Αγαπημένε μου Κάρολε
Μέσα στη σαπίλα θα βρω πάλι την ομορφιά του αγώνα και της διεκδίκησης. Της οργάνωσης και της πάλης. Γιατί το δίκιο έχει μια ομορφιά που δεν μοιάζει με καμιά. Αγαπημένε μου Κάρολε σε ευχαριστώ, πάντα ήσουνα η έμπνευσή μου.
Πάει καιρός που σε σκέφτομαι έντονα και ήθελα να σου γράψω, αλλά όλο το ανέβαλα (η ζωή μου όλη μια αναβολή). Αυτή τη φορά όμως δίχως άλλο νιώθω επιτακτικά την ανάγκη να αφεθώ και να στα πω.
Πάνε εφτά χρόνια που έχασα την μακρόχρονη αορίστου χρόνου, σταθερή δουλειά μου. Πέρασα κι εγώ τις πύλες της ανεργίας, όπως χιλιάδες νέοι στην πιο παραγωγική ηλικιακή φάση. Δε σου κρύβω είχα κάποια χρόνια αρκετές ψυχολογικές διακυμάνσεις ακόμα και τώρα δε μου λείπουν, όπως στην πλειοψηφία των ανθρώπων της ηλικίας μου κι όχι μόνο.
Κλείστηκα στον εαυτό μου, απομακρύνθηκα από το κίνημα και την οργανωμένη ζωή. Το έριξα στην καλλιτεχνία (θέατρο-φωτογραφία). Δεν έψαξα για δουλειά, ζούσα με την αποζημίωση και το ταμείο ανεργίας. Μπήκα σε ένα αυτο-οργανωμένο περιοδικό πολιτικής πολιτιστικής ύλης κι άρχισα να αρθρογραφώ και να φωτογραφίζω. Αυτό με βοήθησε να βγω από το καβούκι μου, αλλά πάλι κάτι μου έλειπε…
Αποχωρώ μετά από κάτι μήνες, ήταν την περίοδο που στρωνόταν με μεγάλη μαεστρία, η ανάγκη του συστήματος να φέρει στο προσκήνιο μια «αριστερή» κυβέρνηση γιατί είχε προηγηθεί μεγάλος αναβρασμός του κόσμου με τα Μνημόνια που είχαν μέχρι τότε ψηφιστεί και είχε δημιουργηθεί τότε το κίνημα των αγανακτισμένων. Το πάμ πλατεία έβρισκε έδαφος. Πάνω εκεί αρχίζουν συζητήσεις επί συζητήσεων, κόντρες και προσωπικές επιθέσεις τα βράδια στα στέκια για μπύρα, με φίλους του αναρχικού και ευρύτερου αριστερού τόξου, πως καιρός είναι να στηρίξουμε μια αριστερή κυβέρνηση, ενώ μέχρι πρότινος τσακωνόμασταν για το «φωτιά στις κάλπες».
Και φτάνουμε στο πρώτη φορά αριστερά. Αρχίζουν και παγώνουν τα πάντα το κίνημα οπισθοχωρεί, περνάνε οι ατομικές συμβάσεις, από αυτούς που έντεχνα όλα τα χρόνια λύσσαγαν να απαξιωθούν τα σωματεία, στο όνομα της συνδικαλιστικής αλητείας.
Στο μεταξύ λίγο πριν είχα βρει δουλειά ως φωτογράφος, μη φανταστείς, χαρτζιλίκι, ούτε καν ημερομίσθιο και με κάτι άλλες δουλίτσες την κουτσοβόλευα, σημειωτέον από εκεί που ήμουν κύρια του εαυτού μου ξαναγύρισα στο πατρικό μου.
Με τα πολλά αγαπημένε μου, το κενό που σου είχα πει ότι ένιωθα συνέχιζε και μεγάλωνε. Η φωτογραφία έγινε ο ψυχολόγος μου, γίνομαι τέρμα δημιουργική και εκφράζομαι μέσα στη μαυρίλα και την κενότητα τη δικιά μου και των γύρω μου.
Μετά από ένα χρόνο (είμαστε στο 2015), μου προτείνουν μια πιο «μόνιμη» θέση και φτάνω κι εγώ με τη σειρά μου να υπογράφω ατομική σύμβαση. Που μεταφράζεται σε μισά μαύρα, μισά καθαρά και εννοείται μισά ένσημα, ενώ η απασχόλησ;h μου πιο πλήρης κι από το γάλα.
Εκεί για πρώτη φορά έρχομαι αντιμέτωπη θεωρία και πράξη. Καλούμαι στην πρώτη απεργία να πάρω απόφαση αν θα απεργήσω και το πράττω, κι ακολουθούν κι άλλες, ώσπου μετά από κάποιους μήνες απολύομαι, στα πλαίσια του λεφτά δεν υπάρχουν.
Παρ’ όλα αυτά νιώθω γεμάτη και ικανοποιημένη πέρα ότι φορτώθηκα όλους αυτούς τους μήνες άγχη που μου έβγαιναν σε στομαχόπονους και πυρετούς. Φεύγοντας από εκεί είχα άλλο αέρα, της άνεργης βέβαια που με τα μισά ένσημα ούτε ταμείο ανεργίας δε μπορούσα να βγω.
Πάνω εκεί αρχίσω να αντιλαμβάνομαι πως η κλεισούρα και η μαυρίλα δε με εκφράζουν πια δημιουργικά, γύρω μου όλα στάσιμα και νερόβραστα. Οι σχέσεις το ίδιο κι αυτές, φιλικές και ερωτικές. Μια συστολή και ανασφάλεια να πλανάται παντού.
Αλλάζω ρότα κι αρχίζω δειλά δειλά να μπαίνω πιο δυναμικά στο κίνημα. Συμμετέχω πιο ενεργά, συγκεκριμένα στην Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας. Εκεί έρχομαι σε επαφή με γυναίκες εργαζόμενες, μητέρες, άνεργες, συνταξιούχες. Εκεί νιώθω να φλέγομαι και να επαναπροδιορίζομαι βρίσκοντας θέση πιο ενεργή στα πράγματα. Και το να είσαι στα πράγματα δεν σημαίνει απλά κατεβαίνω σε πορείες και απεργίες, αλλά γίνομαμι μέρος αυτού και οργανώνομαι σε αυτό.
Ακολουθούν ωραίες εμπειρίες (θα τις μοιραστώ εν καιρώ) που αρχίζουν και με φέρνουν στα ίσα μου σιγά σιγά.
Κι έρχομαι στο τώρα. Συγκεκριμένα πριν μια εβδομάδα, χτυπάει το τηλέφωνο μου κιείναι μια φίλη μου που δουλεύει σε εταιρεία ανακύκλωσης. Πέρα από τα τι κάνεις, τι νέα, μου λέει είσαι μωρσή να δουλέψεις για 5-6 μέρες με ημερομίσθιο-βραδινά και ένσημο πληρωμένο από σένα, ανακυκλώνοντας μπουκάλια; Κοιτάω το καρνέ μου κενό, ναι μέσα.
Δίχως άλλο πάω (διώχνω ντροπές).
Με τα πολλά πρώτη μέρα, έχω ντυθεί, περιποιηθεί λες και θα πήγαινα στην εβδομάδα μόδας (που είχα πάει). Μου βγαίνει ένα 8ωρο μπροστά σε ένα μηχάνημα να βάζω τικι-τικι μπουκάλια (πλαστικά, αλουμίνια, γυαλί) και να ακούω αυτό το υπέροχο πορωτικό οξύ ήχο που συνθλίβονταν (μετά την πρώτη χαρά, αυτό έγινε ημικρανία). Γυρνάω σπίτι μία παρά το βράδυ, δεν ήξερα που να βάλω χέρια, πόδια, κεφάλι.
Από την επομένη αρχίζω μιλάω με τα παιδιά, μαθαίνω διάφορα για τις συνθήκες εργασίας. Αντιλαμβάνομαι πρώτη φορά τι σημαίνει να έχεις κάμερες να σε παρακολουθούν. Να ακούω βρισιές και χριστοπαναγίες από τους συναδέλφους για τα αφεντικά (έριξα κι εγώ κάνα δυο έτσι για το καλό). Γιατί αν σε έβλεπαν να κάθεσαι όταν υπήρχε κενό εργασιών, έβρισκαν με ένα «μαγικό» τρόπο να κάνεις κάτι τύπου “στρατός, μάζεψε τις γόπες”. Γιατί πώς θα δικαιολογήσεις το ημερομίσθιο πείνας που παίρνεις άλλωστε…
Είδα πως είναι με τα μάτια να συνεννοούμαστε μεταξύ μας οι εργαζόμενοι. Είδα την αλληλεγγύη στο να ξεκουράζει ο ένας τον άλλον, κάνοντας διαλείμματα και να τρώμε στο φτερό. Το σεβασμό στη γυναίκα συνάδελφο να μη σηκώνει βάρος (σήκωνα και με μαλώνανε κι είχαν δίκιο).
Είδα πώς είναι να γυρνάς σπίτι κουρασμένος και εξουθενωμένος και το μόνο που να σε νοιάζει είναι να κάνεις ένα μπάνιο να φύγει η μπίχλα από πάνω σου και να ανταλλάξεις δυο τρεις κουβέντες με δικά σου άτομα.
Είδα τις στιγμές που έλειπαν τα αφεντικά κι ήμασταν πιο οργανωτικοί και παραγωγικοί.
Δεν είδα όμως αγαπημένε μου την ανάγκη για την ώρα να αλλάξει αυτή η κατάσταση, παρά σα μια παραδοχή στο φόβο της απόλυσης.
Να ξέρεις όμως πως αυτές τις λίγες μέρες, δεν τις πέρασα σαν ένας χομπίστας, που δεν έχει δοκιμάσει τι σημαίνει γραμμή παραγωγής κι είπε να το κάνει κι αυτό. Βγήκα από εκεί ακόμα πιο δυνατή και συνειδητοποιημένη.
Βγήκα πιο πεπεισμένη από κάθε άλλη φορά.
Ξαναερωτεύτηκα την τάξη μου σφόδρα.
Θα αναζητώ και μέσα πια από το φακό μου, πρόσωπα φλογισμένα και παθιασμένα για ανατροπή.
Μέσα στη σαπίλα θα βρω πάλι την ομορφιά του αγώνα και της διεκδίκησης. Της οργάνωσης και της πάλης. Γιατί το δίκιο έχει μια ομορφιά που δεν μοιάζει με καμιά.
Αγαπημένε μου Κάρολε σε ευχαριστώ, πάντα ήσουνα η έμπνευσή μου. Αλλά αν οι λαοί θέλουν μια φορά να συνειδητοποιήσουν, εμείς που σε μελετάμε και μελετούμε, θέλουμε δέκα.
Αντίο μέχρι…