ΠΑΜΕ Τύπου και ΜΜΕ: Το έγκλημα των Τεμπών δεν θα ξεχαστεί, δεν θα συγκαλυφθεί, όλων των νεκρών θα γίνουμε η φωνή
Η ευθύνη για την αποσιώπηση της συνέντευξης Τύπου του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών από την ΕΡΤ «βαραίνει ολοκληρωτικά και απόλυτα την κυβέρνηση της ΝΔ και τη διοίκηση της κρατικής ΕΡΤ»
«Το έγκλημα των Τεμπών δεν θα ξεχαστεί, δεν θα συγκαλυφθεί, όλων των νεκρών θα γίνουμε η φωνή», τονίζει το ΠΑΜΕ Τύπου και ΜΜΕ, σε ανακοίνωσή του, για την αποσιώπηση της συνέντευξης Τύπου του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών από την ΕΡΤ, σημειώνοντας ότι, «η ευθύνη γι’αυτό το ανοσιούργημα βαραίνει ολοκληρωτικά και απόλυτα την κυβέρνηση της ΝΔ και τη διοίκηση της κρατικής ΕΡΤ».
«Είναι ένα ακόμη δείγμα της “Ευρωπαϊκής Πράξης για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης” που εφαρμόζει απαρέγκλιτα η κυβέρνηση. Αυτή είναι η ελευθερία των ΜΜΕ. Να μην ενημερώνουν το λαό και τη νεολαία για κάθε ζήτημα το οποίο αφορά τη ζωή τους και αγωνίζονται οργανωμένα για το δίκιο τους, να αποσιωπάται η οργανωμένη δράση σωματείων και συλλόγων» όπως του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών «που κάνουν έναν αξιοπρεπή αγώνα και έχοντας στο πλάϊ τους όλους τους εργαζόμενους, τον ελληνικό λαό και τη νεολαία του, παλεύουν για να αποκαλυφθούν όλες οι πτυχές του εγκλήματος, παλεύουν ενάντια σε κάθε απόπειρα συγκάλυψης των υπεύθυνων της τραγωδίας και για να τιμωρηθούν όπως τους αξίζει οι πραγματικοί ένοχοι, όποιοι και αν είναι και όσο “ψηλά και αν βρίσκονται”, ακόμη και στελέχη των κυβερνήσεων που έχουν την ευθύνη για την πολιτική που οδήγησε στο έγκλημα, για την πολιτική σε βάρος ακόμα και της ίδιας της ζωής του λαού», σημειώνει το ΠΑΜΕ Τύπου και ΜΜΕ.
Ενώ προσθέτει: «Με τον καθημερινό αυτό αγώνα και την πολύμορφη αλληλεγγύη όλων των εργαζομένων έχουν καταφέρει να σπάσουν το τείχος σιωπής που από τη πρώτη στιγμή επιχειρήθηκε να στηθεί.
Το αίσχος, αυτό της κρατικής ΕΡΤ, προκάλεσε την απόλυτα δικαιολογημένη αγανάκτηση των οικογενειών των θυμάτων και κάθε τίμιου εργαζόμενου σε αυτή τη χώρα.
Η ενέργεια αυτή της αποσιώπησης είναι η άλλη όψη του νομίσματος της κατευθυνόμενης ενημέρωσης με κλείσιμο ΜΜΕ όπως τα ρωσικά μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και την ενημέρωση από ΝΑΤΟικό επιτελείο στο Κίεβο, ή με τις κατασκευασμένες ειδήσεις από τα αστικά ΜΜΕ και τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή που κατευθύνεται από το κράτος του Ισραήλ και τους ιμπεριαλιστές συμμάχους του.
Η ΕΕ και η κυβέρνηση με άλλοθι την “Ευρωπαϊκή Πράξη για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης” προπαγανδίζουν την προστασία των δημοσίων Μέσων Ενημέρωσης από αδικαιολόγητες παρεμβάσεις ενώ οι διοικήσεις τους, τα διευθυντικά στελέχη τους επιλέγονται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και τις υπηρετούν πιστά όπως και την αστική κρατική εξουσία ιδιοκτήτη τους.
Δράση σαν αυτή του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών είναι ουσιαστικά εχθρική για την ΕΕ, το κράτος και την κυβέρνηση. Γι’αυτό και η αποσιώπηση.
Το ίδιο γίνεται και με τη δράση των ταξικών συνδικάτων που παλεύοντας για τη διεκδίκηση ικανοποίησης των αναγκών των εργατικών οικογενειών συγκρούονται με το αστικό κράτος τις κυβερνήσεις την ΕΕ.
Ένα βασικό συμπέρασμα που προκύπτει απ’ όλα τα παραπάνω είναι ότι: Η ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης στην ΕΕ, η προστασία της πολυφωνίας και της ανεξαρτησίας τους, αποτελεί το υποκριτικό άλλοθι της κλιμακούμενης κατευθυνόμενης και ολοένα πιο ομογενοποιημένης αστικής ενημέρωσης και ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας, στοιχείο της συνεχούς αντιδραστικοποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος και της αστικής πολιτικής».
Το ΠΑΜΕ Τύπου και ΜΜΕ υπενθυμίζει πως «στις 28 Φλεβάρη 2024, ακριβώς ένα χρόνο μετά το έγκλημα των Τεμπών που στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, εκατομμύρια εργαζόμενοι και λαός σε μια μεγαλειώδη απεργία, κόντρα σε “θεούς και δαίμονες”, βροντοφώναξαν, ακόμα μια φορά, ότι το “έγκλημα των Τεμπών δεν θα ξεχαστεί!”, ότι το “έγκλημα αυτό δεν θα συγκαλυφθεί!”».
Μαζί με τις προφανείς πολιτικές και ποινικές ευθύνες συγκεκριμένων ατόμων για το έγκλημα των Τεμπών, «ο πραγματικός ένοχος είναι η στρατηγική και πολιτική της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων, ανεξάρτητα από πρόσημο, που την συνδιαμορφώνουν, ψηφίζουν μαζί και υλοποιούν με μοναδικό κριτήριο το “κόστος-όφελος” σε ό,τι αφορά τις λαϊκές ανάγκες», σημειώνει ακόμη, συμπληρώνοντας:
«Επίσης δεν είναι η πρώτη φορά που η κρατική ΕΡΤ, διαχρονικά και με όλες τις κυβερνήσεις που καθορίζουν τη στρατηγική της, παίζει αυτό το ρόλο. Είτε αποσιωπά, στην “καλύτερη” περίπτωση, γεγονότα που αφορούν πραγματικά τον λαό, είτε, ακόμα χειρότερα, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα λέγοντας “μισές αλήθειες”.
Από κοντά και οι στυλοβάτες αυτής της στρατηγικής στον κλάδο των ΜΜΕ, η πλειοψηφία -ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ- “Νέας Αριστεράς” -στο ΔΣ της ΕΣΗΕΑ.
Ούτε μια ανακοίνωση για το αίσχος της ΕΡΤ οι κατά τα άλλα λαλίστατοι και πολυγραφότατοι της πλειοψηφίας άμα πρόκειται για συνόδους της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας στο ΝΑΤΟϊκό προτεκτοράτο του Κοσσόβου ή για “σεμινάρια” εξειδίκευσης των “αξιών” της ΕΕ των μονοπωλίων, του ιμπεριαλιστικού πολέμου και των λόμπι της διαφθοράς, ώστε να δηλητηριάζονται μέσω των αστικών ΜΜΕ οι λαϊκές συνειδήσεις.
Αυτά είναι και τα όρια της περιβόητης “δεοντολογίας” “ανεξαρτησίας”, “ελευθερίας”, των αστικών ΜΜΕ στα οποία την κατεύθυνση χαράζουν οι ιδιοκτήτες και τα διευθυντικά στελέχη. Η ελευθερία τους είναι η ελευθερία του συστήματος που σταματά εκεί που αρχίζει η εργατική λαϊκή πάλη.
Οι δημοσιογράφοι, γενικά οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ, πρέπει όσο μπορούν να επιμένουν να κάνουν οι ίδιοι και να προβάλλονται έρευνες και ρεπορτάζ από τη σκοπιά των λαϊκών αναγκών και να διεκδικούν οργανωμένα, να μπορούν να το κάνουν ελεύθερα. Να αντιστρατεύονται την εργοδοσία και τις διευθύνσεις των ΜΜΕ που τους επιβάλουν να κάνουν τη δουλειά τους σύμφωνα με την εργοδοτική-διευθυντική πολιτική. Να μη δείξουν καμιά εμπιστοσύνη στην ΕΕ στη δήθεν “Ευρωπαϊκή Πράξη για την Ελευθερία των ΜΜΕ” και στην ίδια την ΕΕ. Χρειάζεται αγώνας ενάντια στην αντιδραστική πολιτική της ΕΕ και τη κατευθυνόμενη ενημέρωση τα αστικά ΜΜΕ και επιτελεία, μαζί με τη διεκδίκηση ικανοποίησης των αναγκών των οικογενειών μας.
Και στην προκειμένη περίπτωση να συμβάλλουμε με κάθε μέσο που μπορούμε, ώστε το έγκλημα των Τεμπών να μην ξεχαστεί, να μην συγκαλυφθεί, και να τιμωρηθούν οι πραγματικοί ένοχοι».