Το Οκτόμπερφεστ – Η γιορτή της μπίρας και της Βαυαρίας
Η μεγαλύτερη γιορτή μπίρας του κόσμου είναι σήμερα το βαρύ πυροβολικό της Βαυαρικής τουριστικής βιομηχανίας, οι απαρχές της ωστόσο ελάχιστη σχέση είχαν με το αγαπημένο γερμανικό ποτό.
Μπορεί να λέγεται “Γιορτή του Οκτώβρη” (Οκτόμπερφεστ), στην πραγματικότητα όμως, μόνο η τελευταία βδομάδα πέφτει σε αυτόν το μήνα. Η μεγαλύτερη γιορτή μπίρας του κόσμου είναι σήμερα το βαρύ πυροβολικό της Βαυαρικής τουριστικής βιομηχανίας, οι απαρχές της ωστόσο ελάχιστη σχέση είχαν με το αγαπημένο γερμανικό ποτό.
Όλα ξεκίνησαν από το γάμο του Βαυαρού πρίγκιπα Λουδοβίκου με την πριγκίπισσα Τερέζα στις 12 Οκτώβρη 1810. Στο πλαίσιο των πολυήμερων γαμήλιων εορτασμών αποφασίστηκε να διεξαχθούν στις 17 του μήνα ιπποδρομίες, σε ανάμνηση ενός εθίμου που είχε πάψει το 1786. Ως χώρος επιλέχθηκε μια πεδιάδα εκτός Μονάχου. Οι 40.000 θεατές συγκεντρώθηκαν στο λόφο της Θηρεσίας, ενώ στο λιβάδι στήθηκε η σκηνή του βασιλιά. Για την ευθυμία των θεατών φρόντιζαν οι άφθονες διανομές κρασιού και μπίρας, ενώ 32 παιδιά παρέλασαν με παραδοσιακές φορεσιές. Πριν την έναρξη της ιπποδρομίας, υπήρξε και συναυλία από παιδική χορωδία.
Η επιτυχία ήταν τόσο μεγάλη, που οι αγώνες επαναλήφθηκαν την επόμενη χρονιά και καθιερώθηκαν ως ετήσια γιορτή, με εξαίρεση το 1813, όταν οι Ναπολεόντιοι πόλεμοι εμπόδισαν τη διεξαγωγή τους. Πέρα από τους αγώνες ιπποδρομίας άρχισαν να στήνονται κι άλλες ατραξιόν, ανάμεσά τους η πρώτη ρόδα το 1818. Η γιορτή ήταν πόλος έλξης κυρίως για τους φτωχότερους κατοίκους του Μονάχου, που ήλπιζαν να κερδίσουν πορσελάνες, ασημικά και κοσμήματα στις λαχειοφόρους. Από το 1819 τη διοργάνωση ανέλαβε ο δήμος Μονάχου και τις επόμενες δεκαετίες, η γιορτή ματαιώθηκε μόνο τέσσερις φορές, δύο λόγω επιδημίας και δύο λόγω πολέμων.
Το Οκτόμπερφεστ άρχισε να παίρνει τη σημερινή του μορφή το 1880, όταν οι δημοτικές αρχές επέτρεψαν την πώληση μπίρας, ενώ από το 1885 ο χώρος άρχισε να ηλεκτροδοτείται. Τότε αποφασίστηκε και η αλλαγή ημερομηνίας της γιορτής, ώστε να συμπίπτει με τις τελευταίες μέρες του Σεπτέμβρη, που παραδοσιακά κάνει καλύτερο καιρό στη Βαυαρία. Τα 100 χρόνια το 1910 γιορτάστηκαν με τη δωρεάν διανομή 1200 λίτρων μπίρας, τα επόμενα χρόνια όμως η γιορτή θα έπεφτε θύμα των ταραγμένων ιστορικών συγκυριών. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος σηματοδότησε τη διακοπή της γιορτής ως το 1918, ενώ τα δύο πρώτα μεταπολεμικά χρόνια γιορτάστηκε μόνο μια μικρή “γιορτή φθινοπώρου”. Ο καλπάζων πληθωρισμός τα πρώτα χρόνια της Βαϊμάρης σήμανε ακύρωση του Οκτόμπερφεστ το 1923-24. Οι ναζί που ήρθαν στην εξουσία το 1933 αξιοποίησαν τη γιορτή μπίρας για τους δικούς τους προπαγανδιστικούς σκοπούς. Ένα από τα πρώτα μέτρα ήταν να καθιερωθεί η τιμή του ποτηριού μπίρας στα 40 πφένιχ και η απαγόρευση σε Εβραίους να εργάζονται στο Οκτόμπερφεστ.
Η επέτειος των 125 χρόνων το 1935 ανατέθηκε στο ναζί ζωγράφο Άλμπερτ Ράιχ, με το σύνθημα “Περήφανη πόλη – χαρούμενη χώρα” που στόχο είχε να σηματοδοτήσει την υπέρβαση των ταξικών αντιθέσεων και την αρμονία του έθνους. Το Οκτόμπερφεστ του 1938 πραγματοποιήθηκε στον απόηχο της προσάρτησης της Αυστρίας και ιδίως της συμφωνίας του Μονάχου, που είχε λήξει με θρίαμβο του Χίτλερ. Οι ναζί αξιοποιώντας το κλίμα εθνικιστικής ευφορίας μετονόμασαν τη γιορτή σε “Μεγαλογερμανική Λαϊκή Γιορτή”, μεταφέροντας οργανωμένα Σουδήτες της Τσεχοσλοβακίας στο Μόναχο. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, όπως είναι λογικό, διέκοψε το γεγονός, ενώ το διάστημα 1946-48 επαναλήφθηκαν οι λιτές “γιορτές φθινοπώρου”. Το πρώτο μεταπολεμικό Οκτόμπερφεστ έλαβε χώρα το 1949. Σταδιακά η γιορτή μπίρας έγινε η μεγαλύτερη φολκλόρ εκδήλωση του κόσμου, ενώ που από καιρό είχαν πάψει να διεξάγονται, συμπεριλήφθηκαν στις επετειακές εκδηλώσεις για τα 150 και τα 200 χρόνια, το 1960 και το 2010.
Μια τραγική σελίδα γράφτηκε στις 26 Σεπτέμβρη 1980, όταν στην κεντρική είσοδο εξερράγη βόμβα με 13 νεκρούς και 200 τραυματίες. Η πράξη αυτή, που θεωρείται από τα μεγαλύτερα τρομοκρατικά χτυπήματα στη γερμανική ιστορία, δεν έχει διαλευκανθεί πλήρως μέχρι σήμερα.
Με το πέρασμα των ετών, η γιορτή, που στη βαυαρική διάλεκτο λέγεται “Wiesn” (λιβάδι) άρχισε να προσελκύει εκτός από εκατομμύρια ντόπιους επισκέπτες και πολλούς τουρίστες, κυρίως από την Ιταλία, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Αυστραλία, ενώ διαδίδεται ολοένα περισσότεροι εργαζόμενοι κι επισκέπτες να φορούν παραδοσιακή βαυαρική φορεσιά, δηλαδή δερμάτινο παντελόνι για τους άντρες και το γυναικείο φουστάνι ντιρντλ για τις γυναίκες. Η κοσμοσυρροή και η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ έχουν στρέψει μερίδα του τύπου και των κατοίκων της πόλης κατά της γιορτής, με τις αρχές να προσπαθούν με διάφορα μέσα να διατηρήσουν τον οικογενειακό χαρακτήρα του Οκτόμπερφεστ, με όχι ιδιαίτερα θεαματικά αποτελέσματα. Η συμβολική αξία της γιορτής για την πόλη, καθώς και τα εκατομμύρια των εσόδων που συνεπάγεται, καθιστούν πάντως βέβαιο ότι θα συνεχιστεί για πολύ καιρό ακόμη. Μικρότερα Οκτόμπερφεστ διοργανώνονται σε διάφορα μέρη του κόσμου, όπως στη μακρινή Βραζιλία, από κατοίκους γερμανικής καταγωγής.