«Να είσαι σίγουρος πως το χρέος σου το έκανες…» – Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης και σεβασμού ο τελευταίος αποχαιρετισμός στον Γιώργο Φαρσακίδη (ΦΩΤΟ)
Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης και σεβασμού αποχαιρέτησαν απόψε στη Θεσσαλονίκη τον μεγάλο κομμουνιστή καλλιτέχνη, εικαστικό και λογοτέχνη Γιώργο Φαρσακίδη, πλήθος συντρόφων, συγγενών, φίλων και συναγωνιστών του, σε πολιτική τελετή αποχαιρετισμού στο αίθριο του δημαρχείου Θεσσαλονίκης.
Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης και σεβασμού αποχαιρέτησαν απόψε στη Θεσσαλονίκη τον μεγάλο κομμουνιστή καλλιτέχνη, εικαστικό και λογοτέχνη Γιώργο Φαρσακίδη, πλήθος συντρόφων, συγγενών, φίλων και συναγωνιστών του, σε πολιτική τελετή αποχαιρετισμού στο αίθριο του δημαρχείου Θεσσαλονίκης. Ανάμεσά τους, και αγωνιστές που βίωσαν μαζί του τα κολαστήρια της εξορίας, όπου ο παλαίμαχος κομμουνιστής πέρασε αλύγιστος πάνω από 16 χρόνια της πολυτάραχης ζωής του.
«Σύντροφε Γιώργη, να είσαι σίγουρος πως το χρέος σου το έκανες. Τίμησες και με το παραπάνω τον τίτλο του μέλους του ΚΚΕ. Καλό σου ταξίδι πολυαγαπημένε μας σύντροφε», ανέφερε συγκινημένος ο Δημήτρης Κουτσούμπας ο οποίος τον αποχαιρέτισε εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ (διαβάστε παρακάτω ολόκληρη την ομιλία).
Ο Γιάννης Βασιλειάδης, εκ μέρους του ΚΣ της ΚΝΕ, αποχαιρέτισε τον Γ. Φαρσακίδη σημειώνοντας ότι τα μέλη της Οργάνωσης δεν θα ξεχάσουν τις συμμετοχές του στα Φεστιβάλ, ακόμα και όταν τον εγκατέλειπαν οι δυνάμεις του, λόγω υγείας. «Δεν θα ξεχάσουμε όταν, στο 41ο Φεστιβάλ στην Αθήνα, παρευρέθηκες σε έκθεση που είχε πραγματοποιηθεί προς τιμήν σου στο Στέκι Πολιτισμού (…), αλλά και στο περσινό Φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη, όταν σήκωσες μαζί μας και εσύ την γροθιά σου για να τραγουδήσουμε τη Διεθνή».
Ανάφερε ότι στο φετινό κεντρικό Φεστιβάλ, η εικαστική έκθεση θα είναι αφιερωμένη στον Γ. Φαρσακίδη. «Θέλουμε οι νέοι και οι νέες, που θα επισκεφτούν το χώρο, να έρθουν σε επαφή με το έργο σου, να αντλήσουν και αυτοί δύναμη και έμπνευση, όπως εμείς. Για όλους εμάς, τα μέλη της ΚΝΕ, αυτή η έκθεση δεν θα ‘ναι μια απλή εικαστική έκθεση, αλλά ζωντανές μνήμες αγώνων και θυσιών. Πριν λίγες μέρες μάλιστα σε επισκεφτήκαμε αντιπροσωπεία του ΚΣ της ΚΝΕ στο σπίτι σου, ενώ συχνά όλα αυτά τα χρόνια ήμασταν κοντά σου, ακούγαμε με συγκίνηση και προσοχή τις ιστορίες σου.
Σύντροφε Γιώργο, με τον αγώνα και την τέχνη σου άνοιξες και για εμάς, την νέα γενιά ΚΝιτών, ένα παράθυρο για να ατενίζουμε το μέλλον… Και όπως γράφει και το ποίημα του Σικελιανού που είχες επιλέξει να συνοδεύει κάποια από τις ξυλογραφίες σου: “Με τον νοτιά, με τον βοριά, Λαλάτε τη την λευτεριά. Για να γιομίσει τον αγέρα. Πριν έβγει ο ήλιος, να ‘μαστε έτοιμοι την νέα να ιδούμε μέρα”. Για να γίνει πράξη αυτή η νέα μέρα, αυτή η νέα κοινωνία, για την οποία και εσύ έδωσες τη ζωή σου, όλοι εμείς θα συνεχίσουμε τον αγώνα σου, κάτω από την ίδια σημαία, μέχρι την τελική νίκη» (διαβάστε εδώ περισσότερα).
Εκ μέρους της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης – ΔΣΕ, ο Κώστας Σαπρανίδης αναφέρθηκε στη μεγάλη βοήθεια που έδωσε ο Γ. Φαρσακίδης στην «περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ, στην οποία εκτός εκείνο το σπουδαίο λεύκωμα της Μακρονήσου και βιβλία σου που χάρισες, έθεσες στη διάθεσή μας και το πλούσιο αρχείο σου με φωτογραφίες από τον Άη Στράτη, αλλά και της προπολεμικής περιόδου από την αρχή της ίδρυσης του Κόμματός μας. Πολύτιμη η βοήθειά μας και από τη συνεργάτιδά σου για τη συγγραφή πολλών από τα βιβλία σου, της συντρόφισσας Άννας».
Κλείνοντας το χαιρετισμό, σημείωσε ότι «εμείς τις Εθνικής Αντίστασης -για όσο μας μένει…- συνεχίζουμε στο δρόμο, που ως εδώ περπατήσαμε μαζί και θα τον συνεχίσουν και οι επόμενοι από εμάς, που θα την αναζωπυρώσουν την καρβουνιά, θα αλλάξουν τον κόσμο. “Θα πάρουν τα όνειρα εκδίκηση”» (διαβάστε εδώ περισσότερα).
Ο Γιάννης Κατσαρός, εκ μέρους του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967 – 1974, αποχαιρέτισε τον αγωνιστή του αντιδικτατορικού αγώνα, σημειώνοντας ανάμεσα σε άλλα: «Στο στρατόπεδο Λακκί της Λέρου, σ’ ένα σύρμα – που παλιά λειτουργούσε ως παιδούπολη, τα γνωστά αναμορφωτήρια της Φρειδερίκης, εκεί το φραχτό παλιό κτίριο λοιπόν, στοιβαγμένοι 200 και 300 άνθρωποι, σ’ ένα θάλαμο, γνωρίσαμε και εμείς οι νεότεροι τότε την πολύμορφη προσωπικότητα του Γιώργου.
Πρώτος στις φάρσες, δάσκαλος στη ζωγραφική και την πυρογραφία, όπου το μισό σχεδόν στρατόπεδο με έναν πυρογράφο στο χέρι σκάλιζε σε ένα κομμάτι κόντρα-πλακέ αυτό που προσπαθούσε να τους μάθει ο Γιώργος. Σκηνοθέτης και σκηνογράφος σε μεγάλα έργα ρεπερτορίου, όπως οι “Πέρσες” και άλλα. Ο Γιώργος γενικά, ηγούνταν στην προσπάθεια να ψυχαγωγηθεί ο κόσμος των εξορίστων, να κρατηθούν όρθιοι να ξεχάσουν τα βάσανά τους -έστω για λίγο- όσοι είχαν απροστάτευτες οικογένειες πίσω. Είχε καθοριστική συμβολή στις μουσικές βραδιές, στις συναυλίες, ακόμα και στον Καραγκιόζη.
Σημαντικές ήταν οι διαλέξεις του για την Τέχνη και τον Πολιτισμό. Θυμάμαι μια διάλεξή του με θέμα τη κομματικότητα της Τέχνης, που έκανε “κομμάτια” και “θρύψαλα” τις θεωρίες των αναθεωρητών και τις επιθέσεις τους ενάντια στο σοσιαλιστικό ρεαλισμό» (διαβάστε εδώ περισσότερα).
«Το ΔΣ του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ) εκφράζει τη λύπη του για το θάνατο του σπουδαίου αυτού ανθρώπου, ζωγράφου – χαράκτη και λογοτέχνη που είχαμε την καλή τύχη να ζήσουμε από κοντά για πολλά χρόνια», ανάφερε συγκινημένη η Εύα Μελά στο δικό της αποχαιρετισμό, σημειώνοντας ακόμα: «Ο αγαπημένος συνάδελφός μας, ο φίλος μας, ο Γιώργης μας θα είναι κοντά μας πάντα με τα χαρακτικά του έργα, με τα βιβλία του, με το παράδειγμά του. Μα πάνω απ’ όλα θα είναι εδώ η αύρα του, η δύναμη που είχε και μετέδιδε γύρω του, να ρουφάει την κάθε στιγμή της ζωής με δημιουργικό πάθος. Η δύναμή του να χαίρεται κάθε στιγμή της ζωής, να ονειρεύεται και να αγωνίζεται» (διαβάστε εδώ περισσότερα).
Ο αποχαιρετισμός της ΚΕ από τον Δ. Κουτσούμπα
Παραθέτουμε την ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα:
«Εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ αποχαιρετούμε σήμερα τον σύντροφο Γιώργη Φαρσακίδη, ταλαντούχο εικαστικό και λογοτέχνη, αφοσιωμένο αγωνιστή στα ιδανικά του ΚΚΕ, ο οποίος παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του ακούραστος και δημιουργικός.
Ο λαός μας με μια απίστευτη σοφία, απόσταγμα βαθιάς κοινωνικής πείρας, όταν μιλούσε παλιά για τους ζωγράφους, έλεγε πως ένας ζωγράφος “ιστορεί”.
Ο Γιώργης Φαρσακίδης το επιβεβαίωσε, “ιστορώντας” τον αγώνα της εργατικής τάξης και του ΚΚΕ στις πιο μεγάλες ώρες τους στον αιώνα που πέρασε.
Συντέλεσε και αυτός με το χρωστήρα του, τα εργαλεία της χαρακτικής του και την πένα του, με τη στάση και τη δράση του, με όλη τη ζωή του, στο ανεξίτηλο κόκκινο του Κόμματος.
Ο Γιώργης Φαρσακίδης είχε πολλή αγάπη για τη ζωή, αγάπη για όλους και για όλα: Πρώτα-πρώτα και πάνω απ’ όλα, αγάπη για τους ανθρώπους.
Ποτέ δεν γκρίνιαξε και δεν παραπονέθηκε. Είδε τη φυλακή και την εξορία, κάθε πτυχή της ζωής, από την ανθρώπινη ουσιαστική πλευρά, από την πλευρά των ανθρώπινων σχέσεων που διαμορφώνονται εκεί. Τα έζησε όλα με κέφι, δύναμη, χιούμορ και μεγάλη ευαισθησία.
Όπως ο ίδιος θυμόταν, “το μοναδικό δεκαράκι που έπαιρνα, προς μεγάλη θλίψη της μάνας μου, ήταν στο μάθημα της ιχνογραφίας. Αντιστάθμισμα, δικαίωση και γέφυρα επικοινωνίας μου με τους άλλους”.
Ο Γιώργης Φαρσακίδης κράτησε αυτό το “μοναδικό”, μα τόσο μεγάλο “δεκαράκι”, σε όλη τη ζωή του που την αφιέρωσε για τη σοσιαλιστική – κομμουνιστική κοινωνία. Το μακρύ και συναρπαστικό ταξίδι της ζωής του ξεκίνησε στην Οδησσό, το 1924.
Η μάνα του Ρωσίδα και ο πατέρας του Πόντιος, κυνηγημένος από τους Τούρκους, που τιμήθηκε από την ΕΣΣΔ ως “πρωτοπόρος της σοσιαλιστικής εργασίας”. Από αυτόν έμαθε πως “το μεγάλο δίκιο είναι το δίκιο της επανάστασης”.
Στην Ελλάδα, η οικογένειά του ήρθε το 1934 και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Από μικρός έρχεται σε επαφή με τις ιδέες του ΚΚΕ. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών εντάσσεται στον ΕΛΑΣ και το ίδιο διάστημα αρχίζει η δημιουργική σχέση του με την Τέχνη, αρχικά σκιτσάροντας γελοιογραφίες, που σατίριζαν τους κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους.
Στις μάχες με τους Γερμανούς και Βούλγαρους τραυματίστηκε δύο φορές, ενώ σακατεύτηκαν και τα δυο του χέρια. Και όμως, με σακατεμένα χέρια αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να ζωγραφίζει τόσο καλά.
Μετά την απελευθέρωση γνώρισε τις σκληρές διώξεις και τα βασανιστήρια του αστικού κράτους και “περπάτησε το θάνατο δίχως να σκοντάψει” για δεκαεξήμισι ολόκληρα χρόνια στον Άη Στράτη, τη Μακρόνησο, τη Γυάρο και τη Λέρο.
Μαζί του περπάτησε και η τέχνη του, που διαλεκτικά δεμένη με την κομμουνιστική ιδεολογία του, την ακλόνητη στάση του και τη συμβολή σπουδαίων συγκρατούμενών του, όπως ο Ρίτσος, ο Δαγκλής, ο Κατράκης, θα ωριμάσει και από την άποψη της φόρμας, αλλά κυρίως από την πλευρά του περιεχομένου.
Στον καιρό της φρίκης τραγουδούσε το τραγούδι της φρίκης, όπως έλεγε ο Μπρεχτ. Γιατί η τέχνη του Φαρσακίδη στους τόπους της κόλασης ήταν η καθημερινή συνειδητή αναμέτρηση του κομμουνιστή με τα όριά του, με τις αντοχές του, όλα όσα επιχειρούσε να λυγίσει η βαρβαρότητα του αστικού κράτους.
Ο Φαρσακίδης ήταν παρών στις φυλακές και στις εξορίες, στα βασανιστήρια και στις εκτελέσεις, στην απώλεια των συντρόφων. Παρών, όχι βέβαια ως “παρατηρητής”, αλλά ως ένα μαχόμενος με όλο του το είναι σύντροφος. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, εκείνες ακριβώς τις στιγμές δημιουργούσε.
Ακριβώς αυτό το έργο του, αν και “τυπικά” δεν είχε σπουδάσει -είχε όμως παιδεία και διάβαζε πολύ- ήταν εξαιρετικά σύγχρονο.
Κάθε “πινελιά” του Γ. Φαρσακίδη ήταν ο αγώνας ο δικός του, ήταν ο αγώνας του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ νίκησε στον αγώνα αυτό. Ο Γιώργης Φαρσακίδης νίκησε στον αγώνα αυτό.
Στους τόπους της κράτησής του, ζωγραφίζει, κάνει πυρογραφίες και χαράζει θέματα από τη ζωή των συγκρατούμενων συναγωνιστών του και αργότερα από τους αγώνες του ελληνικού λαού.
Τα χαρακτικά του στα ξερονήσια του θανάτου βγάζουν τη γλώσσα στην “αιγιοπελαγίτικη ποίηση” και στο “απέραντο γαλάζιο” της θάλασσας.
Γιατί εκεί, καταμεσής σε ένα από τα πιο ελεύθερα στοιχεία της φύσης, το πέλαγος, εμπόδιζαν τους ανθρώπους να βαδίσουν, αλυσόδεναν τους ανθρώπους.
Ήξερε να χρησιμοποιεί το πηγαίο χιούμορ του για να τονώνει τους συντρόφους του στις δύσκολες στιγμές, όταν έφευγαν για την εκτέλεση, όταν γύριζαν από τα βασανιστήρια.
“Το γέλιο στάθηκε ένας πολύτιμος σύντροφος σε δύσκολες ώρες. Θυμάμαι στο Μακρονήσι γελούσαμε συχνά, γελούσαμε πολύ. Με τη λύσσα του αλφαμίτη, με την κούρασή του να μας χτυπάει. Με την τρέλα, με τον πόνο, με τις πληγές μας. Με ό,τι σήμερα πια δεν θα γελούσες ποτέ”, έλεγε ο Γιώργης Φαρσακίδης.
Όλα, όμως, κατέληγαν σε ένα πικρό χαμόγελο, όταν η κουβέντα έφθανε στους συντρόφους που εκτελέστηκαν.
Μετά την πτώση της χούντας δημοσιεύει εργασίες του σ’ εφημερίδες, εκθέτει, τυπώνει και κυκλοφορεί τα έργα του. Τώρα ό,τι δεν “ιστορεί” με χρώματα και μελάνι, το ιστορεί με χιλιάδες λέξεις.
Στα πολλά βιβλία του, η έγνοια του ήταν να μη χαθεί καμία μνήμη από τα χρόνια της φυλακής και της εξορίας. Έγραψε όμως και βιβλία θεωρητικά για τη θρησκεία και την Τέχνη. Βιβλία με τις παιδικές του αναμνήσεις.
Βιβλία – λευκώματα για την εγκατάσταση στην Ελλάδα των Ποντίων. Καθώς και ένα βιβλίο σημαντική προσφορά για την αληθινή ιστορία του Ολοκαυτώματος στο Χορτιάτη.
Ξεχωριστή θέση κατέχει το αυτοβιογραφικό του λεύκωμα: “Σαν πας στον πηγαιμό για την Ιθάκη…”.
Μέλος της Κομματικής Οργάνωσης των Εικαστικών, ήταν μαζί με άλλους εικαστικούς αγωνιστές που είχαν βγει από τα δύσκολα και ματωμένα χρόνια, ζωντανό παράδειγμα ιστορίας, πάντα σεμνός και λιγομίλητος.
Μετείχε και προκαλούσε συζητήσεις με όλους και ιδιαίτερα με τους συναδέλφους του:
Για τα μεγάλα ζητήματα της ανθρωπότητας, για τη φιλοσοφία, για το σοσιαλισμό στις χώρες της οικοδόμησής του, για τη λαϊκή εξουσία, για τον οπορτουνισμό.
Συζητήσεις για τα πάντα, μεταξύ των παλιών και νέων συντρόφων εικαστικών και πολλών άλλων ποιητών, συγγραφέων, συνεξόριστων.
Κάθε βραδιά κατέληγε με μάθημα ζωντανής ιστορίας. Με δασκάλους τους αγωνιστές και πρώτο από όλους τον Γ. Φαρσακίδη.
Πολλές φορές καλούσε φίλους, συναδέλφους στο δικό του, εντελώς λιτό χώρο, κοντά στην πλατεία Αττικής. Στο χώρο αυτό είχε “χιλιάδες” συρταράκια που μέσα είχε το πολύτιμο υλικό που είχε σώσει από την εξορία.
Σκιτσάκια σε τσιγαρόχαρτα, ζελατίνες χαραγμένες, φωτογραφίες και σημειώματα, χιλιάδες μικροσκοπικά αντικείμενα που συγκροτούσαν ένα πολύτιμο αρχείο, το οποίο ταξινομούσε διαρκώς, ως χρέος προς το ΚΚΕ και την Ιστορία.
Το εικαστικό και λογοτεχνικό έργο του Γιώργη Φαρσακίδη πέρασε τα σύνορα της Ελλάδας. Οι εκθέσεις που παρουσίαζε το έργο του, ήταν ιδιαίτερα πρωτοποριακές. Εικαστικά έργα και μαζί ντοκουμέντα και βιωματικός λόγος.
Η δουλειά του εντυπωσίαζε πάντα. Φιλοξενήθηκε με κριτικά σχόλια και παρουσιάσεις στην “Πράβντα”, στην “Ισβέστια”, στη “Σαβιέτσκαγια Κουλτούρα” και άλλα έντυπα και μέρος της εργασίας του προβλήθηκε από τη σοβιετική τηλεόραση.
Στο γιορτασμό για τα 30χρονα της Αντιφασιστικής Νίκης το 1975, καλεσμένος της “Πράβντα”, τιμήθηκε για την αγωνιστική και καλλιτεχνική του δραστηριότητα με το Ανώτατο Χρυσό Μετάλλιο της Σοβιετικής Επιτροπής Ειρήνης.
Το 1984, το βιβλίο του “Η Πρώτη Πατρίδα” πήρε το πρώτο βραβείο της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Στα κατοπινά χρόνια συνέχισε τη δραστηριότητά του, οργανώνοντας εκθέσεις των εικαστικών του έργων, ταξιδεύοντας και συγγράφοντας μια σειρά βιβλία που αφορούν τόσο τα προσωπικά του βιώματα, όσο και δοκίμια σε θέματα ιστορικά και φιλοσοφικά.
Οι αγώνες και οι θυσίες του Γιώργου Φαρσακίδη, για να καταργηθεί η εκμετάλλευση, για να “ανθρωπέψει ο άνθρωπος”, έδωσαν στο έργο του ένα ξεχωριστό περιεχόμενο.
Η ζωή του, η δράση του, οι εικόνες, τα λόγια του διδάσκουν, συγκινούν και ατσαλώνουν τη θέλησή μας να παλέψουμε για έναν καλύτερο κόσμο.
Ο καλλιτέχνης μας, θα λέγαμε, έκανε κάτι πολύ σπουδαίο: Άνοιξε ένα παράθυρο, για ν’ ατενίζουμε το μέλλον.
Όπως λέει και ο ποιητής μας Γιάννης Ρίτσος: “Ερχόμαστε από πολύ μακριά και πάμε πολύ μακριά”.
Αντλούμε δύναμη, αισιοδοξία, αντοχή και απαράμιλλη αποφασιστικότητα από το μέλλον, από τις ιδέες μας και τους σκοπούς του αγώνα. Μα ταυτόχρονα, εμπνεόμαστε, διδασκόμαστε και αντλούμε πρόσθετη δύναμη, ορμή και σταθερότητα από την Ιστορία μας.
Όπως έλεγε και ο ίδιος ο σύντροφος Φαρσακίδης στον προσυνεδριακό διάλογο πριν από κάποια χρόνια:
“Από θέση μιας υπερώριμης ηλικίας, πιστεύοντας πάντα ότι το όμορφο μέλλον στον πλανήτη μας ανήκει στο Σοσιαλισμό, προσπάθησα και προσπαθώ να συμβάλω στην ολοκλήρωση της νικηφόρας πορείας του…”.
Σύντροφε Γιώργη,
Να είσαι σίγουρος πως το χρέος σου το έκανες. Τίμησες και με το παραπάνω τον τίτλο του μέλους του ΚΚΕ. Καλό σου ταξίδι πολυαγαπημένε μας σύντροφε».