Έριχ Μαρία Ρεμάρκ – Ένας λογοτεχνικός προδότης
Ανεξάρτητα από την άνιση εμπορική επιτυχία των βιβλίων του, αυτά θεωρούνται σημαντικές μαρτυρίες μιας κρίσιμης εποχής.
Μπορεί το όνομά του να ταυτίστηκε με το εμβληματικό “Ουδέν νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο”, ο Ρεμάρκ ωστόσο επικεντρώθηκε συγγραφικά στα χρόνια της Βαϊμάρης και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ώστε ανεξάρτητα από την άνιση εμπορική επιτυχία των βιβλίων του, αυτά να θεωρούνται σημαντικές μαρτυρίες μιας κρίσιμης εποχής.
Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1898 στο Όσναμπρικ της Γερμανίας και ήταν γιος καθολικού τυπογράφου. Μετά το σχολείο επισκέφτηκε το καθολοκό διδασκαλικό σεμινάριο της πόλης του. Το 1916 δήλωσε εθελοντής στο Δυτικό Μέτωπο όπου τραυματίστηκε, περνώντας το υπόλοιπο του πολέμου σε στρατιωτικό νοσοκομείο στην πατρίδα του. Έκανε διάφορες δουλειές για να επιβιώσει, ενώ άρχισε να δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα και πεζά. Το 1920 κυκλοφόρησε το ιμπρεσιονιστικό καλιτεχνικό μυθιστόρημα “Το ονειρεμένο σπίτι”.
Ως ανταποκριτής ταξίδεψε σε πολλές χώρες της Ευρώπης και το 1925 προσλήφθηκε σε αθλητική εφημερίδα του Βερολίνου. Παγκόσμια γνωστός γίνεται σχεδόν εν μία νυκτί με το αντιπολεμικό αριστούργημα “Ουδέν νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο”. Έντονα αυτοβιογραφικό, περιγράφει τα βάσανα και τελικά το θάνατο του 19χρονου στρατιώτη Πάουλ Μπόιμερ. Αποκαλύπτει με ωμό ρεαλισμό πως η δήθεν ηρωική θυσία δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία μη εθελοντική σφαγή. Το βιβλίο ενθουσίασε τους αντιπάλους του πολέμου, έγινε όμως αιτθα στοχοποίησής του από ακροδεξιούς κύκλους που θα έπαιρναν την εκδίκησή τους λίγα χρόνια μετά.
Το 1930 γυρίστηκε σε ταινία για πρώτη φορά το βιβλίο του, μία από τις τρεις ως τώρα κινηματογραφικές διασκευές του. Το 1931 ο Ρεμάρκ έγραψε τη συνέχεια “Ο δρόμος της επιστροφής” με θέμα τη ζωή των βετεράνων. Ήδη από το 1932 είχε μεταναστεύσει σρην Ελβετία κι έτσι κατόρθωσε να βοηθήσει συναδέλφους του να διαφύγουν από τη Γερμανία μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία. Το Μάη του 1933 το μυθιστόρημά του παραδόθηκε στην πυρά κατά τη διαβόητη καύση βιβλίων σε όλη τη χώρα, με την κατηγορία πως συνιατούσε “λογοτεχνική προδοσία σε βάρος των στρατιωτών του Παγκοσμίου Πολέμου”. Το 1938 έχασε τη γερμανική υπηκοότητα κι ένα χρόνο μετά μετανάστευσε στις ΗΠΑ όπου είδε κι άλλα έργα του να γυρίζονται σε ταινία. Σε μία από αυτές μάλιστα, την αντιφασιστική “A time to love and time to die” έπαιξε κι ένα μικρό ρόλο. Το 1941 κυκλοφόρησε το βιβλίο του “Flotsam” στα αγγλικά. Όντας ιδιαίτερα εύπορος πλέον μοίραζε το χρόνο του μεταξύ Νέας Υόρκης και Ελβετίας. Το 1946 κυκλοφόρησε η “Αψίδα του Θριάμβου” ππυ επίσης μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και περιγράφει τη ζωή Γερμανών εξορίστων πριν τη ναζιστική εισβολή. Τα επόμενα έργα του δεν έχουν την ίδια απήχηση, εντάσσονται όμως κι αυτά στα αξιόλογα δείγματα της αντιπολεμικής λογοτεχνίας. Το 1967 τιμήθηκε με τον Ομοσπονδιακό Μεγαλόσταυρο της ΟΔΓ. Έφυγε στις 25 Σεπτέμβρη 1970 στο Λοκάρνο της Ελβετίας.