Σχολεία: Η επόμενη μέρα

Η επόμενη μέρα στα σχολεία είναι εδώ. Κι αυτό που την χαρακτηρίζει είναι οι μαζικές αντιδράσεις εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών απέναντι στο αντιδραστικό – αντιπαιδαγωγικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ που πλήττει τα μορφωτικά δικαιώματα της νεολαίας, επιτίθεται στον μορφωτικό ρόλο του εκπαιδευτικού.

Η επόμενη μέρα στα σχολεία είναι εδώ. Κι αυτό που την χαρακτηρίζει είναι οι μαζικές αντιδράσεις εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών απέναντι στο αντιδραστικό – αντιπαιδαγωγικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ που πλήττει τα μορφωτικά δικαιώματα της νεολαίας, επιτίθεται στον μορφωτικό ρόλο του εκπαιδευτικού. Το νομοσχέδιο της Κεραμέως κυριολεκτικά παίρνει τη σκυτάλη από την κυβερνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στην Παιδεία. Και γι’ αυτό χειροτερεύει την κατάσταση στα σχολεία. Οικοδομεί πάνω σε αυτά που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση. Είναι αντιδραστική τομή, όπως τομή ήταν και ο νόμος Γαβρόγλου για το Λύκειο, για τους διορισμούς των εκπαιδευτικών. Αυτά μένουν άθικτα, αυτά δεν τα αγγίζει η ΝΔ.

Οπωσδήποτε όμως στη δυσαρέσκεια του κόσμου της Εκπαίδευσης που εκφράζεται και θα συνεχίσει να εκφράζεται αγωνιστικά, επέδρασε καταλυτικά η κίνηση της κυβέρνησης να ανοίξει νομοθετικά τον δρόμο για βιντεοσκόπηση του μαθήματος μέσα στην τάξη… ακόμα και με ένα κινητό… όπως δήλωσε η υπουργός Παιδείας που κατά τ’ άλλα τα απαγορεύει στα σχολεία!

Ας πάμε λίγο πιο πίσω χρονικά…

Οι εκπαιδευτικοί, αυτοί που σήμερα και σωστά αντιτάσσονται στο να γίνει το μάθημα ριάλιτι, είναι αυτοί – ή τουλάχιστον μια μεγάλη πλειοψηφία τους – που κυριολεκτικά συνέβαλαν στο να μη χαθεί στο βαθμό του δυνατού μια στοιχειώδης επαφή με το σχολείο. Είναι αυτοί που βρήκαν τρόπους, αναζήτησαν μορφές επικοινωνίας με τα «παιδιά τους» (έτσι λένε τους μαθητές τους). Κι όλα αυτά σε συνθήκες που είχαν μείνει αβοήθητοι από το κράτος, όχι μόνο από τεχνολογικά μέσα και υποδομή αλλά από στήριξη με επιπλέον εκπαιδευτικό υλικό, κεντρικά και παιδαγωγικά ελεγμένο. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η εκπαιδευτική επιμόρφωση έχει να γίνει από το 2009…

Οι γονείς, που σήμερα βλέπουν τους κινδύνους από το να μπει η σχολική τάξη σε κλειδαρότρυπα, είναι αυτοί που διεκδικούσαν μέτρα, στήριξη για να γίνει με ισότιμους όρους η τηλεκπαίδευση (σύγχρονη και ασύγχρονη). Είναι αυτοί που μέσα σε πρωτόγνωρες συνθήκες εγκλεισμού, πολλές φορές απληρωσιάς και ανεργίας, αναζητούσαν στον κυκεώνα του διαδικτύου τρόπους για να αντιμετωπίσουν σύνθετα ψυχοκοινωνικά προβλήματα που προκαλούνταν από την τριβή με παιδιά με την περίσσια ενέργειά τους, με εφήβους που ένιωθαν σαν τα λιοντάρια σε κλουβιά. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι σοβαρές υποδομές για σχολές γονέων με κρατική ευθύνη και επιστημονική αντίληψη των πραγμάτων μετριούνται – αν υπάρχουν – στα δάχτυλα…

Όποιος με νηφαλιότητα και ψυχραιμία δει την εικόνα αυτή, θα παρατηρήσει ότι αυτές τις μέρες και γι’ αυτό το ζήτημα λείπει ή είναι περιορισμένος ο «κοινωνικός αυτοματισμός» όσο και αν θέλουν διάφορα γνωστά παπαγαλάκια να τον εκθρέψουν, όσο και αν τους δίνουν λαβές διάφορες συνδικαλιστικές και πολιτικές δυνάμεις στο κίνημα με διάφορες τυχοδιωκτικές κινήσεις (όπως η στάση εργασίας στις 6 Μάη), που αφήνουν έκθετους τους εκπαιδευτικούς.

Χωρίς να μετράμε τον ίσκιο μας σαν μπόι όμως, μπορούμε με σιγουριά να πούμε πως το γεγονός ότι δεν έχει διαρραγεί αυτή η σχέση εκπαιδευτικού – γονιού – μαθητή, αφορά τη γραμμή πάλης που οι κομμουνιστές πάλεψαν μέσα στο κίνημα των εκπαιδευτικών, των γονιών, των μαθητών, μέσα σε συνθήκες πανδημίας. Οτι τώρα αναμετριόμαστε με την πολιτική της κυβέρνησης, στεκόμαστε δίπλα στους μαθητές μας, διεκδικούμε τους όρους και τις προϋποθέσεις για να συνεχιστεί η εκπαιδευτική διαδικασία. Τελικά μείναμε δυνατοί, γιατί δεν μείναμε σιωπηλοί. Τα συνθήματα που ρίξαμε σε κάθε χώρο τα αγκάλιασαν ευρύτερες δυνάμεις. Ενδεικτικές είναι οι χιλιάδες υπογραφές σε εκπαιδευτικούς και γονείς για τη διεκδίκηση όρων και προϋποθέσεων εκπαίδευσης όσο είναι κλειστά τα σχολεία.

Και αυτή είναι μια παρακαταθήκη για το επόμενο διάστημα. Χιλιάδες κόσμου της Εκπαίδευσης προβληματίζονται, «ακουμπούν» τις αγωνίες τους στη δράση μας, έχουν εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του Κόμματος και της ΚΝΕ σε κάθε χώρο.

Μπορεί να γίνει αλλιώς…

Αυτή η περίοδος, όμως, μπορεί να ανοίξει και ένα πεδίο συζήτησης, αυτό της πρότασης του ΚΚΕ για το «σχολείο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων». Φυσικά, όχι στον αέρα, αλλά τοποθετημένη στην πείρα του σήμερα, στην κατάσταση που βιώνει η σχολική κοινότητα. Αλλωστε, με οδηγητικό νήμα την αντίληψη για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών καταθέσαμε ένα συνεκτικό διεκδικητικό πλαίσιο για την κατάσταση της Εκπαίδευσης μέσα στην πανδημία.

Ας σκεφτούμε ορισμένα ζητήματα:

1. Η δικαιολογημένη ανησυχία για το άνοιγμα των σχολείων, η συζήτηση για το αν θα ανοίξουν τα Δημοτικά θέτουν στο επίκεντρο συνολικότερα την κατάσταση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, με ή χωρίς πανδημία κορονοϊού. Το ερώτημα που βασικά τίθεται είναι τι εργαλεία διαθέτει το κράτος προκειμένου να βοηθήσει ουσιαστικά τη λαϊκή οικογένεια και τα παιδιά της μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση. Αλλά και τι μέσα αξιοποιεί για να καταγράψει, να προβλέψει, να σχεδιάσει. Σήμερα η κατάσταση σε αυτόν τον τομέα είναι απελπιστική και η πανδημία έβγαλε στην επιφάνεια τις ανάγκες για τέτοιες δομές. Η πολιτική αυτή – που ντύνεται με τον μανδύα της «ατομικής ευθύνης», χωρίς να κάνει λόγο για την κρίσιμη κρατική ευθύνη – πρέπει να απορριφθεί!

Δεν είναι πολυτέλεια αλλά απόλυτη προτεραιότητα να τεθεί στο επίκεντρο η αναγκαιότητα ανάπτυξης δικτύου Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας η οποία θα εκφράζεται συγκεκριμένα στα σχολεία. Με μόνιμη παρουσία νοσηλευτών σε κάθε σχολείο, με πρόβλεψη σταθερής παρουσίας γιατρών σε ομάδες σχολείων ή και μόνιμης παρουσίας σε πολυπληθή σχολεία. Με Υγειονομικές Επιτροπές που συνεργάζονται με εκπαιδευτικούς φορείς και με αντίστοιχες κρατικές δομές που ελέγχουν – προλαμβάνουν – περιορίζουν παθογένειες και τη διασπορά τους μέσα στον πληθυσμό. Γιατί, μπορείς με κατάλληλη επιστημονική πρόβλεψη να ξέρεις σε κάθε χώρο και ιδιαίτερα στην εκπαιδευτική κοινότητα όπου τα παιδιά είναι κατά βάση ασυμπτωματικά (στον κορονοϊό τουλάχιστον) και αντικειμενικά υπάρχει συνωστισμός (στις σχολικές αυλές για παράδειγμα), να επιλέξεις έγκαιρα ενδεδειγμένες μεθόδους πρόληψης (μαζικά τεστ, θερμομετρήσεις, μέτρα υγιεινής σε σχολικές αίθουσες, τουαλέτες κ.τ.λ.). Το ίδιο και με μαθήματα – σεμινάρια ατομικής υγιεινής που εκπορεύονται από Κέντρα Υγείας.

Το θέμα λοιπόν δεν είναι μόνο αν θα κλείσουν ή αν θα ανοίξουν τα σχολεία. Αλλά, ακόμα και αν τα σχολεία αποφασιστεί να κλείσουν, να μην κλείσουν ούτε με άρρωστα παιδιά που μαζικά φέρουν τον ιό στο σπίτι τους.

2. Το ερώτημα ναι ή όχι στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε συνθήκες πανδημίας και καραντίνας είναι ψευδεπίγραφο. Η τεχνολογία (το λάπτοπ, το τάμπλετ, το ίντερνετ κ.ο.κ.) σημαίνει εκπαιδευτικά μέσα στα χέρια του εκπαιδευτικού προσωπικού. Δεν υποκαθιστά τη φυσική τάξη ούτε την εκπαιδευτική διαδικασία. Σήμερα είναι ανάγκη να σχεδιαστεί κεντρικά η διαδικασία αυτή, συγκεντρώνοντας, ενιαιοποιώντας και διαχέοντας όλες τις «καλές πρακτικές» που ξεπηδούν από τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι στηρίζονται ουσιαστικά με όλα τα μέσα και τους τρόπους.

Ομως, πέρα από αυτό, είναι ανάγκη με κρατική ευθύνη να υπάρχει ενιαίος τρόπος διδασκαλίας στο σχολείο, με συγκεκριμένες μέρες και ώρες, που θα εξασφαλίζουν την τήρηση ενός σταθερού καθημερινού προγράμματος, για να αντιμετωπίζονται και διάφορα διαλυτικά φαινόμενα στη ζωή των παιδιών και των οικογενειών.

Αυτό σημαίνει ότι ενισχύεται ακόμα περισσότερο με κεντρική κρατική ευθύνη το ενιαίο εκπαιδευτικό υλικό, ανά τάξη, με κεντρικές πλατφόρμες διδασκαλίας, από το οποίο τροφοδοτούνται με υλικό τα μαθήματα, έτσι ώστε να υπάρχει μια συνοχή και μία ενιαία κατεύθυνση, τόσο στο σχολείο που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, όσο και στο σχολείο που βρίσκεται σε ακριτική περιοχή της Ελλάδας.

Το ζήτημα όμως είναι και πώς ξεκινά η τηλεκπαίδευση. Με τι εκπαιδευτικά δεδομένα προϋπαντά το κράτος μια πρωτόγνωρη κατάσταση και με τι εργαλεία συνεχίζει;

Σήμερα, για παράδειγμα, αναδεικνύεται ότι δεν μπορεί να πάει άλλο αυτή η κατάσταση με τους χιλιάδες «ελαστικά» εργαζόμενους εκπαιδευτικούς, με τα χιλιάδες κενά που παραμένουν. Η κατάσταση αυτή διαμορφώνει άνισους όρους στην πρόσβαση των μαθητών στη μόρφωση. Επιτείνει τις κοινωνικές και μορφωτικές ανισότητες που προφανώς προϋπάρχουν, σε συνθήκες μάλιστα εμπορευματοποίησης της Εκπαίδευσης.

Δεν χωράει λοιπόν καμία καθυστέρηση στο να τεθεί επί τάπητος η άμεση μονιμοποίηση όλων των αναπληρωτών στα σχολεία, τουλάχιστον ως πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση των χρόνιων εκπαιδευτικών προβλημάτων. Και όχι μόνο αυτό: Απαιτείται να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν τώρα ενισχυτικές εκπαιδευτικές δομές για όσους μαθητές το έχουν ανάγκη κι όχι μόνο για τον αριθμό εκείνο που μπορεί να εξυπηρετεί το κάθε υπουργείο με βάση και τις προσλήψεις αναπληρωτών κάθε χρονιάς.

3. Σε τι σχολεία ζουν και μορφώνονται οι μαθητές;

Δεν είναι φιλολογικό το ερώτημα. Αν μια φορά πριν από την πανδημία το ζήτημα των σχολικών υποδομών αναδείχθηκε ότι είναι φλέγον, σήμερα γίνεται φανερό ότι χωρίς σχεδιασμό επίλυσής του δεν μπορεί να προχωρήσει ουσιαστικά και με ασφάλεια η εκπαιδευτική διαδικασία.

Δεν είναι μόνο η παλαιότητα των σχολικών κτιρίων, η ανυπαρξία αντισεισμικού ελέγχου που με στοιχεία καταγράφονται. Είναι ακόμα η επιδείνωση των όρων αυτών με τις συνεχόμενες παρεμβάσεις για αύξηση των μαθητών ανά τάξη, είναι οι απαράδεκτες ρυθμίσεις του ΣΥΡΙΖΑ – που προφανώς παραμένουν γιατί το κράτος έχει συνέχεια – για κοντέινερ για νήπια και προνήπια ακόμα και σε αυλές Γυμνασίων και Λυκείων.

Είναι όμως και κάτι άλλο: Σήμερα είναι γνωστό σε όλους ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την καθαριότητα στα σχολεία. Εχει μεταφερθεί όλο το αντίστοιχο προσωπικό από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση στα Γυμνάσια και τα Λύκεια, προκειμένου αυτά να ανοίξουν. Είναι φανερό ότι με αυτούς τους όρους τα Δημοτικά δεν μπορούν να ανοίξουν.

Αυτό το ζήτημα καίει τον κόσμο της Εκπαίδευσης και κατανοείται ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε σε αυτήν τη ρότα. Τώρα πρέπει να γίνουν μαζικοί μόνιμοι διορισμοί προσωπικού καθαριότητας. Δεν μπορεί να παίζει το κράτος με την υγεία των παιδιών της λαϊκής οικογένειας.

4. Εχουμε το νου μας στο παιδί!

Το έζησε πολύς κόσμος μέσα στην πανδημία αλλά και πριν έτσι ήταν τα πράγματα. Στο έδαφος της ανυπαρξίας κρατικής ευθύνης και της επιχειρηματικής δράσης ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια οι κάθε λογής φορείς που παρεμβαίνουν στο περιεχόμενο της διαπαιδαγώγησης των νέων.

Λείπουν σήμερα κρατικές σταθερές δομές επιμόρφωσης, ενημέρωσης των γονιών, για κάθε ζήτημα που αφορά την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των μαθητών, τις οικογενειακές σχέσεις, κ.ά. Σε αυτό το έδαφος εξασφαλίζεται όσο το δυνατόν ενιαίο περιεχόμενο στην αντιμετώπιση σύνθετων ψυχοκοινωνικών φαινομένων, όπως και αυτών που μπορεί να προκύψουν από τις συνθήκες του εγκλεισμού και της κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Λείπουν σήμερα κρατικά εργαλεία για να βοηθιούνται οι γονείς να παρεμβαίνουν, να επιβλέπουν τη συνεχόμενη έκθεση μικρών παιδιών στο διαδίκτυο. Δεν μπορούν αυτά να είναι επί πληρωμή ή να επαφίενται στην ατομική ευθύνη.

Τέλος, και δεν είναι λιγότερο σημαντικό, το σχολείο πρέπει να θέσει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του και του σχεδιασμού του, να καλύψει άμεσα τα πιο σημαντικά που έχασε το παιδί. Και αυτά δεν είναι απλά τα μαθήματα. Αλλά μιλάμε για την ίδια την ψυχοσύνθεση του παιδιού που μετά από καραντίνα έχει ανάγκη να βρει τους συμμαθητές, τους φίλους, τους συναθλητές. Έχει ανάγκη να προπονηθεί στο μπάσκετ, στο ποδόσφαιρο, στο βόλεϊ, να βρεθεί ξανά σε μια αίθουσα χορού, σε ωδείο. Είναι αναγκαίες δηλαδή και οι δραστηριότητες εκείνες που θα καλύψουν την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και είναι σημαντικό να παρέχονται δωρεάν, αλλά δεν δίνονται.

Μπορούν να γίνουν όλα αυτά;

Δεν είναι η πρώτη φορά που τίθεται το ερώτημα. Υπάρχει κόσμος που κατανοεί ότι πρέπει να γίνουν όλα αυτά. Δεν βλέπει όμως τον δρόμο για την υλοποίησή τους ή θεωρεί ότι είναι δύσκολο να γίνουν. Αυτός όμως είναι ο κόσμος στον οποίο πρέπει να απευθυνθούμε. Και σημαντικά όπλα μας είναι η συνεχής επεξεργασία αιτημάτων και στόχων πάλης, παρεμβάσεων στη Βουλή, κ.α., που δίνουν τη δυνατότητα να έρθουμε και από αυτόν τον δρόμο σε επαφή με μάζες.

Η εναντίωση στο νομοσχέδιο της ΝΔ, η μαζική συμμετοχή στους επόμενους αγωνιστικούς σταθμούς μπορεί να θέσουν στο επίκεντρο της σκέψης του κόσμου της Εκπαίδευσης τη μεγάλη εικόνα και τη μεγάλη αντίθεση: Πρόοδος είναι ό,τι συμφέρει το λαό, πρόοδος είναι να μην πληρώσουν ο λαός και τα παιδιά του τη νέα καπιταλιστική κρίση. Συντήρηση είναι η συνέχεια της ίδιας πολιτικής, είναι να μείνει όρθιο ό,τι άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ στη ΝΔ. Δηλαδή ο συνεχόμενος πακτωλός χρημάτων υπέρ του κεφαλαίου, από την τσέπη του λαού και ενάντια στις ανάγκες του. Συντήρηση είναι να μείνει άθικτο το σημερινό σχολείο που χρόνια τώρα οικοδομούν οι αστικές κυβερνήσεις.

Το στοίχημα για μας είναι μεγάλο. Να πιάσουμε νήμα επικοινωνίας με όλο αυτόν τον κόσμο που διαισθάνεται ότι έρχεται θύελλα, έχει μια ορισμένη πείρα από την προηγούμενη καπιταλιστική κρίση ότι σωτήρες δεν υπάρχουν και ότι το δίκιο του λαού μόνο ο αγώνας με κατεύθυνση τη ρήξη και την ανατροπή μπορεί να τον επιβάλει.

Σήμερα υπάρχουν όλες οι υλικές προϋποθέσεις για να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες. Αυτός ο πλούτος υπάρχει. Όμως, έχει τη μορφή του εμπορεύματος που παράγεται για να πουληθεί, για να δώσει κέρδος. Γιατί τα μέσα παραγωγής είναι καπιταλιστική ιδιοκτησία και η εργατική δύναμη εμπόρευμα προς εκμετάλλευση.

Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι ο ίδιος ο κρατικός προϋπολογισμός αποδεικνύει την ταξικότητά του καθώς προβλέπει ότι το μεγάλο ποσοστό των εσόδων προέρχεται από τη φοροληστεία των εργαζομένων, ενώ ταυτόχρονα στηρίζει με μια σειρά από μέτρα το μεγάλο κεφάλαιο. Ας είμαστε προετοιμασμένοι. Την «τρύπα» από τα δημοσιονομικά έσοδα θα κληθεί να την ξαναπληρώσει ο λαός. Οπως ακριβώς έγινε με τα ματωμένα πλεονάσματα και τα περιβόητα δημοσιονομικά «μαξιλάρια» που τελικά προκύπτουν απ’ την τεράστια υπερφορολόγηση των εργαζομένων όλο το προηγούμενο διάστημα. Αξίζει να τα θυμόμαστε αυτά, γιατί η μόνιμη επωδός των αστικών κυβερνήσεων ήταν «δεν βγαίνω», όταν έμπαινε το ζήτημα των αναγκών του λαού μας.

Έχοντας όλα αυτά υπόψη κατανοούμε ότι τα σφυριά των κομμουνιστών στον χώρο των σχολείων πρέπει να χτυπάνε από κοινού ώστε να διευρύνεται η επαφή με χιλιάδες κόσμου, να «πατάνε γκάζι» οι διεκδικήσεις. Η συζήτηση με επιχειρήματα, η συγκεκριμένη ανάδειξη των επιπτώσεων από την καπιταλιστική αναρχία, από τις προτεραιότητες της αστικής τάξης, που συστήνει «ατομική ευθύνη» και αποφυγή συνωστισμού και «πετάει λευκή πετσέτα» στις απαιτήσεις του κεφαλαίου (βλ. αεροπορικές εταιρείες, κ.ά.), είναι το «λίπασμα» για να ενισχύονται, να έχουν σταθερότητα οι λαϊκοί αγώνες.

 

Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: