Χρυσή Ιεράπετρας – Συνωστισμός στον παράδεισο
Αν με κάποιο τρόπο μπορείτε να μπλοκάρετε νοερά τη βουή γύρω σας ή απλώς να επιλέξετε την αρχή ή το τέλος της σαιζόν για την επίσκεψή σας είναι σίγουρο πως δε θα τη μετανιώσετε
Για χρόνια οι ντόπιοι την ήξεραν ως Γαϊδουρονήσι, καθώς κατά μία παράδοση χρησίμευε ως τόπος καραντίνας άρρωστων γαϊδουριών που εισάγονταν από την Αφρική. Οι κάτοικοι της Ιεράπετρας που βρίσκονται ακριβώς απέναντι περίπου στα 8 μίλια, τη λεν απλά “νησί”, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει για τουριστικούς λόγους το πιο εύπεπτο και πολλά υποσχόμενο “Χρυσή”.
Άλλοτε παράδεισος των ελεύθερων κατασκηνωτών (σήμερα υπάρχει ελάχιστη ανοχή κι αυτή κυρίως στους εργαζόμενους στα δυο μπιτσόμπαρα του νησιού), η Χρυσή είναι σήμερα μια τουριστική Μέκκα της νοτιανατολικής Κρήτης, που σε περιόδους αιχμής δέχεται αρκετές χιλιάδες τουρίστες σε καθημερινή βάση. Το γεγονός πως είναι κανονικό νησί και όχι… Ελαφονήσι, είναι και ο μοναδικός λόγος που η Χρυσή έχει αποφύγει προς το παρόν τα πενταψήφια νούμερα επισκεπτών και το αισχρό θέαμα αμέτρητων πούλμαν και ΙΧ που ξεκινούν να παρκάρουν από την άσφαλτο 1 χλμ πιο πάνω και καταλήγουν σχεδόν δίπλα στο κύμα.
Ο κύριος όγκος των επισκεπτών καταφθάνει με τουριστικά πλοιάρια από την Ιεράπετρα, τη νοτιότερη πόλη της Κρήτης ή και της Ευρώπης, όπως διατείνονται οι κάτοικοί της τουλάχιστον. Αν και ίσως αξίζει μια στάση για να προμηθευτείτε το κατιτίς της από τους συμπαθητικούς φούρνους ζαχαροπλαστεία που διαθέτει σε αξιοπρόσεχτη αφθονία, η μεγαλύτερη πόλη του αραιοκατοικημένου γενικά Λασιθίου είναι μάλλον άσχημη για παραθαλάσσια πόλη, με λιγοστά αξιοθέατα, όπως ο ενετικός καλές (φρούριο) στο λιμάνι, ένα πρώην τζαμί του όψιμου 19ου αιώνα και το λεγόμενο σπίτι του Ναπολέοντα, μια ερειπωμένη κατοικία σε ένα στενό του λιμανιού που θα σας υποδείξει μια ευδιάκριτη πινακίδα. Οι ντόπιοι πιστεύουν ακράδαντα στο θρύλο πως ο μετέπειτα Γάλλος αυτοκράτορας βρέθηκε για λίγο στην πόλη το 1798, στο δρόμο του για την εκστρατεία κατά των Μαμελούκων στην Αίγυπτο, εκδοχή πάντως που δεν επιβεβαιώνεται σε κάποια γραπτή ή άλλη πηγή.
Αφήνουμε όμως πίσω την Κρήτη για να επιβιβαστούμε σε κάποιο από τα τουριστικά πλοιάρια που μεταφέρουν το μεγαλύτερο όγκο των επισκεπτών, κατά βάση οργανωμένων γκρουπ ξένων τουριστών με αφετηρία από όλη την ανατολική κυρίως Κρήτη, ενώ πέριξ του Δεκαπενταύγουστου έρχονται να προστεθούν κι αρκετοί Έλληνες, ντόπιοι ή Αθηνέζοι κυρίως. Τα πλοιάρια και κάποια μικρά γιοτ πιάνουν σε έναν υποτυπώδη μώλο στη νότια παραλία και στη συνέχεια κάθονται στη ράδα για να κάνουν χώρο για το επόμενο, ως την ώρα της επιστροφής. Τέτοια εποχή βέβαια και οι δυο βασικές παραλίες του νησιού γεμίζουν με βάρκες και φουσκωτά που κόβουν αρκετή από τη θέα και την εξωτική ομορφιά του νησιού.
Με εξαίρεση πάντως την επίμαχη αυγουστιάτικη περίοδο, ο επισκέπτης που αναζητά ησυχία και ταυτόχρονα οργανωμένη παραλία, μπορεί να μείνει στο μικρό κόλπο Βούγιου Μάτι, κοντά στο μώλο, με χοντρή άμμο, ψιλό χαλίκι και διάφανα μπλε νερά. Το κοντινό μπιτσόμπαρο, σε αντίθεση με εκείνο της βόρειας πλευράς, παίζει χαμηλή μουσική και προσφέρει εκτός από ποτά και ορισμένες επιλογές φαγητού, σε αναμενόμενα αλμυρούτσικες τιμές, αν και τίποτε δε συγκρίνεται με το ράλι ανόδου στις ξαπλώστρες και των δύο οργανωμένων παραλιών, που μέσα σε λίγα χρόνια έφτασαν από 10 σε 20 ευρώ. Δεν είναι βέβαια απόλυτα σίγουρο πως οι ξαπλώστρες θα βρίσκονται πάντα στη θέση τους, αφού μετά από κάθε φορολογικό έλεγχο αυτές μαζεύονται από μία μέρα ως και εβδομάδες σε παλιότερες χρονιές, με τον υπότροπο επιχειρηματία να επιστρέφει διαρκώς δριμύτερος και όταν χρειάζεται με άλλο όνομα και ΑΦΜ, μέθοδο τόσο εγγυημένης επιτυχίας που ως γνωστόν την εφάρμοσε και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Εν πάσει περιπτώσει, δωρεάν ίσκιος υπάρχει σχετικά άφθονος ακόμα και για όσους δεν έχουν μεριμνήσει για δική τους ομπρέλα, στους θαλασσόκεδρους που καλύπτουν σημαντικό μέρος της επιφάνειας του νησιού. Το “κεδρόδασος”, όπως αναφέρεται συνήθως καταχρηστικά, 200 ετών κατά μέσο όρο, είναι βασικός λόγος ένταξης του νησιού στο πρόγραμμα NATURA 2000. Εδώ βέβαια πέφτουν γέλια κοινού, καθώς η κοσμοπλημμύρα της Χρυσής έχει ήδη οδηγήσει σε βαριά οικολογική καταστροφή, αφού τα αθροιστικά εκατοντάδες χιλιάδες ποδοβολητά κάθε καλοκαίρι έχουν οδηγήσει σε υποχώρηση της άμμου και έκθεση των ριζών, που ξεραίνονται ή απλώς παρασύρονται από τους συχνά ισχυρούς ανέμους.
Α προπό άνεμοι, μην επισκεφτείτε το νησί αν δεν έχετε βεβαιωθεί πως οι άνεμοι δε θα ξεπεράσουν τα 4 μποφόρ. Η αμμοβολή και το κύμα, αν συνδυαστούν με τη γνώριμη κοσμοπλημμύρα μπορούν να καταστρέψουν και την καλύτερη διάθεση. Αν απλώς δεν μπορείτε να το αποφύγετε, θα χαλαρώσετε και θα το απολαύσετε στη νότια παραλία που λέγαμε, ή σε κάποιο άλλο από τα ανοργάνωτα και συχνά επίσης απάνεμα κολπάκια, τα οποία σε περιόδους εκτός της υψηλής περιόδου θα βρείτε ενδεχομένως ακόμα και τελείως ερημικές. Κακά τα ψέματα όμως, τα ίντερνετς, τα τουριστικά γραφεία και γενικά όλο το επίσημο κι ανεπίσημο μάρκετινγκ συνωμοτεί υπέρ της Μπελεγρίνας, ή αλλιώς “Golden Beach”, όπως αναγράφεται και στις πινακίδες που υποδεικνύουν το σχετικό μονοπάτι, γιατί το αυθεντικό όνομα είναι πολύ δυσπρόφερτο για το βασικό τάργκετ γκρουπ του νησιού.
Μετά από περίπου 10 λεπτά περπάτημα κατά μήκος του μονοπατιού, φτάνετε στη βόρεια πλευρά, αφού πρώτα περάσετε από τραπεζάκια των ημιμόνιμων θερινών κατοίκων της Χρυσής, δηλαδή των μεταχίπηδων και όχι μόνο που πουλούν χαϊμαλιά, ξυλόγλυπτα, μπλουζάκια, ακόμα και μασάζ όπως είδα φέτος. Το άτυπο γιουσουρούμ του νησιού κάθε χρόνο εμπλουτίζεται και σε λίγο θα λείπει μόνο κάποια φορητή δεξαμενή για fish spa. Το οποίο πάντως μπορεί κανείς να απολαύσει και τελείως δωρεάν, καθώς τα ψαράκια του νησιού με προθυμία θα σας απαλλάξουν από τα νεκρά κύτταρα των παιδιών. Η Μπελεγρίνα πράγματι δικαιώνει τη φήμη της, χάρη στην πολύ ψιλή και λευκή της άμμο, όπου κάποτε υπήρχαν εκατομμύρια κοχυλάκια, που χρόνο με το χρόνο λιγοστεύουν. Ακόμα μεγαλύτερο ατού της, τα απολύτως τιρκουάζ νερά της, θέαμα όχι εντελώς σπάνιο στις παραλίες του Λιβυκού, αλλά απολύτως ξεχωριστό σε συνδυασμό με το υπόλοιπο τοπίο. Κάποτε είχα γνωρίσει Αμερικανίδα τουρίστρια που παρομοίαζε τα νερά με εκείνα της Κούβας, και ποια είμαι εγώ που θα διαφωνήσω.
Αν με κάποιο τρόπο μπορείτε να μπλοκάρετε νοερά τη βουή γύρω σας ή απλώς να επιλέξετε την αρχή ή το τέλος της σαιζόν (Μάης – Οκτώβρης) για την επίσκεψή σας είναι σίγουρο πως δε θα τη μετανιώσετε. Επίσης, αν αποφασίσετε να ξανάρθετε, μην παραλείψετε κι ένα γύρο του μακρόστενου (5 χλμ μήκος και 1,5 μέγιστο πλάτος) νησιού, όπου θα χαρείτε το σεληνιακό τοπίο και τα λιγοστά κατάλοιπα ανθρώπινης δραστηριότητας στο άλλοτε κατοικημένο νησί, όπως κάποια ερείπια μινωικού και ρωμαϊκού οικισμού, καθώς η Χρυσή υπήρξε κέντρο κατεργασίας πορφύρας στην αρχαιότητα, αλλά και ένα μετασκευασμένο εκκλησάκι του αγίου Νικολάου του 13ου αιώνα, εποχή κατά την οποία προσέφευγαν στο νησί ερημίτες. Απόδειξη αν μη τι άλλο, πως η ιστορία διαθέτει ειρωνικό χιούμορ…