Ονέλιο Χόρχε Καρντόσο- Ένας “κυνηγός ιστοριών” στην υπηρεσία της κουβανικής επανάστασης
“Το σημαντικότερο είναι να συγκινήσεις, πάει να πει να πείσεις με συναισθηματικό τρόπο. Και πάνω απ’όλα να δώσεις στον αναγνώστη την ευκαιρία να συμπληρώσει την ιστορία. Με μια λέξη: Να είσαι υποβλητικός”.
Ο Ονέλιο Χόρχε Καρντόσο, που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1914, έλαβε το προσωνύμιο “κυνηγός ιστοριών”, λόγω της δεξιοτεχνίας του στην αφήγηση, της μοναδικής φωνής, το λεπτό του χιούμορ και το χτίσιμο των διαλόγων του, που τον κατέστησαν από τους γνωστότερους λατινοαμερικανούς πεζογράφους. Γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη στην κεντρική Κούβα. Σπούδασε Επιστήμες και Φιλολογία στο Ινστιτούτο της Σάντα Κλάρα, αλλά λόγω οικονομικών δυσκολιών δεν κατόρθωσε να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο. Εργάστηκε σε διάφορες δουλειές, μεταξύ άλλων ως πλασιέ, κάτι που που τον βοήθησε να γνωρίσει διαφορετικά μέρη αλλά κυρίως να έρθει σε επαφή με ανθρώπους που αργότερα του χρησίμευσαν ως πρότυπα των λογοτεχνικών του ηρώων. Άρχισε να γράφει σε νεαρή ηλικία και το 1945 κέρδισε το διαγωνισμό Αλφόνσο Χερνάντες Κατά με το έργο “Οι καρβουνιάρηδες”, το οποίο εντυπωσίασε την κριτική επιτροπή που αποτελούνταν από σημαντικούς Κουβανούς διανοούμενους της εποχής.
Ένας από τα μέλη της, ο Χουάν Μαρινέλο, περιέγραφε αργότερα, το 1971 στο περιοδικό “Κούβα” τις εντυπώσεις του από το κείμενο του νεαρού διαγωνιζόμενου: “Μέσα στην εκτεταταμένη αφηγηματική ζούγκλα εκείνης της χρονιάς, ανακάλυψα έναν ασυνήθιστο ανανεωτή, με διακριτό, πρωτότυπο τόνο. Ήταν μια σύντομη, διεισδυτική ιστορία που προανήγγειλε έναν σπουδαίο συγγραφέα. Η υπόσχεση πραγματοποιήθηκε”. Το πρώτο του βιβλίο ωστόσο δημοσιεύτηκε αργότερα όταν ο συγγραφέας ήταν 45 ετών, με τίτλο “Τάιτα, πείτε εσείς πως”, το οποίο περιλάμβανε τρία διηγήματα. Όπως σημείωνε στον πρόλογο ο συγγραφέας Αντόνιο Πορτουόντο “Τα διηγήματα του Ονέλιο Χόρχε Καρντόσο αναφέρονται πάντα στην ύπαιθρο, χαρακτηρίζονται από τη νηφαλιότητά τους, με μια αξιοθαύμαστη οικονομία των στοιχείων τους”. Το δεύτερο βιβλίο του εμφανίστηκε το 1958 με τον τίτλο “Ο παραμυθάς” και το τρίτο το 1960 με τίτλο “Το άλογο του κοραλιού” . Όταν ο Χιλιανός νομπελίστας Πάμπλο Νερούντα όταν επισκέφθηκε την Κούβα το 1961 γνώρισε το έργο του Καρντόσο το οποίο σχολίασε με πολύ θετικά λόγια: “Μια από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές μου εκπλήξεις ήταν ένα βιβλίο διηγημάτων του Ονέλιο Χόρχε Καρντόσο[…]Είναι ένας από τους καλύτερους πεζογράφους της Αμερικής. Τα διηγήματά του είναι γρήγορα, έχουν οξύτητα και είναι πολύ όμορφα”. Τα επόμενα χρόνια συνέχισαν να δημοσιεύονται διηγήματά του, ενώ ξεκίνησε και η έκδοση των Απάντων του. Από το 1976 ως το θάνατό του υπήρξε πρόεδρος της Ένωσης Κουβανών Συγγραφέων, ενώ ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Μπογκοτά στην Κολομβία το 1983 και το 1984 του πανεπιστημίου της Αβάνας. Το τελευταίο του βιβλίο για ενήλικες ήταν “Το κεφάλι στο μαξιλάρι” το 1983, ενώ κύκνειο άσμα του ήταν η παιδική νουβέλα “Νεγρίτα”.
Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες και εξακολουθούν να μελετώνται σε τμήτατα ισπανόφωνων σπουδών μέχρι σήμερα. Σε ερώτηση Μεξικανού δημοσιογράφου για το ποιο πράγμα θεωρούσε σημαντικότερο σε μια ιστορία, απάντησε ως εξής: “Το σημαντικότερο είναι να συγκινήσεις, πάει να πει να πείσεις με συναισθηματικό τρόπο. Και πάνω απ’όλα να δώσεις στον αναγνώστη την ευκαιρία να συμπληρώσει την ιστορία. Με μια λέξη: Να είσαι υποβλητικός”. Τασσόμενος με ενθουσιασμό στο πλευρό της κουβανικής επανάστασης, ανέλαβε σειρά κρατικών θέσεων, όπως τη διεύθυνση του Κρατικού Μουσικού Ινστιτούτου. Συμμετείχε επίσης στη σύνταξη της εφημερίδας Γκράνμα και του περιοδικού “Λαός και πολιτισμός”. Εργάστηκε επίσης ως σεναριογράφος σε ντοκιμαντέρ. Το 1976 υπηρέτησε ως μορφωτικός ακόλουθος της Κουβανικής Πρεσβείας στο Περού. Απεβίωσε στις 29 Μάη 1986 στην Αβάνα.