AIDS και ΓΛΔ
Με αφορμή τη σημερινή παγκόσμια ημέρα κατά του AIDS, και την υποκρισία που περισσεύει στις χώρες του καπιταλιστικού κόσμου (αφήνοντας τους πληθυσμούς του τρίτου κόσμου να αποδεκατίζονται από την “ασθένεια των φτωχών”), επιλέξαμε να αναφερθούμε στην αντίστοιχη αντιμετώπιση που υπήρχε στη σοσιαλιστική κοινότητα, ξεχωρίζοντας το παράδειγμα της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.
Με αφορμή τη σημερινή παγκόσμια ημέρα κατά του AIDS, και την υποκρισία που περισσεύει στις χώρες του καπιταλιστικού κόσμου (αφήνοντας τους πληθυσμούς του τρίτου κόσμου να αποδεκατίζονται από την “ασθένεια των φτωχών”), επιλέξαμε να αναφερθούμε στην αντίστοιχη αντιμετώπιση που υπήρχε στη σοσιαλιστική κοινότητα, ξεχωρίζοντας το παράδειγμα της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.
Αναζητώντας στοιχεία για την αντιμετώπιση της μάστιγας του AIDS στη ΓΛΔ, σκοντάφτει κανείς συχνά στον ισχυρισμό περί “αποσιώπησης” του θέματος στη χώρα, σε αντίθεση με τα δυτικά μέσα, τα οποία εκείνη την εποχή αφιέρωναν καθημερινό τηλεοπτικό χρόνο και μελάνι στη σκιαγράφηση της νέας αυτής ιατρικής και κοινωνικής τραγωδίας. Όπως συμβαίνει συχνά στην περίπτωση της εξιστόρησης πτυχών του υπαρκτού, μισές κι αποσπασματικές αλήθειες διανθίζονται με μπόλικο ψέμα, για να αποκρυβεί η πραγματικότητα, δηλαδή ότι το μοντέλο αντιμετώπισης της επιδημίας από τις σοσιαλιστικές αρχές της χώρας μπορεί να χρησιμεύσει εν μέρει τουλάχιστον ως πρότυπο, ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα, που οι επιστημονικές γνώσεις, αλλά και η ιστορική εμπειρία έχουν εμπλουτίσει κατά πολύ το οπλοστάσιο πρόληψης και καταπολέμησης της ασθένειας.
Μπορεί κανείς να αντιτείνει ότι ο μικρός αριθμός ασθενών στη ΓΛΔ, (133 φορείς του HIV και 27 νοσούντες από AIDS τη χρονιά της γερμανικής επανένωσης το 1990, έναντι 42.000 και 5000 στην ΟΔΓ) αντίστοιχα, οφείλονται κυρίως στον περίκλειστο χαρακτήρα των συνόρων της χώρας και τους περιορισμούς στις μετακινήσεις από και προς τη χώρα, ωστόσο μια τέτοια εξήγηση, εκτός από ελλιπής, παραγνωρίζει ότι η απειλή δεν αντιμετωπίστηκε με ποσοτικά, αλλά ποιοτικά κριτήρια, αυξάνοντας κατά πολύ την αποτελεσματικότητα της παρέμβασης από κρατικής πλευράς. Όπως σημειώνει ο τότε διευθυντής της δερματολογικής κλινικής του βερολινέζικου νοσοκομείου Charité, και επικεφαλής της διαρκούς συμβουλευτικής επιτροπής περί ΑIDS της ΓΛΔ, Niels Sönnichsen, χρόνια πριν την πρώτη επίσημη διάγνωση μόλυνσης με HIV στη χώρα (1985 έναντι 1982 στην ΟΔΓ), οι αρχές της χώρας ασχολούνταν με δυνατότητες πρόληψης της επιδημίας. Μόλις άρχισαν να καταφτάνουν οι πρώτες πληροφορίες από το δυτικό τύπο αλλά και επιστημονικές δημοσιεύσεις για το ζήτημα, συγκροτήθηκε η προαναφερθείσα επιτροπή από επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Sönnichsen δε μπορεί να κατηγορηθεί για φιλοκαθεστωτικές συμπάθειες, όπως γίνεται φανερό όταν εκφράζει τη γνώμη πως η έλλειψη τοξικομανίας στη ΓΛΔ συνέβαλε τα μέγιστα στην ελαχιστοποίηση των κρουσμάτων, γεγονός ορθό στον πυρήνα του, η απουσία ναρκωτικών ωστόσο αποδίδεται απλώς στη φτώχεια των κατοίκων και το “ευτελές νόμισμα” που δεν προσήλκυε το ενδιαφέρον των διακινητών.
Το πρώτο πόρισμα της διεπιστημονικής επιτροπής περιλάμβανε δεκασέλιδη επιχειρηματολογία με αποδέκτη τον τότε υπουργό Υγείας, ώστε να τον παρακινήσει σε εκστρατεία δημοσιοποίησης του προβλήματος στην ανατολικογερμανική κοινή γνώμη. Η κυβέρνηση Χόνεκερ πράγματι ανταποκρίθηκε άμεσα με χρηματοδότηση προγραμμάτων έρευνας, ενημέρωσης αλλά και πρόληψης της ασθένειας. Σε όλες τις διοικητικές ενότητες της χώρας δημιουργήθηκαν σχετικά κέντρα συμβουλευτικής, τα οποία στελέχωναν γιατροί που είχαν λάβει ειδική επιμόρφωση για την αντιμετώπιση φορέων του HIV.
Εφόσον επρόκειτο για άτομα που είχαν ήδη νοσήσει από AIDS, μπορούσαν να απευθυνθούν σε ειδικές κλινικές, μια από τις οποίες διηύθυνε ο ίδιος ο Sönninchen, διαβεβαιώνοντας πως οι ασθενείς λάμβαναν κάτι παραπάνω από ιατρική περίθαλψη, καθώς προϋπόθεση για την εργασία στις κλινικές για κάθε μέλος του ιατρικού και μη προσωπικού ήταν η ευαισθησία και η κατανόηση προς τους πληγέντες. Σε περιπτώσεις ομοφυλόφιλων ασθενών από μικρά επαρχιακά μέρη, όπου ελλόχευε ο κίνδυνος σημαντικής κοινωνικής κατακραυγής, παρέχονταν βοήθεια για την μετακόμιση στο Ανατολικό Βερολίνο, και επιταχύνονταν σημαντικά οι συχνά χρονοβόρες διαδικασίες εξεύρεσης κρατικού διαμερίσματος για τους δικαιούχους ασθενείς. Επίσης, στο βαθμό που πλέον τα συμπτώματα της ασθένειας καθιστούσαν το άτομο ανίκανο προς εργασία, δίδονταν πρόωρη σύνταξη.
Ένα ακόμα μέτρο που συνέβαλε στον περιορισμό της εξάπλωσης της επιδημίας, αποτελεσματικό αν και αμφιλεγόμενο, ήταν η υποχρέωση όσων υπηκόων ξένων κρατών (όσων είχαν επισημανθεί από τον ΠΟΥ ως κύριες εστίες της ασθένειας) είχαν σκοπό να παραμείνουν πάνω από τρεις μήνες στη ΓΛΔ, να υποβάλλουν ένα αρνητικό τεστ για HIV κατά την είσοδο τους στη χώρα, ή αλλιώς να το πραγματοποιήσουν εντός δυο εβδομάδων στην ίδια την ΓΛΔ. Σε περίπτωση θετικού τεστ, προβλεπόταν απέλαση του φορέα. Στόχος του μέτρου ήταν κυρίως αλλοδαποί φοιτητές, αλλά και μετανάστες από αφρικανικές χώρες που έρχονταν στη χώρα κατόπιν διακρατικής συμφωνίας.
AIDS και ΜΜΕ στη ΓΛΔ
Όπως προαναφέρθηκε, οι αρχές της χώρας δέχτηκαν συχνά τα βέλη για την καθυστερημένη δημόσια ενημέρωση του ευρύτερου κοινού για τη μάστιγα. Πράγματι, η πρώτη ανοιχτή στο κοινό δημόσια εκδήλωση ενημέρωσης πραγματοποιείται μόλις το Φλεβάρη του 1987, σε διάλεξη πέντε ειδικών επιστημόνων στο νοσοκομείο Charité, με αντικείμενο τους τρόπους μετάδοσης και προφύλαξης από την ιό του HIV. Στις 5 Μάρτη της ίδιας χρονιάς εμφανίζεται στην εφημερίδα Berliner Zeitung ένα εκτενές άρθρο με ερωταπαντήσεις βασισμένες στην εν λόγω διάλεξη. Λίγο αργότερα η κρατική τηλεόραση φιλοξένησε ωριαία ζωντανή εκπομπή με το θέμα, στο οποίο ειδικοί απαντούσαν σε ερωτήσεις που έθετε το κοινό ανώνυμα και τηλεφωνικά. Ο ίδιος ο Sönnichsen συνέταξε μια 48σελιδη μπροσούρα για το θέμα, η οποία είχε τεράστια διάδοση, καθώς πουλήθηκαν περίπου 300.000 αντίτυπα. Ο νηφάλιος και αντικειμενικός τόνος των αναφορών σε επιστημονικό και ιδίως σε δημοσιογραφικό επίπεδο έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την τρομοϋστερία, τον κιτρινισμό και την καλλιέργεια προκαταλήψεων και ηθικού πανικού που διέκριναν την πλειονότητα των δυτικών ΜΜΕ την ίδια εποχή. Τα αποτελέσματα αυτής της εκστρατείας διαφώτισης έγιναν φανερά και σε δημοσκόπηση που διεξήχθη αμέσως μετά την επανένωση, όπου η συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων στην τέως ΓΛΔ εμφανίζονταν καλά πληροφορημένοι για την ασθένεια.