Ο υπερρεαλιστής Αντρέ Μπρετόν: Από τον τροτσκισμό στην αναρχία και τα χαστούκια στον Έρενμπουργκ
Το 1924 δημοσιεύει το περίφημο “Σουρεαλιστικό Μανιφέστο”, όπου ο σουρεαλισμός, ή υπερρεαλισμός όπως συνήθως αποδίδεται στα ελληνικά ο όρος, ορίζεται ο “καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, μέσω του οποίου στόχος είναι να εκφραστεί…η πραγματική διαδικασία της σκέψης. Είναι η υπαγόρευση της σκέψης, ελεύθερης από κάθε έλεγχο από τη λογική ή κάθε αισθητική ή ηθική ανησυχία”
Ο Αντρέ Μπρετόν γεννήθηκε στη Νορμανδία από φτωχική οικογένεια στις 19 Φεβρουαρίου 1896. Ως φοιτητής ιατρικής ανέπτυξε μεγάλο ενδιαφέρον για τις ψυχικές ασθένειες, ενώ χάρη στην επαφή του με το έργο του Σίγκμουντ Φρόυντ, τον οποίο γνώρισε και προσωπικά το 1921, γνώρισε την έννοια του ασυνείδητου, που τον επηρέασε σημαντικά στις καλλιτεχνικές του ανησυχίες. Αρχικά έγινε μέλος των Ντανταϊστών, μιας ομάδας καλλιτεχνών υπό τον Τριστάν Τζαρά, που πρέσβευε την κατάργηση όλων των καταξιωμένων καλλιτεχνικών ιδανικών, προωθώντας έναν συνειδητό παραλογισμό στην καλλιτεχνική δημουργία. Το 1919, μαζί με τους Λουί Αραγκόν και Φιλίπ Σουπώ, ιδρύει το περιοδικό Littérature, στο οποίο τον επόμενο χρόνο δημοσιεύονται τα “Μαγνητικά πεδία”, που αποτελεί το πρώτο δείγμα γραφής της σουρεαλιστικής τεχνικής της αυτόματης γραφής, βάσει της οποίας στόχος είναι η αποτύπωση των σκέψεων ανόθευτων όπως αναβλύζουν από το ασυνείδητο. Το 1924 δημοσιεύει το περίφημο “Σουρεαλιστικό Μανιφέστο”, όπου ο σουρεαλισμός, ή υπερρεαλισμός όπως συνήθως αποδίδεται στα ελληνικά ο όρος, ορίζεται ο “καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, μέσω του οποίου στόχος είναι να εκφραστεί… η πραγματική διαδικασία της σκέψης. Είναι η υπαγόρευση της σκέψης, ελεύθερης από κάθε έλεγχο από τη λογική ή κάθε αισθητική ή ηθική ανησυχία”. Στόχος των υπερρεαλιστών ήταν να υπερκεράσουν και τελικά να εξαλείψουν τα όρια μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Στο έργο του “Νάντια” (1928) αναμειγνύει ψυχολογικές παρεκκλίσεις με γεγονότα της καθημερινότητας, ενώ στην “Άμωμο σύλληψη”, που έγραψε μαζί με τον Πωλ Ελυάρ, επιχειρεί να αποδώσει τη λεκτική αποτύπωση διαφόρων ψυχοπαθολογιών. Στα “Συγκοινωνούντα δοχεία” (1932) και τον “Τρελό έρωτα” (1937) εξερευνά τη σύνδεση ονείρου και πραγματικότητας. Ασχολήθηκε επίσης με έργα κριτικής και καλλιτεχνικής θεωρίας, όπως το “Ο υπερρεαλισμός και η ζωγραφική” (1926) και το δεύτερο “Σουρρεαλιστικό μανιφέστο” που εξέδωσε το 1930, όπου διατύπωνε το φιλοσοφικό υπόβαθρο του υπερρεαλισμού. .
Το 1927 έγινε μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού κόμματος, όπως συνέβη και με άλλους πρωτεργάτες του υπερρεαλιστικού κινήματος. Στα μέσα της δεκαετίας επήλθε η ρήξη με το ΚΚ, εξαιτίας των τροτσκιστικών του συμπαθειών. Διαβόητο έγινε το επεισόδιο μεταξύ του Μπρετόν και του Σοβιετικού δημοσιογράφου Ίλια Έρενμπουργκ στο “Πρώτο Διεθνές συνέδριο για την υπεράσπιση του πολιτισμού” που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι τον Ιούνιο το 1935. Ο Έρενμπουργκ διακινούσε φυλλάδιο στο οποίο χαρακτήριζε τους υπερρεαλιστές “παιδεραστές”, με αποτέλεσμα να του επιτεθεί με χαστούκια ο Μπρετόν στο δρόμο, οδηγώντας στην αποβολή των υπερρεαλιστών από το συνέδριο. Αργότερα ταξίδεψε ως απεσταλμένος της γαλλικής κυβέρνησης στο Μεξικό, την “πιο σουρρεαλιστική χώρα του κόσμου”, όπως τη χαρακτήριζε, όπου είχε τη δυνατότητα να συναντήσει το πολιτικό του ίνδαλμα Λέοντα Τρότσκυ. Μάλιστα συνέγραψε μαζί με εκείνον και με τον ομοϊδεάτη του ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα τη “Διακήρυξη για μια ανεξάρτητη επαναστατική τέχνη”. Στη διάρκεια του β’ παγκοσμίου πολέμου, όταν η ποίηση του απαγορεύτηκε από το καθεστώς του Βισύ, κατέφυγε στις ΗΠΑ, όπου διοργάνωσε το 1942 υπερρεαλιστική έκθεση στο πανεπιστήμιο του Γέηλ και δημοσίευσε ένα ακόμα μανιφέστο του κινήματος. Επέστρεψε στη Γαλλία το 1946, όπου ασχολήθηκε με την ανασύσταση του υπερρεαλιστικού κινήματος, ενώ το 1948 κυκλοφόρησε η συλλογή του “Ποιήματα”. Μεταπολεμικά ο Μπρετόν προσχώρησε στην αναρχία, για την οποία έγραφε το 1952 ότι: “Ήταν ο μαύρος καθρέφτης της αναρχίας εκεί που ο υπερρεαλισμός αναγνώρισε πρώτα τον εαυτό του”. Υποστήριξε διάφορες αναρχικές κι αναρχοκομμουνιστικές οργανώσεις της περιόδου, μη θέλοντας να πάρει θέση στις διασπάσεις του χώρου, ακόμα και την περίοδο που ορισμένες, όπως η Ομοσπονδία Ελευθεριακών Κομμουνιστών, τέθηκαν στην παρανομία λόγω της εναντίωσης στον Πόλεμο της Αλγερίας, του οποίου φανατικός πολέμιος υπήρξε και προσωπικά ο Μπρετόν. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 70 ετών στις 28 Σεπτέμβρη 1966.