Η απάτη της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου
Αν δε μας ανεβάσουν τους μισθούς, θα κάνουμε απεργία. Έτσι είπαν οι εργάτες στο εργοστάσιό μας. Γιατί τώρα έχουμε το Λαϊκό Μέτωπο και κανένας δε θέλει πια να ζει όπως και πρώτα. Έτσι δεν είναι;
Ένα απόσπασμα από το βιβλίο του σπουδαίου Σοβιετικού συγγραφέα Ίλια Έρενμπουργκ “Η πτώση του Παρισιού” (Α’ τόμος, Σύγχρονη Εποχή) με τύπους που κάτι μας θύμιζουν. Από τη μια ο σοσιαλιστής υπουργός Ντεσέρ, που προσπαθεί να κάνει “τίμια διαχείριση”, χάνοντας τελικά και την προσωπική του εντιμότητα. κι από την άλλη ο καπιταλιστής Βιάρ που στηρίζει το Λαϊκό Μέτωπο για να μην οδηγηθεί σε “ακρότητες”. Στη μέση ο λαός, η εργατική τάξη, που προσωποποιείται στη μορφή μιας ανώνυμης κοπέλας που μοιράζει το χρόνο της μεταξύ φάμπρικας και κονσομασιόν για να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημά της. Η σκηνή διαδραματίζεται ακριβώς μετά την ανάδειξη του Λαϊκού Μετώπου, ενώ κάθε ομοιότητα με τη σημερινή κυβέρνηση, μόνο τυχαία δεν είναι.
Ο Βιάρ έλαμπε. Φοβήθηκε μήπως ο Ντεσέρ, επικαλούμενος τον εξωτερικό κίνδυνο, άρχιζε να μιλάει για όπλα. Αλλά όχι, να πού και ο Ντεσέρ ήταν υπέρ της ειρήνης! Του έσφιξε δυνατά το χέρι και είπε:
-Πιστέψτε με, όσο θα είμαι στην εξουσία, δε θα έχουμε καμιά περιπέτεια. Δε θα επιτρέψω οι Γάλλοι αγρότες να πάνε να σκοτωθούν για τους Αβησσυνούς ή για τους Τσέχους.
Αφού αποχαιρέτησε τον επισκέπτη του, ο Βιάρ αναστέναξε με ανακούφιση σα μαθητής που πετυχαίνει σε μια δύσκολη εξέταση. Βέβαια, ο Ντεσέρ υποστήριζε τα συμφέροντά του, αλλά τώρα όλα ήταν ανάποδα. Τα συμφέροντα του Ντεσέρ συνέπιπταν με τα συμφέροντα των εργατών. Ήταν ένας ειλικρινής ειρηνόφιλος. Λοιπόν, ο Βιάρ αντιπροσώπευε όχι ένα κόμμα, όχι μια τάξη, αλλά το έθνος…
Μπήκε ο γραμματέας του. Του έφερε να υπογράψει μια απόφαση. Επρόκειτο για τη μετάθεση ενός υπαλλήλου που έπαιζε σοβαρό ρόλο μέσα στην οργάνωση του Μπρετέιγ. Ο Βιάρ απώθησε το χαρτί -γιατί να στρέψει όλο τον κόσμο εναντίον του;- και είπε χαριτολογώντας: -Φίλε μου, πρέπει να μάθουμε να κυβερνάμε σαράντα εκατομμύρια ανθρώπους. Τον καιρό του Μαρξ οι προλετάριοι δεν είχαν να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους και να κερδίσουν έναν κόσμο. Τώρα, όμως, για μας υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε τα πάντα και να μην κερδίσουμε παρά μόνο τις αλυσίδες.
Στο δρόμο ο Ντεσέρ σκίρτησε αηδιασμένος. Όλα έγιναν τόσο εύκολα!… Και να σκεφτεί κανείς πως αυτός ήταν ο άνθρωπος στον οποίο ο Πιερ είχε τόση εμπιστοσύνη! Και όχι μόνο ο Πιερ, αλλά εκατομμύρια… Μάλιστα, οι άνθρωποι είναι ζώα και αυτό είναι που τους σώζει. Ο Ντεσέρ έπρεπε να πάει σε μια συγκέντρωση εμπορικών εμπειρογνωμόνων, αλλά το μετάνιωσε. Η ανανδρία του Βιάρ τον τσάκιζε. Βρισκόταν στην οδό Ριβολί και στην πλατεία της Βαστίλλης ακολούθησε μια πάροδο. Είδε τη φωτεινή επιγραφή ενός μιούζικ-χολ. Χωρίς να σκεφτεί, μπήκε μέσα -ήθελε να ξεχάσει! Τα ακορντεόν έπαιζαν χαρούμενα παλιά φοξ-τροτ. Τα φώτα και οι γιρλάντες από ψεύτικα λουλούδια έδιναν στην αίθουσα την όψη σκηνής θεάτρου. Ναύτες, εργάτες, μοδιστρούλες, καμαριέρες χόρευαν γύρω του.
Ο Ντεσέρ έδωσε πέντε νομίσματα στους μουσιούς για έναν καινούριο χορό και πήρε στην αγκαλιά του μια χοντρή κοπέλα φορτωμένη κοκκινάδι. Μύριζε πούδρα κακής ποιότητας και χορεύοντας μισόκλεινε τα μάτια γεμάτη έκσταση.
Ο Ντεσέρ της πρόσφερε κεράσια και ρακί.
-Σας αρέσει ο χορός;
Ήταν φλύαρη: -Τρελαίνομαι, αλλά οι ευκαιρίες είναι λίγες. Δουλεύω στο εργοστάσιο μέχρι τις 6 και πολλές φορές παίρνω δουλειά και στο σπίτι. Ξέρετε πόσα μου δίνουν; Πεντακόσια πενήντα φράγκα. Μπορεί κανείς να ζήσει με αυτά; Λένε πως τώρα όλα θ’ αλλάξουν. Αν δε μας ανεβάσουν τους μισθούς, θα κάνουμε απεργία. Έτσι είπαν οι εργάτες στο εργοστάσιό μας. Γιατί τώρα έχουμε το Λαϊκό Μέτωπο και κανένας δε θέλει πια να ζει όπως και πρώτα. Έτσι δεν είναι; Ο Ντεσέρ τίναξε τη στάχτη από την πίπα του και, χαμηλώνοντας τα χοντρά φρύδια του, απάντησε: -Μα βέβαια, βέβαια. Όλα θ’ αλλάξουν, αυτό να λέγεται. Τώρα οι ξανθοί χορεύουν με τις μελαχρινές. Ο Βιάρ θα διατάξει τις μελαχρινές να χορεύουν με τους ξανθούς. Γεια σου, μικρούλα μου! Πρέπει να φύγω.