Ηλίας Βενέζης – Από την προσφυγιά στην Αντίσταση
Ο Βενέζης βίωσε στο πετσί του τη δραματική κατάρρευση του μεγαλοϊδεατισμού της ελληνικής αστικής τάξης, τόσο ως αιχμάλωτος στα διαβόητα “αμελέ ταμπουρού”, όσο και μετέπειτα ως πρόσφυγας στην Ελλάδα. Οι εμπειρίες του αποτέλεσαν τον καμβά των σημαντικότερων δημιουργημάτων του.
Ο Ηλίας Βενέζης (ή Μέλλος όπως ήταν το πραγματικό του όνομα) ανήκει μαζί με το Στρατή Μυριβήλη στους γνωστότερους πεζογράφους που συνδέθηκαν με τη Μυτιλήνη. Αν και ασχολήθηκε με διάφορα είδη πεζού λόγου (και λίγες νεανικές απόπειρες συγγραφής ποιημάτων), η φήμη του βασίστηκε κατά βάση στα μυθιστορήματα “Αιολική Γη”, “Γαλήνη”, και βέβαια το εμβληματικό “Νούμερο 31328” που ανήκει στα κλασικότερα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Ο Βενέζης βίωσε στο πετσί του τη δραματική κατάρρευση του μεγαλοϊδεατισμού της ελληνικής αστικής τάξης, τόσο ως αιχμάλωτος στα διαβόητα “αμελέ ταμπουρού”, όσο και μετέπειτα ως πρόσφυγας στην Ελλάδα. Οι εμπειρίες του αποτέλεσαν τον καμβά των σημαντικότερων δημιουργημάτων του. Γεννημένος στις 4 Μάρτη 1904 στο Αϊβαλί, ήρθε σε ηλικία 10 ετών στη Μυτιλήνη λόγω των πρώτων διωγμών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τελείωσε το Γυμνάσιο και παράλληλα εργαζόταν σε φούρνο. Είχε έξι αδέρφια, εκ των οποίων μια αδερφή έφυγε νωρίς από ισπανική γρίπη. Έχοντας επιστρέψει από το 1919 στο Αϊβαλί, διορίστηκε γραμματικός στη Μητρόπολη Κυδωνιών. Το 1922 στην προσπάθειά του να διαφύγει, συνελήφθη κι οδηγήθηκε με 3.000 συμπατριώτες του στα Τάγματα Εργασίας της Ανατολής, από όπου επέστρεψε ζωντανός με μόλις 22 άντρες.
Απελευθερώθηκε το 1923, μετά από 14 μήνες αιχμαλωσίας κι επέστρεψε στη Μυτιλήνη, όπου εντάχθηκε στον κύκλο του Μυριβήλη και της λεγόμενης “Λεσβιανής άνοιξης”. Το 1924 δημοσιεύεται στην “Καμπάνα της Μυτιλήνης” το “Νούμερο 31328”. Ένα-δυο χρόνια μετά διορίζεται στην Εθνική Τράπεζα και αργότερα στην Τράπεζα της Ελλάδας, λόγος για τον οποίο εγκαθίσταται στην Αθήνα το 1932. Διώκεται λόγω της προοδευτικής του δράσης, δυο φορές με το Ιδιώνυμο, τη δεύτερη επί Μεταξά, αλλά αθωώθηκε σε αμφότερες τις δίκες.
Συμμετείχε στην Εαμική Αντίσταση και ως Μ. Αλκαίος δημοσίευσε το 1943 αντιστασιακό διήγημα στους “Πρωτοπόρους” (Εαμικό λογοτεχνικό περιοδικό). Την ίδια χρονιά συνελήφθη στην Τράπεζα, επειδή είχε απαγγείλει ποίημα του Μιστράλ σε συγκέντρωση του προσωπικού για την 25η Μαρτίου. Φυλακίστηκε στο “Μπλοκ C”, καταγράφοντας την εμπειρία του στο ομώνυμο θεατρικό έργο. Γλίτωσε την εκτέλεση χάρη σε έντονες διαμαρτυρίες ομοτέχνων του, αλλά και του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Μετά τον πόλεμο, είδε τη δημοφιλία του έργου του να εκτοξεύεται με επανεκδόσεις, μεταφράσεις και απονομές διακρίσεων. Ταξίδεψε πολύ στο εξωτερικό, ενώ το 1957 εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Στις αρχές της δεκαετίας του 70′ χτυπήθηκε από καρκίνο του λάρυγγα και μετά από ανεπιτυχή θεραπεία στο Λονδίνο, κλείστηκε σπίτι κι αφοσιώθηκε στο γράψιμο. Έφυγε πρακτικά μουγγός από τη ζωή σαν σήμερα, το 1973 και τάφηκε στο Μόλυβο Μυτιλήνης. Σύμφωνα με την επιθυμία του, ο τάφος φέρει την επιγραφή “Γαλήνη”, όπως το ομώνυμο μυθιστόρημά του.
Το έργο του διακρίνεται από τον έντονο συναισθηματισμό του, τις αυτοβιογραφικές αναφορές, τη σκόπιμη αοριστία του κοφτού και συχνά μονολεκτικού λόγου του.
Το “Νούμερο 31328” αποτελεί το διαμάντι του στέμματος στην εργογραφία του κι έχει χαρακτηριστεί από το Δ. Δασκαλόπουλο ως “εντύπωση μιας διαρκούς χαίνουσας σωματικής πληγής”. Η ανθρώπινη προσωπικότητα ισοπεδώνεται μπροστά στην καταλυτική δύναμη του βασανιστηρίου. Ιδιαίτερα στις πρώτες εκδόσεις του βιβλίου, ο Βενέζης αποφεύγει μανιχαϊστικές προσεγγίσεις καλών Ελλήνων και κακών Τούρκων, αναδεικνύοντας τα εγκλήματα και των δύο πλευρών και καταγγέλλοντας συνολικά τη φρίκη του πολέμου. Ο μετριασμός των σχετικών αναφορών σε μεταγενέστερες εκδόσεις σχετίζεται πιθανόν και με τη δική του συντηρητικότερη μεταστροφή.
Η “Αιολική Γη” από την άλλη, που περιγράφει μια ειδυλλιακή ζωή πριν τη Μικρασιατική καταστροφή, μπορεί να νοηθεί ως μια απόπειρα νοητικής διαφυγής από τα δεινά της Κατοχής, όταν και γράφτηκε το βιβλίο, και ως ένας τρόπος να εξορκιστεί ο φόβος του θανάτου, με τον οποίο ο Βενέζης, όπως είδαμε, είχε έρθει ευθέως αντιμέτωπος.
Το τρίτο από τα “μικρασιατικά” του μυθιστορήματα, η “Γαλήνη”, πραγματεύεται την εγκατάσταση μιας ομάδας προσφύγων στην Ανάβυσσο της Αττικής, την εχθρότητα των ντόπιων, τα εμπόδια που είχαν να αντιμετωπίσουν, ώσπου τελικά να ριζώσουν στο νέο τόπο. Το έργο δεν περιλαμβάνει αναφορές στη σύγχρονη πολιτική κατάσταση, ούτε αναδρομή στην εποχή πριν την Καταστροφή. Έντονη είναι και η προβολή της σύνδεσης των προσφύγων με το ελληνικό ιστορικό παρελθόν, μέσω της πρόσδεσής τους στην κατάφορτη μνημείων γη της Αναβύσσου.
Δύσκολες Νύχτες