Ζαν-Πολ Μαρά-Ο φίλος του λαού στη ζωή και στην τέχνη
Από τους πιο εξέχοντες εκπροσώπους της Γαλλικής Επανάστασης, έγινε ακόμα μεγαλύτερος θρύλος μετά τη δολοφονία του, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία.
Ο Ζαν-Πολ Μαρά, ο επονομαζόμενος “Φίλος του Λαού” (Ami du people), πολιτικός, γιατρός και δημοσιογράφος, υπήρξε μια από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές της Γαλλικής Επανάστασης, που έγινε θρύλος όσο ζούσε, αλλά κυρίως μετά τη δολοφονία του από τη Σαρλότ Κορνταί, οπαδό των συντηρητικών Γιρονδίνων. Γεννήθηκε στις 24 Μάη 1743 στην Ελβετία, από οικογένεια Καλβινιστών ιταλικής και γαλλικής καταγωγής. Σπούδασε ιατρική στο Μπορντό και το Παρίσι, ενώ περιπλανήθηκε για χρόνια σε διάφορες χώρες. Άρχισε να γίνεται γνωστός με μια σειρά έργων φιλοσοφικού κι επιστημονικού περιεχόμενου, από το οποίο το γνωστότερο ήταν “Οι αλυσίδες της σκλαβιάς”, που απευθυνόταν στους Βρετανούς ψηφοφόρους και αποτελούσε επίθεση στο δεσποτισμό και τα αριστοκρατικά προνόμια. Επιστρέφοντας στη Γαλλία του 1777 διορίστηκε γιατρός της σωματοφυλακής του κόμη του Αρτουά, νεαρότερου αδελφού του Λουδοβίκου ΙΣΤ’. Εκείνη την περίοδο έκανε μια σειρά πειραμάτων με το φως, τον ηλεκτρισμό και τη φωτιά, για το οποίο μάλιστα τιμήθηκε με βραβείο της βασιλικής Ακαδημίας της Ρουέν το 1783, χρονιά που εγκατέλειψε οριστικά το ιατρικό επάγγελμα.
Το έργο του “Σχεδίασμα ποινικής νομοθεσίας” (1780) απηχούσε ξεκάθαρα τις επιρροές που ασκούσαν πάνω του στοχαστές όπως ο Μοντεσκιέ, ο Ζαν-Ζακ Ρουσώ και ο Βενιαμίν Φράνκλιν. Ως και τις αρχές του 1789, λίγους μήνες πριν τη Γαλλική Επανάσταση δηλαδή, ο ίδιος εμφανιζόταν πεπεισμένος ότι η βασιλεία μπορούσε να αναμορφωθεί και να επιλύσει τα φλέγοντα προβλήματα της γαλλικής κοινωνίας και οικονομίας. Λίγο καιρό αργότερα ωστόσο κατηγορούσε το μονάρχη πως ενδιαφερόταν μόνο για τα δικά του ζητήματα κι όχι για το καλό του λαού, ενώ παράλληλα εμφανιζόταν ως υπέρμαχος του βρετανικού πολιτικού συστήματος, προσαρμοσμένου στα γαλλικά δεδομένα.
Ασπάστηκε με ενθουσιασμό τη γαλλική επανάσταση, και το Σεπτέμβρη του 1789 άρχισε να εκδίδει την εφημερίδα “Ο Φίλος του Λαού” στον τίτλο της οποίας οφείλει και το προσωνύμιό του. Ήταν υπέρ της εφαρμογής αυστηρών προληπτικών μέτρων κατά των αριστοκρατών, που συνωμοτούσαν εναντίον της επανάστασης. Στις αρχές του 1790 δραπέτευσε στην Αγγλία, μετά τις επιθέσεις του στον υπουργό οικονομικών Ζακ Νεκέρ, αλλά η φήμη του ήταν τέτοια που γύρισε τρεις μήνες μετά χωρίς να φοβάται αντίποινα. Έστρεψε τα πυρά της κριτικής του στη συμβιβαστική πτέρυγα των επαναστατών, όπως ο μαρκήσιος του Λαφαγιέτ και ο κόμης του Μιραμπό, προειδοποιώντας διαρκώς για την υπονομευτική δράση των Γάλλων εμιγκρέδων, οι οποίοι εξύφαιναν σχέδια εισβολής στη Γαλλία με τη βοήθεια των αντιδραστικών μοναρχιών που συνόρευαν με τη Γαλλία. Η φράση του “Πεντακόσια ή εξακόσια κομμένα κεφάλια θα διασφάλιζαν την ησυχία, την ελευθερία και την ευτυχία σας, Ο ψευτοανθρωπισμός σας δένει τα χέρια κι αναστέλεια τα χτυπήματα, για το λόγο αυτό εκατομμύρια απ’τ’αδέρφια σας θα χάσουν τη ζωή τους”, του στοίχισε καταδίκη ενός μήνα φυλάκισης από την εθνοσυνέλευση, αλλά ο ίδιος δεν υποχώρησε, ενθαρρυμένος κι από τις αιματηρές εξεγέρσεις στο Νανσύ της ανατολικής Γαλλίας, που τον έπειθαν ότι η αντεπανάσταση κέρδιζε έδαφος.
Από το 1790 είχε πλέον πειστεί για την κατάργηση της μοναρχίας και μετά την απόπειρα δραπέτευσης του Λουδοβίκου τον Ιούνη του 1791, κατήγγειλε την Εθνοσυνέλευση που αρνούνταν να εκθρονίσει αυτό τον “ανάξιο” βασιλέα. Το Σεπτέμβρη του 1792 ως αντιπρόσωπος της Εθνοσυνέλευσης στήριξε μια σειρά αστικοδημοκρατικών μέτρων, όπως τον αναλογικό φόρο εισοδήματος, την κρατική επιχορήγηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, και τον περιορισμό της στρατιωτικής θητείας. Δεν συμμετείχε άμεσα στις εκτελέσεις αντεπαναστατών της περιόδου, αν και ο ίδιος είχε ταχθεί πολλές φορές υπέρ της αναγκιότητάς τους. Μετά το ξέσπασμα του πολέμου με την Αυστρία, που στόχευε στην κατάπνιξη της επανάστασης, ο Μαρά υποστήριξε την ανάγκη προσωρινής δικτατορίας για την αντιμετώπιση του εισβολέα.
Ο λαός του Παρισιού τον στήριζε ενεργά με διαδηλώσεις, καθιστώντας τον ένα από τα δημοφιλέστερα μέλη της εθνοσυνέλευσης, όπου αναδείχθηκε σε σύμβολο των “Ορεινών”, της ριζοσπαστικής πτέρυγας της Εθνοσυνέλευσης, δεχόμενος σταθερά τις επιθέσεις της συντηρητικής μερίδας των Γιρονδίνων, που κατόρθωσαν να τον στείλουν σε πολιτική δίκη τον Απρίλη του 1793, όπου όμως αθωώθηκε πανηγυρικά. Το πλήγμα αυτό στην επιρροή των Γιρονδίνων ήταν δυσβάσταχτο για τους ίδιους, κι έτσι μια νεαρή οπαδός τους, η Σαρλότ Κορνταί από την παραδοσιακά συντηρητική Νορμανδία, ανέλαβε να φέρει σε πέρας το σχέδιο εξόντωσής του. Στις 13 Ιούλη 1793 η ίδια μπήκε στο διαμέρισμα του Μαρά, προφασιζόμενη πως χρειαζόταν την προστασία του. Τον βρήκε στο μπάνιο, όπου βρισκόταν συχνά λόγω μιας δερματοπάθειας και το μαχαίρωσε μέχρι θανάτου.
Ο θάνατός του τον κατέστησε μάρτυρα της επανάστασης, και το όνομά του δόθηκε σε 21 πόλεις τις χώρας, ενώ ενέπνευσε και τον σπουδαίο ζωγράφο Ζακ-Λουί Νταβίντ, που λίγες μέρες μετά τη δολοφονία δημιούργησε τον περίφημο πίνακα “Ο Θάνατος του Μαρά”, ο οποίος θεωρήθηκε το κατεξοχήν αριστούργημά του καλλιτέχνη, κι έχει κυκλοφορήσει σε αμέτρητα αντίγραφα έκτοτε. Η δολοφονία του Μαρά ήταν πηγή έμπνευσης και για το σπουδαίο Γερμανό θεατρικό συγγραφέα Πέτερ Βάις, που συνέγραψε το ομώνυμο θεατρικό έργο το 1964. Σε αυτό η δολοφονία αναπαριστάται ως θεατρικό που έγραψε τάχα ο Μαρκήσιος ντε Σαντ στο Άσυλο φρενοβλαβών του Σαρεντόν, όπου πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, με ηθοποιούς τους τρόφιμους. Στο έργο αντιπαρατίθεται ο ακραίος ατομικισμός και μηδενισμός του ντε Σαντ προς τις ριζοσπαστικές ιδέες του Μαρά, με όχημα υλοποίησης την επαναστατική βία.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως προς τιμήν του μετονομάστηκε σε Μαρά ένα από τα πρώτα πλοία του Σοβιετικού Πολεμικού Ναυτικού, που είχε ναυπηγηθεί το 1911, ως “Πετροπαβλόφσκ”, Το όνομά του το έλαβε μετά τη συμμετοχή του στην καταστολή της εξέγερσης της Κροστάνδης το 1921.