Νικολάι Οστρόφσκι: «Κατά τη γνώμη σας, το “Πώς δενότανε τ’ ατσάλι” δεν είναι επικίνδυνο;»
“Ο κομμουνισμός είναι η αναγέννηση όλου του κόσμου. Και αυτό ακούγεται τρομακτικό για τις άρχουσες τάξεις…” – Ολόκληρη η τελευταία συνέντευξη του μεγάλου Σοβιετικού λογοτέχνη σε ξένο μέσο, στην αγγλική εφημερίδα “News Chronicle”, δυο μήνες πριν από το θάνατό του.
Στις 16 Σεπτέμβρη συμπληρώθηκαν 116 χρόνια από τη γέννηση του Σοβιετικού συγγραφέα Νικολάι Αλεξέγιεβιτς Οστρόφσκι (16/9/1904 – 22/12/1936). Πρόκειται για τον δημιουργό του ανυπέρβλητου μυθιστορήματος «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι», όπου απεικονίζεται λογοτεχνικά ο τεράστιος αγώνας της γενιάς της επανάστασης, με έντονα τα αυτοβιογραφικά στοιχεία.
Ο Οστρόφσκι έζησε από κοντά τη γέννηση του σοβιετικού κράτους, δούλεψε με πάθος για το στέριωμά του, πολέμησε εθελοντικά στον εμφύλιο, από τις γραμμές της ταξιαρχίας του ιππικού του Κοτόφσκι της 1ης στρατιάς ιππικού και τραυματίστηκε βαριά τον Αύγουστο του 1920. Από το 1919 ήταν μέλος της Κομσομόλ, στην οποία αναδείχτηκε ηγετικό στέλεχος την περίοδο ’23 – ’24 στην Ουκρανία. Η ταλαιπωρημένη υγεία του τον καθήλωσε από το 1927 στο κρεβάτι και το 1928 έχασε το φως του.
Τυφλός και παράλυτος, ρίχνεται στον αγώνα της αυτομόρφωσης, αγώνας, ουσιαστικά, για τη ζωή. Από το 1932 έως το 1935 ολοκλήρωσε το «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι» και μέχρι το θάνατό του δούλευε το τρίτομο βιβλίο του «Γεννημένοι στη θύελλα», στο οποίο περιέγραψε τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στη Δυτική Ουκρανία της περιόδου ’19 – ’20.
Το «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι» γυρίστηκε ταινία δύο φορές (1942 και 1957). Το 1935 απονεμήθηκε στον Οστρόφσκι ο τίτλος του επιτρόπου ταξιαρχίας, ενώ το 1966 τιμήθηκε μετά θάνατο με το παράσημο «Λένιν» και το βραβείο της λενινιστικής Κομσομόλ. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, ενώ ο ήρωας του πλέον γνωστού έργου του, ο Πάβελ Κορτσάγκιν, αποτέλεσε κεντρικό σημείο αναφοράς στη διαπαιδαγώγηση της σοβιετικής νεολαίας της εποχής.
Με αφορμή την επέτειο της γέννησής του, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει σήμερα μεταφρασμένη ολόκληρη την τελευταία του μεγάλη συνέντευξη σε ξένο μέσο (30/10/1936, δύο μήνες πριν από το θάνατό του) και συγκεκριμένα στον ανταποκριτή της αγγλικής εφημερίδας «News Chronicle» (πηγή: https://otevalm.livejournal.com/4910625.html). Η επιμέλεια κειμένου είναι της Σαπφώς Διαμαντή.
–«News Chronicle»: Μόλις πρόσφατα άρχισα να διαβάζω το «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι» και διάβασα πολύ λίγα: Δυσκολεύομαι να διαβάσω στα Ρωσικά. Πολύ λίγη σοβιετική λογοτεχνία έχει μεταφραστεί στα Αγγλικά.
Νικολάι Οστρόφσκι: Ναι. Μόνο ο «Ηρεμος Ντον», εν μέρει η «Ξεχερσωμένη γη»…
–«News Chronicle»: Και υπάρχει ακόμα μια ανθολογία. Αλλά εσείς παρακολουθείτε τη σοβιετική λογοτεχνία και γνωρίζετε ότι τα τελευταία χρόνια έχει δώσει λίγα καλά έργα.
Νικολάι Οστρόφσκι: Πιστεύετε πως είναι λίγα; Η δημοσίευση του «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι» στην Ιαπωνία ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα: Είναι τόσο σκληρή η χωροφυλακίστικη λογοκρισία εκεί.
–«News Chronicle»: Αλλά αυτή η λογοκρισία είναι αυστηρή μόνο με τα πολιτικώς επικίνδυνα πράγματα. Η Ιαπωνία έχει πολυπληθή διανόηση.
Νικολάι Οστρόφσκι: Και, κατά τη γνώμη σας, το «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι» δεν είναι επικίνδυνο;
–«News Chronicle»: Εχω διαβάσει πολύ λίγα, δεν μπορώ να κρίνω. Αλλά ξέρω ότι στο εξωτερικό υπάρχει πλέον μεγάλο ενδιαφέρον για την προσωπικότητά σας. Στο μυθιστόρημα, βλέπετε, η προσωπικότητά σας διαδραματίζει μεγάλο ρόλο.
Νικολάι Οστρόφσκι: Συνήθιζα παλιότερα να διαμαρτύρομαι αποφασιστικά για το γεγονός ότι το έργο είναι αυτοβιογραφικό, αλλά αυτό πια δεν έχει νόημα. Το βιβλίο αποδίδει την αλήθεια χωρίς παρεκκλίσεις. Γιατί δεν το έγραψε συγγραφέας. Δεν είχα γράψει ούτε μία γραμμή πριν απ’ αυτό. Οχι μόνο δεν ήμουν συγγραφέας, αλλά δεν είχα και καμία σχέση με τη λογοτεχνία ή τη δουλειά στις εφημερίδες. Το βιβλίο το έγραψε ένας πυροσβέστης που έγινε ηγετικό στέλεχος της Κομσομόλ. Ενα πράγμα με καθοδηγούσε – να μην πω ψέματα. Μιλώντας για τη ζωή μου σε αυτό το βιβλίο, δεν σκόπευα να το δημοσιεύσω. Εγραψα για την ιστορία των οργανώσεων νεολαίας (Ιστομόλ), για τον εμφύλιο πόλεμο, για τη δημιουργία εργατικών οργανώσεων, για την εμφάνιση της Κομσομόλ στην Ουκρανία. Και οι σύντροφοι θεώρησαν ότι αυτό το βιβλίο έχει και καλλιτεχνική αξία.
Αν δούμε το «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι» ως μυθιστόρημα, έχει πολλά ελαττώματα που είναι απαράδεκτα από επαγγελματική, λογοτεχνική άποψη (ένας αριθμός επεισοδιακών – τυχαίων χαρακτήρων που εξαφανίζονται μετά από μία ή δύο εμφανίσεις). Αλλά αυτοί οι άνθρωποι υπήρχαν στην πραγματική ζωή, γι’ αυτό υπάρχουν και στο βιβλίο. Εάν το βιβλίο γραφόταν τώρα, μπορεί να ήταν καλύτερο, πιο στρωτό, αλλά ταυτόχρονα θα έχανε το νόημα και τη γοητεία του. Το βιβλίο εξιστορεί τι έγινε και όχι το τι θα μπορούσε να γίνει. Κρατά σκληρή στάση απέναντι στην αλήθεια. Και από αυτή την άποψη το βιβλίο είναι ανεπανάληπτο. Δεν είναι δημιούργημα της φαντασίας και δεν γράφτηκε ως έργο τέχνης. Τώρα γράφω ως συγγραφέας και δημιουργώ χαρακτήρες ανθρώπων που δεν έχω γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου, περιγράφω γεγονότα στα οποία δεν συμμετείχα.
–«News Chronicle»: Ποιο είναι τώρα το τιράζ του «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι»;
Νικολάι Οστρόφσκι: Το τιράζ του φτάνει τώρα τα 1.500.000 αντίτυπα και μέχρι το τέλος του έτους (1936) θα γίνουν αρκετές ακόμη εκδόσεις. Συνολικά θα φτάσει τα 1.750.000 – 2.000.000 αντίτυπα. Σε δύο – τρία χρόνια, το βιβλίο έκανε πενήντα δύο εκδόσεις. Μόνο φέτος, έκανε τριάντα έξι εκδόσεις. Ακόμα και για τους δικούς μας ρυθμούς, αυτό είναι μεγαλειώδες. Ανοιξε δρόμους για τις καρδιές των αναγνωστών, ιδιαίτερα των νέων, γιατί εκτός από τα λογοτεχνικά του πλεονεκτήματα, χωρίς τα οποία δεν θα συγκινούσε, είναι αυστηρά ειλικρινές. Το βιβλίο βρήκε τους ανθρώπους για τους οποίους μιλάει: Μου γράφουν και κανείς δεν είπε ότι διαστρέβλωσα γεγονότα ή χαρακτήρες με τον οποιονδήποτε τρόπο. Ολα τα γεγονότα και όσοι συμμετείχαν σ’ αυτά παρατίθενται χωρίς ωραιοποιήσεις, με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, με όλα τα βάσανα και τις χαρές.
–«News Chronicle»: Κάποτε θα γραφτεί ένα μυθιστόρημα για σας, είμαι πεπεισμένος για αυτό. Η στιγμή αυτή δεν έχει έρθει ακόμη. Αλλά είστε ήδη γνωστός στο εξωτερικό. Η αστική τάξη εκτιμά το θάρρος στους ανθρώπους. Το δικό σας θάρρος είναι εμπνευσμένο από το μπολσεβίκικο πνεύμα. Από το βιβλίο γνωρίζουν ένα άτομο που αγαπά ολόκληρη η χώρα, το οποίο σέβεται και προστατεύει η κυβέρνηση.
Νικολάι Οστρόφσκι: Είστε εκπρόσωπος μιας αστικής εφημερίδας, τι γίνεται με τις προσωπικές σας πεποιθήσεις; Εάν είστε θαρραλέος άνθρωπος, πρέπει να μου πείτε την αλήθεια.
–«News Chronicle»: Η «News Chronicle» είναι μια φιλελεύθερη εφημερίδα. Αναγκάστηκα πολλές φορές να παραιτηθώ από τη δουλειά μου σε εφημερίδες, οι οποίες άρχισαν να αντιμετωπίζουν την ΕΣΣΔ χυδαία. Ηρθα εδώ για να δουλέψω επειδή ήθελα να ζήσω στην ΕΣΣΔ και να τη μελετήσω. Για μένα είναι αναμφισβήτητο ότι ο κομμουνισμός είναι το επόμενο στάδιο του πολιτισμού.
Νικολάι Οστρόφσκι: Αναμφίβολα! Αλλά τώρα στις καπιταλιστικές χώρες οι δημοσιογράφοι αναγκάζονται να καταφεύγουν στο ψέμα. Επιπλέον, ολόκληρα πολιτικά κόμματα λένε ψέματα. Δεν μπορούν να πουν την αλήθεια, αφού οι μάζες θα τους γυρίσουν την πλάτη, και πρέπει να κάνουν ελιγμούς ανάμεσα σε δύο ομάδες – την κυρίαρχη ομάδα και τις εργαζόμενες μάζες. Μας κατηγορούν ότι καταστρέφουμε έργα τέχνης, αλλά βλέπετε την ατιμία αυτής της συκοφαντίας. Πουθενά η τέχνη δεν προστατεύεται όπως στη χώρα μας. Διαβάζουν τον Σαίξπηρ πουθενά όπως εδώ; Και αυτό το κάνουν οι εργάτες, που τους θεωρούν βάρβαρους. Και τα ζητήματα ανθρωπισμού! Λένε ότι έχουμε ξεχάσει αυτήν τη λέξη. Απόλυτο ψέμα. Αντίθετα, ο ανθρωπισμός προς τους εχθρούς ήταν η αιτία πολλών λαθών. Το όνειρό μας είναι η αναγέννηση της ανθρωπότητας.
–«News Chronicle»: Η ανθρωπότητα κατανοεί ότι η υπόθεσή σας προχωρά καλά. Ενας Λιθουανός καθηγητής επισκέφθηκε πρόσφατα την ΕΣΣΔ ως τουρίστας. Ελειπε είκοσι χρόνια. Σε μια συνομιλία μαζί μου, είπε πως πολλοί πίστευαν ότι χωρίς ιδιωτική ιδιοκτησία, οι Μπολσεβίκοι δεν θα μπορούσαν να προχωρήσουν: Δεν υπάρχει κίνητρο. Αλλά αποδεικνύεται ότι τα πράγματα προχωρούν. Βλέπει την τεράστια δουλειά για την άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου του πληθυσμού. Και ενώ ήταν αρνητικά προδιατεθειμένος όταν ήρθε, φεύγει πεπεισμένος ότι ο κομμουνισμός είναι μια μεγάλη δύναμη. Είναι καθηγητής φιλοσοφίας, θρησκευόμενος και πολύ δυσαρεστημένος που στην ΕΣΣΔ κυριαρχεί η αθεΐα. Λέει ότι οι κομμουνιστές που εργάζονται σύμφωνα με τις αρχές του χριστιανισμού θα γίνουν χριστιανοί ακούσια, αλλά σίγουρα.
Νικολάι Οστρόφσκι: Είναι παράδοξο. Ο μεγάλος επιστήμονας Πάβλοφ ήταν θρησκευόμενος για μεγάλο διάστημα. Αλλά εννοείται ότι αυτό προερχόταν από τις παιδικές αναμνήσεις και από μια ορισμένη τάση αντιπαράθεσης. Αν θέλω, πηγαίνω στην εκκλησία και κανείς δεν μπορεί να μου το απαγορεύσει. Είμαστε κομμουνιστές υλιστές και καταλαβαίνουμε πόσο τρομερός είναι ο μηχανισμός καταπίεσης της ανθρωπότητας. Εχει ήδη κάνει τη δουλειά του. Κάποτε ο καπιταλισμός είχε έναν εκπολιτιστικό, δημιουργικό ρόλο. Αν και βασιζόταν στην εκμετάλλευση, δημιούργησε τεράστιες αξίες. Αυτό δεν μπορείς να το αρνηθείς. Αλλά τι γίνεται τώρα: Βαρέλια λαδιού, χιλιάδες τόνοι καφέ ρίχνονται στη θάλασσα…
–«News Chronicle»: Είναι γνωστό ότι ο Ρούσβελτ πλήρωσε τους αγρότες για να καταστρέψουν τις σοδειές τους.
Νικολάι Οστρόφσκι: Αραγε δεν είναι αυτό σημάδι της παρακμής, της αποσύνθεσης του καπιταλισμού; Η Αγγλία, μια χώρα με πολύ υψηλό πολιτιστικό επίπεδο στο παρελθόν, τώρα πια δεν συνεχίζει την πολιτιστική της ανάπτυξη. Υπάρχουν μόνο οι παλιές αξίες, μαζεμένες στα συρτάρια, μουχλιασμένες, και τίποτα καινούργιο. Η χώρα παρέλυσε, χρειάζεται νέο φρέσκο αίμα για να αναπτυχθεί και να δημιουργήσει ξανά. Ομως δεν μπορεί να πάρει νέο αίμα, επειδή το έχει μόνο ο κομμουνισμός.
Ο κομμουνισμός είναι η αναγέννηση όλου του κόσμου. Και αυτό ακούγεται τρομακτικό για τις άρχουσες τάξεις. Η πολιτική της Αγγλίας κατευθύνεται από ανθρώπους των οποίων η θέση βρίσκεται στο ψυχιατρείο. Εάν ένας τρελός με ένα περίστροφο είναι τρομακτικός, τι να πούμε γι’ αυτούς που μπορούν να ρίξουν σαράντα πέντε εκατομμύρια ανθρώπους, ένα ολόκληρο έθνος, στη σφαγή και να αιματοκυλίσουν ολόκληρο τον κόσμο; Πώς δεν έχει γίνει ακόμη φανερό στο εξωτερικό ότι η ΕΣΣΔ δεν έχει στόχο να εξοντώσει τα πάντα;
–«News Chronicle»: Οχι, τώρα πια έχουν αρχίσει να το καταλαβαίνουν.
Νικολάι Οστρόφσκι: Ναι; Στην Ιστορία θα μείνουν τα ονόματα των μονοκρατόρων, που προκαλούν τρόμο και ρίγος: Χίτλερ, Μουσολίνι. Αλλά το πιο αποτρόπαιο τέρας είναι ο αστικός Τύπος. Ποια είναι η θέση ενός δημοσιογράφου: `Η πες ψέματα και πάρε λεφτά ή ξεκουμπίσου; Οποιος έχει τίμια καρδιά θα το αρνηθεί, ενώ οι περισσότεροι θα υποκύψουν. Είναι δύσκολο να κρατήσεις τίμιο το όνομά σου εκεί. Αλλά είναι τρομερό να ζεις έτσι. Οι δημοσιογράφοι ψεύδονται σκόπιμα. Ξέρουν πάντα την αλήθεια, αλλά την πουλάνε. Αυτό είναι το επάγγελμα της πόρνης. Οι φασίστες βλέπουν τέλεια πού βρίσκεται το καλό, αλλά θα το καταστρέψουν από μίσος. Και έτσι οι μάζες των εργατών διαβάζουν τις εφημερίδες, πολλοί τις πιστεύουν. Αυτό είναι το χειρότερο. Σεβόμαστε τη δίκαιη και ανοιχτή μάχη με το όπλο στο χέρι. Εγώ ο ίδιος πολέμησα και σκότωσα και, όποτε βρέθηκα μπροστά, οδήγησα και τους άλλους να κάνουν το ίδιο. Αλλά δεν θυμάμαι ούτε μια περίπτωση που να εξοντώσαμε άοπλο εχθρό που παραδόθηκε. Δεν ήταν πια εχθρός. Πού έβρισκαν οι μαχητές αυτήν τη θέρμη προς αυτούς τους ανθρώπους, τους οποίους κατέσφαζαν ανελέητα δέκα λεπτά πριν; Εγώ ο ίδιος έδινα τον τελευταίο μου καπνό. Υπήρχαν ξεχωριστά, μεμονωμένα περιστατικά από Μαχνοβικούς που είχαν πρόσφατα προσχωρήσει στο τμήμα αλλά τους επανεκπαιδεύσαμε και γίναμε συμπολεμιστές.
Αν ένιωθα ότι αυτό που κάνω είναι λάθος, νομίζω ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να χαμογελάσω. Ξέρετε, δεν χρειάζονταν αγκιτάτορες για να κάνουμε τους αιχμαλώτους συντρόφους μας. Καλύτεροι από τον αγκιτάτορα ήταν οι μαχητές με τη θερμή τους στάση, που ξεμπρόστιαζε τα ψέματα των αξιωματικών του αντιπάλου. Ο αιχμάλωτος στρατιώτης, ο αγρότης από το Πόζναν, ένιωθε απόλυτα σίγουρος για τη ζωή του και γρήγορα γινόταν δικός μας. Και τελείως διαφορετική ήταν η στάση των Πολωνών αξιωματικών απέναντι στους αιχμάλωτους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού. Πώς τους βασάνιζαν: Τους έβγαζαν τα μάτια, τους υπέβαλλαν σε μαρτύρια, εξόντωναν τους μαχητές που έπιαναν, αυτοί, οι φορείς του πολιτισμού! Αλλά στη Δύση έλεγαν ότι η Πολωνία είναι ο θεματοφύλακας του πολιτισμού;! Εγώ ο ίδιος είδα όλη τη χλεύη από πλευράς των Πολωνών αξιωματικών. Μπορώ να μιλήσω με τόλμη για αυτήν, την έχω βιώσει: Από εδώ προέρχεται η φλόγα του μίσους για τους φασίστες. Ξέρω τι είναι η καταπίεση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Δούλεψα από τα 11 μου και δούλευα δεκατρείς έως δεκαπέντε ώρες τη μέρα. Αλλά με χτυπούσαν. Δεν με χτυπούσαν επειδή δούλευα άσχημα, δούλευα τίμια, αλλά επειδή δεν έδινα όσα ήθελε να πάρει από μένα το αφεντικό. Αυτή είναι η στάση των εκμεταλλευτών απέναντι στους εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο. Και αυτοί οι άνθρωποι μιλούν για ανθρωπιά! Και στο σπίτι τους ακούνε Βάγκνερ και Μπετόβεν και τα φαντάσματα των ανθρώπων που οι ίδιοι βασάνισαν δεν ταράζουν την ηρεμία τους. Η ευημερία τους βασίζεται στην απάνθρωπη στάση απέναντι στους εργάτες, που περιφρονούν ως ακαλλιέργητους. Αλλά πώς μπορεί ο εργάτης να γίνει καλλιεργημένος υπό καπιταλιστική εκμετάλλευση; Δεν τον τραβούν πίσω, στον Μεσαίωνα; Εχουμε κι εμείς αδυναμίες, αλλά είναι απομεινάρια της παλιάς κληρονομιάς…
–«News Chronicle»: Τι αδυναμίες εννοείτε;
Νικολάι Οστρόφσκι: Η καθυστέρηση του αγροτικού πληθυσμού, για παράδειγμα: Στο χωριό εξακολουθούν να υπάρχουν πολλοί υπανάπτυκτοι άνθρωποι. Για αιώνες, ανάγκαζαν τους αγρότες να ζουν τη ζωή των ζώων, χωρίς πρόσβαση στη γνώση, συσκοτίζοντας τη συνείδησή τους με κάθε τρόπο. Το μόνο βιβλίο για τον λαό ήταν το «Ευαγγέλιο» και κάποιες ιστορίες για τον διάβολο. Και αυτό αφορούσε ιδιαίτερα τις εθνικές μειονότητες. Πέρασε άραγε πολύς καιρός που στην Καμπαρντίνο – Μπαλκαρία εξαλείφθηκαν καθαρά μεσαιωνικά έθιμα, τελετές και μια τρομερή στάση απέναντι στις γυναίκες; Η υποκίνηση του εθνικού μίσους είναι μία από τις μεθόδους της πολιτικής των καπιταλιστών. Ο φόβος τους για την ένωση των καταπιεσμένων λαών είναι απόλυτα κατανοητός.
–«News Chronicle»: Πείτε μου: Αν δεν υπήρχε κομμουνισμός, θα μπορούσατε να αντέξετε την κατάστασή σας με τον ίδιο τρόπο;
Νικολάι Οστρόφσκι: Ποτέ! Η προσωπική ατυχία είναι τώρα για μένα κάτι δευτερεύον. Αυτό είναι σαφές… Οταν όλα γύρω είναι ζοφερά, ένα άτομο αναζητά τη σωτηρία στην ατομικότητα, γιατί όλη του η χαρά είναι στην οικογένεια, σε έναν στενά ατομικό κύκλο ενδιαφερόντων. Τότε, οι ατυχίες στην προσωπική ζωή (ασθένεια, απώλεια της εργασίας κ.λπ.) μπορούν να οδηγήσουν σε καταστροφή – ένα άτομο δεν έχει τίποτα για να ζήσει. Σβήνει σαν κερί. Δεν υπάρχει στόχος. Τελειώνει εκεί που τελειώνει το ατομικό. Εξω από τους τοίχους του σπιτιού υπάρχει ένας σκληρός κόσμος, όπου όλοι είναι εχθροί ο ένας για τον άλλο. Ο καπιταλισμός προωθεί συνειδητά τον ανταγωνισμό στους ανθρώπους, φοβάται την ένωση των εργατών. Ενώ το κόμμα μάς καλλιεργεί μια βαθιά αίσθηση συντροφικότητας και φιλίας. Σε αυτό βρίσκεται τεράστια πνευματική δύναμη του ανθρώπου – να αισθάνεται μέλος μιας κολεκτίβας φίλων.
Εχασα το πιο υπέροχο πράγμα στη ζωή – τη δυνατότητα να βλέπω τη ζωή. Προσθέστε σε αυτό τα τεράστια βάσανα, που δεν μ’ αφήνουν λεπτό να ξεχαστώ. Ηταν μια ακραία δοκιμασία της θέλησης, πιστέψτε με, κάποιος μπορεί να τρελαθεί αν αφήσει τον εαυτό του να σκεφτεί τον πόνο. Και προέκυψε το ερώτημα: Εκανα ό,τι μπορούσα; Αλλά η συνείδησή μου είναι ήσυχη. Εζησα τίμια, έδωσα τα πάντα στον αγώνα. Τι μένει για μένα; Μπροστά μου βρίσκεται μια σκοτεινή νύχτα, αδιάκοπα βάσανα. Στερούμαι τα πάντα, όλες τις φυσικές χαρές, η διαδικασία του φαγητού είναι βασανιστήριο για μένα. Τι μπορώ να κάνω στην κατάστασή μου; Αλλά το Κόμμα ενσταλάζει εντός μας ένα ιερό συναίσθημα – να πολεμάμε όσο υπάρχει μια σπίθα ζωής μέσα μας. Στην επίθεση ο μαχητής πέφτει και ο μόνος του πόνος είναι ότι δεν μπορεί να βοηθήσει τους συντρόφους του στον αγώνα. Σε εμάς ίσχυε ότι οι ελαφρά τραυματίες δεν έφευγαν ποτέ στα μετόπισθεν. Προχωρά το τάγμα και έχει καμιά εικοσαριά με δεμένα τα κεφάλια. Δημιουργήθηκε μια τέτοια παράδοση πάλης, μια αίσθηση υπερηφάνειας. Στο εξωτερικό, κάποιος βαρόνος ή δούκας είναι περήφανος για το παλιό του γένος. Οι προλετάριοι έχουν τη δική τους υπερηφάνεια. Και όταν τώρα ο σύντροφός μας θυμάται ότι ήταν πυροσβέστης, το θυμάται με υπερηφάνεια. Για μας αυτό δεν ακούγεται «κανένας», στις χώρες σας ο εργάτης είναι ένα τίποτα, κανένας…
–«News Chronicle»: Τι διαβάζετε;
Νικολάι Οστρόφσκι: Διαβάζω όλες τις μεγάλες εφημερίδες και τη μυθοπλασία μας. Πρέπει να μαθαίνω. Η ζωή προχωρά και εγώ δεν μπορώ να καθυστερώ. Αφιερώνω πολλές ώρες της μέρας στο διάβασμα.
–«News Chronicle»: Πώς αισθάνεστε;
Νικολάι Οστρόφσκι: Εάν ρωτούσατε τον γιατρό μου, θα έλεγε: «Για τριάντα χρόνια νόμιζα ότι άρρωστος είναι αυτός που κλαίει, που παραπονιέται για την αρρώστια. Αλλά με αυτόν δεν ξέρεις πότε είναι άρρωστος. Εν τω μεταξύ, η καρδιά του είναι κατεστραμμένη, τα νεύρα του καίγονται, οι δυνάμεις του έχουν εντελώς καταπέσει. Δεν πρέπει να κάνει τίποτα για τρία χρόνια, μόνο να τρώει και να κοιμάται. Και να διαβάζει Ανατόλ Φρανς και Μαρκ Τουέιν, και μάλιστα σε μικρές δόσεις». Και εγώ δουλεύω δεκαπέντε ώρες τη μέρα. Πώς; Οι γιατροί δεν καταλαβαίνουν. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα το υπερφυσικό. Νομικά είμαι άρρωστος. Υπομένω βασανιστικά μαρτύρια που δεν με αφήνουν ούτε νύχτα ούτε μέρα.
–«News Chronicle»: Πόσο κοιμάστε;
Νικολάι Οστρόφσκι: Εφτά – οχτώ ώρες.
–«News Chronicle»: Πού δουλεύατε όταν άρχισε η ασθένειά σας;
Νικολάι Οστρόφσκι: Ημουν επαγγελματικό στέλεχος, γραμματέας επιτροπής της Κομσομόλ. Και αυτό σημαίνει δουλειά από τις 6 το πρωί μέχρι τις 2 τη νύχτα. Δεν υπήρχε καθόλου χρόνος για τον εαυτό μου.
–«News Chronicle»: Μπορούμε να πούμε ότι είστε ο Ουκρανός Κόσαρεφ; 1
Νικολάι Οστρόφσκι: Οχι. Ημουν ένα απλό στέλεχος στην περιφέρεια. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο, το 1921, επέστρεψα στα εργαστήρια. Μέχρι το 1923 εργάστηκα ως ηλεκτρολόγος. Το 1923 επέστρεψα στα σύνορα, καθώς δεν μπορούσα να εργαστώ στα εργαστήρια. Εξαπάτησα τους γιατρούς και με έστειλαν στο στρατό, όπου δούλευα ως στρατιωτικός επίτροπος. Στη συνέχεια, μέχρι το 1927, εργάστηκα στην Κομσομόλ. Και όλο αυτό το διάστημα ήμουν άρρωστος. Και το 1927, η ασθένεια με έριξε τελειωτικά. Πήγα στο στρατό το 1919, σε ηλικία δεκαπέντε ετών, και εκεί εντάχθηκα στην Κομσομόλ.
–«News Chronicle»: Είστε γενναίος άνθρωπος. Το θάρρος σας δίνει πίστη στις ιδέες του κομμουνισμού. Αυτό είναι το ιδεολογικό κομμουνιστικό θάρρος. Ναι;
Νικολάι Οστρόφσκι: Ναι. Μπορεί να πεθάνω το κάθε λεπτό. Μπορεί να σας ακολουθήσει ένα τηλεγράφημα για το θάνατό μου. Αυτό δεν με τρομάζει, γι’ αυτό δουλεύω χωρίς να λυπάμαι τη ζωή μου. Αν ήμουν υγιής, θα εξοικονομούσα ενέργεια για το καλό της Υπόθεσης. Περπατώ όμως στην άκρη μιας αβύσσου και μπορεί να χαθώ κάθε λεπτό. Αυτό το ξέρω με σιγουριά. Πριν από δύο μήνες έπαθα ρήξη της χοληδόχου κύστης με διαρροή περιεχομένου, δεν πέθανα από τύχη. Αλλά μόλις έπεσε ο πυρετός, πήγα αμέσως στη δουλειά και δούλευα είκοσι ώρες τη μέρα. Φοβόμουν ότι θα πέθαινα χωρίς να έχω τελειώσει το βιβλίο.
–«News Chronicle»: Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο;
Νικολάι Οστρόφσκι: Το ατσάλι δένεται στη δυνατή φωτιά και στο μεγάλο ψύχος. Τότε γίνεται γερό και τίποτα δεν φοβάται. Ετσι ατσαλώθηκε η γενιά μας στον αγώνα και τις τρομερές δοκιμασίες και έμαθε να μην λυγίζει στις δυσκολίες της ζωής. Ημουν αναλφάβητος, μέχρι το 1924 δεν ήξερα καλά τα Ρωσικά. Η τεράστια δουλειά με τον εαυτό μου με έκανε διανοούμενο. Καλά ήξερα μόνο την πολιτική και αυτό ήταν αρκετό για μένα εκείνη την εποχή. Σπούδασα κυρίως όταν αρρώστησα: Απόκτησα ελεύθερο χρόνο. Διάβαζα είκοσι ώρες τη μέρα. Σε έξι χρόνια ακινησίας, διάβασα έναν τεράστιο αριθμό βιβλίων.
–«News Chronicle»: Σας ευχαριστώ πολύ για τη συνομιλία. Ελπίζω να σας δω στη Μόσχα. Θα σας βρω μέσω του ΛΕΕΥ (Λαϊκό Επιτροπάτο Εξωτερικών Υποθέσεων).
Νικολάι Οστρόφσκι: Θέλω η καρδιά σου να παραμείνει ζεστή από τη συνάντησή μας. Εχουμε εμπιστοσύνη. 30 Οκτώβρη 1936
1.Αλεξάντρ Βασίλιεβιτς Κόσαρεφ, Γραμματέας της Κομσομόλ κατά την περίοδο 1929-1938 (Σ.τ.Μ.)