Λιτανεία του Αγίου Βαλεντίνου στη Μυτιλήνη με συμμετοχή μεταναστών από τη Μόρια
Το ζήτημα είναι βέβαια να μη μένει κανείς στις λιτανείες και τις προσευχές, αλλά να δραστηριοποιηθεί για να βάλει ένα τέλος στο αίσχος της Μόριας και τα αίτια που το παράγουν. Σε αυτή τη ζωή, όχι στην επόμενη.
Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, η καρδιά ενός άπονου κόσμου, έλεγε ο Μαρξ στην περίφημη αποστροφή του για το “όπιο του λαού”. Δε θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρη η ρήση του με αφορμή τις εικόνες που μας ήρθαν από τη Μυτιλήνη, όπου πραγματοποιήθηκε λιτανεία των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου – που στην πραγματικότητα μπορεί να ήταν και δύο άγιοι – τα οποία το 1908 βρίσκονται στην καθολική εκκλησία της Μυτιλήνης.
Τη λιτανεία παρακολούθησαν παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες οι ντόπιοι Καθολικοί, αλλά και πολλοί ορθόδοξοι κάτοικοι της πόλης. Αυτό που ξεχώρισε ασφαλώς ήταν η παρουσία τεσσάρων αιτούντων άσυλο από το κολαστήριο της Μόριας, καθολικοί από την Αφρική, που έφεραν στους ώμους τους τα λείψανα του αγίου, που αναφέρεται στην καθολική υμνολογία ως “της Μυτιλήνης καύχημα”. Αυτή τη θετική εικόνα ήρθε να συμπληρώσει η ομιλία του καθολικού Αρχιεπισκόπου παντός Αιγαίου Νικόλαος, που κινήθηκε σε χαμηλούς, συμφιλιωτικούς τόνους, σε αντίθεση με εκείνες μερίδας της ορθόδοξης ιεραρχίας, που διασπείρει το μίσος και την ξενοφοβία:
«Εδώ σ’ αυτήν την πόλη περπάτησαν πιασμένοι χέρι-χέρι ο Πάπας Ρώμης Φραγκίσκος, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Μακαριότατος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος. Ήταν ένα περπάτημα ανάμεσα στη δυστυχία, όχι τυπική αλλά ουσιαστική. Από τότε συνεχίζονται οι προσπάθειες, ώστε οι αδελφοί μας οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες και μετανάστες που βαδίζουν εν μέσω της σημερινής ερήμου με την ελπίδα να φθάσουν σε κάποια γη της επαγγελίας που ονειρεύονται» είπε ο Αρχιεπίσκοπος, σημειώνοντας ακόμα με νόημα πως «το νησί αυτό είναι τώρα το σύμβολο της ανθρωπιάς και της αγάπης, επειδή όμως αυτό δεν είναι εύκολο να διαιωνίζεται, δικαιολογημένα έχει κουραστεί, αλλά δεν παύει να παραμένει υπόδειγμα σεβασμού και προστασίας της ανθρώπινης ζωής».
Ο καθολικός ιεράρχης κάλεσε «το νησί αυτό, με τόσα δείγματα ανθρωπιάς, να μην επιτρέψει ποτέ να υπάρξουν συνάνθρωποί μας που να ψάχνουν με το φανάρι του Διογένη κάποιον άνθρωποι. Εδώ όλοι οι κάτοικοι είναι αληθινοί άνθρωποι και έτσι πρέπει να παραμείνουν παρά τις όποιες δυσκολίες και αντιξοότητες της ζωής».
Το ζήτημα είναι βέβαια να μη μένει κανείς στις λιτανείες και τις προσευχές, αλλά είτε πρόσφυγας, είτε κάτοικος, είτε οποιοσδήποτε πολίτης μιας χώρας που ντροπιάζεται από την ύπαρξη ενός φρικτού στρατοπέδου συγκέντρωσης στο έδαφός της, να δραστηριοποιηθεί για να βάλει ένα τέλος σε αυτό το αίσχος και τα αίτια που το παράγουν. Σε αυτή τη ζωή, όχι στην επόμενη.
Με πληροφορίες από enikos.gr