Καρμίλλα: Η νουβέλα τρόμου που σόκαρε την βικτωριανή εποχή.
Η απήχηση και η διαδρομή στον χρόνο της νουβέλας του Τζόζεφ Σέρινταν Λε Φανού και τα συντηρητικά ήθη της βικτωριανής εποχής απέναντι στην γυναικεία σεξουαλικότητα και τον λεσβιασμό.
Αυτές τις μέρες είχε ‘’γενέθλια’’ το βιβλίο της Στεφανί Μάγιερς ‘’Twilight’’ και ο Μαρξ σας φύλαξε να μην σας το κάνω παρωδία-αφιέρωμα. Αντ’ αυτού είπα να γράψω για την ”Καρμίλλα” του Τζόζεφ Σέρινταν Λε Φανού και τα συντηρητικά ήθη της βικτωριανής εποχής απέναντι στην γυναικεία σεξουαλικότητα και τον λεσβιασμό.
Το βιβλίο του Τζόζεφ Σέρινταν Λε Φανού δημοσιεύτηκε το 1872 και αποτελεί μέρος της ανθολογίας των περιπετειών του πρώτου ντετέκτιβ παραφυσικών φαινομένων Δόκτωρ Μάρτιν Εσσέλιους.
Κεντρικές ηρωίδες της ιστορίας είναι δυο γυναίκες: Η αγνή Λώρα, μοναχοκόρη και μονάκριβο παιδί ενός χήρου πλούσιου Άγγλου, και η μυστηριώδης ευγενικής καταγωγής Καρμίλλα, απίστευτης, αιθέριας ομορφιάς και γοητείας.
Οι δυο γυναίκες συναντιούνται μετά απο ένα ατύχημα της Καρμίλλας στην περιοχή της οικογένειας και ο πατέρας της Λώρας προθυμοποιείται να την φιλοξενήσει μέχρι να αναρρώσει. Οι δυο γυναίκες γίνονται φίλες και η νουβέλα διακριτικά αφήνει να εννοηθεί πως υπήρξαν και ερωμένες. Η Καρμίλλα δεν αποκαλύπτει πολλά για το παρελθόν της στην Λώρα, η οποία αισθάνεται ταυτόχρονα έλξη και απώθηση για την αγαπημένη της φίλη, η οποία, πέρα από εκείνη, συνηθίζει να ‘’βλέπει’’ κρυφά και άλλες κοπέλες του διπλανού χωριού. Η Λώρα ζηλεύει και συχνά παραπονιέται στην φίλη της για την περίεργη συμπεριφορά της. Όταν κάποιες απο αυτές αρρωσταίνουν απο μια μυστηριώδη ασθένεια και η ίδια η Λώρα βασανίζεται απο εφιάλτες, οι υποψίες αρχίζουν και πέφτουν στην άθεη Καρμίλλα η οποία κοιμάται όλη την μέρα και σουρτουκεύει τα βράδια.
Λογικά θα έπρεπε να σας κρατήσω το σασπένς αλλά επειδή όλοι μας έχουμε δει ταινίες τρόμου, η κατάληξη της ιστορίας είναι η αναμενόμενη. Η Καρμίλλα είναι μια βρικόλακας, η οποία στοιχειώνει την περιοχή για αιώνες και στο τέλος οι ‘’καλοί’’ άνδρες του χωριού καταφέρνουν να την παλουκώσουν, αποκεφαλίσουν, εξοντώσουν, την κάνουν σκόνη και νομίζω αρκεί… Καταλάβατε..
Ποιος ο λόγος τώρα να ασχοληθούμε με την Καρμίλλα και το τραγικό της θάνατο σήμερα; Κανένας! Δεν έχει καν γενέθλια ο συγγραφέας. Μας δίνεται όμως η αφορμή να μιλήσουμε για σημαντικά θέματα τα οποία θίγει η ιστορία αυτή.
Γραμμένη το 1871, η μικρή αυτή ιστορία τρόμου απο τον Ιρλανδό συγγραφεά Τζοζέφ Σέρινταν Λε Φανού δεν κατάφερε να γίνει τόσο γνωστή όσο η ιστορία του ομοεθνή του Μπραμ Στόκερ ‘’Ο Δράκουλας’’ και οι λόγοι ήταν κάτι παραπάνω απο προφανείς.
Η υπόνοια της σεξουαλικής σχέσης μεταξύ των δυο γυναικών δεν θα μπορούσε να γίνει ανεκτή απο μια συντηρητική βικτωριανή κοινωνία ακόμα και αν μια από τις δυο ήταν βρικόλακας. Μια αμαρτωλή σκοτεινή ψυχή. Η βικτωριανή εποχή άφηνε έξω από την δημόσια συζήτηση το σεξ ενοχοποιώντας ακόμα και λέξεις του καθημερινού λεξιλογίου που θα μπορούσαν να αφήνουν υπόνοια για κάτι τέτοιο, όπως π.χ. απαγορευόταν η λέξη ‘’παντελόνι’’ να διατυπωθεί μπροστά σε μια κυρία.
Η ερωτική έλξη και οι σεξουαλικές επαφές ήταν ένα μυστικό που μοιραζόταν μόνο ένα παντρεμένο ζευγαρι με μοναδικό σκοπό την τεκνοποίηση και όχι την απόλαυση. Πιο πειθαρχημένες στο θέμα της ερωτικής επιθυμίας έπρεπε να είναι οι γυναίκες. Η ακόρεστη όρεξη για σεξ αποτελούσε αιτία διαζυγίου για έναν καθωσπρέπει σύζυγο, ο οποίος ερχόταν αντιμέτωπος με μια μητρομανή μαινάδα, όπως συχνά παρουσίαζαν τις συζύγους τους στα δικαστήρια αντί για μια σεμνή και γλυκιά σύντροφο ζωής.
Οι περισσότερες γυναίκες της Βικτωριανής εποχής έκρυβαν τις ερωτικές τους ορμές και καθώς ο αυνανισμός ήταν θρησκευτικά και επιστημονικά κολάσιμος, πολλές γυναίκες υπέφεραν απο ψυχοσωματικά προβλήματα. Κάποιες πιο τολμηρές διατηρούσαν εραστές ή και ερωμένες.
Άλλες για να μην βυθιστούν στην αμαρτία και στην υστερία, διατηρούσαν τρυφερές ερωτικές γυναικείες φιλίες. Κατά πόσο αυτές οι ‘’ερωτικές φιλίες’’ ήταν καταπιεσμένη ομοφυλοφιλία ή ήταν η μοναδική διέξοδος εκτόνωσης σε μια κοινωνία που άφηνε τις γυναίκες στο περιθώριο και μόνο μεταξύ τους μπορούσαν να περάσουν ώρες και να ‘’παίζουν’’ με τα σώματα τους είναι κάτι που ακόμα δεν έχει διερευνηθεί.
Η γυναικεία σεξουαλικότητα και δη η γυναικεία ομοφυλοφιλία διατρέχει πολλά λογοτεχνικά κείμενα της εποχής, συνήθως ‘’καλυμμένα’’ πίσω απο το πέπλο της ‘’στενής γυναικείας φιλίας’’. Στην κοινωνία δεν είναι κάτι άγνωστο. Τόσο στην Αγγλία όσο και στην Αμερική της εποχής είναι γνωστοί οι λεγόμενοι ‘’Boston Marriages’’, όπου δυο γυναίκες χωρίς βαθμό συγγένειας μεταξύ τους αποφασίζουν να ζήσουν μαζί κάτω απο την ίδια στέγη χωρίς να παντρευτούν ποτέ άνδρες, διαχειριζόμενες οι ίδιες τις προίκες τους. Η κοινωνία ήξερε πως κάποιες απο αυτές, αν όχι όλες, ήταν λεσβίες.
Γυρίζοντας στην νουβέλα, το δίπολο Λώρα-Καρμίλλα αναπαριστά το απλοϊκό δίπολο της γυναικείας φύσης. Η Λώρα είναι το αγνό υπάκουο κορίτσι που πέφτει θύμα της γοητείας μιας απέθαντης και κακιάς ψυχής η οποία διψά για αίμα και αμαρτία. Η Καρμίλλα είναι μια, στην κυριολεξία, femme fatale. Η ομορφιά της και οι γοητευτικοί της τρόποι την κάνουν ακαταμάχητη στα μάτια τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών. Ξυπνά τον πόθο σε γυναίκες και άνδρες αλλά και την οργή των τελευταίων όταν αντιλαμβάνονται την πραγματική της φύση.
Για τους άνδρες η ύπαρξη ενός ωραίου θηλυκού που είναι ασυγκίνητο στα δικά τους ερωτικά καλέσματα αλλά γοητεύει τις γυναίκες αποτελεί απειλή για τον εγωϊσμό και ανδρισμό τους. Το γεγονός πως τρέφεται με το αίμα αγνών παρθένων κοριτσιών και με κάποιο τρόπο ‘’τα μολύνει’’ με την θηλυκότητα και την γοητεία της, τους προκαλεί να την εξοντώσουν ώστε να ‘’κερδίσουν’’ πίσω το χαμένο τους γόητρο.
Η Καρμίλλα είναι μια έμπειρη γυναίκα, ένα υπερφυσικό πλάσμα, το οποίο φοβίζει τους άνδρες. Καλυμμένα δίνεται μέσα στην νουβέλα η πάλη των δυο φύλων. Όσο η γυναίκα είναι μικρή, άθωα και άβγαλτη, τόσο περισσότερο πειθήνια είναι απέναντι στους άνδρες. Η Καρμίλλα ενσαρκώνει τους ανδρικούς φόβους για την γυναικεία αφύπνιση και την αποτίναξη της ανδρικής κυριαρχίας και δη της πατριαρχίας. Δεν είναι τυχαίο που ο πατέρας της Λώρας και ο πατέρας της άτυχης Μπέρθας μπαίνουν μπροστά στο κυνήγι της ‘’κακιάς γυναίκας’’.
Μέσα στην νουβέλα, η Καρμίλλα θα μπορούσε να ενσαρκώνει και την εφηβεία, την σεξουαλική αφύπνιση των γυναικών, η οποία οφείλει η οικογένεια να κατευνάζεται απο νωρίς.
Η Καρμίλλα σε αντίθεση με την πρώτη γυναίκα βαμπίρ στην λογοτεχνία, την ηρωίδα του Θεόφιλου Γκωτιέ στην νουβέλα ‘’Η νεκρή ερωμένη’’ Κλαριμόντ το 1836, μένει ασυγκίνητη απο τους άνδρες. Η Κλαριμόντ στο τέλος νιώθει προδομένη απο τον νεαρό ιερέα εραστή της, ο οποίος προτίμησε την θρησκεία από την αγάπη της ίδιας και αφήνεται να πεθάνει για πάντα. Η Καρμίλλα αντίθετα προσπαθεί να επιβιώσει μέσα απο ένα άγριο κυνηγητό αιώνων απο άνδρες δολοφόνους που έχουν σκοτώσει την οικογένεια της. Αλλάζει συνεχώς το όνομά της, κρύβεται, παλεύει ενάντια στην ανδρική κυριαρχία και φαίνεται να μπορεί να τους σκοτώσει άσχετα αν τελικά δεν το τολμά. Η γυναικεία ομοφυλοφιλία αν και εμφανίζεται επιδερμικά και υπαινιχτικά μέσα στο έργο αποτελεί ένα ακόμα σημαντικό λόγο να καταπολεμηθεί η γυναικεία σεξουαλικότητα.
Το γυναικείο κορμί, φορτωμένο με πολλές αμαρτίες απο τις θρησκείες, κυρίως τις μονοθεϊστικές, συνδεόταν πάντα με τον Διάβολο, το υπέρτατο κακό. Οι μάγισσες, όμορφες ή μη, νέες ή γριές, είχαν ακόρεστη ανάγκη για σεξουαλική επαφή, μέσω της οποίας σαγήνευαν τα θύματά τους και τα έκαναν εργαλείο στα πονηρά σχέδια του κακού.
Δεν είναι τυχαίο πως οι βρικόλακες συνδέθηκαν με την σεξουαλικότητα αφού μέσα στους λαϊκούς μύθους είτε υπήρξαν μάγοι και μάγισσες είτε ήταν καταραμένοι από αυτούς. Το αίμα, το δάγκωμα στο λαιμό, το έντονο βλέμμα, η υπερφυσική ομορφιά ή γοητεία είναι στοιχεία που συνοδεύουν το μύθο των βρικολάκων και αποτελούν συγκάλυψη των καταπιεσμένων πόθων των ανθρώπων της εποχής.
Οι άνδρες σωτήρες εμφανίζονται στο τέλος για να εξοντώσουν το θηλυκό που εγείρει πάθη και σκοτώνει αθώες κοπέλες. Αυτό το αρχέτυπο του άνδρα-διασώστη που σκοτώνει την κακιά γυναίκα για να σώσει την καλή διατρέχει όλη την ανθρώπινη ιστορία μέχρι και τις μέρες μας.
Ξεκινά με το μύθο της Λίλιθ, της πρώτης γυναίκας που δημιούργησε ο Θεός ως σύντροφο για τον Αδάμ, η οποία όμως εγκαταλείφθηκε στο τέλος από εκείνον για την αγνή και αφελή Εύα, η οποία θεωρήθηκε πιο πειθήνια σύντροφος. Εκείνη τρελάθηκε και μεταμορφώθηκε σε κακό δαίμονα αρχέτυπο για κάθε πονηρή γυναίκα. Ούτε η Εύα αποδείχτηκε ικανή σύντροφος αφού παρασύρθηκε και η ίδια από τον Διάβολο να δαγκώσει και να προσφέρει το μήλο της γνώσης στον Αδάμ παρασύροντάς τον εξίσου σε μια ζωή γεμάτη πόνο και κακουχίες αλλά, -αν και αμαρτωλή η Εύα, και μετά απο εκείνη όλες μας-, η Λίλιθ ήταν η υπέρτατη κακιά.
Ο δυστυχής άνδρας παρασύρεται αθέλητα από την ερωτική λαγνεία ή την γυναικεία αφέλεια, καταστροφικές και οι δυο για τον ίδιο, γι’ αυτό και η γυναίκα πρέπει να μένει κάτω από την κυριαρχία του και όσες δεν υπακούν, σαν την Λίλιθ, να θανατώνονται.
Στην σύγχρονη εποχή, οι άνδρες συνεχίζουν να κυνηγούν τις Λίλιθ. Οι γυναίκες που σηκώνουν κεφάλι είναι ‘’μάγισσες’’, ‘’φεμι-ναζί’’, ‘’ανοργασμικές’’ και ‘’λεσβίες’’. Το τελευταίο επειδή δεν έχουν γνωρίσει ακόμα το κατάλληλο αρσενικό για να τις βάλει κάτω και να τις κάνει υποταγμένες γυναίκες στις ερωτικές τους ορέξεις.
Ο Μπραμ Στόκερ γράφει το διάσημο βιβλίο του ‘’Ο Δράκουλας’’ το 1893, 20 χρόνια μετά τον Λε Φανού και το βιβλίο του γίνεται πασίγνωστο. Η ιστορία των δυο φιλενάδων, της Λούσι και της Μίνας είναι σχεδόν κλεμμένη απο την Καρμίλλα. Η Λούσι βιάζεται να ανακαλύψει και να απολαύσει τον σαρκικό έρωτα. Η λαγνεία της προσελκύει τον Δράκουλα να την σκοτώσει και με την σειρά της να γίνει βρικόλακας και να διψά για αίμα και σεξ ως τον τραγικό της θάνατο από τον πρώην αρραβωνιαστικό της, τον πατέρα της και τους φίλους αυτών.
Στην συντριπτική πλειονότητα των καλλιτεχνικών έργων επιλέγονται μέχρι και σήμερα άνδρες κεντρικοί ήρωες είτε ως σωτήρες είτε ως βρυκόλακες. Οι γυναίκες σπανίως έχουν το πρώτο ρόλο.
Η Καρμίλλα ως λογοτεχνικό έργο δεν κατάφερε να κάνει θεαματική καριέρα όπως ο Δράκούλας και οι αρσενικοί βρυκόλακες αλλά έδειξε το δρόμο για μια σειρά απο γυναικείους ρόλους λεσβιακών και μη γυναικών.
Μεταφέρθηκε αρκετές φορές στον κινηματογράφο, με πρώτη μεταφορά το 1932 στην ταινία του Δανού σκηνοθέτη Καρλ Τεοντόρ Ντράγιερ, με το λιτό τίτλο ‘’Βαμπιρ’’ χωρίς να τολμά να κάνει μνεία στην γυναικεία ομοφυλοφιλία της νουβέλας.
Ο πρώτος που το τόλμησε ήταν ο Γάλλος σκηνοθέτης Ροζέ Βαντίμ το 1960 στην ταινία ‘’ Πεθαίνοντας από πόθο’’ με την Δανή γυναίκα του στον προκλητικό ρόλο της Καρμίλλας, Ανν Στρόιμπεργκ. Η ταινία σήμερα θεωρείται αριστούργημα και κλασική στην ιστορία του είδους των ταινιών τρόμου.
Δώδεκα χρόνια μετά ακολούθησε η ισπανική διασκευή της νουβέλας με τον αδόκιμο ελληνικό τίτλο ‘’Τρόμος στην βίλα της ανωμαλίας’’ με την εκτυφλωτικής ομορφιάς Αλεξάντρα Μπαστίντο ως Καρμίλλα και την Μαριμπέλ Μαρτίν ως Λώρα.
Τις δεκαετίες της σεξουαλικής απελευθέρωσης ‘60 και ‘70 γυρίστηκαν και αρκετές ταινίες με κεντρικές ηρωίδες λεσβίες βαμπίρ με άμεση ή έμμεση σχέση με την νουβέλα.
Τελευταία κινηματογραφική προσαρμογή της ταινίας έγινε το 2019 απο την Έμιλι Χάρις. Η νουβέλα επικεντρώνεται στην σχέση δυο δεκαπεντάχρονων κοριτσιών την βικτωριανή εποχή κάτω από το αυστηρό και άγρυπνο βλέμμα της γκουβερνάντας της Λώρας. Η γυναίκα αυτή βλέποντας την φιλία των δυο κοριτσιών και διαισθανόμενη πως χάνει τον έλεγχο πάνω στην κοπέλα που φροντίζει, δεν διστάζει να δαιμονοποιήσει την Καρμίλλα κατηγορώντας την για βαμπιρισμό.
Δεν πρόκειται για πιστή μεταφορά της νουβέλας αλλά για μια αποτύπωση των αυστηρών ηθών και της γυναικείας καταπίεσης της βικτωριανής εποχής.
Αυτή ήταν η ιστορία της Καρμίλλας της πιο τολμηρής ηρωίδας στην βικτωριανή εποχή και η πρώτη απεικόνιση λεσβιακού βαμπίρ στην ιστορία.