Βιασμός: Μύθοι και νομικό πλαίσιο – Από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα…
Ο πόλεμος ενάντια στην έμφυλη βία είναι υπόθεση όλων μας και όχι μόνο των γυναικών. Πρέπει να δίνεται απο κοινού απο όλα τα φύλα υπέρ όλων των φύλων χωρίς εύκολους διαχωρισμούς. Όποιοι καταφεύγουν σε τέτοιου είδους τεχνάσματα δεν επιθυμούν την επίλυση του προβλήματος αλλά την διαιώνηση του.
Διαβάστε εδώ το Α’ Μέρος
Από το 15ο αιώνα ως το 18ο αιώνα: Ο Διαφωτισμός δεν άγγιξε τους νόμους περί βιασμού…
Μέχρι στιγμής έχουμε δει πώς η πατριαρχική κοινωνία, η κοινωνική ιεραρχία και η θρησκεία επηρέαζαν το νόμο σε ό,τι αφορά το έγκλημα του βιασμού. Αυτό που έχουμε αφήσει απέξω και είναι καιρός να το επισημάνουμε, είναι πως και η πολιτικο-οικονομική οργάνωση της εποχής επηρέαζε όχι μόνο τους νόμους περί βιασμού, αλλά ολόκληρο το νομικό δίκαιο.
Μέχρι και τον 18ο αιώνα ελάχιστες χώρες ήταν ενιαίες κρατικές οντότητες. Αυτό σημαίνει πως δεν υπήρχε ένα κράτος με οργανωμένες κρατικές δομές, ενιαίους νόμους και δικαστικό σύστημα. Μέσα στις γνωστές δυτικές χώρες υπήρχαν αυτόνομα ή ημι-αυτόνομα βασίλεια, φέουδα, κομητείες με δικούς τους νόμους (τους περισσότερους εθιμοτυπικούς) και νομικό σύστημα. Ακόμα και στα μεγάλα κράτη της εποχής, όπως στη Γαλλία, αρκετές επαρχίες παρουσίαζαν αποκλίσεις από τους ενιαίους νομικούς κώδικες του κράτους. Η έλλειψη ενιαίου Ποινικού Κώδικα που να τιμωρεί εντός χώρας-κράτους τα αδικήματα, άφηνε πολλά περιθώρια παρερμηνείας και ατιμωρησίας.
Σε ό,τι αφορά τους βιασμούς σε μια επαρχία, ένας νόμος μπορεί να ήταν αυστηρότερος σε σχέση με κάποιον άλλον στο διπλανό νομό ή ακόμα πιο περίπλοκα γίνονταν τα πράγματα, αν ο δικαστής της κωμόπολης εφάρμοζε διαφορετικό νόμο, από το δικαστή της πόλης που υπαγόταν η κωμόπολη και ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα αν έπρεπε – όπως στην περίπτωση της Λαίδης Garrouse που είδαμε στο πρώτο μέρος του αφιερώματος – να ταξιδέψεις από το νομό σου στην Βουλή του Παρισιού για να βρεις το δίκιο σου… Και πάλι οι αποφάσεις της Βουλής μπορούσαν να εφαρμοστούν μόλις για τη μισή χώρα της εποχής.
Η τιμωρία του βιασμού διέφερε από περιοχή σε περιοχή και από χώρα σε χώρα. Ανάλογα με το αν ο βιασμός αντιμετωπιζόταν σαν ιδιωτικό ή δημόσιο έγκλημα: ο θύτης ήταν αντιμέτωπος με την κατάσχεση της περιουσίας του, την εξορία, τον αφορισμό από την εκκλησία, τον ευνουχισμό ή ακρωτηριασμό ή το θάνατο.
Οι τιμωρίες αυτές ήταν συνηθισμένο να εφαρμόζονται σε διάφορα εγκλήματα της εποχής, και όχι μόνο σε περίπτωση καταδίκης για βιασμό. Η διαφορά είναι ότι ο βιασμός αποτελούσε ένα έγκλημα που δύσκολα έφτανε στα δικαστήρια και εξαιτίας της πολυπλοκότητας του συστήματος, οπότε οι περισσότερες γυναίκες μη γνωρίζοντας πού να απευθυνθούν, αν δικαιωθούν και πόσες φορές πρέπει να περάσουν την επίπονη διαδικασία διήγησης του βιασμού τους, άφηναν τους νόμους ανενεργούς.
Για έναν ολόκληρο αιώνα, απο το 16ο-17ο αιώνα μόλις 300 περιπτώσεις βιασμών έφτασαν στα δικαστήρια της Γαλλίας.
Η περιγραφή της σεξουαλικής πράξης μπροστά σε δικαστήρια της εποχής ήταν μια ντροπιαστική διαδικασία για τις γυναίκες που έφεραν το στίγμα της ατιμασμένης. Ο άνδρας συνήθως ισχυριζόταν ότι είχε συναινέσει στην πράξη και καθώς σπάνια υπήρχαν μάρτυρες του βιασμού, οι κατηγορίες κατέρρεαν.
Η γυναίκα θα έπρεπε να φέρει εμφανώς σημάδια πάλης, να έχει υποστεί τραύματα στα γεννητικά της όργανα, να της έχουν σκιστεί τα ρούχα και να έχει υποστεί ένα ισχυρό συναισθηματικό σοκ. Θα έπρεπε να κλαίει,να φωνάζει, να χτυπά το βιαστή της και να του έχει δηλώσει με τα λόγια της πως δε θέλει. Αν μείνει σιωπηλή, σημαίνει πως θέλει.
Μέχρι και σήμερα η γυναίκα πρέπει να αποδείξει στο δικαστήριο πως η επαφή έγινε παρά τη θέλησή της, έχοντας πράξει ό,τι είναι δυνατόν για να την αποφύγει. Τις περισσότερες φορές το τι θα ισχυριζόταν δεν είχε τόση σημασία. Ο λόγος του άνδρα στα δικαστήρια ήταν ισχυρότερος από μιας γυναίκας, ο λόγος του αφέντη από την υπηρέτριά του ή ο λόγος ένος ενήλικα έναντι ενός παιδιού.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως από τα αρχαία χρόνια, ο νόμος περί βιασμού προστάτευε τα παιδιά από βιασμό και μάλιστα με πολύ αυστηρές ποινές. Δεδομένου πως ένα παιδί δε θα μπορούσε να συναινέσει σε σεξουαλική επαφή, οποιοσδήποτε βιασμός παιδιού κάτω από την ηλικία των 10 ετών οδηγούσε το δράστη σε τύφλωση ή θάνατο.
Οι φτωχές γυναίκες ήταν πάντα πιο ευάλωτες σε περιπτώσεις βιασμού και αν δεν κατάφερναν να πείσουν το δικαστήριο για τις κατηγορίες, συχνά τιμωρούνταν οι ίδιες με φυλάκιση ή εγκλεισμό σε μοναστήρια ή αναμορφωτήρια ώστε να συμμορφωθούν με τα χρηστά ήθη.
Οι παντρεμένες γυναίκες δεν είχαν καλύτερη τύχη από τις ανύπαντρες, στους αιώνες που εξετάζουμε. Ο μύθος πως μια έμπειρη γυναίκα μπορεί να επιθυμεί απιστία, γι’ αυτό ”αφήνεται” να βιαστεί, έχει στοιχίσει σε πολλές περιπτώσεις την ελευθερία τους με βαριές ποινές όπως ισόβιος εγκλεισμός σε φυλακές ή ισόβια εξορία, ενώ η αντίστοιχη ποινή για το βιαστή τους μπορεί να έφτανε σε αυτή την περίπτωση ”της απιστίας” τη δεκαετία..
Μοντέρνοι καιροί – Παλιά μυαλά
Το ίδιο νομικό πλαίσιο συνεχίζεται και τους επόμενους αιώνες. Οι γυναίκες μέχρι και το 18ο αιώνα, για να γίνουν πιστευτές από το δικαστήριο σχετικά με το βιασμό τους έπρεπε να είχαν έντιμο βίο, να είχαν αντισταθεί με όλες τους τις δυνάμεις απέναντι στο βιαστή τους και να έχουν φωνάξει για βοήθεια.. Αν ένα από τα τρία έλειπε, για το δικαστήριο δεν υπήρχε κατηγορία βιασμού, αλλά συκοφαντία και η γυναίκα γινόταν απο θύμα-θύτης.
Με τη Γαλλική Επανάσταση το 1789, για πρώτη φορά γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα ενιαίο νομικό πλαίσιο που θα έχει ισχύ σε όλη τη Γαλλία. Το 1791 εμφανίζεται ο πρώτος νόμος που τιμωρεί το βιασμό με 6 χρόνια φυλακή, ενώ το 1863 αναγνωρίζεται ως έγκλημα βίας όχι μόνο απέναντι στις γυναίκες, αλλά και στα δύο φύλα.
Ο βιασμός των ανδρών θεωρείται ταμπού όλους αυτούς τους αιώνες. Οι διατάξεις που τον τιμωρούν δεν εκπίπτουν στις διατάξεις περί βιασμού αλλά σοδομισμού. Η εικόνα του σκληρού αρσενικού εγκλωβίζει τους άνδρες να μένουν στη σιωπή περισσότερο και από τις γυναίκες σε ό,τι αφορά το βιασμό μέχρι και σήμερα. Κανείς δε θα δεχόταν να παραδεχτεί το βιασμό του από άλλον άνδρα, γιατί θα τον συνόδευε ως αδυναμία και ομοφυλοφιλία ,ενώ ο βιασμός άνδρα απο γυναίκα θα προκαλούσε γέλιο σε οποιονδήποτε μέσο άνδρα της εποχής.
Η μόνη προστασία που υπήρχε για το ανδρικό φύλο σε σχέση με το βιασμό ως το 19ο αιώνα ήταν μέχρι την ηλικία των 14 ετών. Hλικία που δε θα μπορούσαν να συναινέσουν σε σεξουαλική επαφή κατά τους δικαστές. Για πρώτη φορά το γαλλικό δίκαιο θεμελιώνει το βιασμό ως πράξη βίας κατά παντός φύλου στα μέσα του 19ου αιώνα. Η ”ρετσινιά” δεν αίρεται κοινωνικά και έτσι πολλοί λίγοι άνδρες πάνε στα δικαστήρια της εποχής. Από την άλλη μεριά μέχρι και τις δεκαετίες του ’60 -’70 το συναινετικό σεξ μεταξύ ομοφυλοφίλων θεωρείτο δημόσιο έγκλημα και καταδικάζεται στα δικαστήρια.
Το 1880, το γαλλικό και αγγλικό δίκαιο για πρώτη φορά αναγνωρίζουν μια αγνοημένη πτυχή των περιπτώσεων του βιασμού: αν μια γυναίκα είναι ναρκωμένη, κοιμισμένη ή σε κατατονία και επέλθει σεξουαλική πράξη μπορεί να θεωρηθεί βιασμός, αφού η κατάστασή της δεν ήταν τέτοια ώστε με διαύγεια να συναινέσει στη σεξουαλική πράξη.
Το πρώτο φεμινιστικό κίνημα εμφανίζεται πιέζοντας για πολλές αλλαγές . Οι γυναίκες επιθυμούν κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Διεκδικούν τη θέση τους μέσα στο δημόσιο χώρο και λόγο. Επιθυμούν να μορφωθούν και να δουλέψουν πέρα από τις καθιερωμένες θέσεις της δασκάλας ή της γραμματέως ή στην οικογενειακή επιχείρηση, υποτελείς των ανδρών.
Η λύσσα με την οποία η προπαγάνδα της εποχής χτυπούσε τις γυναίκες ήταν απαράμιλλη και συναγωνιζόντανε σε ορμητικότητα την επιθυμία των γυναικών να υπάρξουν και να ακουστούν. Στις αρχές του 20ού αιώνα οι γυναίκες κατάφεραν όσα δεν μπόρεσαν μέσα στους αιώνες :να γίνουν ορατές και να αποκτήσουν φωνή.
Παρότι η αυγή του φεμινιστικού κινήματος κατάφερε να βγάλει τη γυναίκα από τη σφαίρα της ιδιωτικότητας και οι αυστηροί νόμοι της εποχής να ”τις προστατεύουν”, στην πραγματικότητα οι περιπτώσεις καταγγελίας σεξουαλικής παρενόχλησης, σεξουαλικής επίθεσης και βιασμών παρέμεναν ελάχιστες σε σύγκριση με τον πραγματικό αριθμό τους.
Τον 20ό αιώνα, έγιναν προσπάθειες ώστε να λαμβάνονται υπόψη, για την καλύτερη απονομή δικαιοσύνης και τα διάφορα ψυχολογικά ή ψυχιατρικά προβλήματα των δραστών. Ενώ σε παλιότερες εποχές ο δράστης είχε τη δυνατότητα να ξεφύγει ή μη των κατηγοριών λόγω της κοινωνικής του θέσης, τον 20ό αιώνα αποδόθηκε στους δράστες και ένα συγκεκριμένο ιατρικό προφίλ, το οποίο αναλόγως δυσκόλευε ή διευκόλυνε τη μετρίαση της ποινής τους ή/ και την αθώωσή τους.
Η ιατρικοποίηση της απονομής δικαιοσύνης χρησιμοποιήθηκε εκτενώς τόσο στα σεξουαλικά εγκλήματα, όσο και σε αστικές/ποινικές υποθέσεις. Στις περιπτώσεις των βιασμών, η ιατρική πιστοποίηση μιας ψυχολογικής ή ψυχιατρικής ασθένειας του θύτη έγινε πολλές φορές όπλο στα χέρια των νομικών. Ο θύτης ήταν ταυτόχρονα και θύμα εφόσον η ασθένειά του τον έκανε ακόμα πιο ευάλωτο σε αταβιστικές πράξεις όπως το σεξ. Αρκεί να θυμηθούμε την υπόθεση γνωστού Έλληνα βιαστή όπου ο ήχος των τακουνιών του ενεργοποιούσε την επιθυμία της επίθεσης.
Συχνά το να διαγνωστεί κάποιος με μια σεξουαλική απόκλιση δεν ήταν ευχάριστο σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Υπήρξαν περιπτώσεις ευνουχισμού ή λοβοτομής, πρακτικές απάνθρωπες ακόμα και για ένα δράστη ειδεχθούς εγκλήματος. Υπήρξαν και ”μπακαλίστικες” ψυχολογικές πρακτικές, που στόχο είχαν να αντιστρέψουν την επιθυμία του δράστη για μελλοντικές επιθέσεις με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Αρκετές φορές αυτές οι πρακτικές δε διέφεραν απο βασανιστήρια.
Σε ό,τι αφορά τις γυναίκες, ο μεγάλος πατέρας της ψυχανάλυσης Freud είχε επισημάνει δεκαετίες πριν, πως οι γυναίκες διακατέχονται απο μαζοχισμό και αυτό διαφαινόντανε κυρίως απο τον παθητικό ρόλο που λάμβαναν στο σεξ. Πάνω στο ίδιο μοτίβο κινήθηκαν πολλοί ψυχολόγοι μέχρι και τα μέσα του 1950, όταν ισχυρίζονταν πως μια συχνή φαντασίωση της γυναίκας είναι ο βιασμός. Αυτές οι θεωρίες σε συνδυασμό με τη σεξουαλική απελευθέρωση των δεκαετιών του’60 και ’70 οδήγησαν εμμέσως πλην σαφώς το θύμα να κατηγορείται και ως συνένοχο στο βιασμό του!
Σε ορισμένες περιπτώσεις, αν το θύμα είχε προηγουμένως διαγνωστεί με κάποια ψυχολογική ή ψυχιατρική ασθένεια και λάμβανε κάποια αγωγή, συχνά γινόταν εξέταση της πιθανότητας, όπως στην περίπτωση της Λαίδης Garrouse, αν το θύμα δεν ”ονειρεύτηκε” το περιστατικό.
Παρά τη χρήση της ιατρικής στα διάφορα στάδια της εξέτασης για το σχηματισμό της κατηγορίας περί βιασμού, σε πολλές περιπτώσεις μέχρι και σήμερα, η λήψη δειγμάτων από μέρη του σώματος παραμένει ελλιπής, δημιουργώντας συχνά εξαφάνιση σημαντικών στοιχείων, ενώ η διαφυγή πληροφοριών σχετικά με τα στοιχεία που συλλέγονται απο το θύμα βιασμού έχει οδηγήσει αρκετούς βιαστές να γίνονται ιδιαίτερα προσεκτικοί στον τρόπο δράσης τους (π.χ. εξαναγκαστικό πλύσιμο στο θύμα).
Το ελληνικό νομικό πλαίσιο
Το νεοελληνικό κράτος ιδρύθηκε το 1830 και ”κληρονόμησε” το γαλλο-γερμανικό δίκαιο της εποχής το οποίο εξαντλητικά αναφεραμε προηγουμένως. Ως μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι νόμοι, οι οποίοι να ορίζουν τον βιασμό ως έγκλημα. Ο βιασμός αντιμετωπιζόταν σαν σεξουαλική πράξη εκτός γάμου και για τον μουσουλμανικό νόμο λίγη σημασία είχε αν ήταν συναινετική ή όχι . Τιμωρούνταν με βάση το μουσουλμανικό νόμο fatwas με τον ίδιο τρόπο όπως η απιστία, η ομοφυλοφιλία και η παιδεραστία.. Η ποινή μπορεί να όριζε πρόστιμο ως και θάνατο.
Το ελληνικό νομικό δίκαιο αναγνώριζε το βιασμό ως πράξη με βάση τη βία, την απειλή βίας, τον εξαναγκασμό και την αδυναμία του θύματος να αμυνθεί. Η νομοθεσία αυτή έχει μείνει σχεδόν απαράλλαχτη μέσα στις δεκαετίες με μοναδική ”νίκη” την αναγνώριση του βιασμού από το σύζυγο μόλις το 2006.
Σύμφωνα με το παρ. 1 του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα ορίζεται πως ” Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη ή ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη.”
Για ακόμα μια φορά το θύμα πρέπει να αποδείξει στο δικαστηρίου με βάση το άνω άρθρο: 1) Τη χρήση βίας ή απειλή βίας, 2) την έλλειψη συναίνεσης στην πράξη 3) την αδυναμία αποτελεσματικής άμυνας απέναντι στον δράστη. Αν αποδείξει το θύμα όλα τα παραπάνω τότε μόνο στοιχειοθετείται η πράξη ως βιασμός.
Ο νόμος αυτός αφήνει πολλά περιθώρια για αμφιβολίες, δεδομένου ότι δεν καλύπτει τις περιπτώσεις όπου το θύμα εξαναγκάζεται σε σεξουαλική πράξη μέσω ψυχολογικής βίας ή λόγω χημικών ουσιών που μπορεί να έχει καταναλώσει. Το θύμα υφίσταται ένα δεύτερο βιασμό στις αίθουσες των δικαστηρίων, όπου η τιμή και η υπόληψή του ψαχουλεύονται αδιακρίτως, ενώ η συναίνεση του θύματος προσπαθεί να εκμαιευτεί από το θύμα μέσω παρελκυστικών πιεστικών ερωτήσεων των συνηγόρων του θύτη, τα οποία συχνά δεν έχουν λογικό ειρμό, προκαλώντας στο θύμα σύγχυση κατά τη διάρκεια της εξέτασής του. Τα ρούχα, η συμπεριφορά, ο σωματότυπός της, το αν αθλείται ή όχι, συγκρίνεται με το σωματότυπο ή τη συνολική συμπεριφορά του θύτη, ώστε να εξαχθεί το συμπέρασμα αν μπορούσε να ξεφύγει του βιασμού της.
Η νέα τροποποίηση που επιφυλάσσει ο νέος ορισμός, όπως εκείνος έχει προταθεί απο την νομοπαρασκευαστική επιτροπή, ορίζει ένα ακόμα στενότερο ορισμό του βιασμού, αφού γίνεται αντικατάσταση της ”απειλής σπουδαίου και άμεσου κινδύνου” με τον ορισμό ”απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας” αφήνοντας απέξω τον ψυχολογικό εκφοβισμό του θύματος. Μια τέτοια ερμηνεία μπορεί να δημιουργήσει την αύξηση των χτυπημένων βίαια γυναικών κατά τη διάρκεια της επίθεσης, ακόμα και την αύξηση των θανάτων εφόσον το θύμα πρέπει να υπερβάλλει σωματικών δυνάμεων για να ξεφύγει του βιασμού, αλλιώς κινδυνεύει να παρερμηνευτεί η παθητικότητά του ή η μικρότερη αντίσταση του ως ”συναίνεση” .
Συχνά ο φόβος των θυμάτων δεν είναι ακριβώς αυτή καθαυτή η χρήση βίας από το θύτη που τις οδηγεί να μην αντιδρούν φοβούμενες τα χειρότερα για την σωματική τους ακεραιότητα ή την αφαίρεση της ζωής τους.
Μέχρι στιγμής οι αντιδράσεις πάνω στο θέμα είναι χλιαρές, τόσο απο τις οργανώσεις της χώρας όσο και απο τις διεθνείς, παρότι κατάφωρα πρόκειται για μια οπισθοδρόμηση του όρου σε παλιότερη ερμηνεία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει απο μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή ειδικών που ξεκίνησε εδώ και 4 χρόνια κάτω από μια κυβέρνηση η οποία ωρύεται για την ισοτιμία/ ισότητα των φύλων..
Η κουλτούρα του βιασμού στην Ελλάδα του σήμερα
Όλοι οι μύθοι που εξετάσαμε στο κείμενο ενυπάρχουν μέσα στην ελληνική κοινωνία και μπορούμε να τους αναγνωρίσουμε πως λειτουργούν αυτόματα σε κάθε νέα περίπτωση βιασμού.
Η πρόσφατη περίπτωση της Ελένης Τοπαλούδη, όπου ο πρώτος βιασμός της έμεινε ατιμώρητος, ενώ ο δεύτερος βιασμός της την οδήγησε στο βίαιο θάνατό της ανέδειξε με έντονο τρόπο τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία.
”Τα ‘θελε”, ”Γιατί πήγε μαζί τους ;”, ”Έκανε βίζιτες”, ”Υπάρχει ροζ βίντεο”, ”Είχε ξαναβιαστεί” είναι λίγα απο όσα ακούστηκαν γύρω από την υπόθεσή της. Ο βίαιος βασανισμός και θάνατός της δε σταμάτησε την κουλτούρα του βιασμού και τις ερωτήσεις της κοινωνίας γύρω από το τι έκανε πριν το περιστατικό του βιασμού της. Σε αυτή την περίπτωση τα ΜΜΕ στάθηκαν με αξιοπρέπεια απέναντι στο βιασμό της λόγω του θανάτου της. Άλλες κοπέλες δεν στέκονται τόσο ”τυχερές”.
Υπάρχουν χιλιάδες ιστορίες στον κόσμο που έχουν γίνει viral και έχουν διασύρει με απίστευτο τρόπο το θύμα μπροστά σε οθόνες ρωτώντας δημόσια για το περιστατικό του βιασμού του και την πρότερη ερωτική του ζωή.
Όπως σε όλες τις περιπτώσεις, έτσι και στην περίπτωση εκείνου/εκείνης που είναι ”οπαδός ”της κουλτούρας του βιασμού υπάρχει πάντα ”ναι μεν αλλά..” Η πιο υποδόρια μορφή της κουλτούρας βιασμού ξεκινά με το ”ναι αλλά και οι άνδρες είναι θύματα βίας αλλά δε γίνονται θέμα όπως οι γυναίκες”.
Αναφέραμε ήδη πως όντως ο ανδρικός βιασμός είναι ένα τεράστιο ταμπού και ελάχιστες φορές απονέμεται δικαιοσύνη εξαιτίας των κοινωνικών στερεοτύπων. Συχνά η χρήση βίας απέναντι στους άνδρες παραβλέπεται ή γίνεται αντικείμενο χλευασμού στο δημόσιο λόγο δημιουργώντας αρνητικά συναισθήματα στον άνδρα-θύμα ενώ παραδόξως χρησιμοποιείται και ως τροχοπέδη ώστε να σταματήσει η συζήτηση για τη βία απέναντι στις γυναίκες με τη λογική ”ναι αλλά για μας δεν λέτε τίποτα”. Η λογική αυτή διαστρεβλώνει την πραγματικότητα σε τέτοιο βαθμό, ώστε η προβολή περιστατικών βίας ή βιασμών γυναικών απο τα ΜΜΕ να θεωρείται απο μερίδα ανδρών ως ”καλή μεταχείριση” σε σύγκριση με το δικό τους φύλο.
Ο πόλεμος ενάντια στην έμφυλη βία είναι υπόθεση όλων μας και όχι μόνο των γυναικών. Πρέπει να δίνεται απο κοινού απο όλα τα φύλα υπέρ όλων των φύλων χωρίς εύκολους διαχωρισμούς. Όποιοι καταφεύγουν σε τέτοιου είδους τεχνάσματα δεν επιθυμούν την επίλυση του προβλήματος αλλά την διαιώνιση του.
Κλείνοντας να προσθέσω πως ο νόμος περί βιασμού και η πιθανή τροποποίησή του δεν είναι αγώνας μόνο ”φεμινιστικών και γυναικείων οργανώσεων” που θα κινητοποιηθούν εναντίον του, όπως διάβασα εκπρόσωπο της Διεθνής Αμνηστίας να δηλώνει, αλλά είναι αγώνας κάθε άνδρα, γυναίκας,ομοφυλόφιλου και τρανς ατόμου που θίγεται άμεσα από μια τέτοια τροποποίηση της διάταξης και τη στενότερη ερμηνεία αυτής.