Πόσο αθώο είναι το 10 year challenge;
Μια νέα τάση που μπορεί να λύσει τα χέρια των εταιρειών βοηθώντας τους μέσω αλγόριθμου αναγνώρισης προσώπων να μάθουν ακόμα περισσότερα για τους υποψήφιους πελάτες τους.
H απόλυτη τάση των ημερών στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης είναι το #10 year challenge, βάσει του οποίου άνθρωποι αναρτούν πρόσφατη φωτογραφία τους δίπλα σε μία προ δεκαετίας, κάποιες φορές στην ίδια πόζα ή ακόμα και το ίδιο περιβάλλον και με ίδια αμφίεση. Ο νέος αυτός συρμός γίνεται αφορμή για πολλούς αστεϊσμούς, κοπλιμέντα για την «αγέραστη» εμφάνιση χρηστών, νοσταλγικές αναπολήσεις αλλά και μελαγχολικό απολογισμό για το πώς καταντήσαμε (λοχία).
Υπάρχει όμως και μια άλλη παράμετρος, λιγότερο ευχάριστη, την οποία θέτει ως προβληματισμό σε άρθρο της η συγγραφέας για θέματα τεχνολογίας Kate O’ Neil. Όλα ξεκίνησαν από μια ανάρτησή της στο τουίτερ, στην οποία σχολίαζε πως πριν από 10 χρόνια μάλλον θα συμμετείχε κι εκείνη σε αυτή τη φρενίτιδα, ενώ τώρα αναρωτιέται αν όλος αυτός ο όγκος δεδομένων μπορεί να αξιοποιηθεί σε προγράμματα αναγνώρισης προσώπων με έμφαση την ηλικιακή εξέλιξη και αναγνώριση.
Όπως ομολογεί η ίδια η υποψία – και όχι βεβαιότητά της – αυτή, προκάλεσε αρκετή δυσπιστία με βασικό αντεπιχείρημα πως «Τα δεδομένα είναι ήδη διαθέσιμα, το Facebook ήδη διαθέτει όλες τις εικόνες προφίλ». Η ίδια φυσικά δεν το αμφισβητεί αυτό. Θέτει όμως το ερώτημα του τι θα γινόταν για κάποιο που θέλει να δημιουργήσει έναν αλγόριθμο αναγνώρισης προσώπου, με βασικό θέμα το πώς θα δείχνουν οι άνθρωποι καθώς μεγαλώνουν. Μια μεγάλη κι ακριβής βάση δεδομένων με πολλές φωτογραφίες ανθρώπων σε διαφορετικές και καθορισμένες χρονικές περιόδους, μιας δεκαετίας εν προκειμένω, θα ήταν ιδανική.
Μια απλή αναζήτηση εικόνων προφίλ στο Facebook δε θα διευκόλυνε και τόσο ένα τέτοιο σχέδιο, αφού συχνά οι χρήστες δεν ανεβάζουν εικόνες με χρονολογική σειρά ή αναρτούν κάτι άσχετο ως εικόνα προφίλ, όπως ένα ζώο, ένα καρτούν ή ένα τοπίο κλπ. Το σημαντικότερο είναι βέβαια πως η ημερομηνία ανάρτησης δε συμπίπτει απαραίτητα με την ημερομηνία λήψης της φωτογραφίας.
Αντιθέτως, χάρη στη νέα αυτή τάση, οι χρήστες πληροφορούν επακριβώς για τη χρονολογία ή και την ημερομηνία στην οποία τραβήχτηκαν οι εικόνες, συχνά με επιπλέον πληροφορίες για το μέρος ή την περίσταση του ενσταντανέ. Με τον τρόπο αυτό, υπάρχει με μεγάλη βάση δεδομένων όπου με επιμελημένο τρόπο βρίσκονται φωτογραφίες ανθρώπων του σήμερα και μιας δεκαετίας πριν.
Κάποιοι επισήμαναν ότι ακόμα κι έτσι, πολλά από τα αρχεία που ανέβηκαν είναι άχρηστα για έναν τέτοιο σκοπό, αφού κάποιος μπορεί για πλάκα να ανεβάσει τη γάτα του τώρα και πριν 10 χρόνια ή κάτι άλλο με χιουμοριστική διάθεση. Οι ειδικοί ωστόσο και το λογισμικό που χρησιμοποιούν μπορούν εύκολα να ξεσκαρτάρουν τέτοιες «εμβόλιμες» εικόνες και να κρατήσουν μόνο όσες είναι πραγματικά χρήσιμες.
Το ίδιο το Facebook πάντως αρνείται πως ξεκίνησε το ίδιο αυτή την τάση, παρουσιάζοντάς την ως απόλυτα αυθόρμητη, ενώ προσθέτει πως η εταιρεία δεν επωφελείται εμπορικά από αυτή, υπενθυμίζοντας επίσης πως οι χρήστες μπορούν να απενεργοποιήσουν την αναγνώριση προσώπου όποτε θέλουν.
Το Facebook βέβαια έχει βεβαρυμένο μητρώο στο ζήτημα της διαχείρισης των προσωπικών δεδομένων των χρηστών του, με γνωστότερο – αλλά όχι μοναδικό – παράδειγμα, τη διαβόητη υπόθεση της Cambridge Analytica, που αξιοποίησε στοιχεία 70 εκ. χρηστών της πλατφόρμας στις ΗΠΑ για να επηρεάσει την προεκλογική εκστρατεία υπέρ του Τραμπ.
Η συγγραφέας δεν είναι συνολικά απορριπτική ως προς την αξιοποίηση της αναγνώρισης προσώπων, φέρνοντας ως παράδειγμα τον εντοπισμό 3000 αγνοούμενων παιδιών στο Νέο Δελχί πέρσι, χάρη στην τεχνολογία που έδειχνε την εμφάνισή τους αρκετό καιρό μετά την εξαφάνισή τους.
Συνηθέστερος σκοπός όμως τέτοιων εφαρμογών είναι να βοηθήσουν τις εταιρείες σε στοχευμένη διαφήμιση, ανάλογα με το ηλικιακό κοινό στο οποίο απευθύνεται. Μάλιστα αν αυτά τα στοιχεία συνδυαστούν με τον εντοπισμό τοποθεσίας, τις προτιμήσεις αγορών και άλλα σημάδια, μπορεί να δημιουργήσει ένα σκηνικό έως και εφιαλτικό.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ασφαλιστικών, ειδικά σε χώρες όπως οι ΗΠΑ όπου η ιατροφαρμακευτική ασφάλιση είναι πρακτικά αποκλειστικά ιδιωτική υπόθεση. Είναι δυνατόν μια ασφαλιστική στη βάση της αναγνώρισης προσώπων να διαπιστώσει πως ο πελάτης γερνάει γρηγορότερα από τους συνομηλίκους του, αναγκάζοντάς τον να πληρώσει υψηλότερα ασφάλιστρα ή και αρνούμενη να τον καλύψει.
Το λογισμικό αυτό φυσικά μπορεί αν έχει και κατασταλτική χρήση. Αυτό συνέβη με ανάλογες υπηρεσίες που πούλησε η Άμαζον σε αστυνομικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, κάτι που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις τόσο από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όσο κι από εργαζόμενους αλλά κι ορισμένους μετόχους της εταιρείας, που φοβούνταν για τη φήμη της εταιρείας. Κι αυτό γιατί πέρα από τον εντοπισμό εγκληματιών, η εφαρμογή μπορούσε εύκολα να χρησιμοποιηθεί κατά διαδηλωτών ή οποιουδήποτε «ανεπιθύμητου».
Η συγγραφέας βέβαια όπως είναι αναμενόμενο εντοπίζει το βασικό πρόβλημα στο αν οι χρήστες έχουν γνώση για το πώς αξιοποιούνται τα δεδομένα τους κι αν έχουν τη δυνατότητα ή μη να συναινέσουν σε αυτό. Προφανώς το θέμα αυτό δεν είναι αμελητέο, αποδεδειγμένα όμως τα παραθυράκια, αλλά και η ίδια η περιπλοκότητα του να ελέγχεις τι ακριβώς αξιοποιεί η όχι κάθε σελίδα από τα δεδομένα σου καθιστά σαφές ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι εταιρείες μπορούν να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα των χρηστών του διαδικτύου και των ΜΚΔ ειδικότερα. Το θέμα δεν λύνεται με την «αυτοπροστασία» των χρηστών από τις αρπακτικές διαθέσεις των μεγάλων ομίλων, αλλά με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών πραγματικά προς όφελος των λαών, κι όχι ως ένα από τα πιο «ελπιδοφόρα» πεδία κερδοφορίας του κεφαλαίου, στα πλαίσια μιας διαφορετικής κοινωνίας και οικονομίας.