Αναγνωρισμένοι πρόσφυγες: Προσεχώς άστεγοι
Χιλιάδες αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και οι οικογένειές τους οδηγούνται στην έξωση, αλλά ο κρατικός μηχανισμός αδυνατεί (ή δεν θέλει;) να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αντιμετωπίσει ουσιαστικά το πρόβλημα.
Μετά-Covid-19 εποχή λοιπόν. Ωστόσο, εμείς οι εργαζόμενοι και εργαζόμενες των στεγαστικών προγραμμάτων βρισκόμαστε αιφνιδίως αντιμέτωποι με μια καινούργια σκληρή συνθήκη. Αυτή της αστεγίας των χιλιάδων αναγνωρισμένων προσφύγων που διαβιούν σε δομές φιλοξενίας. Μια συνθήκη, που σε καμία περίπτωση δε συνάδει με την οικουμενική διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μια συνθήκη, που οδηγεί ευάλωτες ομάδες ανθρώπων, πυρηνικές καθώς και μονογονεϊκές οικογένειες στην έξωση καθώς και που θυμίζει εκείνες τις όχι και τόσο μακρινές εικόνες του 2015, με ανθρώπους περιπλανώμενους στις πλατείες και στα πάρκα.
Σε αυτή τη συνθήκη, για ακόμη μια φορά ο κρατικός μηχανισμός αδυνατεί (ή δεν θέλει;) να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αντιμετωπίσει ουσιαστικά το μεταναστευτικό-προσφυγικό ζήτημα της χώρας. Η μόνη λύση που προτείνεται είναι η άμεση αποχώρηση των αναγνωρισμένων προσφύγων από το πρόγραμμα «ESTIA» ώστε να επισπευσθεί η αποσυμφόρηση των νησιών.
Εύλογο παραμένει ακόμη το ερώτημα με ποιον τρόπο θα μπορέσουν οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες εν μέσω μιας καινούργιας κατάστασης όπως αυτής της μετά-Covid-19 εποχής και ενώ ακόμη ο κίνδυνος μιας ενδεχόμενης νέας πανδημίας να ελλοχεύει να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους και να προβούν άμεσα σε εύρεση κατοικίας, χωρίς ωστόσο να είναι ενταγμένοι στην αγορά εργασίας και δεδομένου ότι το βοηθητικό επίδομα που λαμβάνουν από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ θα παύσει να χορηγείται μετά την αποχώρησή τους από τα στεγαστικά προγράμματα.
Παράλληλα, σημαντικό ζήτημα ανακύπτει και για τα χιλιάδες παιδιά που είναι εγγεγραμμένα τόσο στην Πρωτοβάθμια όσο και στην Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Μη έχοντας στέγη, το προσεχές διάστημα θα είναι πρακτικά αδύνατον να έχουν πρόσβαση στην εκπαιδευτική διαδικασία και να μπορέσουν να ολοκληρώσουν ομαλά την φοίτησή τους στα σχολεία που ήδη είναι εγγεγραμμένα.
Τέλος, άτομα με χρόνια νοσήματα, άτομα τρίτης ηλικίας καθώς και ψυχικά πάσχοντες θα οδηγηθούν στην αστεγία χωρίς καμία ψυχοκοινωνική υποστήριξη, δεδομένου ότι οι κρατικές δομές καθώς και οι δομές βραχείας φιλοξενίας που λειτουργούν υπό τη σκέπη ευρωπαϊκών προγραμμάτων είτε δεν επαρκούν, είτε αδυνατούν να καλύψουν το σύνολο των χιλιάδων ατόμων που θα τεθούν εκτός προγράμματος.
Το κράτος οφείλει να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα το μεταναστευτικό-προσφυγικό ζήτημα, δίνοντας απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα και ζητήματα που ανακύπτουν. Το δικαίωμα στη στέγη άλλωστε είναι θεμελιώδες, αναφαίρετο και συνταγματικά κατοχυρωμένο. Οι μέρες αυτές ας μην αποτελέσουν άλλο ένα μελανό σημείο της Ιστορίας. Να ληφθούν άμεσα μέτρα κοινωνικής ένταξης των χιλιάδων αναγνωρισμένων προσφύγων, οι οποίοι επιθυμούν να παραμείνουν στην χώρα και επίσπευση της έκδοσης ταξιδιωτικών εγγράφων για όσους προσβλέπουν σε άλλο τόπο προορισμού.
Αν ρωτούσε κανείς, έναν από αυτούς τους χιλιάδες αν θα ήθελε μέσω αυτής της συνθήκης να επιστρέψει στην πατρίδα του ήμουν σίγουρη ότι θα απαντούσε με εκείνο το απόσπασμα από το ποίημα της Ουαρσάν Σάιρ: «Θέλω να γυρίσω στην πατρίδα, αλλά η πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία, πατρίδα είναι η κάννη ενός όπλου και κανένας δε θα άφηνε την πατρίδα, εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγούσε μέχρι τις ακτές, εκτός αν η πατρίδα σού έλεγε να τρέξεις πιο γρήγορα, να αφήσεις πίσω τα ρούχα σου, να συρθείς στην έρημο, να κολυμπήσεις ωκεανούς, να πνιγείς, να σωθείς, να πεινάσεις, να εκλιπαρήσεις, να ξεχάσεις την υπερηφάνεια, η επιβίωσή σου είναι πιο σημαντική. Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα είναι μια ιδρωμένη φωνή στο αυτί σου που λέει φύγε, τρέξε μακριά μου, τώρα δεν ξέρω τι έχω γίνει αλλά ξέρω ότι οπουδήποτε αλλού θα είσαι πιο ασφαλής απ’ ό,τι εδώ».
Έφη Θάνου
Κοινωνική Λειτουργός
Εργαζόμενη στο Προσφυγικό