Η επίδραση της ουσιοεξάρτησης στις γυναίκες μέσα στη φυλακή
Πόσο εγωιστικός είναι τελικά ο παραμορφωμένος κόσμος της χρήσης, που στραγγίζει τους ανθρώπους από τα καλύτερό τους στοιχεία, για να τους μετατρέψει σε αδιάφορα, άβουλα και κοινωνικά άχρηστα όντα, σε ζωντανούς νεκρούς…
Από την πολύ ενδιαφέρουσα ημερίδα με θέμα «Ουσιοεξάρτηση, η ιδιαίτερη επίδρασή της στις γυναίκες», που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 22 του Οκτώβρη, στον κινηματογράφο Αλκυονίς, με συνδιοργανωτές το Εθνικό Συμβούλιο κατά των Ναρκωτικών (ΕΣΥΝ) και την Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας, προβάλουμε σήμερα την ομιλία της Εύης Κοντόρα, συγγραφέα, αντιπροέδρου της ΟΓΕ, με θέμα “Μέσα στη φυλακή”.
Στην εκδήλωση ακούστηκαν ενδιαφέρουσες εισηγήσεις που φώτισαν το πολύπλευρο πρόβλημα των ναρκωτικών, με αναφορές σε πτυχές του όπως οι κοινωνικές αιτίες του προβλήματος, ο τεχνητός διαχωρισμός σε μαλακά και σκληρά, η «φαρμακευτική» κάνναβη που αποτελεί θέμα μεγάλης συζήτησης τον τελευταίο καιρό κλπ.
Επίσης μπορείτε να δείτε εδώ την ομιλία του Παναγιώτη Κατηφέ, κοινωνιολόγου, συμβούλου εξαρτήσεων, Γραμματέα του ΕΣΥΝ, και εδώ την ομιλία της Μαρίας Μανιατάκου, παθολόγου, μέλους του προεδρείου της ΟΓΕ.
Η ομιλία της Εύης Κοντόρα, συγγραφέα, αντιπροέδρου της ΟΓΕ με θέμα “Μέσα στη φυλακή”
Οι φυλακές στον Ελαιώνα Θηβών είναι οι μεγαλύτερες γυναικείες φυλακές στην Ελλάδα. Μαζί με τις κρατούμενες, βρέφη και νήπια έως τριών χρονών εκτίουν μία ιδιότυπη «ποινή», διαμένοντας σε ειδική πτέρυγα για μητέρες με παιδιά.
Οι γυναικείες φυλακές της Θήβας είναι όπως όλες οι άλλες. Όποιος θέλει να τις επισκεφτεί, πρέπει να περάσει από εξονυχιστικό έλεγχο: να δηλώσει το σκοπό της επίσκεψής του για να πάρει άδεια, ν’ αφήσει κινητό και ταυτότητα, να σκαναριστεί διπλά μαζί με τα μπαγκάζια του, να σταθεί με υπομονή μπροστά σε πόρτες που ανοιγοκλείνουν ηλεκτρονικά, να βάλει σημάδια για να βρει το δρόμο του, όπως ο Κοντορεβιθούλης στο δάσος. Για να φτάσω στον προορισμό μου, έπρεπε να κατέβω στα υπόγεια. Παρόλα αυτά, η γνωριμία μου με το χώρο της θεραπευτικής κοινότητας του ΚΕΘΕΑ ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ συνοδεύτηκε από μία έκρηξη έντονων χρωμάτων κι από ένα μείγμα ευχάριστων οσμών.
Η δική μου συμμετοχή στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Κοινότητας βασίστηκε στην ιδέα μιας «ελεύθερης κατάδυσης» στον γραπτό λόγο: «διαβάζω -γνωρίζω τον κόσμο, γράφω – γνωρίζω τον εαυτό μου», διάρκειας εφτά μηνών. Αποπλεύσαμε για την Ιθάκη μας, διασχίζοντας θάλασσες πρωτόγνωρες, τόσο για τους επιβάτες (που ήταν ταυτόχρονα και μέλη του πληρώματος) όσο και για τον πλοηγό. Δεν ήταν εύκολο το ταξίδι, ούτε το ολοκλήρωσαν όλοι. Όμως όλοι ήταν σημαντικοί, αφού χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχε ταξίδι. Ή, τουλάχιστον, δεν θα υπήρχε το ταξίδι όπως το ξέρουμε… Εξαρχής, ένας ήταν ο στόχος: να καταφέρουν οι ταξιδιώτες, τα μέλη δηλαδή της Ομάδας μας, να φτάσουν στην άλλη άκρη του τούνελ που οδηγεί πίσω στη ζωή!
Δεν είναι καθόλου εύκολο για μια κρατούμενη να ενταχθεί και, κυρίως, να παραμείνει ως το τέλος σ’ ένα στεγνό πρόγραμμα μέσα στη φυλακή. Για τις μανάδες που έχουν μαζί τα παιδιά τους είναι πρακτικά αδύνατο να ανταποκριθούν σε ένα αυστηρό οκτάωρο, που απαιτεί το μέγιστο της προσπάθειάς τους. Μα και για τις άλλες γυναίκες η δυσκολία δεν είναι μικρή. Το 9 με 5, ο χρόνος δηλαδή που παραμένουν στην Κοινότητα, κάποτε τελειώνει κι επιστρέφουν στους πειρασμούς και την απραξία των κελιών και των εκτός του προγράμματος συναναστροφών. Η ομαδικότητα απομακρύνεται κι οι ατομικοί δαίμονες επανέρχονται δριμύτεροι. Άλλωστε η κοινωνικοποίηση της φυλακής έχει άλλους ρυθμούς, άλλους στόχους, άλλο περιεχόμενο από της Κοινότητας. Υπήρξαν φορές που κάποιες «μαθήτριές μου» με παρακάλεσαν: «δώσε μας κι άλλες εργασίες -έχουμε πολύ χρόνο και δεν ξέρουμε τι να τον κάνουμε». Το γράψιμο αποδείχτηκε ευκολότερο από το διάβασμα, ακόμα και για εκείνες που τα ελληνικά δεν ήταν η μητρική τους γλώσσα. Όσες διάβαζαν -οι λιγότερες- έδειχναν προτίμηση στη λεγάμενη γυναικεία λογοτεχνία. Ελάχιστες μπορούσαν να προσελκυστούν από ένα καλό βιβλίο. Αντίθετα, το γράψιμο τις κινητοποιούσε γιατί τις έφερνε αντιμέτωπες με τον εαυτό τους και τις ατομικές τους επιλογές. Τα κείμενά τους συχνά περιείχαν καμουφλαρισμένα ή αυτούσια κομμάτια από τη ζωή τους.
Η συμμετοχή στο πρόγραμμα της Κοινότητας συστήνει από την αρχή κιόλας στα μέλη την ομαδικότητα, την αυτοπειθαρχία, την ανάγκη να μπαίνουν στόχοι ατομικοί και ομαδικοί και να κατακτιούνται. Γνωρίζονται με την έννοια και τη σημασία των ορίων, άλλοτε για να τα θέσουν οι ίδιες στον εαυτό τους, όταν οι ατομικές τους επιλογές έρχονται σε αντίθεση με τους στόχους της Ομάδας, άλλοτε για να τα ξεπεράσουν, όταν η ομαδική δραστηριότητα απαιτεί την υπέρβαση των ατομικών δυνατοτήτων. Λειτουργώντας ομαδικά, πλησιάζουν το κατώφλι της συλλογικότητας. Βοηθιούνται να ορίσουν το μέτρο της ατομικής τους ευθύνης, σαν ένα πρώτο βήμα που ίσως συμβάλει μελλοντικά, στα πλαίσια μιας διαφορετικής ομάδας, στον ακριβή προσδιορισμό της κοινωνικής ευθύνης, στην αποκάλυψη των πραγματικών αιτιών και των αληθινών υπεύθυνων των ανίατων παθογενειών της συγκεκριμένης εκμεταλλευτικής κοινωνίας. Χωρίς την Ομάδα δεν θα είχαν έρθει ποτέ σε επαφή με το «εμείς». Θα έμεναν στο «εγώ» γιατί ο κόσμος της χρήσης και της ουσιοεξάρτησης, παρά την ψευδαίσθηση μιας κάποιας κοινωνικότητας, είναι ένας κόσμος μοναχικός και οδυνηρά στρεβλωμένος. Στην Ομάδα μαθαίνουν όχι μόνο να παίρνουν αλλά και να δίνουν, προσεγγίζοντας το αληθινό περιεχόμενο της αλληλεγγύης. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η προετοιμασία της γιορτής για τα παιδιά της φυλακής, σαν ένα χριστουγεννιάτικο δώρο των μελών της Κοινότητας στους μικρούς «φυλακισμένους». «Ήταν η πρώτη φορά που έδωσα κάτι και μου αρέσει το συναίσθημα αυτό!» διαπίστωσε η νέα γυναίκα που είχε αναλάβει την ευθύνη της γιορτής. Πόσο εγωιστικός είναι τελικά ο παραμορφωμένος κόσμος της χρήσης, που στραγγίζει τους ανθρώπους από τα καλύτερό τους στοιχεία, για να τους μετατρέψει σε αδιάφορα, άβουλα και κοινωνικά άχρηστα όντα, σε ζωντανούς νεκρούς…
«Αν δεν μας χάρισε ο παλιός χρόνος όσα του ζητήσαμε… ας μην χάσουμε αυτό που πραγματικά μπόρεσε να μας χαρίσει: την απόφαση να μην το βάλουμε κάτω… Τη δύναμη να παλεύουμε… Και τη γνώση πως τίποτα δεν χαρίζεται, αλλά κερδίζεται!» γράφει σε κείμενό της μία άλλη.
Αν, ωστόσο, η φυλακή έχει δυσκολίες, η μεγάλη κρίση έρχεται με την αποφυλάκιση. Οι γυναίκες που αποφυλακίζονται, ειδικά όταν έχουν οικογένειες, συχνά βρίσκονται αντιμέτωπες με την απροθυμία των δικών τους ανθρώπων να στηρίξουν την ένταξή τους στην Κοινότητα του ΚΕΘΕΑ για τους αποφυλακισμένους. Ίσως μερικοί σύζυγοι ή γονείς επιθυμούν να ξεχάσουν την περίοδο της φυλακής, σαν ένα γεγονός που δεν συνέβη ποτέ, αντιμετωπίζοντας τα περιστατικά που οδήγησαν σε αυτή ως «ατύχημα» το οποίο δεν θα επαναληφθεί. Οι ίδιες οι γυναίκες, εξαιτίας της ανισοτιμίας τους που δημιουργεί εξαρτήσεις οικονομικές και κοινωνικές, αλλά και λόγω των πολλαπλών ευθυνών τους μέσα στο σπίτι (φροντίδα παιδιών, ηλικιωμένων, αρρώστων κλπ), δύσκολα θα εναντιωθούν, ακόμα κι όταν οι ίδιες το θέλουν. Για μια ακόμα φορά, αποδεικνύεται πως δεν μπορεί η υπόθεση αυτή να είναι ατομική-οικογενειακή. Η στήριξη πρέπει να είναι κοινωνική, ολόπλευρη, επιστημονική, και να δίνεται σε κατάλληλα διαμορφωμένες κρατικές δομές από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό. Εξάλλου, είναι πιθανό οι αποφυλακισμένοι (γυναίκες και άντρες) να ανήκουν σε οικογένειες χρηστών, άρα το ίδιο το οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο το κράτος «ξεφορτώνεται» την ευθύνη συντηρεί και αναπαράγει το πρόβλημα αντί να αναζητά διέξοδο.
Μετά την ολοκλήρωση του επτάμηνου ταξιδιού μας, έπιασα συχνά τον εαυτό μου ν’ αναρωτιέται: πού τελικά έφτασε το καράβι μας;… Δεν είμαι σίγουρη. Όμως όλοι οι επιβάτες, έστω και για λίγο, κράτησαν στα χέρια τους το τιμόνι του. Στάθηκαν μπροστά στον ανοιχτό ορίζοντα και βοήθησαν να χαραχτεί η κοινή πορεία. Αντιμετώπισαν Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες, αλλά βρήκαν και σεντέφια, κοράλλια, κεχριμπάρια κι εβένους… Θέλω να πιστεύω ότι αυτό το ταξίδι ήταν ένας σπόρος που, όταν έρθουν οι κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να βλαστήσει. Εγώ, βέβαια, είμαι μόνο ο κηπουρός που τον έριξε. Ο ίδιος ο σπόρος προέρχεται από το θερμοκήπιο των μεγάλων κοινωνικών αγώνων που προηγήθηκαν, της σύγχρονης πάλης του εργατικού-λαϊκού κινήματος, των μαχών για ισοτιμία και χειραφέτηση που για πάνω από σαράντα χρόνια δίνει η Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας. Χωρίς την κοινωνική δράση που διαμορφώνει ανθρώπους και οδηγεί το σήμερα στις ριζικά αλλαγμένες κοινωνίες του αύριο, δεν θα υπήρχαν ούτε σπόροι ούτε κηπουροί.