Ευγένιος Ντελακρουά-Ο ζωγράφος των επαναστάσεων
Η ποίηση, η λογοτεχνία, ο μαγευτικός κόσμος της Ανατολής και κυρίως τα επαναστατικά ιστορικά γεγονότα της εποχής του αποτέλεσαν σταθερή πηγή έμπνευσης για ένα ζωγράφο-θρύλο του ρομαντισμού, που προετοίμασε παράλληλα την έλευση του ιμπρεσιονιστικού ρεύματος.
120 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τη γέννηση του Ευγένιου Ντελακρουά, ενός από τους σημαντικότερους Γάλλους ζωγράφους του 20ου αιώνα, που εξαιτίας της ζωντάνιας των παραστάσεών του και την πληθωρική παρουσία των χρωμάτων στο έργο του θεωρείται πρόδρομος του ιμπρεσιονισμού, αν και συγκαταλέγεται στην ύστερη φάση του ρομαντικού ρεύματος. Χάρη στην πρωτοποριακή χρωματική τεχνική του, κάθε πίνακας δείχνει αισθητά διαφορετικός ανάλογα με το πώς πέφτει το φως επάνω του. Πολλά από τα έργα του, που εκτίθενταν σε ετήσια βάση στο Παρισινό Σαλόνι, προκαλούσαν αντιδράσεις και συζητήσεις με την τολμηρότητα των θεμάτων τους. Προερχόταν από οικογένεια συνδεδεμένη με τη Γαλλική Επανάσταση, καθώς ο πατέρας του είχε υπάρξει ως το 1797 υπουργός εξωτερικών της επαναστατικής κυβέρνησης, ενώ αργότερα υπηρέτησε ως πρέσβης στην Ολλανδία. Υπάρχουν βάσιμες φήμες ότι βιολογικός γονιός του ήταν ο διαβόητος διπλωμάτης Ταϋλεράνδος, που υπηρέτησε με την ίδια ευκολία την επανάσταση, το Ναπολέοντα, όσο και την παλινόρθωση αργότερα.
Μικρός ξεχώρισε για τις μουσικές του ικανότητες, ενώ ως μαθητής του Lycée Impérial έδειξε μεγάλη κλίση στη μουσική. Την ίδια περίοδο ξυπνάει το ενδιαφέρον του για τη ζωγραφική, όταν στη διάρκεια των καλοκαιρινών του διακοπών επισκεπτόταν ένα γοτθικό μοναστήρι της Νορμανδίας, που ανήκε σε ένα ξαδερφό του. Μετά το θάνατο της μητέρας του το 1814 μετακομίζει στην αδερφή του κι ένα χρόνο μετά ξεκινά ως μαθητής στο ατελιέ του ζωγράφου Πιερ-Ναρσίς Γκεράν. Το 1816 πετυχαίνει την είσοδο του στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών.
Το πρώτο του έργο που εκτέθηκε στο παρισινιό σαλόνι το 1822 προκάλεσε αίσθηση, προερχόμενο από το έργο του Ιταλού ποιητή Δάντη “Θεία Κωμωδία”, σε σημείο που το εξαγόρασε το γαλλικό κράτος. Στα 24 του εγκατέλειψε τη Σχολή Καλών Τεχνών, συμμετέχοντας ωστόσο ενεργά σε καλλιτεχνικούς κύκλους κι ερχόμενς σε επαφή με το ρεύμα του ρομαντισμούμού που κυριαρχούσε στην τέχνη. Χαρακτηριστικό δείγμα ρομαντισμού στη ζωγραφική είναι ο ιδιαίτερα διάσημος και στην Ελλάδα πίνακας “Η σφαγή της Χίου”, εμπνευσμένος από το ομώνυμο ιστορικό γεγονός, που ωστόσο συνάντησε μεικτές κριτικές στο Παρίσι. Ταυτόχρονα όμως του χάρισε τον τίτλο του “ηγέτη του ρομαντικού κινήματος”, χαρακτηρισμό που ο ίδιος αρνούνταν να αποδεχτεί. Η ελληνική επανάσταση υπήρξε σημαντική πηγή έμπνευσης για το ζωγράφο, όπως φαίνεται από τα έργα του “Έφιππος Έλληνας αγωνιστής”, “Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου”, “Η μάχη του Γκιαούρη με τον πασά”. Ο Ντελακρουά άρχισε να μελετάει την ποίηση του Λόρδου Βύρωνα καθώς και το θέατρο του Σαίξπηρ και του Γκαίτε, για το Φάουστ του οποίου ετοίμασε 17 λιθογραφίες το 1827. Το έργο του “Ο θάνατος του Σαρδανάπαλου” προκάλεσε σοκ στους παρισινούς κριτικούς. Ο ζωγράφος αποστόμωσε τους επικρτιές του με το μνημειώδες έργο του “Η ελευθερία οδηγεί το λαό” το 1831, προς τιμήν της επανάστασης του 1830 ένα χρόνο νωρίτερα.
Χάρη στην οικονομική υποστήριξη εύπορων φίλων του, πραγματοποίησε ένα ταξίδι στο Μαρόκο, όπου επισκέφθηκε και τον τοπικό σουλτάνο. Εντυπωσιασμένος από το φως, τα έντονα χρώματα και την ανεικονική λιτότητα της ισλαμικής τέχνης και κουλτούρας, δημιούργησε κυριολεκτικά εκατοντάδες σκίτσα και σημειώσεις, μαζί με σπουδές πάνω στην απεικόνιση ζώων και πίνακες κυνηγιού λεόντων.
Επιστρέφοντας στη Γαλλία, του ανατέθηκε σειρά έργων από την κυβέρνηση, που τον απασχόλησαν ως το τέλος της ζωής του. Αφιερωμένος στο έργο του, είχε ελάχιστους φίλους, μεταξύ των οποίων τον συνθέτη Φρεντερίκ Σοπέν και τη σύντροφό του συγγραφέα Γεωργία Σάνδη.
Προς το τέλος της ζωής του αποσύρθηκε σχεδόν πλήρως από τη δημοσιότητα, έλαβε όμως μια σειρά τιμητικών διακρίσεων. Στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού του 1855 υπήρξε αφιέρωμα προς τιμήν του, ενώ του αποδόθηκε επίσης το “Μεγάλο μετάλλιο τιμής”, έγινε διοικητής της Λεγεώνας της Τιμής και μέλος της Σχολής Καλών Τεχνών, στην οποία έστειλε το κύκνειο άσμα του το 1859. Έφυγε από τη ζωή μετά από χρόνια πάθηση του λάρυγγα στις 13 Αυγούστου 1863.