Η χαμένη ευκαιρία της «Εφηβείας»
Μια σειρά στην πλατφόρμα του Netflix ήρθε να φουντώσει ξανά τη συζήτηση γύρω από κοινωνικά προβλήματα της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας, όπως η νεανική παραβατικότητα, ο ρόλος της οικογένειας, του εκπαιδευτικού συστήματος, των social media…
Μια σειρά στην πλατφόρμα του Netflix ήρθε να φουντώσει ξανά τη συζήτηση γύρω από κοινωνικά προβλήματα της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας, όπως η νεανική παραβατικότητα, ο ρόλος της οικογένειας, του εκπαιδευτικού συστήματος, των social media. Αρκετοί τη συζητήσαμε, ανταλλάξαμε προβληματισμούς, ερμηνείες αλλά και φόβους, γιατί η σειρά δεν αφήνει κάποια χαραμάδα αισιοδοξίας. Ειδικοί και μη τοποθετήθηκαν δημόσια με συζητήσεις σε εκπομπές, άρθρα κ.τ.λ.
Να ξεκινήσουμε με μία βασική παραδοχή: Πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό και σύνθετο θέμα, που σίγουρα δεν μπορεί να εξαντληθεί σε ένα άρθρο και για το οποίο εξάλλου έχουμε πολλές φορές τοποθετηθεί. Καταθέτουμε ορισμένες σκέψεις.
Πρόκειται για μια σειρά που απεικονίζει στατικά μια κοινωνική πραγματικότητα: Ενα 13χρονο εύθραυστο αγόρι (που κατουρήθηκε πάνω του κατά τη σύλληψη), στο μεταβατικό, γεμάτο ανασφάλειες και συγκρούσεις στάδιο της εφηβείας, επηρεάζεται από διάφορες περσόνες και τις οπισθοδρομικές απόψεις τους γύρω από τις σχέσεις των δύο φύλων που ευδοκιμούν στον χώρο του διαδικτύου, γίνεται θύμα διαδικτυακού εκφοβισμού από μια συμμαθήτριά του και καταλήγει να τη δολοφονήσει άγρια με μαχαίρι.
Τόσο η σκηνοθετική επιλογή του μονοπλάνου που ακολουθεί τους ήρωες σε πραγματικό χρόνο, όσο και η συνειδητή επιλογή των δημιουργών να βάλουν στη θέση των πρωταγωνιστών μια μέση λαϊκή οικογένεια, με γονείς που πασχίζουν να ανταποκριθούν κι ένα παιδί της διπλανής πόρτας με ευφυία και καλές σχολικές επιδόσεις, έκαναν πολλούς από τα εκατομμύρια θεατών που έχουν παρακολουθήσει τη σειρά να ταυτιστούν με τους ήρωές της: «Θα μπορούσε να συμβεί και σ’ εμένα». Μέσα σε έντονη συναισθηματική φόρτιση φόβου αναρωτιέσαι τι έφταιξε, τι πήγε λάθος, τι θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε γίνει αλλιώς.
Η σειρά είναι ανοικτή σε διάφορες ερμηνείες, αναδεικνύει διάφορες επιμέρους αιτίες, αφήνει όμως απέξω τη βασική αιτία: Το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα και την ακραία βία του, που καλλιεργεί τον ατομισμό, τα στρεβλά και σάπια πρότυπα που διαδίδονται, πλέον, ταχύτατα μέσω του διαδικτύου ιδιοκτησίας μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών, το σύστημα που στηρίζεται στον ατομισμό και ανταγωνισμό, οδηγώντας στην αποξένωση, την έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας και την αλλοτρίωση των ανθρώπων, ειδικά των παιδιών που η προσωπικότητά τους είναι υπό διαμόρφωση. Η σειρά δεν ξεφεύγει από τη γενική γραμμή επίρριψης της ευθύνης στην οικογένεια, με συμπονετικό βέβαια τρόπο, ιδίως στον πατέρα, θύμα κι εκείνος των δικών του βιωμάτων, που δεν μπορεί να εκδηλώσει την αγάπη και τρυφερότητά του προς τα παιδιά του.
Καταστολή και «κράτος δικαίου»
Η ίδια η σειρά δεν έρχεται να ακουμπήσει στο κενό. Αντίθετα, έρχεται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο υπερπροβολής της λεγόμενης νεανικής παραβατικότητας. Ακόμη περισσότερο έρχεται να προστεθεί σε ένα γενικότερο κλίμα πολεμικής προετοιμασίας σε όλα τα επίπεδα (ένταση της καταστολής, καλλιέργεια φόβου και υποταγής της κοινωνίας και πολλά ακόμη). Δεν είναι τυχαία, στις πρώτες κιόλας σκηνές, η σοκαριστική εισβολή πάνοπλων αστυνομικών δυνάμεων αξημέρωτα στο σπίτι της οικογένειας, που σπάνε την πόρτα, τους ρίχνουν κάτω για να συλλάβουν έναν πιτσιρικά. Βία και καταστολή που, στη συνέχεια, σαφώς τις δικαιολογούν οι δημιουργοί της σειράς, χτίζοντας μάλιστα επιμελώς το προφίλ ενός άψογου «κράτους δικαίου», με τους αστυνομικούς να επιμένουν να εξηγούν στον μικρό τα δικαιώματά του και η υπόλοιπη οικογένεια να «απολαμβάνει» όλες τις υπηρεσίες του αστυνομικού τμήματος από καφέ μέχρι και δωρεάν δικηγόρο.
Δεν είναι τυχαίο που ο πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας πρότεινε να προβληθεί η σειρά σε όλα τα Γυμνάσια και Λύκεια της χώρας. Ποιος είναι ο στόχος, αλλά και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Να ανοίξει η συζήτηση ή να εξοικειωθούν με ανάλογα περιστατικά και τη βίαιη, κατασταλτική αντιμετώπισή τους, μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί; Μια σειρά που απευθύνεται κατά βάση σε ενήλικους και ειδικά ο αδιέξοδος τρόπος με τον οποίο εξετάζει το θέμα, τι αποτύπωμα αφήνουν σε έναν συνομήλικο του πρωταγωνιστή;
Η ένταση της καταστολής και η αυστηρότερη μεταχείριση ανήλικων παιδιών που παραβιάζουν τον νόμο είναι η γενική κατεύθυνση που εφαρμόζουν όλες οι αστικές κυβερνήσεις. Ας αναλογιστούμε τι συμβαίνει και στη χώρα μας: Αστυνόμευση στα σχολεία, κάμερες, τιμωρίες, αποβολές, περιπολικά για κάθε είδους αφορμή (από έναν καβγά μεταξύ συμμαθητών μέχρι μία κατάληψη με αιτήματα και διεκδικήσεις), αύξηση της φυλάκισης ανηλίκων. Ομως, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί, που όπως είδαμε ήδη εφαρμόζονται, δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα (με τρανταχτό παράδειγμα τις ΗΠΑ), δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να αντιμετωπίσουν τις βαθύτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που οδηγούν στη νεανική παραβατικότητα.
Ενοχη η λαϊκή οικογένεια;
Η σειρά απευθύνεται σε ανθρώπους που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν, ζουν, εργάζονται και ανατρέφουν τα παιδιά τους μέσα σε μια κοινωνία που στο απόγειό της έχει την ατομική ευθύνη σε όλες τις πλευρές της ζωής, ανάμεσά τους και την ανατροφή των παιδιών. Κι αυτό ακριβώς ενισχύει όλη η συζήτηση που ακολούθησε τη σειρά, κάποιες φορές μάλιστα σε βαθμό εκκωφαντικά υπερβολικό. Για παράδειγμα, για να τεκμηριωθεί η ατζέντα της «βίας που απορρέει από την “τοξική αρρενωπότητα” της σημερινής “πατριαρχικής” κοινωνίας», αξιοποιείται ακόμα και η σκηνή που ο πατέρας συντετριμμένος από τη διαπίστωση ότι ο γιος του όντως διέπραξε μια άγρια δολοφονία, αρνείται το άγγιγμά του.
Η απουσία οποιασδήποτε νύξης για την πραγματική αιτία του προβλήματος, που ακουμπάει στο ίδιο το σύστημα, ταιριάζει απόλυτα με τη συζήτηση – κατάθεση ψυχής, την ενοχή των δύο γονιών για το πώς στάθηκαν δίπλα στον γιο τους (πώς ανταποκρίνονταν στις πολλές ώρες δουλειάς, πώς του μιλούσαν, σε ποιες δραστηριότητες τον πήγαν κ.τ.λ.). Για να έρθει στη συνέχεια ως φυσική συνέπεια η «συγγνώμη» του πατέρα και να υπογραμμίσει έτσι εμφατικά για μια ακόμη φορά την ατομική ευθύνη των γονιών. Συμπέρασμα που βολικά «κουμπώνει» και με τις όλο και πιο αυστηρές ποινές για τις οικογένειες που προωθούνται στην Ελλάδα και υπάρχουν ήδη στη Μ. Βρετανία.
Η στάση των δύο γονιών είναι αναμενόμενη και δικαιολογημένη. Δεν απαρνηθήκαμε ποτέ την ευθύνη και τον ιδιαίτερο ρόλο που έχουν οι γονείς στην ανατροφή του παιδιού (με διαφορετικά ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά ανάλογα και με την ηλικία του), πόσο μάλλον σε μια τόσο βαριά συνθήκη. Ομως, αυτό που δεν μπορεί κανείς να καταλογίσει σε αυτούς τους γονείς (όπως και στη συντριπτική πλειοψηφία των γονιών σήμερα) είναι το αν νοιάζονται, ενδιαφέρονται, προσπαθούν για το παιδί τους. Το θέμα, επομένως, είναι σε ποιο έδαφος, σε ποια κοινωνία, με ποιους όρους μπορούν να γονιμοποιηθούν και να αποδώσουν οι όποιες προσπάθειες των γονιών, ακόμη – ακόμη πώς διορθώνονται τα όποια λάθη και αστοχίες. Κι εδώ έρχεται να ακουμπήσει το συνολικό κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσονται και διαμορφώνουν συνείδηση και τρόπο ζωής τα παιδιά και οι νέοι σήμερα.
Σχολείο και διαδίκτυο
Παρότι στη σειρά παρουσιάζονται με μελανά χρώματα αρκετές πλευρές της κοινωνικής ζωής του 13χρονου Τζέιμι και όλων των εφήβων σήμερα (σχολείο, διαδίκτυο, πρότυπα που προβάλλονται, πρόωρη σεξουαλικότητα, διαδικτυακός εκφοβισμός, εκδικητική πορνογραφία, τα ΜΚΔ και ο ρόλος τους στους σύγχρονους όρους επικοινωνίας και κοινωνικοποίησης των παιδιών και η υπαρκτή απόσταση που μεγαλώνει ανάμεσα στους σημερινούς εφήβους και τους γονείς τους ως προς αυτά), κανένας όμως από αυτούς τους παράγοντες δεν προσεγγίζεται υπό το πρίσμα της αναζήτησης, ούτε καν της ψηλάφησης των αιτιών. «Δεν το αντέχω το σχολείο. Μαθαίνουν τίποτα εκεί μέσα; Σαν μαντρί είναι», λέει ο επιθεωρητής αστυνομικός (!). Πράγματι, το σχολείο παρουσιάζεται απαξιωμένο (όπως και είναι) τόσο ουσιαστικά όσο και εξωτερικά. Βρίθουν οι ανταγωνιστικές σχέσεις εκπαιδευτικών – μαθητών και μαθητών μεταξύ τους, χωρίς στοιχεία αλληλεγγύης. Οι καθηγητές δείχνουν αμήχανοι, φοβισμένοι ή αδιάφοροι, και οι μαθητές χαμένοι και γεμάτοι οργή, συνεχώς έτοιμοι για καβγά. Ομως, ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά αντικατοπτρίζουν τον βαθύτερο χαρακτήρα του: Πρόκειται για το σημερινό αστικό σχολείο, που διδάσκει σκόρπιες πληροφορίες και δεξιότητες για να προετοιμάσει το επόμενο φθηνό εργατικό δυναμικό, για να διαιωνιστούν οι εκμεταλλευτικές σχέσεις, ένα σχολείο που γεννά τον ατομισμό και τον ανταγωνισμό. Από τη σειρά, όμως, απουσιάζει παντελώς και η παραμικρή υπόνοια για το αν μπορεί να υπάρξει ένα άλλο σχολείο, που να επιτελέσει θετικά τον ρόλο του ως βασικός φορέας μετάδοσης της γνώσης, ανάδειξης των δυνατοτήτων όλων των παιδιών, καλλιέργειας και διαπαιδαγώγησης της νέας γενιάς στα ιδανικά της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, της ευαισθησίας απέναντι στους πιο αδύναμους.
Αντίστοιχα, γιατί το διαδίκτυο ξεχειλίζει από στρεβλά, επικίνδυνα πρότυπα; Φταίει το ίδιο ως εργαλείο και επίτευγμα της ανθρώπινης εργασίας ή τα οικονομικά και άλλα συμφέροντα που το μονοπωλούν, όπως για παράδειγμα οι επιχειρήσεις των social media που μας βλέπουν όλους – και τους ανήλικους – ως πελάτες; Ενδεικτική κι εδώ τόσο των στοχεύσεών τους όσο και των αντιφάσεων και αδιεξόδων τους είναι όλη η αντιπαράθεση που έχει ανοίξει για τα καλά με αφορμή την ανήλικη παραβατικότητα και την ενδοοικογενειακή βία σχετικά με επιπλέον μέτρα φακελώματος, ακόμη μεγαλύτερης παρακολούθησης και λογοκρισίας του διαδικτύου. Αντιπαράθεση που εντάσσεται στο πλαίσιο και των γενικότερων ανταγωνισμών και ενδοαστικών αντιθέσεων μεταξύ αστικών κρατών, ιμπεριαλιστικών συμμαχιών κ.λπ.
Ποιος φταίει τελικά; Είναι ο Τζέιμι ο βασικός ένοχος;
Ας αναρωτηθούμε λίγο βαθύτερα τι εννοούμε γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο. Και μάλιστα τι είναι αυτό που πιθανά αλλάζει ποιότητα σε σχέση με παλιότερα και βλέπουμε τα αρνητικά αποτελέσματά του. Είναι το σχολείο, οι παρέες, η μουσική, τα video games, το διαδίκτυο, τα ΜΚΔ; Είναι όλα αυτά κι ακόμα περισσότερα, αλλά όχι σαν ανεξάρτητες κι αυτοτελείς κλωστές που αν καταφέρεις να τις ελέγξεις, «να τις βάλεις στον ίσιο δρόμο», ακόμα και να περιορίσεις ή και να κόψεις κάποια από αυτές αν χρειαστεί, τότε θα εξασφαλίσεις ένα καλό, υγιές περιβάλλον για το παιδί σου. Είναι όλα τα παραπάνω που μοιάζουν με ένα στενά δεμένο κουβάρι, στο οποίο κάθε κλωστή διαπλέκεται και συμπληρώνει τις άλλες κι όλες μαζί απλώνονται και καλύπτουν έναν πυρήνα που δεν είναι άλλος από τη σαπίλα της σημερινής καπιταλιστικής κοινωνίας στη βαθιά της σήψη και παρακμή.
Η Γη που θα ‘χει πόλεμο, θα πρέπει να σκληρύνει… Η τεράστια διογκούμενη αντίθεση ανάμεσα στον πλούτο που παράγεται συνολικά στην κοινωνία και στα ψίχουλα που καρπώνεται ο καθένας μας, η φτώχεια, ο πόλεμος, ο φασισμός, η προσφυγιά και τόσα μα τόσα άλλα είναι που κάνουν τη μαζική κοινωνική συνείδηση να σκληραίνει. Τα αδιέξοδα, η οργή φουντώνουν και μάλιστα όσο περισσότερο δεν στοχεύουν το πραγματικό αίτιο και κυρίως δεν βρίσκουν προοπτική, τόσο πιο άγρια και ανεξέλεγκτα εκφράζονται. Αυτή η βία και η σκληρότητα που αγκαλιάζουν τα πάντα γύρω μας, αντανακλώνται και στους νέους, τις περισσότερες φορές με ειδικά δουλεμένο τρόπο.
Παίρνοντας υπόψη μας, λοιπόν, τα παραπάνω πώς προστατεύουμε τα παιδιά μας; Πώς διαμορφώνουμε αντίβαρο; Βασική προϋπόθεση είναι να συνειδητοποιήσουμε εμείς οι ίδιοι πως χρειάζεται συθέμελη, ριζική αλλαγή της κοινωνίας και συνειδητή, συλλογική πάλη όλων μας γι’ αυτόν τον σκοπό. Συνειδητοποίηση από την οποία απορρέει και αντίστοιχη στάση ζωής, την οποία προσπαθούμε να εμπνεύσουμε, να τραβήξουμε και τα παιδιά μας.
Βούλα Τσίγκα
Μέλος της Διατμηματικής Ομάδας Εργασίας του ΚΚΕ για την παραβατικότητα των ανηλίκων
Αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη Σάββατο 12 Απρίλη 2025 – Κυριακή 13 Απρίλη 2025