Σαν πας στη Νυρεμβέργη…
Μια προσωπική εμπειρία από την πόλη όπου έδρασαν και δικάστηκαν τα στελέχη του ναζισμού.
«Όταν κάποιος ταξιδεύει, έχει πολλά να διηγηθεί». Τάδε έφη ο Γερμανός ποιητής και δημοσιογράφος Matthias Claudius.
Και πολλά να δει, θα προσθέταμε. Και ενίοτε του βγαίνουν και τα μάτια.
Προ ολίγων ημερών βρέθηκα, με αφορμή τα εγκαίνια ατομικής μου έκθεσης με θέμα το προσφυγικό, στην πόλη της Νυρεμβέργης. Εκεί είχα τη χαρά να συζητήσω με τους μαθητές του σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Hans Sachs ενός, κατά γενική ομολογία, αντιρατσιστικής φιλοσοφίας σχολείου, με μαθητές από όλα τα μέρη της γης και όλων των κοινωνικών τάξεων.
Μετά από 5 ώρες συζητήσεων με μαθητές από πέντε διαφορετικές σχολικές τάξεις ο υπεύθυνος καθηγητής καλλιτεχνικής εκπαίδευσης θέλησε να μ’ ευχαριστήσει. Με πήρε απ’ το χέρι και μου έδειξε τους χώρους του σχολείου και τα έργα των παιδιών. Εν τέλει οι μαθητές μου χάρισαν δικές τους δημιουργίες με αντιρατσιστικά μηνύματα.
Όπως ετοιμαζόμουν να φύγω, το μάτι μου έπεσε ξαφνικά στο δάπεδο του σχολείου. Υπήρχαν παντού πλακάκια με αγκυλωτούς σταυρούς! Η έκπληξή μου ήταν εμφανέστατη και γύρισα προς τον νεαρό καθηγητή. «Α, αυτά υπάρχουν από την εποχή του Jugendstil, πολύ πριν τον Χίτλερ» ήταν η απάντησή του. «Ευτυχώς που τουλάχιστον τους πατάω» σκέφτηκα και όντως παρατήρησα πως κανείς δεν τους έδινε σημασία. Παρόλα αυτά έφυγα τόσο προβληματισμένος που δεν είχα καν τη διάθεση να σηκώσω την κάμερα και να απεικονίσω αυτό που είχα μόλις δει.
Ωραία, χμμ, Νυρεμβέργη… Η πόλη στην οποία ο Αδόλφος Χίτλερ πραγματοποίησε 6 συνέδρια του κόμματός του. Η πόλη του φύρερ, στην οποία ανέτειλε το άστρο της σκηνοθέτη Leni Riefenstahl, βασικής δημιουργού της ναζιστικής αισθητικής στο σινεμά. Το σκηνικό της πρώτης μεγάλης προπαγανδιστικής ταινίας της «Ο θρίαμβος της θέλησης» αποτέλεσε και το πρώτο μεγάλο έργο του αγαπημένου αρχιτέκτονα και μοναδικού φίλου του Χίτλερ, Albert Speer: το πεδίο διεξαγωγής των κομματικών συνεδρίων των Ναζί, Reichsparteitagsgelaende. Πίσω απ’ αυτή τη λέξη-σιδηρόδρομο απλώνεται μία τεράστια έκταση χιλιάδων στρεμμάτων, καλυμμένη με ογκώδη κτίρια, εξέδρες και ατελείωτους ανοιχτούς χώρους, μεγέθους δεκάδων γηπέδων ποδοσφαίρου, όλα σχεδιασμένα για τη διεξαγωγή παρελάσεων ορδών ναζί.
Εκεί ακριβώς βρέθηκα την επόμενη μέρα.
Βρέθηκα μπροστά σ’ ένα εντελώς σουρεάλ θέαμα: σε απόσταση αναπνοής από τον ανενεργό (;) ναό του ναζισμού στεγάζονται εδώ και καιρό μέσα στα παλιά κτίρια της Grundig, εκατοντάδες πρόσφυγες(!). Ακριβώς απέναντι, το μεγάλο ποδοσφαιρικό γήπεδο της Νυρεμβέργης, τόπος διεξαγωγής πολλών διεθνών αγώνων. Στον χώρο του «κόμματος» όλα ήταν έτοιμα για μια ροκ συναυλία ενώ παραδίπλα μηχανόβιοι επιδίδονταν σε ελεγχόμενες «κόντρες». Ανεβαίνοντας τα σκαλιά της εξέδρας του Χίτλερ στο Zeppelinfield παραλίγο να σκοντάψω πάνω σε μία νεαρή που λιάζονταν αμέριμνη (;) διαβάζοντας ένα βιβλίο και τρώγοντας κολατσιό. Το κερασάκι στην τούρτα ήρθε στο πρόσωπο ενός νεαρού Τούρκου ο οποίος ζήτησε ξαφνικά απ’ τους παρευρισκόμενους να παραμερίσουν λίγο για να βγει μια φωτογραφία. Στήθηκε, πόζαρε και με φανερή υπερηφάνεια ύψωσε το χέρι σε ναζιστικό χαιρετισμό…
Πνίγοντας την παρόρμηση, εκεί πάνω στα σκαλιά, να του ρίξω μια κλωτσιά ώστε ν’ ακολουθήσει την τύχη του αρχηγού του, έφυγα απ’ τον χώρο αηδιασμένος.
Κατευθύνθηκα προς την Kongresshalle με μισή καρδιά και με μαύρες σκέψεις για το τι θα αντίκριζα.
Εκεί όμως, στην ημιτελή αίθουσα συνεδρίων του κόμματος των ναζί, χωρητικότητας 50.000 ατόμων, οι ελπίδες μου αναπτερώθηκαν. Μέσα σ’ αυτόν τον τεράστιας έκτασης χώρο – αντιναζιστικό μουσείο πλέον, βρέθηκα πλάι σε εκατοντάδες ανθρώπους όλων των ηλικιών. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα κατανυκτικής σιωπής όλοι ανεξαιρέτως είχαν ζωγραφισμένο στο πρόσωπο τους, από τη μία τον αποτροπιασμό για τους ναζί και τα εγκλήματά τους κι από την άλλη τον σεβασμό απέναντι στα θύματά τους. Τη στιγμή δε που παρατήρησα ένα χαμόγελο ικανοποίησης στα χείλη ενός μεσήλικα, την ώρα που έβλεπε τις φωτογραφίες των καταδικασμένων στις δίκες της Νυρεμβέργης και εκτελεσμένων αρχηγών των ναζί, συμφιλιώθηκα ξανά με την ανθρωπότητα.
Λίγες μέρες αργότερα, στο πιο δυτικό μέρος της Γερμανίας, συνάντησα μετά από πολύ καιρό έναν ηλικιωμένο γείτονα των γονιών μου. Παρότι τον γνώριζα εδώ και 40 περίπου χρόνια ως έναν απολιτίκ αναγνώστη της Bild, έναν άνθρωπο που δεν πήγαινε καν να ψηφίσει, ένιωσα την ανάγκη να πάρω την διαπίστωση του Matthias Claudius ως προτροπή και να του διηγηθώ τα παραπάνω.
«Ξέρεις, θέλω να ψηφίσω επιτέλους» μου είπε. «Η Μέρκελ είναι πια πολλά χρόνια καγκελάριος, πιο πολλά απ’ ό,τι πρέπει. Και οι σοσιαλδημοκράτες είναι σκέτη απογοήτευση». Προς στιγμήν τρόμαξα αλλά με πρόλαβε: «αυτή την Αλτερνατίβα για τη Γερμανία, πολλοί την ψήφισαν από αντίδραση. Κατάλαβαν όμως ότι είναι μία φιλοναζιστική, χαοτική ομάδα. Καιρός να γίνει μία αλλαγή για τον λαό. Το να κόβουν 45% τις συντάξεις όπως στην Ελλάδα είναι απάνθρωπο και ευθύνονται οι αυταπάτες για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ».
Μ’ αυτά τα λόγια του συντηρητικού, κατά τα άλλα γέρου γείτονα, ξεφύσηξα ανακουφισμένος. Δεν είχα λόγο να φοβάμαι πια.