στα πρόσωπα όλων.
Τα χαράματα η ομάδα ξεκίνησε με τον προορισμό να κάνει την πρώτη της εμφάνιση. Δεν ξημέρωσε καλά, πήρα τον δρόμο του γυρισμού στη Δυτική Φθιώτιδα για την Σπερχειάδα αφού θα έστελνα έναν σύνδεσμο για την επαρχία Δομοκού στο Δερελή. να προσπαθήσουν να μαζέψουν τρόφιμα όπως είχαμε μιλήσει με τον Άρη. Πέρασα από τον Άγιο Γεώργιο, είδα τον Μάκρα και του μίλησα για τρόφιμα που να συγκεντρωθούν στο Παλαιόκαστρο, που γρήγορα θα περνούσε η ομάδα από κει. Στον Πύργο και Μακρακώμη ο Λιάσκας με τοποθέτησε σε μια παράγκα που είχε άχυρα, γιατί ο γαμβρός του φοβόταν. Στη Μακρακώμη. είχε φρουρά Ιταλική και αστυνομία που γυρνούσαν και μπαίναν και στα σπίτια. Το βράδυ συνεδριάσαμε και διαπίστωσα ότι είχε γίνει καλή δουλειά στο ΕΑΜ, με πρόσωπα σεβαστά, νοικοκυραίους και επιστήμονες.
Πήρα μια σύνδεση για τη Σπερχειάδα στο σπίτι του Σπύρου Οικονόμου, που ζούσε με τη μάνα του την λεγόμενη αργότερα ανταρτομάνα. Εδώ η οργάνωση ήταν η πιο καλή από ποσότητα και ποιότητα. Είχε παλιούς συντρόφους, την Γερομόδα, Καραγιώργο, Νικολόπουλο και πολλούς άλλους. Οι πιο πολλοί τώρα είναι νέοι με ζωντάνια όπως ο Μπαλαγιάννης που έγινε γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης, αλλά καθυστερούσε στο ΕΑΜ. Γι’ αυτό έθεσα καθήκοντα να δουν ορισμένα πρόσωπα και να κανονίσουν μια σύσκεψη να τους μιλήσω.
Πράγματι έγινε και ήρθαν καμιά δεκαριά όλοι τους νοικοκυραίοι του χωριού, έμποροι, επαγγελματίες κλπ, στο σπίτι του έμπορα Ράπτη. Τους ανέπτυξα τους σκοπούς του ΕΑΜ και πως αρχίζει ο αντάρτικος αγώνας κατά των καταχτητών. Όλοι τους δέχτηκαν και σχημάτισαν μια επιτροπή. Την άλλη μέρα είχα ένα ραντεβού με τον απόστρατο συνταγματάρχη Σπαθή σ’ ένα χωριό έξω από την Σπερχειάδα. Του μίλησα αλά είχε μερικές αντιρρήσεις και ότι θα κατέβαινε στη Λαμία να πληροφορηθεί σχετικά. Αργότερα όταν τον κάλεσε ο Άρης πιο πάνω από την Σπερχειάδα και κουβέντιασαν, δέχτηκε να συνεργαστεί και όταν φούντωσε το αντάρτικο, και ο αγώνας μεγάλωσε, πέρασε στις γραμμές μας σαν διοικητής της πολιτοφυλακής Στερεάς Ελλάδας.
Τις μέρες αυτές άρχισαν να φθάνουν οι πρώτες πληροφορίες ότι γιόμισαν τα βουνά αντάρτες. Αυτά έλεγε ο πολύ κόσμος. Εμφανίζονταν στα χωριά με ελληνικές σημαίες και τραγουδούσαν το «Μαύρη η Νύχτα στα βουνά, ο κλέφτης ξεσπαθώνει». Ο κόσμος με τη φαντασία του τα μεγάλωνε και οι καρδιές του λαού μας φτερούγιζαν από χαρά και συγκίνηση. Το Καρπενήσι έβγαλε και αυτό τη δικιά του ομάδα με τον Καπλάνη και τον Πριόβολο. Μια άλλη ομάδα από τη Στυλίδα έχει χτυπήσει στο δρόμο της Χαλκομάτας ένα ιταλικό αυτοκίνητο.
Στο μεταξύ παίρνω ειδοποίηση από τον Γιαταγάνα να κατέβω στη Λαμία και να πάρω τα μέτρα μου. Φεύγω για την επαρχία Δομοκού να κατέβω στη Λαμία γιατί από το δρόμο Μακρακώμης είναι αδύνατο να περάσω, από τα πολλά φυλάκια των Ιταλών. Ο δρόμος που θα κάνω δεν είναι λίγος. Σπερχειάδα – Δερελή – Αγ. Γεώργιος – Λαμία.
Έφτασα το βραδάκι στο σπίτι μου τελείως εξαντλημένος. Το πρωί ήρθε ο Γιαταγάνας, με είδε στην κατάσταση που ήμουνα, σκελετωμένος και κουρασμένος και μου είπε να καθίσω λίγες μέρες να ξεκουραστώ, ότι θα ερχόταν να με βλέπει. Μιλήσαμε γενικά για την ανάπτυξη του κινήματος, στην επαρχία Δομοκού – Δυτική Φθιώτιδα, του Καρπενησίου, καθώς και για την συνάντηση με τον Άρη και τα γεγονότα που έγιναν στις ομιλίες που είχα μαζί του και τις οδηγίες που του έδωσα, αφήνοντας την πρώτη ταχτική του. μπαίνοντας άμεσα στο ζήτημα των εμφανίσεων.
Ο σ. Γιαταγάνας με κατατόπισε για την κατάσταση της Λαμίας, για τις καινούριες συλλήψεις καθώς για την περιοχή Αν. Φθιώτιδας και Παρνασίδας. Στη Λαμία η οργάνωση, παρά τις συλλήψεις, είχε φουντώσει. Πολλά καινούρια στελέχη ξεπήδησαν. Στην Α. Φθιώτιδα η ομάδα Μπεγνή με προσχώρηση και άλλων μπήκε στα κανάλια και την καθοδήγηση της δικιά μας. «Η δουλειά πλάτυνε πολύ Γιώργο και η πλάτη μου δεν την σηκώνει. Γι’ αυτό θα γράψω στην KE να μου στείλουν ανθρώπους». Συμφωνήσαμε γι’ αυτό και έφυγε. Σε δυο μέρες ξανάρθε. Τον είδα νευριασμένο. Καθήσαμε αφού η αδελφή μου μας έφτιαξε από έναν καφέ κριθαρένιο. «Τι έχεις βρε Γιώργο και είσαι στεναχωρημένος;»
Ο Άρης μου λέγει πέρασε στην Επαρχία Δομοκού, μπήκε στο κτήμα του Μαραθέα. τον σκότωσε και πήρε ομήρους το παιδί του και το παιδί του επιστάτη Τράκα. Όπως θα ξέρεις ο Μαραθέας έβαλε τους φίλους του Ιταλούς και σκότωσαν 11 κολίγους που είχε στο κτήμα του γιατί του φάγανε μερικά κουκιά.
Ο Αρης μου ’στειλε γράμμα για τον Μαραθέα ν’ αποκαταστήσει οικονομικά τις οικογένειες των θυμάτων καθώς και μια προκήρυξη προς τον λαό και την αστυνομία, να την τυπώσουμε. Το πράγμα αυτό μαθεύτηκε στην Αθήνα και η ΚΕ με ειδοποίησε να κατσαδιάσουμε τον Άρη και ν’ αφήσει τα παιδιά ελεύθερα. Η ομηρία αυτή είναι αντίθετη με τις αρχές μας, και πρέπει Γιώργο να φύγεις αμέσως να τον συναντήσεις και βάλτου άγρια χέρι.
Την άλλη μέρα έφυγα για την επαρχία Δομοκού. Στα μεταλλεία με πληροφόρησαν πως ο Άρης έκανε συνάντηση με τον [Νάκο] Μπελή και τον Κώστα Κέδρο και τους πήρε μαζί του. Η ομάδα είχε μεγαλώσει σε 25 αντάρτες και πέρασε για το Πλατύστομο. Στο Δερελή δεν είχαν ιδέα που βρίσκεται η ομάδα. Στο Μύλο που πήγα του Πλατιά, μόλις είχε έρθει σύνδεσμος και έφερνε σημείωμα του Άρη, να πάνε ψωμιά στην ομάδα. Οι σύντροφοι του Πλατύστομου μάσανε αμέσως αρκετά καρβέλια. Τα βάλανε σ’ ένα τσουβάλι από τη μια μεριά και γω από την άλλη, γιατί ήμουν τσακισμένος από την κούραση, και φύγαμε μαζί με τον σύνδεσμο για την Γιαννιτσού. Τη μέρα αυτή έκανε πολύ ζέστα. Σαν φτάσαμε κοντά στο χωριό απέναντι από το μονοπάτι που πηγαίναμε σε μια πλαγιά κάθονταν ξαπλωμένο ένα απόσπασμα 20 χωροφυλάκων.
Με τις εμφανίσεις των ανταρτών και τον σκοτωμό του Μαραθέα γιόμισε η ύπαιθρος αποσπάσματα. Τρόμαξα γιατί ζυγώσαμε απέναντί τους και δίχως να χάσω την ψυχραιμία μου καθώς και ο συνοδός μου τους χαιρετήσαμε εγκάρδια και αδιάφορα δίχως να μας ενοχλήσουν. Εκεί λίγο πιο πάνω έπρεπε να στρίψουμε αριστερά να περάσουμε τον αυχένα και να κατεβούμε στη ρεματιά. Μόλις και δεν φαινόμασταν από το απόσπασμα χτυπήσαμε το άλογο και κατρακυλήσαμε. Με την ψυχή στο στόμα παραμερίσαμε για λίγο και περιμέναμε να δούμε μήπως μας ακολούθησαν.
Ευτυχώς επικρατούσε ησυχία και αποφασίσαμε να πάρουμε τον ανήφορο μέσο στο πυκνό δάσος. Όταν σχεδόν φτάσαμε λίγο πιο κάτω από την κορυφή ακούστηκε ένα σφύριγμα. Σε λίγο βγήκε μπροστά μας ο Βασίλης Ξενοτρούλιας. Μας αναγνώρισε και μας υπέδειξε που να προχωρήσουμε. Σε λίγο φάνηκε ο Άρης. Χαιρετηθήκαμε και καθήσαμε στα χαμόκλαδα. Δίχως περιστροφές του μίλησα για τα παιδιά. Του ανέπτυξα τις θέσεις μας για την ομηρία, την εντολή της ΚΕ και τη δική μας, ν’ αφήσει τα παιδιά ελεύθερα. Με κοίταξε κάπως περίεργα. Είδα ότι είχε αλλάξει η ψυχοσύνθεσή του, από τότε που ανταμώσαμε στη Λάσπη. «Δεν γίνεται», μου λέγει. Σεις των πολιτικών οργανώσεων τα βλέπετε με το δικό σας μάτι. Πώς θέλετε ν’ αφήσω τα παιδιά τώρα που γνώρισαν πρόσωπο και πράγματα, και σαν γυρίσουν σπίτια τους θα κάψουν οικογένειες ανταρτών, συντρόφους συνδέσμους των χωριών και στο κάτω κάτω δεν είναι απόλυτα στο χέρι μου. Η ομάδα δεν συμφωνεί να τους αφήσουμε. Ο γιος του Μαραθέα είναι άρρωστος, το παιδί του επιστάτη μας έκανε πρόταση να γίνει αντάρτης. Όπως βλέπεις έχω προβλήματα, θα το θέσω θέμα στη συνέλευση της ομάδας και ό,τι απόφαση παρθεί αυτή θα εκτελέσω.
Επέμεινα ξανά ότι δεν μπορεί να αγνοεί την εντολή και πολύ περισσότερο της ΚΕ. Τη στιγμή αυτή κατηφόρισε και ήρθε κοντά μας ο Νάκος Μπελής «φτηνά τη γλίτωσε τούτος εδώ ο σ. από μένα στην Ομβριακή που με αντάμωσε, είπε μιλώντας του Άρη, αλλά βγήκανε σωστά τα λόγια του». Μου έσφιξε το χέρι και μου είπε να καθήσω να φάμε γιατί είχε μια προβατίνα στη χόβολη της φωτιάς. Πρώτη φορά μάθαινα σφαχτό χωμένο στη φωτιά με το τομάρι. Τους ευχαρίστησα, πως ήταν ανάγκη να φύγω. Να προσέξουν, γιατί πιο κάτω υπήρχε απόσπασμα. Μίλησα στον Άρη ότι οι Ρουμανόβλαχοι και άλλα τσιράκια γυρίζουν και τρομοκρατούν τα χωριά και ιδιαίτερα στην επαρχία Δομοκού και ότι θα έπρεπε να χτυπηθούν και να γίνονται εμφανίσεις στα χωριά.
Τους χαιρέτισα και τους είπα με την πρώτη ευκαιρία θα τους ξαναδώ.
Η ομάδα από κει τράβηξε για το Πιτσωτά και ξανακατέβηκε στην επαρχία Δομοκού. Προχώρησε στη Χιλιαδού και από κει για τα βλαχοχώρια του Αλμυρού. Εκεί βρέθηκε στην ανάγκη να συγκρουσθεί με τα αποσπάσματα της χωροφυλακής στο Χαζοπλή, τον Αύγουστο και να πιαστεί ο Νίκος Λέβας και ο Παρίσης, που μεταφέρθηκαν στη Λαμία. Από τους βασανισμούς πέθανε ο Λέβας και ο Παρίσης εκτελέστηκε.
Αυτά ήσαν τα πρώτα θύματα των ανταρτών μας και πέθαναν σαν ήρωες για τον αγώνα της λευτεριάς.(…)