«Ταυτότητα φύλου» και οι ανορθολογικές θεωρίες της κυβέρνησης
Το νομοσχέδιο για την αλλαγή της ταυτότητας φύλου δεν αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό, δεν αφορά τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων. Αφορά τη δυνατότητα αλλαγής φύλου στα νομικά έγγραφα ενός ατόμου με βάση τη βούλησή του, τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου.
Στη διαδικασία της συζήτησης στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής μπήκε το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τη «νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου». Τις επόμενες μέρες αναμένεται να πάρει το δρόμο της συζήτησης και της ψήφισης στην Ολομέλεια. Το νομοσχέδιο για την αλλαγή της ταυτότητας φύλου δεν αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό, δεν αφορά τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων. Αφορά τη δυνατότητα αλλαγής φύλου στα νομικά έγγραφα ενός ατόμου με βάση τη βούλησή του, τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου.
Το ΚΚΕ αναγνωρίζει το δικαίωμα στην αλλαγή του φύλου στα νομικά έγγραφα, στις περιπτώσεις που το άτομο βιώνει έντονη σύγκρουση ανάμεσα σε ορισμένα χαρακτηριστικά του φύλου του και στο φύλο που νιώθει ότι ανήκει, για βιολογικούς, κοινωνικούς και άλλους λόγους. Ομως, η νομική αναγνώριση του ατομικού δικαιώματος χρειάζεται να βασίζεται σε ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια και σε μέτρα κοινωνικής προστασίας του ατόμου (χωρίς να προϋποθέτει τη χειρουργική επέμβαση).
Δηλαδή, η ατομική του απόφαση χρειάζεται να στηρίζεται σε μια διακριτική, τεκμηριωμένη επιστημονικά και κοινωνικά θεσμοθετημένη γνωμοδότηση, ώστε να βοηθηθεί το άτομο ουσιαστικά να επιλύσει αυτή την ασυμβατότητα και να έχει την αντίστοιχη υποστήριξη του οικογενειακού, φιλικού, συγγενικού, ευρύτερα του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Ενδεχομένως αυτό να αφορά και περιπτώσεις μεσοφυλικών παιδιών (παιδιά που τα χρωμοσώματα ή τα γεννητικά τους όργανα παρουσιάζουν απόκλιση από τον τυπικό ορισμό του αρσενικού ή θηλυκού σώματος), αλλά με την επιστημονική, κοινωνική στήριξη, όχι μόνο με την απόφαση της οικογένειας. Γιατί η οικογένεια μπορεί να μην είναι σε θέση να γνωρίζει το σύνολο των επιστημονικών κριτηρίων για να αντιμετωπίσει το ζήτημα.
Για να μπορέσει να ασκηθεί το ατομικό δικαίωμα με ουσιαστικό και όχι τυπικό τρόπο, προϋποτίθενται ορισμένοι κοινωνικά καθορισμένοι παράγοντες. Για να είναι αποτέλεσμα ώριμης σκέψης και ουσιαστική η ατομική επιλογή στην αλλαγή της ταυτότητας φύλου, χρειάζεται να βασίζεται στη γνώση μιας σειράς παραγόντων και συνεπειών από αυτήν την επιλογή. Αυτή η γνώση μπορεί να μεταφερθεί μέσα από την επιστημονική, κοινωνική στήριξη του ατόμου. Δεν αρκεί η υποκειμενική εμπειρία.
Αυτό δεν αποτελεί «ιατρικοποίηση», «ψυχιατρικοποίηση», όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά προϋπόθεση για την ουσιαστική ανάπτυξη της προσωπικότητας, βασιζόμενη στην ψυχοκοινωνική στήριξη του ατόμου. Ομως, το νομοσχέδιο δεν προσεγγίζει ούτε τις ελάχιστες κοινωνικές προϋποθέσεις για να στηριχθεί το ατομικό δικαίωμα. Αντίθετα, τις αρνείται στο όνομα του ατομικού δικαιώματος.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η αίτηση του ατόμου στη δικαστική αρχή δεν απαιτεί ως προϋπόθεση καμιά επιστημονική γνωμάτευση. Αγνοείται η ανάγκη το άτομο να διαθέτει ολόπλευρη, επιστημονική και κοινωνική στήριξη, ως προϋπόθεση για να προχωρήσει στην αλλαγή του φύλου. Οι μοναδικές προϋποθέσεις που θέτει, είναι το άτομο να μην είναι έγγαμο όταν κάνει την αίτηση και να έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, δηλαδή να είναι άνω των 18 ετών.
Περιλαμβάνει ακόμα στις προϋποθέσεις τη δυνατότητα να αλλάξει η ταυτότητα φύλου ενός ανήλικου ατόμου 17 ετών, με τη συναίνεση των γονιών του, επικαλούμενο ότι, αφού έχει το δικαίωμα ψήφου και μια σειρά από άλλα «πολιτικά δικαιώματα», μπορεί να έχει την πνευματική ωριμότητα να αποφασίσει.
Σύμφωνα με την τοποθέτηση του υπουργού Δικαιοσύνης, η κυβέρνηση θα κατεβάσει το ηλικιακό όριο στα 15 έτη, με την προϋπόθεση ότι το 15χρονο ή 16χρονο άτομο θα καταθέσει στο δικαστήριο και επιστημονική γνωμάτευση από κρατικό φορέα. Βέβαια, είναι απορίας άξιο με ποια επιστημονικά κριτήρια τεκμηριώνεται ότι αυτή η ανάγκη ισχύει μόνο σε περιπτώσεις ανηλίκων 15 και 16 ετών, ενώ στα 17, 18 ή 20 έτη δεν υπάρχει.
Τελικά, γιατί η κυβέρνηση προωθεί το συγκεκριμένο νομοσχέδιο; Αυτό που έρχεται να υιοθετήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τη βούλα του νόμου, είναι ο πλήρης διαχωρισμός του «βιολογικού» και του «κοινωνικού» φύλου. Πρόκειται για τις θεωρίες, οι οποίες βασίζονται στην πλήρη απόσπαση των ανατομικών χαρακτηριστικών του φύλου, που προσδιορίζονται αντικειμενικά, από την αντίληψη που έχει το άτομο για το φύλο που ανήκει. Ομως, αυτή η αντίληψη διαμορφώνεται κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές συνθήκες.
Μάλιστα, στη συζήτηση στη Βουλή οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας αυτές τις ανορθολογικές θεωρίες, αμφισβήτησαν το φυλετικό διαχωρισμό άνδρας – γυναίκα ως αντικειμενικό γεγονός. Παρουσιάζουν ότι το φύλο είναι αποκλειστικά ένα «καλούπι» που προσδίδει η κοινωνία στο άτομο. Επομένως, είναι κάτι ρευστό και μεταβαλλόμενο. Και αυτή η χυδαία διαστρέβλωση της αντικειμενικής, κοινωνικής πραγματικότητας, αυτός ο ανορθολογισμός και ιδεαλισμός παρουσιάζονται ως «προοδευτισμός».
Οι ΣΥΡΙΖΑίοι βουλευτές, επικαλούμενοι αυτές τις ιδεαλιστικές και ανορθολογικές θεωρίες, έκαναν επίθεση στις θέσεις του ΚΚΕ, παρουσιάζοντάς τες με το κεφάλι κάτω. Με χυδαίο τρόπο διαστρέβλωσαν τη θέση του ΚΚΕ, αναπαράγοντας ξεκομμένες «ατάκες» ή γενικότερες ιδεολογικές θέσεις από την τοποθέτησή του στην Επιτροπή της Βουλής.
Περιορίστηκαν στην αναφορά του ΚΚΕ ότι «το φύλο προσδιορίζεται αντικειμενικά», από την ανάλυση που κάνει σε σχέση με το ότι οι αντιλήψεις για την κοινωνική θέση του κάθε φύλου αναπαράγονται κοινωνικά, μέσα από το οικογενειακό, σχολικό, ευρύτερα μέσα από το κοινωνικό περιβάλλον.
Και βέβαια οι αντιδραστικές απόψεις περί βιολογικής κατωτερότητας της γυναίκας που επικρατούσαν το Μεσαίωνα, αναπαράχθηκαν κοινωνικά. Και βέβαια η θέση της γυναίκας στη δουλοκτητική, στη φεουδαρχική, ακόμα και στην καπιταλιστική κοινωνία για εκατοντάδες χρόνια δεν ήταν αποτέλεσμα των βιολογικών χαρακτηριστικών του γυναικείου φύλου, αλλά αποτέλεσμα αυτού που είχε ανάγκη η εκάστοτε κοινωνία (κυρίαρχες σχέσεις ιδιοκτησίας) από τη γυναίκα, ως άμεσου αναπαραγωγού του είδους (θέση στην τεκνογονία, μητρότητα).
Γι’ αυτό, το ΚΚΕ αναδεικνύει ότι οι αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των φύλων ακολουθούν, αν και με μεγάλη καθυστέρηση, τις αλλαγές στις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές συνθήκες που επικρατούν σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.
Για παράδειγμα, η πιο μαζική προσέλευση των γυναικών στη μισθωτή εργασία, τις τελευταίες δεκαετίες, περιόρισε εν μέρει τον οικονομικό και κοινωνικό καταναγκασμό της στα πλαίσια του γάμου. Συνεπώς, η αντίληψη του ΚΚΕ διαμορφώνεται στη βάση της αλληλεπίδρασης των φυλετικών χαρακτηριστικών, βιολογικά προσδιορισμένων, και των κοινωνικών σχέσεων των φύλων.
Επίσης, κατηγόρησαν το ΚΚΕ ότι συμπεριφέρεται με την αλαζονεία της επιστημονικής αποκλειστικότητας. Πρόκειται για συνειδητή συκοφαντία, καθώς επιστημονικές οργανώσεις, που πήραν μέρος στη συζήτηση της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής, επίσης πρότειναν τη θεσμική κατοχύρωση της επιστημονικής γνωμοδότησης ή ανέδειξαν προβλήματα κοινωνικών σχέσεων που μπορεί να επακολουθήσουν από μια μη μελετημένη «ευκολία» στο πεδίο εφαρμογής του νόμου.
Η ουσία των απόψεων του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ δεν περιορίζεται στον τρόπο που αντιλαμβάνονται το φύλο. Βρίσκεται στην απολυτοποίηση της ατομικής εμπειρίας ως αφετηρίας και πηγής προέλευσης της γνώσης, σε βάρος της κοινωνικής εμπειρίας, σε βάρος τελικά της αντικειμενικής πραγματικότητας. Βάζει με τον τρόπο αυτό το λιθαράκι του να εμπεδώνεται στη συνείδηση και τον τρόπο ζωής η αναζήτηση «ατομικής λύσης» στα κοινωνικά προβλήματα, στα αδιέξοδα για τα οποία ευθύνεται η σημερινή κοινωνία.
Στην πραγματικότητα, στην ατομική επιλογή επιδρά το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, το οποίο, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, την επηρεάζει. Από την επίδραση αυτή δεν εξαιρείται ούτε ο «εσωτερικός και προσωπικός τρόπος με τον οποίο το άτομο βιώνει το φύλο», στον οποίο αναφέρεται το νομοσχέδιο.