Αναδυόμενες
Ξαφνικά κάτι λαμπυρίζει. Αντιδρά άμεσα και όλοι οι δύτες μαζί σπεύδουν προς το μέρος του θησαυρού. Συντονισμένοι και ψύχραιμοι σ’ αυτήν την ακραία συνθήκη, καταφέρνουν και σταματούν τη βύθιση του 37χρονου άντρα και τον φέρνουν ξανά στην επιφάνεια. Ο παλμός του ακούγεται ξανά και τα φώτα στο μόνιτορ παύουν ν’ αναναβοσβήνουν. Το μόνο που επιτρέπουν οι δύτες στον εαυτό τους πριν ξαναβουτήξουν είναι μια βαθιά ανάσα.
Η ώρα είναι 10:37 μμ. Είκοσι δύο μόλις λεπτά πριν την έναρξη της βάρδιας. Άργησε πάλι. Η Κατερίνα δεν έλεγε να πέσει για ύπνο απόψε, για άλλη μια φορά παρακαλούσε τη μαμά της για μια ακόμα ιστορία, μια ακόμα περιπέτεια. Δεν ήταν έτσι λίγους μήνες πριν. Τώρα ανέπτυξε το συνήθειο αυτό, από τότε που η Αλεξάνδρα μετατέθηκε σε ΜΕΘ COVID. Η ίδια η Αλεξάνδρα δεν είχε κάνει ακόμα τη σύνδεση, επειδή το μυαλό της ήταν ήδη εξαντλημένο από τις διαδοχικές εφημερίες και τη συντριπτική συνειδητοποίηση ότι κάποιες φορές – πλέον πολλές – δεν μπορεί να σώσει τους ασθενείς της.
Τώρα πια τα μόνα φωτεινά γεννήματα του νου της ήταν οι ιστορίες που δημιουργούσε για την Κατερίνα, η οποία κάθε βράδυ της ζητούσε να ταξιδέψουν μαζί σε μια άλλη εποχή ή σ’ ένα άλλο μέρος. Η Αλεξάνδρα της έκανε το χατήρι, όμως σταδιακά στέρευε από ιδέες, επειδή το εδώ και το τώρα ήταν τόσο αβάσταχτα επιτακτικά. Ωστόσο, αυτός ακριβός ήταν ο λόγος που ήθελε να ταξιδέψει την κόρη της: δεν ήθελε η μικρή της αγάπη να βιώσει το σκοτάδι όπου η ίδια ζούσε κάθε μέρα. Έπρεπε να φτιάξει για αυτήν ένα μέρος για να την ταξιδέψει.
Μπαίνει βιαστική στα αποδυτήρια, όπου οι συνάδελφοί της ολοκληρώνουν το ντύσιμό τους και πηγαίνουν να παραλάβουν από την απογευματινή βάρδια. Τους καλησπερίζει με το ίδιο κουρασμένο χαμόγελο που μαντεύει πως υπάρχει πίσω από τη μάσκα κι απομένει μόνη για λίγες στιγμές. Κλείνει τα μάτια και σκέφτεται την Κατερίνα.
Βγάζει το σκάφανδρο απ’ το ντουλάπι και το φορά προσεκτικά, εξασφαλίζοντας τη στεγανότητά του. Εφαρμόζει τη μάσκα στο πρόσωπό της και πλέον είναι έτοιμη για την κατάδυση στα βάθη του ωκεανού.
Από το παράθυρο του γραφείου αντικρίζει κύματα ασθενοφόρων να ξεβράζουν στα λευκά σκαλοπάτια φορεία με ναυαγούς. Βυθίζεται μαζί τους στα άδυτα της κλινικής και κολυμπά ασταμάτητα, άοκνα.
Ξαφνικά κάτι λαμπυρίζει. Αντιδρά άμεσα και όλοι οι δύτες μαζί σπεύδουν προς το μέρος του θησαυρού. Συντονισμένοι και ψύχραιμοι σ’ αυτήν την ακραία συνθήκη, καταφέρνουν και σταματούν τη βύθιση του 37χρονου άντρα και τον φέρνουν ξανά στην επιφάνεια. Ο παλμός του ακούγεται ξανά και τα φώτα στο μόνιτορ παύουν ν’ αναναβοσβήνουν. Το μόνο που επιτρέπουν οι δύτες στον εαυτό τους πριν ξαναβουτήξουν είναι μια βαθιά ανάσα.
Αυτό το ταξίδι στον Άδη και πίσω δεν θα το αφηγηθεί στην Κατερίνα. Αύριο βράδυ όμως θα της μιλήσει για το ταξίδι που κάνει με τους άλλους δύτες σ’ έναν ωκεανό γεμάτο θησαυρούς.