Για την Πέννυ
Το μεγαλύτερο σοκ ίσως δεν ήταν το περιστατικό αυτό καθαυτό. Το πραγματικά χυδαίο ήταν η αντιμετώπιση της κοπέλας που έκανε την καταγγελία στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Αίσθηση προκάλεσε τις προηγούμενες μέρες στα social media η καταγγελία νεαρής κοπέλας απ’ τη Θεσσαλονίκη ότι ρασοφόρος την παρενόχλησε σεξουαλικά θωπεύοντας την και δείχνοντας τα γεννητικά του όργανα σε αστικό λεωφορείο. Μάλιστα κρατώντας την ψυχραιμία της φωτογράφησε το λεγόμενο και «μόριο». Ανάρτησε τη σχετική καταγγελία στο Facebook, και μια άλλη γυναίκα που είχε υποστεί τα ίδια της έστειλε μια φωτογραφία πιθανού δράστη, τον οποίο και η πρώτη κοπέλα ταυτοποίησε.
Η μεγαλύτερη αίσθηση όμως για μένα, δεν ήταν το περιστατικό καθαυτό. Παρενοχλήσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς (και όχι μόνο) συμβαίνουν κάθε μέρα, όλοι γνωρίζουμε ότι το «άθλημα» της «μπουτοτριψίας» ανθεί και αυτές που το υφίστανται είναι συντριπτικά γυναίκες. Και δεν προκαλεί εντύπωση ούτε η αναφορά της καταγγέλλουσας ότι στο ίδιο το λεωφορείο, όταν φώναξε ότι κάτι συμβαίνει, δεν ασχολήθηκε σχεδόν κανείς μαζί της. Η ατομικίστικη απάθεια και αδιαφορία για το αν δέρνουν ή… σφάζουν το διπλανό είναι 24ωρο φαινόμενο. Γιατί θα ‘πρεπε να είναι σε αναστολή μάσα στο λεωφορείο της Άνω Τούμπας;
Το πραγματικά χυδαίο ήταν η αντιμετώπιση της γυναίκας αυτής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ιδιαίτερα στο προφίλ της στο Facebook. Τόνοι οχετού ξεράστηκαν, από τους πιο «χαριτωμένους» όπως «Έλα που δεν το ήθελες» έως τα πιο ωμά τύπου «Δεν τη βλέπετε; Ένα άθεο πουτ@ν@κι με κόκκινα μαλλιά είναι, σιγά μη λέει αλήθεια». Ποτέ δεν συγκεντρώθηκαν τόσα βλακώδη στερεότυπα σε δύο φράσεις. Παράλληλα, δεν έλειψαν και αυτοί που είδαν πίσω απ’ την καταγγελία μια έντεχνη «προσπάθεια των Εβραίων, των Ελωχίμ και των αναρχικών να χτυπηθεί η θρησκεία μας», και μας καλούσαν να «Ξιπνοιςουμαι!11» για να το αποτρέψουμε. Συνειδητά αποφεύγω να κοσμήσω το παρόν κείμενο με print screens της απύθμενης αλητείας που εκφράστηκε δημόσια αυτές τις μέρες.
Ακόμα μια παρατήρηση έχει να κάνει με το ότι φορείς των παραπάνω χυδαίων επιθέσεων ήταν μεν κατά πλειοψηφία άντρες, όμως μια ισχυρή μερίδα ήταν γυναίκες δείγμα ότι η σεξιστική κουλτούρα έχει εγκολπωθεί, σε μεγάλο βαθμό (σαν μια μορφή «άμυνας» ίσως) και απ’ αυτές. Το τελευταίο μου θυμίζει τη στάση ορισμένων μεταναστών πρώτης γενιάς απ’ τη δεκαετία του ’90 που τη δεκαετία του 2000 ψήφιζαν… Καρατζαφέρη γιατί «εμείς ήρθαμε νωρίς, όχι σαν τους Πακιστανούς»! Αλλά ούτε αυτό εκπλήσσει πλέον. Και πέριξ της Χρυσής Αυγής ανθεί αυτό το φαινόμενο τα τελευταία χρόνια. Φυσικά υπήρξε μια μεγάλη μερίδα χρηστών με αποθέματα τσίπας και ανθρωπιάς που συμπαραστάθηκαν στην κοπέλα. Ίσως να ήταν και πλειοψηφική. Όμως δεν είναι (είμαστε) αρκετοί.
Οφείλω να εξηγηθώ ότι ποτέ δεν θεωρούσα το θέμα του σεξισμού στην ελληνική κοινωνία πρωτεύον. Μπορεί να φαίνεται παλιομοδίτικο ή μπανάλ σε κάποιους (ίσως και στον αναγνώστη της Κατιούσα που πρόσφατα έγραψε για παρόμοιο θέμα στη στήλη των αναγνωστών) αλλά η βασική αντίθεση που λέμε εμείς οι (πιο) παλιοί φτάνει και περισσεύει για να αποτελεί το κριτήριο των απόψεων και των επιλογών μας. Και εγώ ο ίδιος έχω ειρωνευτεί έως και χλευάσει παλαιότερα, όσους το ανήγαγαν σε θέμα πρώτης προτεραιότητας. Και συνεχίζω να πιστεύω ότι δεν είναι πρωτεύον. Είναι όμως ένα σημαντικό δευτερεύον θέμα που δεν πρέπει να περνάει στο «ντούκου», ειδικά όταν είναι ένα φαινόμενο που αγγίζει τους εργαζόμενους στην καθημερινότητά τους, άντρες και γυναίκες, ως θύτες ή ως θύματα, ή συνήθως, ως ουδέτερους (ουδέτερους;) παρατηρητές.
Περισσότερα όμως για το πώς εκφράζονται όλα αυτά στην εργατική τάξη, σε επόμενο κείμενο.
Μέχρι τότε, είμαστε με την Πέννυ.