Επιστρέφουμε σε καθεστώς κολίγων
Οι αγρότες γνωρίζουν πολύ καλά την σημασία που έχουν οι θυσίες, ο κόπος και ο χρόνος που απαιτείται για να «καρποφορήσει» ο προσωπικός αγώνας που κάνει ο καθένας στο χωράφι και στο κοπάδι. Κι αυτές τις θυσίες πρέπει να αναζητήσουν και στον συλλογικό αγώνα για να παραμείνουν πλέον στη δουλειά με αξιοπρέπεια.
Μια νέα γαλακτοκομική περίοδος ξεκίνησε ενώ ακόμα μια ελαιοκομική φτάνει σιγά σιγά στο τέλος της. Ποια είναι η οικονομική θέση που βρίσκεται σήμερα η αγροτιά και κατά πόσο έχει βελτιωθεί το εισόδημα του αγρότη; Είναι υπερβολή, όταν για να χαρακτηρίσουμε την κατάσταση λέμε, κάθε πέρσι και καλύτερα ή όταν κάνουμε σύγκριση με εποχές, που οι εργάτες γης δούλευαν χωρίς χρηματικές απολαβές για την εργασία τους;
Κατά αρχάς τα τρία βασικά αγροτικά προϊόντα (γάλα, κρέας, λάδι) σήμερα πουλιούνται σε τιμές μικρότερες του κόστους παραγωγής.
Σύμφωνα με μελέτες ζωοτεχνών αλλά και την εμπειρία του κτηνοτρόφου ο μ.ο για το κόστος ανα λίτρο στο πρόβειο γάλα, στο νησί μας, είναι 0.80- 0.85 €. Ενώ πέρσι το γάλα πουλιόταν από τους παραγωγούς περίπου 0,70€. Φέτος οι έμποροι γάλακτος που προσκλήθηκαν σε διάλογο στη Περιφέρεια Β. Αιγαίου με αντιπροσώπους των κτηνοτροφικών συνεταιρισμών- έπειτα από παρέμβαση συσκέψεων της Ομοσπονδίας Α.Σ.Λ – δήλωσαν ότι «δεν μπορούν να δώσουν καλύτερες τιμές». Τελικά οι συμφωνίες που έκλεισαν οι κτηνοτροφικοί συνεταιρισμοί για να πουλήσουν δεν ξεπερνούν τα 0.80€ ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα δεν είναι κάτω από 0, 85€. σ.σ Για να μην παρεξηγηθώ δεν υπολογίζω τα 0,02 € υπέρ των συνεταιρισμών αλλά μόνο αυτά που «θα πάρει στο χέρι», καθαρά, ο παραγωγός. Δηλαδή σε καμία περίπτωση ο κτηνοτρόφος δεν καλύπτει το κόστος που απαιτείται για να παραριχθεί το προϊόν (γάλα) και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο κέρδους. Ειδικά δε με το καινούργιο τέχνασμα των εμπόρων γάλακτος, να πουλάνε τις ζωοτροφές υπάρχει ο κίνδυνος να μην εξοφλούνται σύντομα οι παραγωγοί και ίσως «έναντι» και στο τέλος της γαλακτοκομικής περιόδου. Σ όλο αυτό το διάστημα των 6-7 μηνών ο κτηνοτρόφος καλείται να μην έχει ανάγκες κι αν του τύχει κάτι να ζητήσει το αντίτιμο αλλά για μέρος της παραγωγής που παρέδωσε.
Στο κρέας υπάρχουν ορισμένες ενθαρρυντικές τιμές για τους κτηνοτρόφους, όπως συνηθίζεται πριν τις εορτές των Χριστουγέννων αλλά μετά τον επόμενο χρόνο μειώνονται αισθητά για να ξανά αυξηθούν λίγο πριν το Πάσχα. Σε σχέση με τα τελευταία χρόνια και τις τιμές που επικρατούσαν, οι φετινές τιμές για τους κτηνοτρόφους δεν είναι τίποτα παραπάνω από «μια ανάσα».
Στο λάδι δεν είναι καλύτερη η κατάσταση αφού οι τιμές που αναγκάζονται οι ελαιοπαραγωγοί να πουλήσουν λάδι κάτω από τον «άσο» δηλαδή λάδι που θεωρείται έξτρα παρθένο είναι περίπου (ανάλογα την οξύτητα) κάτω από 2 €. Δυστυχώς και γι αυτό το αγροτικό προϊόν το κόστος παραγωγής που είναι περίπου 2 € δεν καλύπτεται όταν ο «άσος» πουλιέται αυτή τη στιγμή 1,50€.
Λαμβάνοντας υπ όψιν τα προηγούμενα, καταλαβαίνουμε ότι η ελεύθερη οικονομία δεν είναι παρά μια κατάσταση που εξυπηρετεί την κερδοφορία των εμπόρων και δεν εξασφαλίζει ούτε τα στοιχειώδη περιθώρια κέρδους στους παραγωγούς. Όλους εμάς που εξαναγκαζόμαστε να πουλήσουμε τζάμπα την παραγωγή και από τον κόπο μας και θησαυρίζουν οι μεσάζοντες. Γι αυτό και το αίτημα για «Κατώτατες εγγυημένες τιμές σε γάλα-κρέας-λάδι» που να εξασφαλίζουν ένα ικανοποιητικό εισόδημα και να καλύπτουν το κόστος παραγωγής, που η Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Λέσβου βάζει ως κορωνίδα των διεκδικήσεων στους αγρότες του νησιού μας αποτελεί την μόνη ουσιαστική προστασία για τον παραγωγό.
Κι αυτό γιατί το αγροτικό εισόδημα συνεχώς μειώνεται χωρίς να αναπληρώνεται. Για παράδειγμα οι δυσβάστακτες ασφαλιστικές εισφορές στον ΕΦΚΑ στην κατώτατη ασφαλιστική βαθμίδα είναι 114 € και η κυβέρνηση της ΝΔ προωθεί νομοσχέδιο για την αύξηση στα 120€. Οι επιδοτήσεις έχουν μετατραπεί σε επιδόματα. Κι αν τύχει και κάποια απώλεια στην παραγωγή ο ΕΛΓΑ είναι αρκετά αμφίβολο στο να αποζημιώσει, κι αν αποζημιώσει, ο παραγωγός θα πρέπει να ξεμπλέξει από έναν κυκεώνα εμποδίων. Οι κτηνοτρόφοι της Λέσβου έχουν άσχημη εμπειρία από διάφορες ζωονόσους όπως η ευλογία, ο καταρροϊκός και τώρα πρόσφατα τον πυρετό Q που τα τελευταία χρόνια έχουν αποδεκατίσει κοπάδια. Έχουν άσχημη εμπειρία και από τις «δεσμεύσεις» διάφορων πολιτικών προσώπων για βοήθεια και αποζημιώσεις. Η υποστελέχωση των δημόσιων κτηνιατρείων με μόνιμο προσωπικό και χωρίς την απαιτούμενη πρόληψη με εντατικούς ελέγχους λειτουργεί εις βάρος των κτηνοτρόφων. Ουσιαστικά όλο το κόστος των φαρμάκων για την πρόληψη και την θεραπεία βαραίνει αποκλείστηκα τους κτηνοτρόφους. Κι αυτό είναι ακόμα ένα δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος. Ενδεικτικά όσο αφορά την πρόληψη σε κοπάδι με 200 πρόβατα ο κτηνοτρόφος πρέπει να πληρώσει για τους απαραίτητους εμβολιασμούς «εντεροτοξιναιμίας» και «τρίχας» 450€. Ασφαλώς υπάρχουν και ακριβότερα φάρμακα και τα αντίστοιχα για άλλες ασθένειες όπως η αγαλαξία, η πνευμονία, υποκλινική μαστίτιδα κ.π.α που εκτινάσσουν το κόστος.
Για κάποιο νέο που έχει κάνει την επιλογή να ασχοληθεί με τον πρωτογενή τομέα ακόμα κι αν έχει ενταθεί σε κάποιο από τα χρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ε.Ε (εγκατάσταση νέων αγροτών, σχέδια βελτίωσης) που συνήθως υποστηρίζεται περισσότερο έναντι παλαιότερων αγροτών, το μέλλον και η παραμονή του είναι αρκετά δυσοίωνη. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική υποστηρίζει μόνο τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις και προωθηθεί την συγκέντρωση της γης και της παραγωγής σε λίγους. Το επιχείρημα που πολύ συχνά χρησιμοποιούν οι πολιτικοί εκφραστές της Ε.Ε ότι «πρέπει να γίνετε ανταγωνιστικοί με το προϊόν σας και έναντι των ευρωπαίων συναδέλφων», -δεν ισχύει. Ας μας πούνε σε ποια χώρα της Ε.Ε οι αγρότες πλούτισαν. Οι πρόσφατες μεγαλειώδης συγκεντρώσεις και κινητοποιήσεις σε Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Ιρλανδία τους διαψεύδουν. Σε αυτές τις χώρες τις ΕΕ οι αγρότες και τα αγροτικά σωματεία διαμαρτύρονται μεταξύ των άλλων για τους μειονεκτικούς όρους που εξαναγκάζονται να πουλάνε τα αγροτικά προϊόντα σε μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων και ασφαλώς εκφράζουν την δυσαρέσκεια τους και στις κυβερνήσεις των χωρών τους που δεν τους στηρίζουν. Σε δε άλλες, μεσογειακές χώρες τις Ε.Ε. όπως η Ισπανία, Γαλλία και Ιταλία ο αγροτικός κόσμους από το 25% και 30% συρρικνώθηκε στο 7%.
Γι αυτούς και άλλους αρκετούς λόγους και αιτίες ο αγρότης που γνωρίζει καλύτερα τις δυσκολίες επιβίωσης που αντιμετωπίζει είναι αδύνατο να μην αγανακτήσει, να μην οργιστεί. Η δίκαιη όμως αυτή αγανάκτηση πρέπει να μετατραπεί σε οργανωμένο αγώνα διεκδίκησης. Με αιτήματα που ανταποκρίνονται στις ανάγκες μας και μορφές δράσης που συναποφασίζονται και δίνουν προοπτικές στον αγώνα επιβίωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί από την συμμετοχή στους αγροτικούς συλλόγους στις συσκέψεις και τις συνελεύσεις που οργανώνονται και εδώ στο νησί μας από την Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων.
Σε αυτή τη κατεύθυνση όπου καλείται σήμερα να αγωνιστεί ο αγρότης παρουσιάζονται ορισμένα ζητήματα που ωφελεί στο να απαντηθούν με συγκεκριμένες απαντήσεις.
Δύο κυριότερα ερωτήματα που απασχολούν συναδέλφους είναι:
«Γιατί δεν συμμετέχει σύσσωμος ο αγροτικός κόσμος στα Αγροτικά Συλλαλητήρια; »
Είναι και ένα επιχείρημα που τίθεται κυρίως από συναδέλφους σε συλλαλητήρια που μπορεί να αποφασίζουν να συμμετέχουν για πρώτη φορά αλλά περιμένουν άμεση λύση. Πράγματι η συμμετοχή στις αγροτικές κινητοποιήσεις είναι μικρότερη του μεγέθους των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε. Η επιτυχία όμως ενός συλλαλητηρίου δεν κρίνεται απαραίτητα από των αριθμό των διαδηλωτών αλλά από παράγοντες όπως η οργάνωση και η συνειδητοποίηση του αγώνα, το κατά πόσο θα κάνει δική του υπόθεση ο κάθε αγρότης την μαζική συμμετοχή συναδέλφων του, να τους παρακινήσει να οργανωθούν και να παραβρεθούν. Με ένα συλλαλητήριο δεν μπορούν να λυθούν μια και έξω όλα τα αιτήματα που τίθενται. Ο αγώνας είναι επιβίωσης και έχει διάρκεια. Η επιμονή και το μέγεθος πίεσης που ασκείται κάθε φορα και για όσες φορές χρειαστεί φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα..
«Δεν μας δίνει κανένας σημασία και δεν κερδίσαμε τίποτα».
Αυτό είναι πέρα για πέρα λάθος. Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των διαδηλωτών σε αγροτικές κινητοποιήσεις έχει αυξηθεί σταθερά και αυτό οφείλεται και στην οργάνωση της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Λέσβου. Που κατάφερε να παγιωθεί οργανωτικά ως ο μοναδικός εκπρόσωπος των μικρομεσαίων αγροτών απέναντι από Υπουργούς, υφυπουργούς, Γενικούς Γραμματείς υπουργείων κ.α
Να υπενθυμίσω ενδεικτικά
Σε τοπικό επίπεδο το οργανωμένο αγροτικό κίνημα κατάφερε πριν ένα χρόνο τέτοιες μέρες, να καταβληθεί στους κτηνοτρόφους ενίσχυση 5 ευρώ ανα ζώο. Στις πληρωμές από το λεγόμενο πακέτο De minimis. (Ήταν μια επιτυχία της ομοσπονδίας σε τηλεδιάσκεψη που έγινε στο υπουργείο νησιωτικής πολιτικής με τον υπουργό τον Ιούνιο του 2018).
Από τους αγώνες της Πανελλαδικής Επιτροπής των Μπλόκων κερδίσαμε: Από το 2014 δεν πληρώναμε τέλος επιτηδεύματος 650€ το χρόνο. Από τα μπλόκα του 2016 που οι συνάδελφοι μας έκατσαν 40 μερόνυχτα στο δρόμο κερδίσαμε αφορολόγητο 8.500€-9.500€ Κέρδος 1870€- 2090€ το χρόνο. ΕΦΚΑ 18% και σταδιακή αύξηση αντί για 27% στα καθαρό εισόδημα που πληρώνουν όλοι η άλλοι επαγγελματίες. Αφορολόγητα έως 12.000€ πρασίνισμα ,συνδεδεμένες ενισχύσεις και εξισωτική Αφορολόγητες η αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ Όλα αυτά ήταν να φορολογηθούν από το πρώτο ευρώ. Ακατάσχετο στους τραπεζικούς λογαριασμούς μέχρι 7.500€ από τα μπλόκα του 2018.
Οι αγρότες γνωρίζουν πολύ καλά την σημασία που έχουν οι θυσίες, ο κόπος και ο χρόνος που απαιτείται για να «καρποφορήσει» ο προσωπικός αγώνας που κάνει ο καθένας στο χωράφι και στο κοπάδι. Κι αυτές τις θυσίες πρέπει να αναζητήσουν και στον συλλογικό αγώνα για να παραμείνουν πλέον στη δουλειά με αξιοπρέπεια. Είναι αδύνατο σήμερα με την τεράστια τεχνολογική πρόοδο να μην αξιοποιούνται και τα τεχνολογικά επιτεύγματα για να καλυτερεύσει το επίπεδο ζωής και του αγρότη. Η εργασία να μην αμείβεται στους παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου και να επιστρέφουμε σε καταστάσεις που βίωναν οι αγρότες πριν 100 χρόνια. Να παραδίδουμε τώρα όπως και τότε τη σοδειά μας χωρίς να ξέρουμε πότε και πόσο θα πληρωθούμε.
Το 2020 ας αποτελέσει ένα έτος ανασύνταξης της οργανωμένης δύναμης και δράσης των μικρομεσαίων αγροτών.
Σταύρος Μαντατής
Πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Ανεμώτιας
Μέλος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Λέσβου